Συζήτηση με την Τουρκία δεν γίνεται, γιατί μόλις βρεθεί κοινή βάση, η Αγκυρα θα διευρύνει την ατζέντα των διεκδικήσεών της

Υπόγειες μεθόδους με διπλωματικά τεχνάσματα και διατυπώσεις απεργάζεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη προκειμένου να προχωρήσει σε προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για το καθεστώς κυριαρχίας στο Αιγαίο. Δεν θα μπορούσε να είναι πιο αποκαλυπτική και προειδοποιητική για τις ασαφείς περί αυτού κυβερνητικές προθέσεις η τοποθέτηση του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, στη δική του παρέμβαση, κατά την παρουσίαση του βιβλίου του διευθυντή της εφημερίδας «Εστία» Μανώλη Κοττάκη με τίτλο «Οι απόρρητοι φάκελοι Καραμανλή» στο Πολεμικό Μουσείο.

«Οι ηγεμονικές βλέψεις της Τουρκίας, η συστηματική επιχείρηση διεύρυνσης της ατζέντας εκ μέρους της, η ευθεία αμφισβήτηση της εδαφικής ακεραιότητας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της πατρίδας μας είναι δεδομένες και απροκάλυπτες» ανέφερε ο πρώην πρωθυπουργός, τονίζοντας ότι «μόνο εθελοτυφλούντες μπορούν να το αμφισβητούν αυτό». Θεωρείται βέβαιο ότι η υπαγορευμένη έξωθεν πολιτική χαμηλών τόνων που ήδη έχει οδηγήσει σε μια συγκυριακή ύφεση, τόσο στη ρητορική της τουρκικής εξουσίας όσο και στις έμπρακτες προκλήσεις, υπαγορευμένη από πρόσκαιρες σκοπιμότητες, δεν αλλοιώνουν τη σταθερή πρόθεση της Τουρκίας να αλλάξει το status quo της περιοχής υπέρ των δικών της θέσεων.

Η σύναψη συνυποσχετικού για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης κρύβει κινδύνους οριστικής αποκοπής της Ελλάδας από κυριαρχικά της δικαιώματα στο ελληνικό Αιγαίο. Σε προσωπική συνομιλία με δικαστή του Διεθνούς Δικαστηρίου στη Χάγη ο συνομιλητής είχε αποκαλύψει το «δόγμα» υπό το οποίο δικάζει διμερή θέματα το δικαστήριο: «Κανείς δεν φεύγει ευχαριστημένος από τη Χάγη» είχε πει χαρακτηριστικά ο λειτουργός του Διεθνούς Δικαστηρίου.

Η πραγματικότητα είναι απλή. Ο δρόμος της συνεχούς επίκλησης του Διεθνούς Δικαίου ως μοναδικού οδηγού και ταυτόχρονα εργαλείου άσκησης εξωτερικής πολιτικής, έναντι πάντων και ειδικά απέναντι στην επιθετική – αναθεωρητική Τουρκία, σε έναν κόσμο με μόνη κινητήρια δύναμη την παραβίαση αυτών των κανόνων του Δικαίου μεταξύ των Εθνών, είναι βέβαιο ότι σε δεδομένη στιγμή θα οδηγήσει νομοτελειακά την όποια συζήτηση στην «αυλή» ενός διεθνούς δικαιοδοτικού οργάνου. Εν προκειμένω, στην «αυλή» της Χάγης. Η Αθήνα παραμένει, απ’ ό,τι φαίνεται, εγκλωβισμένη σε αυτή τη λογική τα τελευταία 50 χρόνια, τη στιγμή που η Τουρκία όλα αυτά τα χρόνια (από την εισβολή στην Κύπρο μέχρι σήμερα) πολιτεύεται με βάση την ενίσχυση της προβολής ισχύος της σε όλα τα μέτωπα και πρωτίστως έναντι της Ελλάδας, έχοντας διατυπώσει και επίσημα απειλή πολέμου σε βάρος της χώρας, αν ασκήσει νόμιμα κυριαρχικά δικαιώματα. Αυτά που απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο.

Ολα αυτά τα χρόνια επαναλαμβάνεται ο ίδιος απαράλλακτος κύκλος. Η Τουρκία «επιτίθεται» με συνεχείς, ανυπόστατες, ανιστόρητες διεκδικήσεις και η Ελλάδα «αμύνεται» επικαλούμενη το Διεθνές Δίκαιο, αδυνατώντας να προβάλει αντίστοιχη ισχύ, εάν κληθεί να υπερασπιστεί διά των όπλων την κυριαρχία της. Στα «μάτια» της διεθνούς κοινότητας (και με βάση την κοινή λογική) η ελληνική στάση έχει οδηγήσει στο εύλογο ερώτημα, το οποίο η Αθήνα καλείται και τώρα, ακόμα μια φορά, να απαντήσει πειστικά: «Εφόσον επικαλείσθε το Διεθνές Δίκαιο, τι φοβάστε να φτάσετε σε ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο, που το απονέμει και (επισήμως) αποφασίζει με βάση τους κανόνες του;».

Η όλη συζήτηση υποχρεωτικά παράγει το ακόλουθο επαναλαμβανόμενο παράδοξο: Αρχίζουν κύκλοι συνομιλιών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, προκειμένου να βρεθεί κοινός τόπος για το ποιες ακριβώς είναι οι «διαφορές» επί των οποίων ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο θα μπορούσε να αποφανθεί οριστικά και να κλείσει ειρηνικά το κεφάλαιο της χρόνιας ελληνοτουρκικής σύγκρουσης. Κατά τη διάρκεια αυτών των συζητήσεων αλλά και ενδιαμέσως η Τουρκία συνεχώς φορτώνει την ατζέντα με νέες διεκδικήσεις και νέες απαιτήσεις.

Ετσι, μόλις αυτό συμβεί, η πλευρά που επικαλείται το Διεθνές Δίκαιο αρχίζει να προβληματίζεται, εάν είναι εθνικά συμφέρουσα η προσφυγή σε ένα τέτοιο διεθνές όργανο ή μετά τη γνωμοδότηση αυτού του οργάνου η χώρα θα έχει απολέσει εδάφη ή θαλάσσιες περιοχές, τις οποίες θα μπορούσε να κατέχει, να εκμεταλλεύεται και να απολαμβάνει, εάν ήταν σε θέση να τις υπερασπιστεί μέσω της ισχύος. Και, υποχρεωτικά, η Αθήνα διακόπτει σε αυτό το σημείο τον διάλογο, τουλάχιστον μέχρι τώρα. Τη μέθοδο αυτήν επιχείρησαν οι περισσότεροι επιφανείς προκάτοχοι του Γιώργου Γεραπετρίτη στο υπουργείο Εξωτερικών και όλοι απέτυχαν. Ένα και μόνο συμπέρασμα εξάγεται: Συζήτηση με την Τουρκία δεν γίνεται, καθώς, μόλις βρεθεί κοινή βάση, η Τουρκία θα διατυπώσει (σε δεύτερο χρόνο) την επόμενη απαίτησή της. Ηχηρό παράδειγμα, παλιότερες δηλώσεις του προέδρου Ερντογάν για τη Συνθήκη της Λωζάννης, σημειώνοντας ότι αυτή πρέπει να αναθεωρηθεί. Επομένως, όποια ελληνική κυβέρνηση επιχειρήσει να συζητήσει με την Άγκυρα θέματα κυριαρχίας και συνυποσχετικού θα πρέπει να είναι έτοιμη να απολέσει εθνικό έδαφος.

Η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο είναι ακόμα μία φορά το κύριο θέμα συζήτησης στους ελληνικούς διπλωματικούς κύκλους μετά την πρόσφατη (προ ύφεσης) παράνομη συμπεριφορά της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο. Το ζήτημα μιας κοινής προσφυγής Ελλάδας και Τουρκίας στο Διεθνές Δικαστήριο περιπλέκεται από το γεγονός ότι η Τουρκία δεν έχει κυρώσει τη Διεθνή Συνθήκη της Γενεύης για την Υφαλοκρηπίδα του 1958, ούτε τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) του 1982, οι οποίες ορίζουν τη νομική έννοια της υφαλοκρηπίδας και διατυπώνουν τρόπους οριοθέτησής της. Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, πάντως, έχει δεχτεί ότι τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους στην υφαλοκρηπίδα αποτελούν περίπτωση Γενικού Ιδιωτικού Δικαίου. Τα άρθρα 1-3 της Συνθήκης του 1958 ισχύουν για όλα τα κράτη, ανεξάρτητα από το αν την έχουν κυρώσει.

Καραμανλής: Αδύνατη και αδιανόητη η σύναψη συνυποσχετικού
Η Τουρκία έχει ξεκάθαρο αναθεωρητικό σχέδιο και δεν θα συναινέσει σε προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο εάν προηγουμένως δεν έχει πειστεί ότι θα εξέλθει δυναμωμένο από την όποια απόφαση του διεθνούς οργάνου. Συνεχίζει ευθέως να απειλεί την Ελλάδα και την Κύπρο, φορτώνοντας συνεχώς της ατζέντα των διεκδικήσεων. Ο τουρκικός ηγεμονισμός δεν έχει αίφνης εξαφανιστεί, όπως αποκαλύπτεται από τη στρατιωτική και όχι μόνο παρουσία της στη Μέση Ανατολή, στον Καύκασο, στη Β. Αφρική αλλά και στην «ελληνική αυλή», σε χώρες των Βαλκανίων.

«Είναι αδύνατη και αδιανόητη η σύναψη συνυποσχετικού που θα κρύβει τεχνηέντως και εκ του πονηρού, υπό το πρόσχημα της προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας, την εκχώρηση με ασαφείς και διπλωματικά ευρηματικές διατυπώσεις δικαιώματος στο Διεθνές Δικαστήριο να αποφανθεί περί του εύρους των χωρικών υδάτων ή ακόμα και της εδαφικής κυριαρχίας νήσων και βραχονησίδων» τόνισε ο Κ. Καραμανλής στην ομιλία του στο Πολεμικό Μουσείο, όπου παρευρέθηκε στην παρουσίαση του βιβλίου του Μανώλη Κοττάκη. Η συνέχεια θα αποκαλύψει τις κρυφές αλλά πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης στο θέμα.

 

ΠΗΓΗ: