Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου !
Δόξα τῷ Παναγάθῳ Θεῷ. Ἀκόμα ἕνας ἱερέας τοῦ Ὑψίστου, ὁ π. Φώτιος Τζούρας διάλεξε τὸν μαρτυρικὸ δρόμο τῆς ὁμολογίας καὶ ἀψηφώντας τὰ προβλήματα τῆς βιωτῆς του διάλεξε τὴν ἀγαθὴ μερίδα, τὸν Χριστό. Εὐχόμαστε ὁ Θεὸς νὰ δίνει σ’ αὐτὸν καὶ τὴν οἰκογένειά του δύναμη, ὑπομονή, σοφία καὶ κάθε εὐλογία.
Διότι μὲ τέτοιο Δεσπότη θὰ τὴν χρειαστεῖ ὁ π. Φώτιος. Ἕναν Δεσπότη, ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν διακοπὴ μνημοσύνου του ἀπὸ τὸν ταπεινὸ ἱερέα, ποὺ δήλωσε ὅτι παρόλα αὐτὰ τὸν σέβεται, εἶπε τὰ ἑξῆς τρομερά:
Καὶ μετὰ εἶπε τὸ ἑξῆς, ἐπίσης ἀπίστευτο: «Ἐγὼ εἶμαι εἴλωτας ἐδῶ στὴν Ἐπισκοπή μου, τρέχω ἀπὸ τὸ πρωΐ μέχρι τὸ βράδυ, δὲν πῆγα ποτὲ στὸ ἐξωτερικό!!!». Ἥρωας ὁ Ἐπίσκοπος αὐτός. Δὲν πῆγε ποτὲ στὸ ἐξωτερικό. Πραγματικὰ τί θυσία γιὰ τὸ ποίμνιό του! Ἐνῶ οἱ ἄλλοι Ἐπίσκοποι πᾶνε συνεχῶς ταξίδια στὸ ἐξωτερικό, διότι αὐτό ὁμολογεῖ, αὐτὸς ἔμεινε στὸ Σιδηρόκαστρο καὶ γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἐπαινεῖται.
Ἐὰν ὑπῆρχε βραβεῖο ἔπαρσης ὁ Ἐπίσκοπος αὐτὸς ἔπρεπε νὰ εἶναι στοὺς πρώτους ὑποψηφίους:
Ἐκτὸς τοῦ ὅτι ὑποστηρίζει τὴν κακοδοξία τοῦ «γέροντος» τῶν οἰκουμενιστῶν Ζηζιούλα περὶ πρωτείου καὶ ἀνυπαρξία Ἐκκλησίας ἄνευ Ἐπισκόπου, ἀκόμα καὶ ἂν αὐτὸς αἱρετίζει· ἐκτὸς τοῦ ὅτι θεωρεῖ τὸ ποίμνιο ἐντελῶς ἀφελὲς καὶ νομίζει, ὅτι δὲν βλέπει καὶ δὲν ἀκούει καὶ δὲν ἐνημερώνεται γιὰ τὸ πόσο ἔχουν προχωρήσει οἱ Οἰκουμενιστὲς στὰ πρωτογνωρα ἀντιορθόδοξα σχέδιά τους· ἐκτὸς τοῦ ὅτι ὑποβιβάζει τὸν ἱερέα του ὡς ἀγράμματο καὶ ἀκολούθως ἀνίκανο νὰ κατανοήσει Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας –ξέχασε ὁ λυκοποιμένας, ὅτι μόλις τὴν περασμένη Κυριακὴ διάβασε στὸ Εὐαγγέλιο, ὅτι ὁ Χριστὸς διάλεξε ψαράδες– καταργεῖ ὅλη τὴν ἁγιοπατερικὴ διδασκαλία, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ βρεῖ τὸ ἄδικο δίκιο του.
Δηλαδὴ τὰ ἁγιογραφικὰ χωρία «ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καί ἀφορίσθητε…» (Β΄Κορινθ. 6,17), «ἐλάλουν ἐν τοῖς μαρτυρίοις σου ἐναντίον βασιλέων καί οὐκ ἠσχυνόμην» (Ψαλμ. 118,46), «στέλλεσθε ἀπό παντός ἀτάκτως περιπατοῦντος» (Β΄Θεσ. 3,6), «οὐκ ἐκάθισα μετά συνεδρίου ματαιότητος» (Ψαλμ. 25,4), «ἐμίσησα ἐκκλησίαν πονηρευομένων» (Ψαλμ. 25,5) καί τόσα ἄλλα, δὲν ἀφοροῦν Πατριάρχες καὶ Ἐπισκόπους; Ἀκυρώνεται ὅλη ἡ Ὀρθόδοξος Παράδοση, ἡ ὁποία βοᾶ γιὰ τὸν τρόπο ἀντιμετώπισης τῶν αἱρετικῶν, καί ὁ κ. Μακάριος μᾶς προτείνει τὸν οἰκουμενιστικὸ συμβιβασμὸ καί τὴν συνοδοιπορεία καί τὴν συμπόρευση μὲ ὅλους καὶ ὅλα, διαφημίζοντας τό ὑπνωτικό τῆς ὑπακοῆς, εἰς βάρος τῆς ἀληθινῆς καὶ Ὀρθοδόξου πίστης;
Δὲν διάβασε ὁ κ. Μακάριος, ὅτι τὰ λόγια τοῦ Ἁγ. Ἰγνατίου ἀφοροῦν καὶ Ἐπισκόπους:
«Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα ἤ πράσσων κἄν ἀξιόπιστος ᾖ, κἄν νηστεύῃ, κἄν παρθενεύῃ, κἄν σημεῖα ποιῇ, κἄν προφητεύῃ, λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ φθορὰν προβάτου κατεργαζόμενος». (Ἅγιος Ἰγνάτιος Θεοφόρος P.G.5, 912).
Τὰ γνωρίζει γι’ αὐτὸ φοβᾶται τὸν ταπεινὸ ἱερέα του καὶ τὸν μειώνει καὶ τὸν συκοφαντεῖ, ὅτι τάχα ἔπεσε θῦμα ἄλλων. Γνωρίζει ὅτι οἱ Ἅγιοι πρώτους τοὺς Ἐπισκόπους ἔλεγχαν. Ἔτσι ἐπιβεβαιώνονται οἱ Ἅγιοι γιὰ τὴν πτώση τῶν σημερινῶν «ποιμένων»:
«Τὸ πάλαι ὑπὲρ τῶν προβάτων ἀπέθνησκον οἱ Ποιμένες, νῦν δὲ μᾶλλον ἀναιροῦσι αὐτοί τὰ πρόβατα· τότε νηστείαις τὸ σῶμα ἐσωφρόνιζον, νῦν δὲ τρυφαῖς παρασκευάζουσι σκιρτᾶν. Τότε τὰ ἑαυτῶν τοῖς δεομένοις διένειμον, νῦν δὲ τὰ τῶν πενήτων σφετερίζονται· τότε τὴν ἀρετῆν ἤσκουν, νῦν δὲ τοὺς τὴν ἀρετὴν ἀσκοῦντας ἐξοστρακίζουσι. Τότε οἱ φιλάρετοι πρὸς τὴν ἱερωσύνην ὑπήγοντο, νῦν δὲ οἱ φιλάργυροι· τότε οἱ τὸ πρᾶγμα φεύγοντες διὰ τὸ μέγεθος τῆς ἀρχῆς, νῦν δὲ οἱ τὸ πρᾶγμα ἐπιτρέχοντες μεθ’ ἡδονῆς. Τότε οἱ ἀκτημοσύνη ἐναβρυνόμενοι, νῦν δὲ οἱ πλεονεξίᾳ ἑκουσίως χρηματιζόμενοι. Τότε οἱ πρὸ ὀφθαλμοῦ ἔχοντες τὸ θεῖον δικαστήριον,νῦν δὲ οἱ μηδὲ εἰς ἔννοιαν τοῦτο λαμβάνοντες. Τότε οἱ τύπτεσθαι νῦν δὲ οἱ τύπτειν ἕτοιμοι.. Καὶ τότε μὲν τὴν ἁγνείαν ἐξεθείαζον, νῦν δέ, ἀλλ’ οὐδέν βούλομαι δυσχερὲς εἰπεῖν…». (Αγ. Ισιδώρου Πηλουσιώτου PG 78, 905).
Ἐμεῖς θὰ προσθέσουμε: Τότε δὲ παρέμεναν εὐχαρίστως στὶς Ἐπισκοπές τους θυσιάζοντας ἀκόμα καὶ τὶς ζωὲς τους γιὰ τὸ ποίμνιο, νῦν δὲ ὑποφέρουν ποὺ μένουν στὸν τόπο τοῦ ποιμνίου τους καὶ θεωροῦν θυσία, τὸ ὅτι δὲν κάνουν ταξίδια.
Ἂς διαβάσει ὁ κ. Μακάριος τοὺς Κανόνες καὶ μετὰ νὰ προσπαθήσει νὰ μᾶς ἐξηγήσει ἂν ὁ κ. Βαρθολομαῖος δὲν ἔχει κάνει τίποτα τὸ μεμπτό.
Κανών ΜΕʹ: «Ἐπίσκοπος ἤ Πρεσβύτερος, ἤ Διάκονος αἱρετικοῖς συνευξάμενος, ΜΟΝΟΝ, ἀφοριζέσθω, εἰ δὲ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς κληρικοῖς ἐνεργῆσαί τι, καθαιρείσθω».
Κανὼν Ιʹ: «Εἴ τις ἀκοινωνήτῳ κἄν ἐν οἴκῳ συνεύξηται, οὗτος ἀφοριζέσθω».
Κανὼν ΞΕʹ: «Εἴ τις κληρικὸς, ἤ λαϊκὸς εἰσέλθοι εἰς συναγωγὴν Ἰουδαίων, ἤ αἱρετικῶν προσεύξασθαι καὶ καθαιρείσθω καὶ ἀφοριζέσθω».
Κανὼν ΛΒʹτῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου: «οὐ δεῖ αἱρετικῶν εὐλογίας λαμβάνειν, αἵτινες εἰσίν ἀλογίαι μᾶλλον, ἤ εὐλογίαι».
Κανών ΣΤʹ τῆς ἐν Λαοδικείᾳ: «Περὶ τοῦ μὴ συγχωρεῖν τοῖς αἱρετικοῖς εἰσιέναι εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ, ἐπιμένοντος τῇ αἱρέσει».
Κανὼν ΛΓʹ τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου: «Οὐ δεῖ αἱρετικοῖς ἤ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι».
Κανών Βʹ τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ: «Ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτῳ ἀκοινώνητος ἔστω».
Οἱ Ἀπόστολοι στὸν ἐπίλογο τῶν Κανόνων: Οἱ θεῖοι Κανόνες πρέπει νὰ τηροῦνται ἀπὸ ὅλους χωρὶς ἀλλαγές. Ὅσοι δὲν τοὺς τηροῦν ὑποβάλλονται σὲ φρικτὰ ἐπιτίμια. Αὐτά, Ἐπίσκοποι, σᾶς διατάζουμε γιὰ τοὺς Κανόνες. Ἐὰν μείνετε σὲ αὐτές τὶς διαταγές, θὰ σωθεῖτε καὶ θὰ ἀποκτήσετε εἰρήνη, ἐάν ὅμως γίνετε ἀνυπάκοοι, θὰ κολασθεῖτε καὶ θὰ ἔχετε συνεχὴ πόλεμο μεταξύ σας, ὡς πρέπουσα καταδίκη, διότι δὲν ἀκούσατε καὶ δὲν ὑπακούσατε στὰ λόγια μας.
Ἀκοῦτε κ. Μακάριε; Γιὰ ἐσᾶς μιλοῦν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, γι’ αὐτὸ πρέπει καὶ αὐτοὺς νὰ τοὺς καλέσετε εἰς τάξιν καὶ εἰς ὑπακοήν. Πῶς τολμοῦν νὰ σᾶς ἀμφισβητοῦν;
Προτείνουμε λοιπὸν τὸ ἑξῆς: Κάντε ἐσεῖς ἕνα ταξιδάκι στὸ ἐξωτερικὸ σὰν Ἐπίσκοπος ποὺ εἶστε καὶ ἀφῆστε τὸν π. Φώτιο νὰ ὁμολογήσει Χριστὸ καὶ νὰ κερδίσει τὸν Παράδεισο. Γιατὶ ἀντιθέτως μὲ ἐσᾶς ὁ Χριστὸς μᾶς εἶπε, ὅτι ὁ Παράδεισος θὰ εἶναι τόπος ἐκπλήξεων.