Οι επιβάτες του Τιτανικού δεν πίστευαν πως θα βυθιστεί, ακόμη και όταν ήταν πια ξεκάθαρο – ενώ, όταν επιτέλους ξύπνησαν και το κατάλαβαν, προσπάθησαν εναγωνίως να σωθούν πατώντας ο ένας επάνω στον άλλο, αλλά ήταν πλέον πολύ αργά για τους περισσότερους.

 

«Στις 10 Απριλίου του 2014 η Ελλάδα προέβη στην έκδοση 5ετούς ομολόγου ονομαστικής αξίας 3 δις €, με το επιτόκιο του να διαμορφώνεται στο 4,95%.  «Οι διεθνείς αγορές εκφράζουν με τον πιο αδιαμφισβήτητο τρόπο την εμπιστοσύνη τους στην ελληνική οικονομία» είχε δηλώσει τότε  ο κ. Σαμαράς υποστηρίζοντας ότι, «η επιτυχία του δανεισμού σηματοδοτεί την εμπιστοσύνη των αγορών στο μέλλον της Ελλάδας, γιατί σε αυτό το μέλλον επενδύουν. Την εμπιστοσύνη τους στην ικανότητα της χώρας να βγει από την κρίση και μάλιστα νωρίτερα από ότι πολλοί πίστευαν ως πρόσφατα».

 

Ανάλυση

62

Τον Αύγουστο του 2018 τελειώνει η τρίτη δανειακή σύμβαση, η οποία δεν έχει καμία σχέση με τα μνημόνια που θα συνεχιστούν, έως ότου η Ελλάδα ανακυκλώσει (προφανώς δεν θα εξοφλήσει) μέσω των αγορών το 75% των δανείων που έλαβε από την Τρόικα – διασώζοντας ακούσια το χρηματοπιστωτικό σύστημα του πλανήτη (ανάλυση).

Εάν λοιπόν η κυβέρνηση δεν θέλει να υπογράψει μία τέταρτη δανειακή σύμβαση, εάν υποθέσουμε πως θα ήταν πρόθυμος να της παρέχει χρήματα ο κ. Σόιμπλε αφού το ΔΝΤ αποκλείεται, τότε θα πρέπει να καταφύγει στις αγορές – εκδίδοντας ομόλογα με επιτόκιο έστω 4,95% όπως το 2014, αν και η σημερινή οικονομική της κατάσταση είναι πολύ χειρότερη από τότε.

Στα πλαίσια αυτά είναι ίσως σκόπιμο να υπολογίσει κανείς το ύψος των δανείων που θα χρειαστεί η Ελλάδα από το 2019 έως το 2024 λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη συμφωνία του Euro Group, σύμφωνα με την οποία η εξυπηρέτηση των χρεών της δεν θα επιτραπεί να υπερβαίνει το 15% του ΑΕΠ της (περί τα 26 δις € σε ένα ΑΕΠ 175,9 δις € του 2016!).

Εν προκειμένω, ας υποθέσουμε πως ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας της θα είναι της τάξης του 2% ετησίως (στα 186,6 δις € το 2019), παρά το ότι δεν βλέπουμε πώς θα επιτευχθεί – ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί στο 3,5% έως το 2022 και μετά στο 2% όπως συμφώνησε υπερήφανα η κυβέρνηση. Έτσι προκύπτει ο παρακάτω πίνακας (πηγή):

 

Έτος ΑΕΠ Πρωτ.Πλ. Τόκοι Δόσεις Σύνολο Αν. Χρ. 15%
2019 186,6 6,5 6,6 9,9 16,5 -10,0 28,0
2020 190,3 6,7 6,3 7,0 13,3 -6,6 28,5
2021 194,1 6,8 10,9 7,1 18,0 -11,2 29,1
2022 198,0 6,9 24,4 8,8 33,2 -26,3 29,7
2023 202,0 4,0 17,5 11,1 28,6 -24,6 30,3
2024 206,0 4,1 13,6 10,8 24,4 -20,3 30,9
Σύνολα   35,1 79,3 54,7 134,0 -98,9 176,6

.

Όπως συμπεραίνεται από τον πίνακα, το πρωτογενές πλεόνασμα φτάνει για την πληρωμή των τόκων του 2019 και του 2020 – οπότε έως το 2020 δεν θα αυξηθεί το χρέος, ενώ θα μειωθεί από το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας (αποκρατικοποιήσεις), εάν τα έσοδα δεν χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή των χρεολυσίων (=δόσεων του χρέους).

Δεν φτάνει βέβαια ούτε για τις δόσεις των δύο αυτών ετών, ούτε για τους τόκους και τα χρεολύσια των επομένων – όταν συνολικά τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι 35,1 δις € από το 2019 έως το 2024, ενώ οι τόκοι 79,3 δις €. Επομένως μας λείπουν 44,2 δις € μόνο για τους τόκους, συν 54,7 δις € για τις δόσεις ή συνολικά 98,9 δις € για τα έξι αυτά έτη – αν και τελικά θα είναι υψηλότεροι οι τόκοι λόγω των έντοκων γραμματίων των εγχωρίων τραπεζών, από τις οποίες δανείζεται σήμερα το δημόσιο περί τα 15 δις €.

Στην τελευταία στήλη του πίνακα αναγράφεται το ανώτατο όριο του 15% που τέθηκε από το Euro Group – το οποίο είναι φυσικά εξωπραγματικό, αφού υποθέτει πως η Ελλάδα θα χρηματοδοτούνταν από τις αγορές με 141,5 δις € (176,6 δις € – 35,1 δις € πρωτογενή πλεονάσματα), από τα οποία θα έπρεπε να αφαιρέσουμε τα έσοδα των ιδιωτικοποιήσεων.

Εν προκειμένω οι αναφορές ορισμένων συναδέλφων, σύμφωνα με τις οποίες η χώρα θα πρέπει να εξοφλήσει αυτό το ποσόν από το χρέος της είναι εσφαλμένες – επειδή δεν θα επρόκειτο για εξόφληση, αλλά για ανακύκλωση μέσω των αγορών. Η εξόφληση μπορεί να επιτευχθεί μόνο με δημοσιονομικά πλεονάσματα (=πρωτογενή υψηλότερα των τόκων) ή/και με τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις – οπότε είναι ανόητο να μιλάμε για κάτι τέτοιο.

Χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, θεωρούμε εξαιρετικά δύσκολο εάν όχι απίθανο να χρηματοδοτηθεί η Ελλάδα με 140 δις € τα έξι αυτά χρόνια από τις αγορές, με χρέος στο 180% του ΑΕΠ της και σε άθλια οικονομική κατάσταση – πόσο μάλλον αφού έχει επίσημα χαρακτηρισθεί ως χρεοκοπημένη από το ΔΝΤ, όπως συμπεραίνεται από το ότι θεωρεί ως μη βιώσιμο χρέος της.

Ακόμη και αν τα κατάφερνε όμως, με επιτόκιο 4,95% θα αυξανόταν οι ετήσιοι τόκοι πάνω από 5 δις € σε σχέση με τους σημερινούς – γεγονός που σημαίνει ότι, με πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης των 4 δις € και με ετήσιους τόκους τότε άνω των 11 δις € (υψηλότεροι ακόμη μετά το 2024), το δημόσιο χρέος της θα αυξανόταν μόνο από τους τόκους κατά 6 δις € ετησίως.

Επομένως οι αριθμοί δεν βγαίνουν, όσο αισιόδοξος και αν είναι κανείς – οπότε η χώρα είτε (α) θα χρεοκοπήσει ανεξέλεγκτα, εάν δεν της εγκριθεί μία τέταρτη δανειακή σύμβαση, προφανώς με ακόμη πιο οδυνηρούς όρους ή/και δεν στηριχθεί από την ΕΚΤ για να βγει στις αγορές, είτε (β) θα χρεοκοπήσει ελεγχόμενα, με την έννοια της επιμήκυνσης της εξυπηρέτησης των χρεών της από τους Ευρωπαίους. Πιθανολογείται βέβαια πως θα υπάρξει κάποιος συνδυασμός των δύο τρόπων χρηματοδότησης – αφού η Γερμανία αρνείται τη μοναδική λογική λύση, την ονομαστική διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους,  οπότε η επόμενη χρεοκοπία της Ελλάδας δεν θα αποφευχθεί.

Η ύστατη ώρα των Πολιτών

Περαιτέρω είναι δύσκολο να προβλέψουμε τι θα συμβεί – ενώ προξενεί μεγάλη εντύπωση η δήλωση της γερμανικής κυβέρνησης, σύμφωνα με την οποία είναι «κατ’ αρχήν» πρόθυμη να προβεί σε διαγραφή χρέους, εάν δεν εκλεγεί η σημερινή ελληνική κυβέρνηση (πηγή). Φυσικά δεν γνωρίζουμε εάν πρόκειται για μία έμμεση στήριξη του κυβερνώντος κόμματος, με την έννοια πως οι Έλληνες θα κάνουν το αντίθετο από αυτό που θέλει να τους επιβάλλει ο κ. Σόιμπλε – ή εάν πράγματι επιθυμεί τον κ. Μητσοτάκη.

Ανεξάρτητα όμως από τα στημένα, βρώμικα γερμανικά παιχνίδια, εμείς έχουμε αναφέρει την άποψη μας, σχετικά με το τι θα ήταν σωστό για την πατρίδα μας (ανάλυση) – κάτι που όμως προϋποθέτει μία κυβέρνηση που θα ήταν πρόθυμη και ικανή να το δρομολογήσει, η οποία δεν υπάρχει αφού όλα σχεδόν τα δημοκρατικά κόμματα έχουν ταχθεί υπέρ της πολιτικής των μνημονίων, υποταγμένα πλήρως στους επιτηρητές της χώρας.

Ως εκ τούτου, για να μην είναι κανείς θεωρητικός και για να μην κατηγορεί άδικα τους Πολίτες, θα έπρεπε να αναφερθεί στον τρόπο, με τον οποίο οφείλουν να αντιδράσουν – αφού χωρίς τη δική τους αντίδραση η Ελλάδα θα υποφέρει τα πάνδεινα, χωρίς καμία απολύτως προοπτική για το μέλλον της.

Σύμφωνα με ορισμένους βέβαια, οι Έλληνες δεν πρόκειται να αντιδράσουν επειδή, με ελάχιστες εξαιρέσεις, έχουν βολευθεί με αυτήν την κατάσταση – είτε ως υπάλληλοι του ευρύτερου δημόσιου τομέα, είτε ως επαγγελματίες φοροδιαφεύγοντας, είτε ως εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα με (εν μέρει) μη δηλωμένους μισθούς. Ο ισχυρισμός αυτός τεκμηριώνεται από το ότι, εάν πράγματι πεινούσαν οι άνθρωποι θα είχαν ήδη πλημμυρίσει τους δρόμους – ακόμη χειρότερα, θα είχαν καταστρέψει τα πάντα, όπως στο παρελθόν στην Αργεντινή.

Εάν κάτι τέτοιο ισχύει, τότε θα την πληρώσουν πανάκριβα όλοι οι υπόλοιποι, μεταξύ των οποίων και οι συνταξιούχοι – αφού σημαίνει ότι τα έσοδα του δημοσίου, καθώς επίσης των ασφαλιστικών ταμείων θα μειώνονται, οπότε θα επιβάλλονται νέοι φόροι και εισφορές, με αποτέλεσμα να στραγγαλίζονται σταδιακά οι πάντες. Δηλαδή και οι φοροδιαφεύγοντες, αφού θα περιοριζόταν το ΑΕΠ λόγω των φόρων και των εισφορών – ενώ η χώρα δεν θα ήταν σε θέση να ανταπεξέλθει ούτε με τις ελάχιστες υποχρεώσεις της, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να χρεοκοπήσει ανεξέλεγκτα.

Κατά μία άλλη άποψη δεν πρόκειται να επαναστατήσουν οι Πολίτες ότι και να τους συμβεί, αφενός μεν λόγω του ότι είναι σε κατάσταση σοκ, αφετέρου επειδή είναι δειλοί – ένας ισχυρισμός που τεκμηριώνεται από το ότι, η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων συνεργάσθηκε με τους Γερμανούς στην κατοχή ή/και δεν αντέδρασε καθόλου, ενώ ακόμη και η επανάσταση του 1821 δεν θα γινόταν, παρά τα 400 χρόνια σκλαβιάς σε έναν υποανάπτυκτο λαό, εάν δεν τη δρομολογούσαν οι ξένες δυνάμεις.

Τέλος, λόγω του ότι νοιώθουν πως είναι οι ίδιοι ένοχοι για τη χρεοκοπία –  επειδή δανείζονταν για να καταναλώνουν, δεν παρήγαγαν τίποτα, συντηρούσαν ένα διεφθαρμένο κράτος εκλέγοντας με ιδιοτέλεια τα κόμματα, φοροδιέφευγαν, διαφθείρονταν, δεν επένδυαν παραγωγικά, εκμεταλλεύονταν το δημόσιο, συνδικαλίζονταν βρώμικα κοκ.

Εν τούτοις, είτε ισχύουν όλες αυτές οι κατηγορίες είτε όχι, το ερώτημα παραμένει σχετικά με το πώς θα έπρεπε να αντιδράσουν οι Έλληνες, εάν υποθέσουμε πως δεν είναι δειλοί, δεν έχουν βολευτεί και το θέλουν – αφού είναι ηλίου φανερότερο πως θα χάσουν όλοι τα πάντα αργά ή γρήγορα, μετατρεπόμενοι σε σκλάβους χρέους του κ. Σόιμπλε στο διηνεκές: με κατοχικές κυβερνήσεις που θα αλλάζουν όταν είτε (α) δεν ακολουθούν πιστά τις εντολές της Γερμανίας, είτε (β) δεν θα τις αντέχει άλλο ο «λαός», ενοχοποιώντας τες για τα δεινά του (= τη σέλα αντί τον αναβάτη).

Η απάντηση είναι απλή: Όπως όταν αντιδράσουν (γιατί σίγουρα θα αντιδράσουν), αφού χάσουν τα πάντα – κατά το παράδειγμα της Αργεντινής, οι Πολίτες της οποίας αναγκάσθηκαν αφού εξαθλιώθηκαν από το ΔΝΤ, της Ινδίας όταν ήθελαν να διώξουν τους Βρετανούς κατακτητές, της Ρωσίας το 1998 αφού μειώθηκε ο πληθυσμός της κατά 15 εκ. κοκ. Θα ήταν προτιμότερο βέβαια το παράδειγμα της Ισλανδίας, πριν ακόμη οδηγηθεί η χώρα στην πλήρη εξαθλίωση – κάτι που όμως προϋποθέτει συνειδητούς, καθώς επίσης θαρραλέους Πολίτες.

273

Εν τούτοις οι Έλληνες συμπεριφέρονται όπως στο παράδειγμα του Τιτανικού – οι επιβάτες του οποίοι δεν πίστευαν πως θα βυθιστεί ακόμη και όταν ήταν ξεκάθαρο ενώ, όταν επιτέλους ξύπνησαν και το κατάλαβαν, προσπάθησαν να σωθούν πατώντας ο ένας επάνω στον άλλο, με τις ελάχιστες πια σωσίβιες βάρκες που είχαν απομείνει. Φυσικά ήταν πολύ αργά, οπότε διασώθηκαν ελάχιστοι – κάτι που θα ήταν άδικο να συμβεί στην Ελλάδα, αν και το πλέον πιθανό.

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, είμαστε σίγουροι πως αρκετοί θα συνεχίσουν να ρωτούν για λύσεις, παρά το ότι έχουμε αναφερθεί σε αρκετές κατά τη διάρκεια της κρίσης – οι οποίες δεν είναι ποτέ οι ίδιες, αφού τα γεγονότα εξελίσσονται και οι συνθήκες αλλάζουν κάθε φορά. Πάντοτε προς το χειρότερο βέβαια, ενώ η μία λύση μετά την άλλη παύουν να υπάρχουν – αφού οι «επιτηρητές» κλείνουν μεθοδικά και με υπομονή όλες τις εξόδους κινδύνου.

Θα ρωτούν επίσης για το πώς θα πρέπει να αντιδράσουν, χωρίς όμως ουσιαστικά να θέλουν να ακούσουν – αφού πρόκειται για προσχηματικές ερωτήσεις, υπενθυμίζοντας πως στην κατοχή του 1940 κανένας από αυτούς που αντιστάθηκαν δεν είχε την ανάγκη να εκφράσει τέτοιες απορίες. Ως εκ τούτου, έχει ελάχιστο πια νόημα να προσπαθεί κανείς να κάνει προτάσεις ή να απαντάει – πόσο μάλλον όταν, μετά την προδοσία της κυβέρνησης, την οποία εκμεταλλεύθηκε αριστοτεχνικά ο εμπειρότατος κ. Σόιμπλε, έχει χαθεί η εμπιστοσύνη όλων σε όλους.

Το αποτέλεσμα της δολοφονίας της ελπίδας εκ μέρους της αριστεράς πάντως είναι να επικρατεί ένα κλίμα βαθιάς δυσπιστίας απέναντι σε όποιους επιμένουν ότι, υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις και τρόποι πραγματικής αντίδρασης – με τους περισσότερους Έλληνες να θέλουν να ακούσουν πως πρόκειται για το γνωστό μονόδρομο ΤΙΝΑ (There Is No Alternative), για να έχουν ήσυχη τη συνείδηση τους, αιτιολογώντας την υποταγή τους όπως τους συμφέρει.

Με δεδομένο δε το ότι, ο μεγαλύτερος οπαδός του ΤΙΝΑ είναι η αξιωματική αντιπολίτευση, είναι πολύ πιθανή η εκλογή της, εάν υποθέσουμε πως μέχρι τότε δεν θα έχει εξαθλιωθεί ακόμη η πλειοψηφία – κάτι που ασφαλώς δεν θα συμβεί τόσο γρήγορα, αφού ο κ. Σόιμπλε δεν έχει απολύτως κανένα λόγο να βιάζεται. Εάν αυτό είναι τύχη ή ατυχία για τον αρχηγό και τα στελέχη της δεν το γνωρίζουμε – αφού θα εξαρτηθεί από το εάν βρεθούν αυτοί ή κάποιοι άλλοι στο δρόμο του αφηνιασμένου κοπαδιού, όταν φτάσει η ώρα της κρίσης.

Τέλος, αυτό που μας προξενεί απορία είναι το ότι, οι Έλληνες ισχυρίζονται πως θα κάνουν τα πάντα, εάν θελήσει κανείς να τους πάρει το σπίτι τους. Αφού όμως δεν αντιδρούν όταν τους παίρνουν την πατρίδα τους, δεν σημαίνει ότι δεν τη θεωρούν σπίτι τους; Ή μήπως ότι πρόκειται ξανά για κενά λόγια, στα οποία δεν πρέπει να δίνει κανείς καμία σημασία; Πως όταν φτάσει «το πλήρωμα του χρόνου» θα σκύψουν το κεφάλι, χωρίς ίχνος ντροπής; Κανένας δεν ξέρει, ο χρόνος θα δείξει.

Υστερόγραφο: Δεν πιστεύουμε ότι θα υπάρξει ανθρωπιστική κρίση στην Ελλάδα, αφού ασφαλώς δεν συμφέρει την ΕΕ, οπότε θα φροντίσει να την αποφύγει – απλά θα αλλάξει η χώρα ιδιοκτήτες, οι οποίοι θα συνεχίσουν να την κυβερνούν από το παρασκήνιο. Επομένως δεν είναι σίγουρο ότι κάποια στιγμή θα εξεγερθούν οι Έλληνες, αφού θα εξαθλιωθούν μεν, αλλά θα επιβιώνουν – οπότε είναι ίσως λανθασμένα τα συμπεράσματα μας στο σημείο αυτό, εκτός εάν τελικά οδηγηθεί εκτός της Ευρωζώνης και της ΕΕ.

ΠΗΓΗ