Συναγερμός έχει σημάνει στην Ουάσιγκτον η νέα επιτυχής εκτόξευση του Hwasong-14, διηπειρωτικού πυραύλου (ICBM: InterContinental Ballistic Missile), προκαλώντας την οργή του Αμερικανού προέδρου. Ειδικοί και αναλυτές συμφωνούν ότι η κατάσταση με τη Βόρεια Κορέα έχει φτάσει σε άλλο επίπεδο.
Την ίδια στιγμή, σε κοινή ανακοίνωσή τους οι πρόεδροι της Ρωσίας και της Κίνας προσπαθούν να παρέμβουν με έκδηλη ανησυχία σε μια προσπάθεια να αποκλιμακώσουν την ένταση, φοβούμενοι κυρίως τον ίδιο τον Τραμπ και τις αποφάσεις που μπορεί να πάρει. Για τους Αμερικανούς, η χθεσινή πυραυλική δοκιμή ήταν η “σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι”, ενώ μόλις πριν λίγες ημέρες ο ίδιος ο Τραμπ είπε ότι η υπομονή εκ μέρους των ΗΠΑ εξαντλήθηκε, μια δήλωση που έρχεται να προστεθεί στην γενικότερη αμερικανική στάση που συνοψίζεται στο ότι δεν θα επιτραπεί στο καθεστώς της Πιονγκ Γιανγκ να αποκτήσει ICBM και να απειλήσει το μητροπολιτικό έδαφος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Από την άλλη, η πρόταση των Βλαντιμίρ Πούτιν και Ξι Ζινπίνγκ συνίσταται στην αναστολή του πυρηνικού προγράμματος αλλά και αυτού της ανάπτυξης βαλλιστικού οπλοστασίου από τη Βόρεια Κορέα και σε αντάλλαγμα την πλήρη παύση των μαζικών στρατιωτικών, ναυτικών και αεροπορικών ασκήσεων που πραγματοποιεί ο αμερικανικός στρατός με τους Νοτιοκορεάτες. Με άλλα λόγια, οι προσπάθειες Ρωσίας και Κίνας έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο από την περιορισμένη απειλή που θέτει η Βόρεια Κορέα.
Ειδικότερα, από τη μία το Πεκίνο είτε δεν μπορεί είτε δεν θέλει (πιο πιθανό το δεύτερο) να σκληρύνει υπερβολικά τη στάση του απέναντι στην Πιονγκ Γιανγκ, ενώ το τελευταίο διάστημα η Μόσχα έδειχνε να ενισχύει τη επιρροή της στη Βόρεια Κορέα, σε τέτοιο σημείο που ο “τρελός” Κιμ να εμπιστευθεί απόλυτα τους δύο του συμμάχους. Από την άλλη, Ρωσία και Κίνα διαβιβάζουν από κοινού ένα μήνυμα στον Τραμπ -χρησιμοποιώντας την Βόρεια Κορέα ως “αγγελιοφόρο”- λέγοντας ότι πρέπει να βρεθεί οπωσδήποτε λύση στις τριμερείς σχέσεις των υπερδυνάμεων και μάλιστα πολύ σύντομα.