Εἶναι πιὰ ἡλίου φαεινότερον, ὅτι ἡ τακτικὴ τῶν οἰκουμενιστῶν ἄλλαξε καὶ πῆρε ἕναν σχεδιασμένο διωκτικὸ χαρακτῆρα. Αὐτὸ φυσικὰ δὲν πρέπει νὰ μᾶς ξενίζει μιᾶς καὶ ὡς αἱρετικοὶ ἀργὰ ἢ γρηγορα θὰ προχωροῦσαν σὲ διωγμούς. Ἐπειδὴ ὅμως γνωρίζουν, ὅτι μόνο οἱ διωγμοὶ δὲν θὰ ἀποδώσουν, ἀποφάσισαν νὰ ἐντατικοποιήσουν καὶ τὴν «θεολογική» τους δημαγωγία, κατηγορώντας τὸν ὁποιοδήποτε ἀντιδρώντα καὶ ἀνατρέποντας τὴν ἐκκλησιαστικὴ διδασκαλία καὶ τὸ ἐκκλησιαστικὸ δόγμα (βλέπε τοὺς πρόσφατους λόγους τοῦ Κορίνθου, τοῦ Μιλήτου, τοῦ Φλωρίνης, τοῦ Σιδηροκάστρου).
Ὡς ἐκ τούτου μοῦ φαίνεται χρήσιμο γιὰ τὴν εὕρεση τῆς ἀλήθειας μὲ σκοπὸ τὴν στήριξη καὶ ὑπεράσπιση τῶν ἀδελφῶν μας Χριστιανῶν τὸ ἀκόλουθο ἐπιχείρημα: Νὰ κάνουμε ἕναν ὑποθετικὸ διάλογο τοῦ Μεγάλου Φωτίου, αὐτοῦ τοῦ γίγαντα, τοῦ «ἐγκαλλωπίσματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», μὲ τοὺς οἰκουμενιστές διῶκτες καὶ κατήγορους, ἀφήνωντας τὸν Ἅγιο νὰ ἀπαντάει στὰ ψευδοεπιχειρήματά τους ὅπως ἀπαντοῦσε τότε, στοὺς αἱρετικοὺς τῆς ἐποχῆς του. Οἱ ἀπαντήσεις τοῦ Ἁγίου εἶναι ἀπὸ τὸ ἔργο του «Τὰ Ἀμφιλόχια, Ἐρωταποκρίσεις Α΄‒ ΞΓ΄», Θεσσαλονίκη 1997.
Οἰκουμενιστὲς Φλωρίνης: «Αὐτοὶ ποὺ ἀντιδροῦν καὶ ἐναντιώνονται ἀπέναντι στὴν ἀπόφαση τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης εἶναι ἄνθρωποι ἀνυπάκουοι μὲ ἔπαρση καὶ ἐριστικὸ πνεῦμα. Δὲν ἔχουν κανένα δικαίωμα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία νὰ ἀντιδροῦν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο».
Μ. Φώτιος: «Ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης προστάζει νὰ παραχωρήσει τὴν ἐκδίκηση στὸν κριτὴ τῶν ὅλων… Ὅταν ὅμως κάποιος ἁπλώσει τὰ ἄδικα χέρια του ὄχι γιὰ νὰ προκαλέσει βλάβη… ἀλλὰ μὲ τὴν προσβολή τοῦ προσώπου βλάψει κάτι σεβαστότερο, ἐννοῶ τὴν εὐσέβεια, τότε ἔχουμε τὴν ἐντολὴ νὰ μὴ δεχόμαστε ἀδιάφορα τὴν προσβολή, οὔτε νὰ συνεργοῦμε σιωπηλὰ μὲ τὸν ἐχθρὸ στὸν προπηλακισμὸ αὐτοῦ τοῦ σεβαστοῦ. Αὐτὴ τὴν ἐντολὴ πραγματοποίησε μὲ σοφία καὶ ὁ θεῖος Παῦλος, ἐπειδὴ ἦταν γνήσιος μαθητὴς τοῦ Λόγου (σσ. Ἄρα κατὰ τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου, ὅποιος δὲν ἀντιδρᾶ στὴν ἀσέβεια δὲν εἶναι γνήσιος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ)… Ἀλλὰ καὶ ὁ θεῖος χορὸς τῶν καλλινίκων μαρτύρων γιὰ τὸν ἴδιο λόγο στέκονταν ἀδειλίαστοι μὲ ἀπτόητη γλώσσα καὶ βλέμμα σταθερὸ μπροστὰ στοὺς τυράννους, διακηρύττοντας τὸν λόγο τῆς εὐσέβειας καὶ ἐλέγχοντας τὴν κακόφημη ἀσέβεια» (Ἐρωτ. Α΄, 18).
Οἰκουμενιστὲς Φλωρίνης: «Δὲν ἔχουν κανένα δικαίωμα οἱ πιστοὶ νὰ μᾶς μιλοῦν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ νὰ ἐμποδίζουν τὴν εἴσοδό μας στὸ μοναστήρι, ὅταν μάλιστα ὑπάρχει ἐπισκοπικὴ ἀπόφαση γιὰ τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ ἡγουμένου καὶ τῶν κληρικῶν ἀπὸ τὸ μοναστήρι».
Μ. Φώτιος: «Ἐπιβουλεύεται κάποιος τὰ χρήματά μας, τὰ χωράφια μας, ἢ σηκώνει χέρι νὰ μᾶς χτυπήσει στὸ σῶμα; Πρέπει νὰ τὸ ὑπομένουμε μὲ ἀνεξικακία… Ἀλλὰ ἀντίθετα διώχνει καὶ παραδίδει στοὺς κακοὺς ὡς μιαροὺς καὶ ἀσεβεῖς τοὺς ἐργάτες τῆς ἀρετῆς καὶ τοὺς κήρυκες τῆς εὐσέβειας ὁ ἐχθρὸς αὐτῆς; Δὲ θὰ δεχτοῦμε τότε τὴν προσβολὴ σωπαίνοντας, ἀλλὰ θὰ δείξουμε παρρησία μὲ τὴ γνώμη καὶ τὴ γλώσσα, ἐπειδὴ πάσχουμε ἄδικα ἐνῶ εἴμαστε εὐσεβεῖς, καὶ ὑποφέρει ἄδικα τὸ σεβάσμιο τοῦ κηρύγματος» (Ἐρωτ. Α΄, 19).
Οἰκουμενιστὲς Ἐπίσκοποι: «Τὸ ποίμνιο εἶναι ποίμνιο καὶ οἱ ποιμένες εἶναι ποιμένες. Δὲν ἔχουν οἱ ποιμενόμενοι τὸ δικαίωμα νὰ ἀντιδροῦν καὶ νὰ κατηγοροῦν τοὺς ποιμενάρχες. Ὑπάρχει σύνοδος ποὺ κανονίζει αὐτὰ τὰ θέματα».
Μ. Φώτιος: «Τὴν προσβολὴ ὅμως πρὸς τὸν Θεό (σσ. πολλὲς ἐκκλησίες, πολλὰ βαπτίσματα, κατάργηση τοῦ ὅρου αἵρεση κλπ.) οὔτε νὰ παραβλέψουμε ἔχουμε ἐντολή, οὔτε Ἐκεῖνος τὴν παρέβλεψε, Αὐτὸς ποὺ γιὰ ἐκείνους ποὺ ἔδειξαν ἀσέβεια καὶ σφετερίστηκαν τ’ ἀφιερώματα καὶ εἶπαν ψέματα στὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ζήτησε γι’ αὐτοὺς τὴν ἔσχατη ποινή» (Ἐρωτ. Α΄, 19).
Οἰκουμενιστὲς ἐπίσκοποι καὶ θολολόγοι: «Οἱ μὴ ἀποδεχόμενοι τὴν ΑκΜΣ εἶναι φανατικοί, μουτζαχεντίν, ποὺ δὲν ἔχουν ἀγάπη καὶ χρησιμοποιοῦν ὕβρεις ἀπαράδεκτες γιὰ τὴν Ἐκκλησία».
Μ. Φώτιος: «Αὐτὸς (σσ. δηλ. ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος) προηγουμένως τοὺς ἀπηύθυνε μακρὰ νουθεσία καὶ διδασκαλία (Πραξ. 7, 2). Καὶ καθὼς τοὺς ἔβλεπε νὰ μὴν ὑπακούουν στοὺς παραινετικοὺς λόγους (σσ. τοὺς ὁποίους καὶ σήμερα, ἐδῶ καὶ χρόνια ἔγραψαν τόσοι καὶ τόσοι) καὶ νὰ ἀνάβει περισσότερο ἡ φλόγα τους πρὸς τὴν ἀσέβεια, τότε πιά, τότε, καὶ πολὺ δίκαια, τοὺς ὑποχρεώνει νὰ δεχτοῦν καὶ τὰ ἐλεγκτικὰ καὶ στηλιτευτικά του λόγια, ἀποδεικνύοντας καὶ ἀποκαλώντας του ἀπερίτμητους στὴν καρδιὰ καὶ σκληροτράχηλους, φονιάδες καὶ προδότες ποὺ τοὺς βαρύνει τὸ προγονικὸ μίασμα, ἐπειδὴ ἦταν παιδιὰ ἐκείνων ποὺ σκότωναν τοὺς προφῆτες (σσ. Μουτζαχεντὶν λοιπὸν γιὰ τοὺς Οἰκουμενιστὲς καὶ ὁ Ἅγ. Στέφανος, ἕνας σημειωτέον μὴ Ἐπίσκοπος ἀλλὰ διάκονος;). Ὥστε ὄχι μόνο δὲν εἶναι καθόλου ἀνταγωνιστὴς αὐτὸς ὁ γεμάτος ἀπὸ χάρη καὶ σοφία καὶ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ δύναμη, ἀλλὰ πάνω ἀπ’ ὅλα αὐτὰ εἶναι συναγωνιστὴς καὶ ὑπέρμαχός μας» (Ἐρωτ. Α΄, 22).
Οἰκουμενιστὲς Ἐπίσκοποι καὶ θολολόγοι: «Ἡ Ὀρθοδοξία πρέπει νὰ προσαρμοστεῖ στὶς σύγχρονες ἀνάγκες μίας μοντέρνας κοινωνίας. Δὲν πρέπει νὰ γίνουμε γραφικοὶ καὶ παραδοσιολάτρες. Πρέπει νὰ ἀναθεωρήσουμε κάποια πράγματα».
Μ. Φώτιος: «Καὶ δὲν προκαλεῖ τὴν καταστροφὴ καὶ τὴν ἀλλοίωση πολλῶν πραγμάτων μόνο ἡ πρόσθεση καὶ ἡ ἀφαίρεση ἑνὸς γράμματος, ἀλλὰ καὶ ἡ ἄκαιρη χρήση τοῦ τόνου, καὶ ἡ μία λέξη στὴ θέση μιᾶς ἄλλης, ἂν καὶ βέβαια ἡ γραφὴ παραμένει ἀναλλοίωτη, δήλωσε κάτι διαφορετικό, καὶ ἐκτοπίζοντας τὸν νοῦ σὲ τελείως διαφορετικὸ νόημα, συνάγει σὰν ἀποτέλεσμα μιὰ δυσσεβὴ δόξα ἢ μία καταγέλαστη φλυαρία (σσ. δηλ. αὐτὴ τῶν Οἰκουμενιστῶν) (Ἐρωτ. Α΄, 30).
Οἰκουμενιστὲς Ἐπίσκοποι: «Πρέπει νὰ ὑπακοῦμε στὸν Ἐπίσκοπο. Χωρὶς τὴν μνημόνευση τοῦ Ἐπισκόπου δὲν ὑπάρχει Ἐκκλησία».
Μ. Φώτιος: «Αἱρετικός ἐστιν ὁ ποιμήν; Λύκος ἐστίˑ φυγεῖν ἐξ αὐτοῦ καὶ ἀποπηδᾶν δεήσει… φῦγε τὴν κοινωνία αὐτοῦ καὶ τὴν πρὸς αὐτὸν ὁμιλίαν ὡς ἰὸν ὄφεως… (ΕΠΕ 12, 400, 31).
Αὐτὴ εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν ἁγίων, ἀπερίτμητοι στὴν καρδιὰ καὶ σκληροτράχηλοι Οἰκουμενιστές! Ὑπηρετώντας τὴν Παναίρεση γίνατε διῶκτες ἱερέων, μοναχῶν καὶ πιστῶν, ἀσεβεῖς ἀπέναντι στὸν Θεὸ καὶ στοὺς ἀνθρώπους, ὑποστηρικτὲς τῶν δυνατῶν καὶ καταπατητὲς τῶν δικαίων, φορτώνοντες ἀσήκωτα βάρη στὶς πλᾶτες τῶν ἀνθρώπων, διυλίζοντες τὸν κώνωπα καὶ καταπίνοντες τὴν κάμηλον, Πνευματομάχοι, Χριστομάχοι, Ἐκκλησιομάχοι, Θεοτοκομάχοι, Ἁγιομάχοι Οἰκουμενιστές! Ἀλλὰ φυσικά, ὅπως ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ οὐ βούλεσθε συνιέναι.