Μεγάλες και επικίνδυνες ανακατατάξεις στο διεθνές σκηνικό
Σε συμφωνία κατέληξαν τα μέλη της Γερουσίας στις ΗΠΑ, ανοίγοντας τον δρόμο για την ψήφιση από το αναφερόμενο νομοθετικό σώμα ακόμη και μέσα στην εβδομάδα, του νομοσχεδίου για την εφαρμογή νέων κυρώσεων κατά της Ρωσίας, απαγορεύοντας στον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ οποιαδήποτε χαλάρωση τους, πριν την σύμφωνη γνώμη του Κογκρέσου.
Νωρίτερα χθες, η Ρωσία προειδοποίησε ότι θ’ αντιδράσει με αντίμετρα κατά της Ουάσινγκτον μετά την καθολική υποστήριξη της Βουλής των Αντιπροσώπων στο νομοσχέδιο με τις αμερικανικές κυρώσεις εναντίον της. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέφρασε την ανησυχία της για την ανάληψη μονομερούς δράσης από τις ΗΠΑ στο ζήτημα αυτό, εκφράζοντας φόβους ότι μπορεί να υπάρξουν συνέπειες στην ενεργειακή της ασφάλεια, ενώ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επίσης, ανάληψης δράσης από μέρους της, κατά των ΗΠΑ.
“Είμαι στην ευχάριστη θέση ν’ ανακοινώσω ότι έχουμε καταλήξει σε συμφωνία, η οποία θα μας επιτρέψει να στείλουμε τη νομοθεσία των κυρώσεων στο γραφείο του προέδρου,” δήλωσε ο Γερουσιαστής Μπομπ Κόρκερ, ο οποίος προεδρεύει της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων στην Γερουσία, σύμφωνα με ανακοίνωση που εκδόθηκε χθες το βράδυ.
Ο ίδιος, δήλωσε ότι η Γερουσία θα κινηθεί προκειμένου να εγκρίνει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας και του Ιράν, που είχαν ήδη ψηφιστεί στα μέσα Ιουνίου, ενώ θα ψηφιστούν και οι κυρώσεις κατά της Βόρειας Κορέας. Τις κυρώσεις αυτές συνέταξε η Βουλή των Αντιπροσώπων ενσωματώνοντας τες στο συνολικό νομοσχέδιο που ψήφισε, με το επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος στις κυρώσεις κατά της Μόσχας, αλλά και στον περιορισμό της ελευθερίας λήψης απόφασης για το θέμα, από τον Αμερικανό πρόεδρο.
Πριν από την επίτευξη της συμφωνίας, αρκετοί Γερουσιαστές ήταν αντίθετοι στην επιβολή των κυρώσεων κατά της Βόρειας Κορέας, ενώ διαφαίνονταν η πιθανότητα σοβαρής χρονικής καθυστέρησης στην ψήφιση του νομοσχεδίου, που θα μπορούσε να μετατεθεί για ψηφοφορία τον Σεπτέμβριο.
Μετά την ψήφιση του, όπως αναμένεται από την Γερουσία το νομοσχέδιο θα σταλεί στον πρόεδρο Τραμπ, προκειμένου να το υπογράψει ή ν’ ασκήσει βέτο. Στην περίπτωση άσκησης βέτο από τον Αμερικανό πρόεδρο, εκτιμάται ότι υπάρχει ισχυρή κοινοβουλευτική υποστήριξη, ώστε αυτό να παρακαμφθεί από το Κογκρέσο. Η άσκηση βέτο δεν είναι εύκολη απόφαση για τον πρόεδρο Τραμπ, καθώς εκτιμάται ότι θα επηρεάσει αρνητικά την πολιτική δυναμική των εξελίξεων για τα επόμενα σημαντικά νομοσχέδια που θα έρθουν προς ψήφιση στο Κογκρέσο. Μεταξύ αυτών, το νομοσχέδιο για την φορολογική μεταρρύθμιση, η ψήφιση του προϋπολογισμού για το οικονομικό έτος 2018, αλλά και το νομοσχέδιο για την χρηματοδότηση του προγράμματος εκσυγχρονισμού των υποδομών στις ΗΠΑ.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισε με 419 ψήφους υπέρ έναντι 3 ψήφων κατά προχθές, την επιβολή νέων κυρώσεων κατά της Ρωσίας, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι αποδέχτηκαν την πρόβλεψη του νομοσχεδίου, σύμφωνα με την οποία, οποιαδήποτε κίνηση χαλάρωσης των κυρώσεων από τον Τραμπ, πρέπει να έχει ως προϋπόθεση την συγκατάθεση του Κογκρέσου.
Η ρωσική αντίδραση
“Πρόκειται για μία λυπηρή είδηση, υπό την οπτική των σχέσεων Ρωσίας-ΗΠΑ. Μιλάμε για μία δραστικά μη φιλική ενέργεια,” δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ντμίτρι Πεσκόφ, εκπρόσωπος του Κρεμλίνου. Παράλληλα τόνισε ότι ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν θ’ αποφασίσει τον τρόπο, αλλά και τον χρόνο της αντίδρασης από την μεριά της Μόσχας, μόλις τα μέτρα λάβουν την μορφή νόμου. Ο υφυπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, προειδοποίησε ότι η εξέλιξη αυτή θέτει το πλαίσιο των διμερών σχέσεων Ρωσίας-ΗΠΑ σε αχαρτογράφητα νερά, εξουδετερώνοντας κάθε ελπίδα βελτίωσης τους, στο άμεσο μέλλον.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος Τραμπ, βρίσκεται σε θέση άμυνας αναφορικά με το ζήτημα που έχει προκύψει από το ενδεχόμενο συνωμοσίας της προεκλογικής του εκστρατείας με την Ρωσία στην διάρκεια του προεκλογικού αγώνα, για τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2016, που τον ανέδειξαν στην προεδρία των ΗΠΑ. Ο ίδιος, έχει ταχθεί υπέρ της βελτίωσης των σχέσεων με την Μόσχα, καθώς αυτές έχουν υποβιβαστεί στο επίπεδο του Ψυχρού Πολέμου.
Παράλληλα, ο Τραμπ απορρίπτει κάθε ενδεχόμενο συνωμοσίας μεταξύ της προεκλογικής του εκστρατείας και της Ρωσίας, ενώ από την άλλη μεριά, η Μόσχα αρνείται κάθε εμπλοκή της στο ζήτημα που έχει προκύψει.
Πολιτικοί αναλυτές στην Ουάσινγκτον εκτιμούν ότι ο πρόεδρος Τραμπ θα υπογράψει αναγκαστικά το νομοσχέδιο των νέων κυρώσεων κατά της Ρωσίας, επιδιώκοντας να ενισχύσει το κλίμα κοινοβουλευτικής εμπιστοσύνης μεταξύ Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών στο Κογκρέσο κι αποφεύγοντας έτσι να κατηγορηθεί ότι τηρεί ανεκτική στάση έναντι της Ρωσίας. Ο Εντ Ρόις που είναι Ρεπουμπλικάνος και πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων στην Βουλή των Αντιπροσώπων, δήλωσε ότι το περιθώριο επιλογών του Τραμπ είναι ουσιαστικά περιορισμένο. “Νομίζω ότι ο πρόεδρος θα το υπογράψει,” δήλωσε χαρακτηριστικά χθες ο Ρόις στην εκπομπή “Meet the Press” του τηλεοπτικού δικτύου NBC.
Τις εξελίξεις στο ζήτημα αυτό, παρακολουθεί άμεσα η ρωσική διπλωματία καθώς η Μόσχα φοβάται πως θα γίνει πιο δύσκολη η προσπάθεια ανάκαμψης της ρωσικής οικονομίας. Η οικονομική κατάσταση στην Ρωσία επιδεινώθηκε από τις κυρώσεις που της επέβαλε η Δύση το 2014 για τον ρόλο της στην κρίση που ξέσπασε στην Ουκρανία. Το Κρεμλίνο ανησυχεί για τις επιπτώσεις στις ξένες επενδύσεις, φοβούμενο περαιτέρω απομάκρυνση του ξένου οικονομικού κεφαλαίου.
Ο ρόλος της Ε.Ε.
Από την πλευρά της, την ανησυχία της έχει εκφράσει και η ΕΕ, δηλώνοντας ότι οι αμερικανικές κυρώσεις είναι δυνατό να προκαλέσουν προβλήματα στις εταιρίες που συνεργάζονται με την Ρωσία, ώστε ν’ απειληθεί η ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ.
Σύμφωνα με την λογική του πολιτικού κατεστημένου στην Ουάσινγκτον οι νέες κυρώσεις επιβάλλονται προκειμένου η Ρωσία να τιμωρηθεί για την κατάληψη της Κριμαίας, αλλά και για την εμπλοκή της στον προεκλογικό αγώνα του 2016, στις ΗΠΑ.
Ο Πεσκόφ τόνισε ότι η Μόσχα θ’ αναμένει προκειμένου οι νέες αμερικανικές κυρώσεις να γίνουν νόμος (δηλ. να ψηφιστούν από το Κογκρέσο, αλλά και να υπογραφούν από τον πρόεδρο Τραμπ) ώστε να τις αναλύσει, προφανώς ν’ αποκτήσει σαφή εικόνα για τις επιπτώσεις που θα έχουν στην ρωσική οικονομία και στην συνέχεια, ν’ αποφασίσει πως θα αντιδράσει. Το Κρεμλίνο ήλπιζε ότι ο Τραμπ, που έκανε θετικά σχόλια για τον πρόεδρο Πούτιν στην διάρκεια του προεκλογικού αγώνα του 2016, πριν από την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων του στις 20 Ιανουαρίου, θα συνεργάζονταν για την βελτίωση του πλαισίου των διμερών σχέσεων. Ωστόσο, σήμερα διαπιστώνει ότι η κατάσταση εξελίσσεται αρνητικά και η συντήρηση των ισχυρισμών για την εμπλοκή του στην προεκλογική εκστρατεία των ΗΠΑ, επιδεινώνει το πολιτικό κλίμα και καθιστά απαγορευτική κάθε προσπάθεια προσέγγισης.
Το ρωσικό υπουργείο των Εξωτερικών δήλωσε μέσα στο μήνα που διανύουμε ότι πολλοί Αμερικανοί κατάσκοποι δρουν εντός της Ρωσίας, υπό διπλωματική κάλυψη, ενώ είναι πιθανό να προχωρήσει στην απέλαση μερικών από αυτών, ως αντίποινα για την απέλαση 35 Ρώσων διπλωματών το 2016, από τον (τότε) πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα.
Αρκετοί πολιτικοί στην Ρωσία πιστεύουν ότι τόσο οι πολιτικοί αντίπαλοι του Τραμπ, όσο και το Κογκρέσο του στέρησαν ζωτικό χώρο ενεργειών στα ζητήματα που αφορούν τις σχέσεις με την Ρωσία, ενώ οι ίδιοι δεν επηρεάζονται από την εφαρμογή των κυρώσεων στο διμερές πλαίσιο των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας.
Στις Βρυξέλλες ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ δήλωσε ότι η ΕΕ είναι έτοιμη ν’ αντιδράσει “εντός των επόμενων ημερών” στην περίπτωση κατά την οποία, η εφαρμογή των νέων κυρώσεων θέσει σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια, με έμφαση στην λειτουργία ευρωπαϊκών εταιριών που υλοποιούν προγράμματα εκμετάλλευσης πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Στο πλαίσιο εφαρμογής των νέων κυρώσεων, θα απαγορευτεί η συμμετοχή αμερικανικών εταιριών σε προγράμματα ενεργειακής εκμετάλλευσης, στα οποία συμμετέχουν ρωσικές εταιρίες με ποσοστό 33% ή μεγαλύτερο.