Γεννάται όμως ακολούθως το εξής ερώτημα: Ευ και καλώς δια τους ούτω αντιδράσαντας και καθελόντας τον αιρετικόν.Τιμή και έπαινος τους ανήκει συμφώνως προς τους λόγους των Ιερών Κανόνων. Αλλά οι άλλοι, οι μη διακόψαντες την μετά του αιρετικού κοινωνίαν και μέχρι της συνοδικής του καταδίκης κοινωνούντες αυτώ, πώς πρέπει να θεωρώνται, αφού ουδέν περί αυτών αναφέρουν οι σχετικοί Ιεροί Κανόνες; Εάν οι Ιεροί Κανόνες δεν ομιλούν περί της τύχης των συνεχισάντων την κοινωνίαν μετά του αιρεσιάρχου, μέχρι της συνοδικής καταδίκης αυτού, αυτό δεν σημαίνει, ότι η φύσις των ανωτέρω Κανόνων τυγχάνει δυνητική και κατ΄ ακολουθίαν και η μετά του αιρετικού κοινωνία ακατάκριτος ή αδιάφορος. Παν τουναντίον! Απόδειξις τα Πρακτικά των Ιερών Συνόδων, η Ιερά δηλαδή Παράδοσις της Ορθοδοξίας, εκ των οποίων περιτράνως πιστοποιείται το κατάκριτον, υπόλογον και κολάσιμον της διαγωγής των τοιούτων επισκόπων και κληρικών γενικότερον. Το ακριβώς αντίθετον ετόλμησε να ισχυρισθεί μόνον ο αρχιμανδρίτης π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, αδιαφορών πλήρως δια την τολμουμένην παραποίησιν της αλήθειας.
Γράφει λοιπόν: ”Αλλά η διακοπή του μνημοσύνου ”προ συνοδικής διαγνώσεως ” και καταδίκης δεν έχει την έννοιαν αποφυγής μολυσμού εκ της κηρυττομένης αιρέσεως! Όχι αδελφέ μου! Αν είχεν αυτήν την έννοιαν, τότε οι Κανόνες δεν θα παρείχον απλώς δικαίωμα παύσεως μνημοσύνου δι΄αίρεσιν ”προ συνοδικής διαγνώμης”, αλλά θα εθέσπιζον ρητήν και σαφή υποχρέωσιν μετ΄ απειλής βαρυτάτων ποινών εν εναντία περιπτώσει… Δεν υπάρχει λοιπόν κίνδυνος να…μολυνθώμεν, ούτε μνημονεύοντες του Πατριάρχου (εφόσον ακόμη δεν κατεδικάσθη), ούτε πολλώ μάλλον δεχόμενοι εις κοινωνίαν τους μνημονεύοντας αυτού”…. ”Ο Κανών είναι δυνητικός και ουχί υποχρεωτικός”…”Ότι τούτο είναι αληθές” συνεχίζει ο Πανοσολογιώτατος, ”πείθει και το γεγονός, ότι, ενώ εν τη μακρά ιστορία της Εκκλησίας καθηρέθησαν αναρίθμητοι επίσκοποι επί αιρέσει, ουδέποτε ετιμωρήθη κληρικός τις καν απλώς επετιμήθη δια τον λόγον, ότι δεν έσπευσε να αποσχισθεί πάραυτα από του αιρετικού επισκόπου, αλλά ανέμενε την υπό Συνόδου καταδίκην αυτού…”.”Τα αντιθέτως λεγόμενα είναι ανόητοι ζηλωτισμοί”.
Διατί εν τοιαύτη περιπτώσει ο αγιώτατος πατριάρχης Αλεξανδρείας Κύριλλος προέτρεπε, αντιθέτως προς τον π. Επιφάνιον, τους πιστούς της Κων/λεως κληρικούς και λαϊκούς, να απέχουν της κοινωνίας του αιρετικά κηρύσσοντος Νεστορίου, καίτοι δεν είχε συνέλθει ακόμη Σύνοδος προς καταδίκην του; Σημειωτέον δε, ότι, όταν έγραφε τα ανωτέρω ο θείος Κύριλλος, οι πλείστοι των πιστών και των κληρικών της Κων/λεως είχον ήδει διακόψει κοινωνίαν προς τον κακόδοξον ποιμενάρχην των πλην ολίγων ελαφροτέρων και των κολακευόντων αυτόν”. Διατί ο άγιος Υπάτιος, μόλις επληροφορήθη την κακοδοξίαν του Νεστορίου, διέκοψε το μνημόσυνόν του, πριν καν συνέλθει η Σύνοδος προς καταδίκην του κακοδόξου”;
Διατί ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής διέκοψε πάσαν εκκλησιαστικήν κοινωνίαν προ ”συνοδικής διαγνώμης”, μεθ΄ όλων σχεδόν των θρόνων Ανατολής και Δύσης, ένεκα της αιρέσεως του μονοθελητισμού, ώστε να θεωρείται υπό των αντιπάλων του ”εκτός Εκκλησίας”;
Διατί οι προ της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου αθλήσαντες εικονόφιλοι, κληρικοί και λαϊκοί, διετέλεσαν εν ακοινωνησία προς τους εικονομάχους επί δεκαετίας ολοκλήρους, εν φυλακαίς και όρεσι και σπηλαίοις υπάρχοντες δια την καλήν ομολογίαν;
”Ανόητος ζηλωτής” ήτο και ο πρωταγωνιστής της μερίδος των εικονόφιλων Θεόδωρος ο Στουδίτης, όστις έγραφε: ”ότι μολυσμόν έχει η κοινωνία εκ μόνου του αναφέρειν αυτόν (τον εικονομάχον δηλαδή επίσκοπον), καν ορθόδοξος είη ο αναφέρων”; Ή, όταν δια πολύ κατώτερον της εικονομαχίας θέμα, τον παράνομον ήτοι γάμον του αυτοκράτορος, μετά αφθάστου παρρησίας διεκήρυσσσεν: ”Πάντα ημίν φορητά μέχρι θανάτου, ή μετασχείν της εκείνου κοινωνίας (ιερέως Ιωσήφ) και των εκείνω συλλειτουργούντων; (P.G.99,972).
Οποία, όμως αναλήθεια, έλειψις λογικής και σοβαρότητος και ιδιαιτέρως αντορθόδοξον πνεύμα υπάρχει εις αυτούς τους λόγους αρχιμανδρίτου, θα δειχθεί λεπτομερέστερον κατωτέρω. Εν πρώτοις είναι αδύνατον να υπάρξει Κανών, που να τιμωρεί τον Ιερέα ή τον Επίσκοπον, διότι δεν διέκοψεν κοινωνίαν με τον αιρετικόν προ συνοδικής διαγνώμης. Διατί;
Διότι η Σύνοδος εν τοιαύτη περιπτώσει, τί ρόλον θα παίζει, αφού θα έρχεται να δώσει το παρόν πάντοτε…”κατόπιν εορτής”; Και, πώς είναι δυνατόν να είναι αληθής σύνοδος, διεκδικούσα ήτοι την Ευαγγελικήν αλήθειαν, αφού δεν θα προστατεύει αύτη τον υπό αυτής ποιμενόμενον κλήρον και λαόν, αλλά θα προστατεύεται υπό αυτών; Διότι εν εσχάτει αναλύσει, αυτό σημαίνει η υποχρεωτική αντίδρασις πάντων των άλλων, άμα τη εμφανίσει της αιρέσεως, εξαιρέσει της Συνόδου, ήτις θα έρχεται να δώσει το παρόν τελευταία!
Ένας τοιούτος Κανών, εάν υπήρχε, θα ομοίαζε προς τον σχετικόν πολιτικόν νόμον, που θα διέταζε πάντας τους στρατιώτας και αξιωματικούς να μάχονται ανενδότως, άμα τη εμφανίσει του εχθρού, πλην των στρατηγών και επιλαρχών, οι οποίοι θα συνήρχοντο εις σύσκεψιν τελευταίοι, δια να ανακοινώσουν, ότι κακώς επετέθη ο εχθρός και έπραξαν πολύ καλώς, που αντέδρασαν εγκαίρως, στρατός και αξιωματικοί!…
Αλλά και οι σύγχρονοι συνοδικοί πατέρες δεν φαίνεται να διαφέρουν της ψυχολογίας του αυτοκλήτου δικηγόρου των, αφού επί ολοκλήρους δεκαετίας τώρα, ενώ βλέπουν την αίρεσιν του Οικουμενισμού αυξανομένην και προκλητικώς καταλύουσα τα των ”πατέρων όρια”, τα οποία υποτίθεται, ότι οι Σεβασμιώτατοι πρέπει, να φυλάττουν, ως κόρην οφθαλμού, αυτοί, όταν συνέρχονται, αντί να καταδικάσουν την κακοδοξίαν, διώκουν τους ολίγους εκ των πιστών, που ετόλμησαν, να αντιδράσουν εις την αίρεσιν διεκδικούντες την φωνήν των Ιερών Κανόνων!
Όντως ακριβής επανάληψις του αντορθοδόξου παρελθόντος της Εκκλησίας. Αλλά και κάτι άλλο. Κατά ποίαν λογικήν θα απήτει ο υποτιθέμενος ούτος Κανών να καθαιρεθεί η Σύνοδος τους μη προ αυτής αντιδράσαντας κληρικούς, όταν αυτοί οι ίδιοι, οι εις τον αυτόν βαθμόν ενοχής, εν συγκρίσει προς τους προ αυτών αντιδράσαντας;! Τοιούτος Κανών θα είχεν θέσιν, ΜΟΝΟΝ, όταν οι επίσκοποι της ”συνοδικής διαγνώμης” είχον αντιδράσει εγκαίρως και πατερικώς εις την κακοδοξίαν, αλλά δεν ηδυνήθησαν να συνέλθουν εν συνόδω προς καταδίκην του κακοδόξου, λόγω επεμβάσεως της Πολιτείας και υπερασπίσεως του αιρετικού, ως εγένετο πολλάκις, και ιδία επί Εικονομαχίας. Τότε, ασφαλώς συνερχόμενοι οι εν λόγω επίσκοποι έχουν όλο το δικαίωμα να καταδικάσουν τους μη μιμηθέντας την διαγωγήν των κληρικούς, ως εγένετο εν τη Ζ΄ Οικουμενική Συνόδω. Τότε βεβαίως δεν δοκιμάζονται, δεν προλαβάνουν να δοκιμασθούν, και αι συνειδήσεις των λοιπών κληρικών, με το,ποίαν δηλαδή στάσιν θα πρέπει να τηρήσουν έναντι της κακοδοξίας κ.λ.π.
Ας μην λοιπόν ματαιοπονεί ο Πανοσιολογιώτατος, προσπαθών να ερνηνεύσει την συνείδησίν του, ως και πάντων των κοινωνούντων εν γνώσει και ”προσυνοδικής διαγνώμης” τη κηρυττομένη αιρέσει, διότι πανταχόθεν στενά δι΄ αυτόν και τους προστατευομένους του… Αλλά μήπως η Εκκλησία του Χριστού και ΠΡΟ της δημιουργίας των σχετικών Ιερών Κανόνων, δεν αντιμετώπιζεν επιτυχώς τας εμφανιζομένας αιρέσεις, βάσει της διδασκαλίας της Αγίας Γραφής και των αγίων τέκνων της, ως σαφώς μαρτυρεί τούτο και ο άγιος Θεόδωρος;
”Παραγγελίαν γαρ έχομεν εξ΄ αυτού του Αποστόλου, εάν τις δογματίζει ή προτάσσει ποιείν ημάς, παρ΄ ο παρελάβομεν, παρ΄ ο οι Κανόνες των κατά καιρών Συνόδων, καθολικών τε και τοπικών ορίζουσιν, απαράδεκτον αυτόν έχειν και μηδέ λογίζεσθαι αυτόν εν κλήρω αγίω”. (PG.99,988A).Τούτο ακριβώς εφήρμοσαν και οι άγιοι Πατέρες της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου κατά την δίκην και καταδίκην των εικονομάχων, παρά τα αντιθέτως γραφέντα υπό του π. Επιφανίου, ότι δηλαδή ”ουδέποτε ετιμωρήθη κληρικός τις, ή καν επετιμήθη δια τον λόγον, ότι δεν έσπευσε να αποσχισθεί πάραυτα από του αιρετικού επισκόπου…
Παραθέτομεν ευθύς αμέσως αντιπροσωπευτικά κείμενα από τας συνεδρίας της Συνόδου.
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ είπε: Ηνίκα πάσα η ομήγυρις αύτη το εν λαλεί και φρονεί, έμαθον και επηροφορήθην, ότι η αλήθεια αύτη εστίν, η νυνί ζητουμένη και κηρυσσομένη. Και δια τούτο καγώ αιτώ συγνώμην των πρώτων μου κακών, και θέλω μετά πάντων και φωτισθήναι και διδαχθήναι τα πλημμελήματα και αμάρτηματά μου άμετρα έστι και ως ο Θεός κατανύξει την Ιεράν Σύνοδον και το πανάγιον δεσπότην…
ΤΑΡΑΣΙΟΣ: Ώφειλες εκ των ανέκαθεν χρόνων ανοίξαι σου τα ώτα και Παύλου του θείου Αποστόλου ακούσαι λέγοντος: ”στήκετε, κρατείτε τας παραδόσεις, ας παρελάβετε είτε δια λόγου, είτε δι΄ επιστολής ημών”. Και πάλιν Τιμοθέω και Τίτω γράφοντος: ”τας βεβήλους κενοφωνίας παραιτείσθαι”. Τι βεβηλότερον ή τι κενοφωνότερον του λέγειν Χριστιανούς ειδωλολατρήσαι;
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ: Κακόν ην και ομολογούμεν, κακόν ην, αλλ΄ούτως επράχθη και ούτως επράξαμεν και δια τούτο αιτούμεν συγνώμην των πλημμελημάτων ημών. Ομολογώ, Δέσποτα, έμπροσθεν της τιμιωτάτης αγιωσύνης υμών, και πάντων των αδελφών της αγίας Συνόδου, ότι ημάρτομεν και ηνομήσαμεν και κακώς επράξαμεν και συγνώμην αιτούμεν περί τούτου…
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ επίσκοπος Αγκύρας είπεν: Όθεν και εγώ επίσκοπος Αγκύρας της πόλεως, προαιρούμενος ενωθήναι τη Καθολική Εκκλησία…ταύτην την παρούσαν έγγραφόν μου ομολογίαν ποιούμαι και προσάγω υμίν τοις εξ αποστολικής αυθεντίας λαβούσι την εξουσίαν. Εν αυτώ δε και συγνώμην εξαιτούμαι παρά της Θεοσυλέκτου υμών μακαριότητος υπέρ ταύτης μου της βραδύτητος. Δέον γαρ ην μη υστερηκέναι με προς την της Ορθοδοξίας ομολογίαν. Αλλά της άκρας μου αμαθείας και νωθρείας και ημελημένης διανοίας εστί τούτο”.
Γ΄). Τη αγία και οικουμενική Συνόδω ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ (επίσκοπος Αμορίου) ο ελάχιστος χριστιανός ομολογώ και συντίθεμαι και δέχομαι και ασπάζομαι…και δια τούτο παρακαλώ υμάς άγιοι του Θεού και βοώ: Ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιον υμών. Δέξασθέ με ως εδέξατο ο Θεός τον άσωτον και την πόρνην και τον ληστήν. Ζητήσατέ με καθώς εζήτησεν ο Χριστός το απολωλός πρόβατον, ο ανέλαβε επί των ώμων.[…]