Παρακολουθώντας κανεὶς τὰ τελευταῖα γεγονότα, τοὺς διωγμοὺς, τὰ σχόλια καὶ τὶς ἀντιδράσεις τῶν Οἰκουμενιστῶν δὲν μπορεῖ πιὰ παρὰ νὰ νιώθει λύπηση γιὰ τὴν κατάντια αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων. Βλέποντας τὰ ἀπὸ τὴν ὀργὴ παραμορφωμένα πρόσωπά τους τὶς γεμάτες δοκησισοφία καὶ εἰρωνία ἐκφράσεις τους
τὸ πόσο ἐπιθυμοῦν νὰ βγάλουν τὸ ράσο μιμούμενοι τοὺς ἑτερόδοξους
καταλαβαίνουμε, γιατί ὁ Ἅγ. Παΐσιος εἶπε: «Ὄχι μόνο θέλουν νὰ μᾶς ὑποτάξουν, ἀλλὰ καὶ δὲν πιστεύουν ὅτι ἔχουμε τὴν ἀλήθεια… Μετὰ λύπης μου, ἀπὸ ὅσους φιλενωτικοὺς ἔχω γνωρίσει, δὲν εἶδα νὰ ἔχουν οὔτε ψίχα πνευματικὴ οὔτε φλοιό…».
Εἶναι βασανιστικὸ καὶ ἐξουθενωτικὸ αὐτὸ τὸ στιφογύρισμα στὸ δεσποτικὸ κρεβάτι, αὐτὴ ἡ ἀνησυχία ποὺ γίνεται ὀργή, καὶ μῖσος, καὶ φέρνει στὸ στόμα κατάρες καὶ ἀρές,έναντίον αὐτῶν ποὺ τολμοῦν νὰ διαταράσσουν τὴν δεσποτική τους μεγαλωσύνη!
Εἶναι ἐξοργιστικὸ κάποιοι ξυπόλυτοι καὶ ἄφραγκοι νὰ ἔρχονται καὶ νὰ ἀποκαθηλώνουν τὸ ὄμορφο πορτραῖτο τους, ποὺ μὲ τὴν βοήθεια τῶν καλοπληρωμένων Μ.Μ.Ε. ἔχουν δημιουργήσει! Εἶναι φοβερὸ νὰ παρουσιάζουν, αὐτοὶ οἱ ἀνυπόληπτοι στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο, τὸν δεσπότη καὶ «βασιλιᾶ γυμνό»!
Νὰ ἀποκαλύπτουν τὸ μῖσος, πίσω ἀπὸ τὸ ἀγαπολογικὸ προφίλ! Νὰ ἀποκαλύπτουν τὸν ἐριστικό τους χαρακτήρα καὶ τὴν διχαστική τους ψυχολογικὴ ἰδιοσυγκρασία, ποὺ γκρεμοτσακίζει τὴν οἰκουμενιστικὴ συνθηματολογία τοῦ «δὲν κοιτοῦμε τί μᾶς χωρίζει ἀλλὰ τί μᾶς ἑνώνει» καὶ ψυχαναγκαστικὰ τοὺς σπρώχνει νὰ ψάχνουν ὀργισμένοι νέες μηνύσεις, νέες διώξεις, νέους τρόπους καθυπόταξης αὐτῶν ποὺ τολμοῦν νὰ ὑπακούουν στὸν Χριστὸ καὶ στοὺς Ἁγίους Του καὶ ὄχι στὶς «αὐθεντίες τους».
Συνηθισμένοι στὰ συνέδρια, τὰ γεύματα, τὶς πανεπιστημιακὲς διαλέξεις, τὶς κάμερες, τὶς ὀσφυοκαμψίες καὶ τοὺς δημόσιους ἐπαίνους, νιώθουν τώρα τὴν δαμόκλεια σπάθη τῆς πίστεως νὰ αἰωρεῖται πάνω ἀπὸ τὶς τυραννικὲς, δεσποτοκρατικὲς κεφαλές τους.
Συνηθισμένοι στὰ παζάρια μὲ τοὺς ἰσχυρούς, ὑποφέρουν ψυχικὰ ἀπὸ τὴν ἀντίδραση «τῶν μωρῶν αὐτοῦ τοῦ κόσμου». Συμβιβασμένοι μὲ τὴν σχετικότητα τῆς μεταμοντέρνας ἐποχῆς, ἀποροῦν μὲ τὴν ἀπολυτότητα τῶν ὁμολογητῶν κάθε εἴδους, ποὺ τοὺς ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἴδρυμα κοινωνικοῦ χαρακτῆρα ἀλλὰ ἡ μοναδικὴ ὁδὸς σωτηρίας.
Ἡ τραγικότητά τους δὲν τοὺς ἐπιτρέπει, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν ἀριστοτέλειο ὁρισμό, ἐλπίδα κάθαρσης, ὅσο ἐπιμένουν στὴν αἵρεση καὶ στὴν προδοσία τῆς πίστεως.
Ἀντιθέτως θὰ ἐπινοοῦν ὅλο καὶ πιὸ σκληρὰ μέτρα, ὅλο καὶ πιὸ ἄδικους διωγμούς, ὅλο καὶ πιὸ αἱρετικὲς πρακτικές, βυθιζόμενοι στὴν λάσπη τῆς αἱρέσεως καὶ ξεχνώντας τὴν διδασκαλία «τοῦ γεροντικοῦ» στὴν ὁποία διαβάζουμε γιὰ τὶς εὐχαριστίες ἑνὸς ὑποτακτικοῦ ποὺ εἶχε ὑποκύψει στὰ πάθη του, ἀλλὰ χάρη στὶς προσευχὲς τοῦ γέροντά του εἶχε τὸ κεφάλι του ἔξω ἀπὸ τὴν λάσπη τῆς κόλασης, γιατὶ στεκόταν πάνω στὸ κεφάλι ἑνὸς ἐπισκόπου.