ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΟΣ ΣΚΟΤΑΔΙΣΜΟΣ
Πελίτης Ιωάννης, Θεολόγος
Έχοντας προηγηθεί η καταλήστευση της δημόσιας και της ιδιωτικής περιουσίας μας –αίμα και ιδρώτας γενεών– με υπογραφές προδοτικές για ένα χρέος πολλαπλάσιο του πραγματικού, που οδήγησε χιλιάδες σε αυτοκτονία, μπορούσαν να σωθούν κάποιοι από αυτούς με λίγη εκκλησιαστική φροντίδα και ακολουθώντας η πλημμύρα από αλλόφυλους οργανωμένους να μας υποτάξουν, μονό ο Χριστός και η ψυχή μας έμειναν, που δεν μπορούν να πάρουν αν δεν το επιτρέψουμε (Αγ. Κοσμάς).
Αλλά ακριβώς εκεί βρίσκεται ο στόχος. Όταν άρχισε ο λαός να γονατίζει απ’ την ολόπλευρη επίθεση πολιτικών, δημοσιογράφων, συνδικαλιστών, τραπεζιτών, που συνόδευαν κήρυκες του αθεϊσμού, της αγραμματοσύνης, της διαστροφής και της δουλείας, κάποια αλλά χέρια ρασοφορεμένα, κάρφωσαν πισώπλατα την πίστη, την καρδιά του, με γραφίδες που υπέγραψαν ως εκκλησίες τις αιρέσεις. Δηλαδή εξίσωσαν βλάσφημα τον Αληθινό Θεό με τους ψευτόθεους, απεμπολώντας το αίμα αμέτρητων μαρτύρων, που θυσιάστηκαν γι΄ αυτή την πίστη και αγνοώντας άπειρες ψυχές στον άδη εξαιτίας της πλάνης των αιρέσεων.
Τελικός σκοπός η εξαφάνιση της Εκκλησίας του μοναδικού Θεανθρώπινου οργανισμού και πολιτισμού, που εγγυάται αιώνια ζωή με αναμφισβήτητα σημεία. Πριν από χρόνια δήλωναν σε παπικό περιοδικό, οι οικουμενιστές, ότι θα ανοίξει η Ορθόδοξη Εκκλησία στους άλλους χριστιανούς (Ορθόδοξοι και αιρετικοί στην ίδια μάντρα;) και θα την εκσυγχρονίσει (υποτάσσοντας το αιώνιο στο χρονικό, το αθάνατο στον θάνατο; Ξανά μεσαίωνας δηλαδή).
Η αποτυχημένη από πολλά πανορθόδοξη στην Κρήτη, ήταν φαίνεται η πρώτη πράξη του σχεδίου, όπως προκύπτει απ’ την δήλωση του πάπα, ότι «το πρώτο βήμα έγινε».
Το ότι μετά απ’ όσα γράφτηκαν από τότε, δεν ζήτησαν οι υπογράψαντες συγνώμη από τον λαό, που δεν τους εξουσιοδότησε και δεν ενέκρινε την στάση τους ούτε εκ των υστέρων, το ότι δεν διόρθωσαν έστω με εισαγωγικά το «εκκλησίες» (και παρά την καθησυχαστική αναγνώριση του δικαίου των ενστάσεων με την εγκύκλιο «προς τον λαό»), δείχνει ότι οι θέσεις τους είναι αμετάκλητες. Εμμονή στην άγνοια ήταν πλάνη; Ευρωαργύρια; Κάτι χειρότερο;
Η ανακοίνωση της πλειοψηφίας των ηγουμένων του Αγίου Όρους επιδείνωσε το πρόβλημα, δίνοντας άλλοθι στους αδιάφορους να μην ασχοληθούν, παρ’ ό,τι η ουδετερότητα των χλιαρών είναι συνέργεια στην πνευματική γενοκτονία των Ορθοδόξων.
Η ψευτοσύνοδος αυτή κατέδειξε το βάθος και την έκταση της αλλοτρίωσης μεγάλου μέρους κλήρου και λαού, που οφείλεται κυρίως στην έλλειψη της αποφατικής Ορθόδοξης Θεολογίας απ’ την παιδεία του, και την συνεπαγόμενη αδυναμία του να διαμορφώσει αποφατική ανθρωπολογία στις τέχνες, στην πολιτική, τις επιστήμες, την καθημερινότητα. Η απόρριψη κάθε «ακαταλαβίστικου» από οίηση παντογνωσίας που διακρίνει όποιον φαντάζεται ότι μπορεί με νου κτιστό και μεταπτωτικό να καταλάβει και τον Άκτιστο, οδήγησε στο να αντιτάσσουμε στον θεό των αιρετικών, θεό καταληπτό, ανακυκλώνοντας την πτώση. Αγνοήσαμε ότι ακατάληπτος είναι και ο άνθρωπος που διαστέλλεται απ’ την Χάρη ώστε να «χωράει» τον Αχώρητο, και την κτίση όλη, αφού δεν εξαιρείται απ’ την αγάπη του κανένα κτίσμα (καύσις καρδίας και υπέρ δαιμόνων, Αγ. Ισαάκ). Αυτός ο άνθρωπος, και μόνος του μαζί με το Αγιο Πνεύμα, είναι συνοδός – συμφωνία, σύμπραξη με τον Θεό, Ορθοδοξία.
Αν στον λαό δεν επιβάλλονταν κριτήρια ξένα στη ζωή του, για να τον κάνουν μερικώς αιρετικό στην πράξη, πιο εύκολα θα καταλάβαινε ότι ο θεός των αιρετικών απρόσιτα κλειστός στα κτίσματα, τα εγκαταλείπει στην κτιστότητα τους και ούτε στον Παράδεισο δεν έχουν μετοχή στην άκτιστη ζωή, αλλά σε μια κτιστή ευτυχία παρατεινόμενη στο διηνεκές σαν φυλακή. Ο Χριστός τους δεν σταυρώνεται από αγάπη, ασύλληπτη και από τους Αγγέλους, για τον άνθρωπο, αλλά για την ικανοποίηση ενός θείου θελήματος, που θίχτηκε από την παρακοή των πρωτοπλάστων. Δεν παρηγορεί μα αίσθηση άφεσης στην εξαγόρευση, και με πρόγευση αιώνιας ζωής στο αίμα Του, που ούτε θάνατος, ούτε αντίλογος θα διαψεύσουν. Τέτοια αισθητήρια που χαρίζονται σ’ όποιον αξιώνεται δίψα Θεού, συμμαρτυρούν ότι ο Χριστός τους δεν μοσχοβολάει Ανάσταση απ’ τον Επιτάφιο δίνοντας και το Πάσχα θρίαμβο στον θάνατο.
Γι’ αυτό η ζωή τους δυναστεύεται από αμνησία του θανάτου, απωθώντας τον με φόβο στο υποσυνείδητο. Αδυνατώντας να θεμελιώσουν μνήμη θανάτου στην ανάσταση που τον μεταβάλλει σε κοίμηση, στηρίζουν την επικράτηση τους σε βασανιστική θανάτωση όσων αντιστάθηκαν στην πλάνη τους και τις ψυχωτικές απόπειρες τους για κοσμοκρατορία. Νομίζουν πως σκοτώνουν τον θάνατο στα σώματα των άλλων και ότι απαλλάσσονται έτσι από τους εχθρούς. Ιδιαίτερα όσους η ζωή τους μαρτυρεί πεποίθηση ανάστασης, εκθέτοντας τον θεό τους ως ανίσχυρο στον θάνατο.
Η βία ενάντια στους Ορθοδόξους που αντιστέκονται στον οικουμενισμό (Χριστιανισμό χωρίς Χριστό ) προτείνοντας Ορθόδοξη οικουμενικότητα, είναι ένα ακόμα δείγμα πού βρίσκεται η πλάνη: η Ορθοδοξία δεν εκβιάζει. Αυτοί που το επιχειρούν, μην αμφιβάλουν ότι απ’ την θριαμβεύουσα, που ισχύουν οι Θεόπνευστοι κανόνες, όπως και απ’ τη συνείδησή μας, το προσωπικό θυσιαστήριο κάθε πιστού, καταδικάζονται.
Ευγνωμονούμε όσους αγωνίζονται ενάντια στον κοσμοκράτορα να κρατηθεί ανόθευτη η πίστη που αφθαρτίζει. Η δίωξη τους προξενεί Χαρά που δεν παλιώνει. Η θλίψη, για τους φιλοαιρετικούς που δεν εννοούν να καταλάβουν ότι οι Κανόνες δεν είναι απρόσωποι ρυθμιστές συμπεριφοράς, αλλά όριο στο θάνατο απ’ τον Άρχοντα της ζωής. Όσοι ασυμβίβαστοι, έστω και με κάποια υπερβολή ή κάποιες στιγμές, δεν αγωνίζονται για μιαν άποψη με νοοτροπία νίκης ενάντια στην αντίπαλη άποψη, σαν κάποιους που καταδικάζουν το κακό απ’ έξω, δίχως να το παίρνουν ούτε μια στιγμή στην πλάτη, αλλά γιατί γνωρίζουν ότι «ειρήνη» με αιρετικούς είναι έχθρα κατά του Χριστού, και των αιρετικών, γιατί αφαιρούν και απ’ αυτούς την μόνη ελπίδα να απομυθοποιηθεί ο θεός τους και να επιστρέψουν στην αυθεντική εκκλησία των προγόνων τους και να σωθούν.
Καιρός να διαβαστεί σωστά η ανιδιοτέλεια και η θυσιαστικότητα των διωκομένων και ν’ αντιληφθούν κάποιοι ότι η διοίκηση είναι για να διακονεί την Εκκλησία κι όχι για να την δυναστεύει και χωρίς ανάλογο ανάστημα. Ας στρέψει στους πραγματικούς εχθρούς της τον δυναμισμό της για ν’ αντισταθεί διαλεγόμενη στην καλπάζουσα αποχριστιανοποίηση της κοινωνίας και, αν κηρυχθεί σε διωγμό, να απαιτήσει την περιουσία της και την απαλλαγή των πολιτών απ’ την αντίστοιχη φορολογία.
Είναι επίσης ώριμο, όσοι Ιεράρχες προς τιμήν τους αντιτάσσονται ανένδοτα στην αλλοτρίωση, ν’ αποφασίσουν με ποιον τρόπο θα ηγηθούν στο αυθόρμητο κίνημα των συνειδητών πιστών, που ως ακέφαλο, αδυνατεί ακόμη να αναπτύξει την δυναμική του, μέχρι που να συγκληθεί μια αληθινή Σύνοδος εν Αγίω Πνεύματι, με αδιάβλητα πρόσωπα και μεθόδους, για την καταδίκη όποιας πρακτικής και νοοτροπίας, που ενδίδει σε αλλοτρίωση της Ορθοδοξίας στο δόγμα, στη λατρεία και στο ήθος.
Ίσως η καταγγελία του Ηγουμένου της Μονής Λογγοβάρδος –που συνυπογράφουμε συγχαίροντες τον για την τόλμη και την ευστοχία– να είναι η λαβή για τέτοια αρχή. Άλλες «λύσεις» που δεν θεμελιώνονται στους κανόνες και την πρακτική της Εκκλησίας, τώρα ιδιαίτερα αν συνοδεύονται από οφέλη, πρέπει μάλλον να αποκλειστούν.
Με την βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται να επικρατήσουν αλλότριοι, προσευχή, αντίσταση και συνοχή.