Νέα γεωστρατηγική πραγματικότητα με τον κίνδυνο για χτύπημα να ελλοχεύει η Β.Κορέα
O Κιμ Γιονγκ Ουν πανηγυρίζει μετά την τελευταία δοκιμή βαλλιστικού πυραύλου

Σήμερα είναι το νησί Γκουάμ, αμερικανικό έδαφος στον Ειρηνικό, που βρίσκεται στο στόχαστρο του Κιμ Γιονγκ Ουν. Αύριο, και οπωσδήποτε μέχρι το 2020, θα μιλάμε για τη Χαβάη, την Αλάσκα και, ακόμα πιο βαθιά, για ολόκληρες πόλεις στις ηπειρωτικές ΗΠΑ που μπορεί να βρεθούν υπό μιαν αδιανόητη μέχρι σήμερα ατομική απειλή. Διότι όσο οδυνηρό και αν είναι για την υπερδύναμη και για τον κόσμο όλο, η πυρηνική Βόρεια Κορέα του «παράφρονα της Ασίας» έχει γίνει μια νέα γεωστρατηγική πραγματικότητα.
Eνώ ένα «πρώτο πυρηνικό πλήγμα» από την πλευρά του σταλινικού καθεστώτος θεωρείται απίθανο σενάριο λόγω του βέβαιου αφανισμού της χώρας, στο Πεντάγωνο έχει χτυπήσει κόκκινος συναγερμός για την πρόοδο στο πρόγραμμα των πυραυλικών τεχνολογιών και των πυρηνικών όπλων της Βόρειας Κορέας.
Σενάρια για χτύπημα
Τα σενάρια για κάποιο χτύπημα δεν θεωρούνται πλέον μόνο υποθετικά, ούτε η σκληρή ρητορική για «πύρινη κόλαση φωτιάς» απλή μπλόφα ενός «γραφικού δικτάτορα». Βετεράνοι στρατιωτικοί και αναλυτές λένε σήμερα ανοιχτά ότι ένας βορειοκορεατικός πύραυλος με πυρηνική κεφαλή, ικανή να πλήξει τις ΗΠΑ, είναι ήδη «υπαρκτός και επικείμενος κίνδυνος».
Το μεγάλο ερώτημα είναι πώς αντιμετωπίζεται αυτός ο κίνδυνος. Το δόγμα της «στρατηγικής υπομονής» που κυριάρχησε επί Ομπάμα έχει τελειώσει, με τον Ντόναλντ Τραμπ να μιλάει για σοκ και δέος. Ωστόσο ούτε μια πολιτική που βασίζεται σε οργισμένες διπλωματικές δηλώσεις, ανταλλαγή απειλών και παθητική παρατήρηση θεωρείται βιώσιμη.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να σχεδιάσουν σοβαρά τη χρήση βίας για την εξουδετέρωση της επιθετικής πυρηνικής ικανότητας αυτού του αδίστακτου καθεστώτος. Και αυτό δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση για εμάς» δήλωσε ανώτατη στρατιωτική πηγή των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στους «Νew York Times».
Η «ατομική ασπίδα»
Πράγματι, εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία τα διπλωματικά μέτρα, η οικονομική απομόνωση και οι διεθνείς επικρίσεις έχουν αποδειχθεί εντελώς αναποτελεσματικά στην περίπτωση της Βόρειας Κορέας. Οσο η δομή της αυταρχικής, μιλιταριστικής ηγεσίας του Κιμ παραμένει άθικτη, όλα τα άλλα αποτελούν δευτερεύοντα ζητήματα για το καθεστώς και δεν πρόκειται να μεταπείσουν τον «πολυαγαπημένο» ηγέτη να εγκαταλείψει το χόμπι της πυρηνικής επίδειξης ισχύος.
 Η Λαϊκή Κίνα, ο πιο ισχυρός σύμμαχος της Βόρειας Κορέας που ελέγχει το 90% του εμπορίου της, θα μπορούσε να την πιέσει αποτελεσματικά, αλλά οι κινέζοι ηγέτες διστάζουν να υιοθετήσουν σκληρή γραμμή απέναντι στον Βορρά, φοβούμενοι την πλήρη διάλυση ενός κράτους που θα προκαλέσει τεράστια κρίση προσφύγων στα σύνορα και μια δυνητικά εχθρική ενοποιημένη Κορέα.
Τα πυρηνικά όπλα θεωρούνται αυτή τη στιγμή το προτελευταίο σημείο μόχλευσης που εμποδίζει τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους στην περιοχή, στην Ιαπωνία και στη Νότια Κορέα να ανατρέψουν το βορειοκορεατικό καθεστώς. Οποιος κάνει μια κίνηση ενάντια στον Κιμ Γιονγκ Ουν πιθανότατα θα αντιμετωπίσει μια πυρηνική αντίδραση. Αυτή είναι η «ατομική ασπίδα» που νομιμοποιεί την εξουσία του στο εσωτερικό και κρατάει μακριά τους εχθρούς στο εξωτερικό. Αυτή είναι που του δίνει την ισχύ να απειλεί, να εκφοβίζει και να υπάρχει σαν ισχυρός παίκτης στις παγκόσμιες υποθέσεις.
Και συμβατικά όπλα
Ωστόσο τα πυρηνικά δεν είναι η μόνη άμυνα της Βόρειας Κορέας – η χώρα έχει οχυρώσει τα σύνορά της, με μια τεράστια ποικιλία επιθετικών συμβατικών όπλων, πυροβολικού και πυραύλων. Σε περίπτωση που ξεσπάσει μια σύγκρουση, η Σεούλ, πρωτεύουσα της Νότιας Κορέας, η οποία βρίσκεται μόλις 35 μίλια από τα σύνορα, θα υποστεί μια συντριπτική επίθεση. Αυτό είναι που φέρνει τις Ηνωμένες Πολιτείες σε τόσο δύσκολη θέση.
Υπάρχουν σοβαρές φωνές στον στρατό που λένε ότι από τότε που έπεσε το τείχος του Βερολίνου οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν κατάφεραν να επενδύσουν σε ένα ισορροπημένο σύνολο στρατιωτικών τεχνολογιών για την καταπολέμηση ενός ισχυρού εχθρού με πυρηνικές δυνατότητες, όπως είναι τώρα η Βόρεια Κορέα. Παρ’ όλο που δαπανήθηκαν δισεκατομμύρια δολάρια για στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, οι δυνατότητες που βελτιστοποιήθηκαν εκεί απέναντι στους αντάρτες είναι εντελώς ανεπαρκείς για μια σύγκρουση υψηλού επιπέδου. Μια συμβατική εκστρατεία στο έδαφος θα έδινε στον Κιμ αρκετό χρόνο για να αποδεκατίσει τον Νότο και να εξαπολύσει πυρηνικά πλήγματα, άρα εκ των πραγμάτων αποκλείεται.
Απροετοίμαστοι
Αντ’ αυτού, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξετάζουν με μεγάλη προσοχή εναλλακτικές λύσεις για βομβαρδισμούς στόχων με ταυτόχρονο και αποφασιστικό τρόπο ώστε να αποτρέψουν την καταστροφή της Σεούλ και να αποκλείσουν έστω και μια πυρηνική εκτόξευση από τον Βορρά. Αυτό απαιτεί τα πιο προηγμένα πολεμικά αεροσκάφη της Αμερικής – βομβαρδιστικά Β-2 και μαχητικά αεροσκάφη F-22 και F-35 με τεχνολογίες Stealth και αισθητήρες για εντοπισμό στόχων ακριβείας. Αλλά και εδώ υπάρχει πρόβλημα, λένε κάποιοι στο Πεντάγωνο: οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν αρκετά από αυτά τα αεροπλάνα επειδή θεωρούνταν ξεπερασμένα και ακριβά όπλα της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, αν και στην εποχή του «πυρηνικού Κιμ» ο κόσμος είναι πολύ πιο επικίνδυνος από ό,τι πριν από 30 χρόνια. Να γιατί «γεράκια» στο Πεντάγωνο λένε πως η υπερδύναμη του πλανήτη είναι τρομερά απροετοίμαστη να καταφέρει μια γρήγορη, αποφασιστική νίκη απέναντι σε έναν απρόβλεπτο εχθρό που διαθέτει πυρηνικά και φοβερίζει διαρκώς ότι δεν θα διστάσει να τα χρησιμοποιήσει.

Η απειλή του πυρηνικού πολέμου

Αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, το καλύτερο που μπορεί να ελπίζει αυτή τη στιγμή η Ουάσιγκτον είναι να «παγώσει» το πυρηνικό πρόγραμμα του Κιμ, μια ζοφερή αναγνώριση ότι η απειλή είναι σοβαρή και η αμερικανική μόχλευση περιορισμένη.

Οι ειδικοί λένε ότι το παράθυρο για την αποπυρηνικοποίηση της Βόρειας Κορέας έκλεισε πριν από πολύ καιρό και στο εξής η «αποδοχή του απαράδεκτου», δηλαδή του πυρηνικού κινδύνου από κάποιον σαν τον Κιμ, θα είναι «ένα από τα σκληρά γεγονότα αυτής της ζωής».
Αξιοποιώντας τη δυναμική της απειλής του ατομικού πολέμου, αυτή η κατά τα άλλα φτωχή και διεθνώς απομονωμένη χώρα, με οικονομία μικρότερη από της Αλαμπάμα, μπορεί να υπαγορεύει όρους στην πιο ισχυρή δύναμη του πλανήτη. Αυτό είναι το λεγόμενο «ασύμμετρο πλεονέκτημα της Βόρειας Κορέας».
Η αλήθεια είναι πως οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν τώρα το άσχημο τέλος ενός μοντέλου πυρηνικής αποτροπής, που εκείνες πρώτες ανέπτυξαν.
Στα πρώτα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, με τη σύμμαχό τους Δυτική Γερμανία να αντιμετωπίζει μια συντριπτική σοβιετική απειλή, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποσχέθηκαν ότι οποιαδήποτε επίθεση θα προκαλούσε πυρηνικά αντίποινα.
Η απειλή για αμοιβαία καταστροφή είχε αποτέλεσμα, αποτρέποντας τους Σοβιετικούς ακόμα και από μια εισβολή στο Δυτικό Βερολίνο που θα μπορούσε να έχει ολοκληρωθεί μέσα σε λίγες ώρες.
Η Βόρεια Κορέα έχει επιτύχει σήμερα έναν παρόμοιο αποτρεπτικό παράγοντα. Αν και θα χάσει γρήγορα κάθε πόλεμο, θα μπορούσε να επιβάλει ένα απαράδεκτα βαρύ κόστος στη Νότια Κορέα, στην Ιαπωνία και ενδεχομένως στις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ως αποτέλεσμα, οποιαδήποτε σύγκρουση, ακόμα και περιορισμένη, θα απαιτούσε από τις Ηνωμένες Πολιτείες να είναι πρόθυμες να θυσιάσουν χιλιάδες αμερικανικές ζωές και πολύ περισσότερους νεκρούς στη Νότια Κορέα.
Ενώ οι αναλυτές δεν είναι σίγουροι για το αν ο Κιμ διαθέτει όντως πυρηνικές βόμβες που μπορούν να τοποθετηθούν σε πυραύλους, οποιοσδήποτε αμερικανός πρόεδρος θα πρέπει να σταθμίσει τον κίνδυνο από ένα πιθανό χτύπημα και να θυσιάσει 300.000 ανθρώπους, σχεδόν όσοι ήταν συνολικά οι αμερικανοί στρατιώτες που σκοτώθηκαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πηγή:http://www.tovima.gr/