Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὶς Α’ και Β’ ἐπιστολές του πρὸς Τιμόθεον καὶ στὴν ἐπιστολή του πρὸς Τίτον ὑποδεικνύει τὰ ἀδιάλειπτα καὶ ἀδιαπραγμάτευτα καθήκοντα τῶν ποιμένων:
Ὁ ποιμένας πρέπει νὰ ἔχει καθαρὴ πίστη καὶ νὰ εἶναι ἀκλόνητος τύπος τῆς ἀρετῆς.
Να γνωρίζει καὶ νὰ διδάσκει μὲ ἀκρίβεια τὸν νόμο, τὸν λόγο καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τηρώντας, πρῶτος αὐτός, αὐτὰ ποὺ διδάσκει.
Νὰ νουθετεῖ, νὰ στηρίζει τοὺς ἀδύναμους, νὰ σηκώνει αὐτούς, ποὺ ἔχουν πέσει, νὰ δείχνει τὸν δρόμο σὲ αὐτοὺς ποὺ τὸν ἔχασαν.

Νὰ εἶναι μαχητὴς καὶ φρουρὸς ἀκοίμητος τοῦ ποιμνίου του.
Γιατί ἂν δὲν εἶναι ἀντὶ νὰ ὠφελοῦνται οἱ Χριστιανοί θὰ σκανδαλίζονται ὰπὸ αὐτόν καὶ θὰ βλάπτονται πνευματικὰ ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς τῆς Πίστεως καὶ τῆς Ἐκκλησίας.
Σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση τὸ μικρὸ ποίμνιο δὲν θὰ ἀκολουθήσει καὶ θὰ ἀποκηρύξει αὐτὸν τὸν ποιμένα ὡς μισθωτὸ καὶ ληστή.
Γιὰ τὸν Ἐπίσκοπο μάλιστα ἀπαιτεῖται, μὴ λογαριάζοντας τὸ κόστος καὶ τὴν κούραση, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐκτέλεση τῶν ἄλλων ἱερῶν του καθηκόντων, νὰ ἐπαγρυπνεῖ καὶ νὰ καταβάλλει πάντοτε κάθε δυνατὴ προσπάθεια, ὥστε νὰ μὴν εἰσέλθει στὴν Ἐκκλησία ξένος αἱρετικός, Διάκονος ἢ Ἱερέας καὶ πολὺ περισσότερο, Ἀρχιερέας, ὁ ὁποῖος δὲν θὰ ἔχει ὀρθὴ πίστη, χριστιανικὴ διαγωγὴ καὶ βίο, ποὺ θὰ σκανδαλίζει, ἀλλὰ καὶ θὰ αἱρετίζει καὶ θὰ διαστρέφει μὲ ψεύδη καὶ μὲ πλάνες τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς διαπιστώσεις γίνεται φανερό, ὅτι ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ λυπηρὰ ἀλλὰ καὶ πιὸ φανερὰ συμπεράσματα τῆς ψευδῆς καὶ καταπτύστης ἀνακοίνωσης τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἑλλάδος γιὰ τὴν ψευτοσύνοδο τῆς Κρήτης εἶναι ἡ ἐγκατάλειψη τοῦ ποιμνίου τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τοὺς ποιμένες του.
Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἀποποιοῦνται τοῦ ρόλου τους καὶ τῶν εὐθυνῶν τους καὶ ἀφήνουν, νίπτοντες τὰς χείρας τους, τὸ ποίμνιο βορὰ τῶν αἱρετικῶν οἰκουμενιστῶν.
Μιλοῦν στὸ ποίμνιο λὲς καὶ μιλοῦν σὲ ἄβουλους καὶ ἀδαεῖς ὑπηκόους, ποὺ ἔχουν τὴν ὑποχρέωση νὰ ἀκολουθοῦν κατὰ γράμμα, ὅ,τι τοὺς λένε, χωρὶς διαμαρτυρία, ἀκυρώνοντας τους τὸ δικαίωμα διάκρισης καὶ ὑπακοῆς μόνο στὴν Ἀλήθεια.
Περὶ τῶν καθηκόντων τους δὲν λένε κουβέντα.
Περὶ τῶν ἐντολῶν ποὺ οἱ ίδιοι ἔλαβαν κατὰ τὴν χειροτονία τους ποιοῦν τὴν νήσσαν. Εἶναι οἱ «νέοι ποιμένες» τῆς «νέας Εκκλησίας» ποὺ θέλει νὰ ἱδρύσει ὁ οἰκουμενισμός.
Ὁ νέος τους ρόλος εἶναι νὰ ἀθωώνουν αἱρετικούς καὶ νὰ επικηρύττουν πιστούς, νὰ ἀνακηρύττουν τοὺς ἐκτὸς τῆς Εκκλησίας «ἀδελφὲς ἐκκλησίες» καὶ τοὺς ἐντὸς «ἐκτός Αὐτῆς», νὰ ἀντιστέκονται στὸν νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ὑποτάσσονται πλήρως στὴν κοσμικὴ ἐξουσία, νὰ ἐξαφανίζουν τὴν πνευματικότητα καὶ νὰ προωθοῦν τὴν ἐκκοσμίκευση, νὰ ἀντικαθιστοῦν τὴν εὐσέβεια μὲ τὸν εὐσεβισμό, τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μὲ ἔργα κοινωνικοῦ χαρακτῆρα, νὰ ἀσκοῦν ἀντὶ γιὰ πνευματικὴ κοσμικὴ ἐξουσία μὲ τὰ ἀνάλογα ὄργανα καταστολῆς, νὰ ἐξαγγέλουν ἀρὲς καὶ ἀφορισμούς, ἐπιτίμια καὶ τιμωρίες, ἀναθέματα καὶ φυλακίσεις στὰ ὑποτιθέμενα τέκνα τους.
Ρίχνουν τὶς εὐθύνες σὲ ὅλους τοὺς ἄλλους ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἑαυτούς τους. Μιλοῦν γιὰ σκάνδαλα, ἐνῶ οἱ ἴδιοι σκανδαλίζουν.
Σὲ ὅλα αὐτὰ ξεχνοῦν ὅμως κάτι: Ὁ Χριστός μας εἶπε, ὅτι ἂν ὁ σκανδαλιζόμενος φέρει κάποια εὐθύνη, τότε ὁ δημιουργῶν τὸ σκάνδαλο, πάντα κατὰ τὸν Κύριο, καλύτερα νὰ μὴν εἶχε γεννηθεῖ.
Εἶναι μεγάλη και βαριά ἡ εὐθύνη τοῦ ποιμένα γιὰ κάθε ψυχή, ποὺ θὰ χαθεῖ ἐξαιτίας τῆς δικῆς του ἀμέλειας ἢ προδοσίας. Μαρτυρεῖ γι’ αὐτὸ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς μέσω τοῦ προφήτου Ιεζεκιήλ, λέγοντας ὅτι θὰ ζητήσει τὴν ψυχὴ ποὺ χάθηκε ἀπὸ ἀμέλεια τοῦ πνευματικοὺ ποιμένα, ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ποιμένα: «καὶ τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐκ τῆς χειρός σου ἐκζητήσω» (Ιεζ. γ’ 18).
Καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει στὸν λόγο του «περὶ ψευδοπροφητῶν, καὶ ψευδοδιδασκάλων, καὶ ἀθέων αἱρετικῶν, καὶ περὶ σημείων τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος τούτου»:
Ἀλλ’ οὐαὶ ὑμῖν, οἱ τρυφῶντες καὶ μετεωριζόμενοι… Ὄντως πλανᾶσθε, μὴ νοοῦντες τὰς Γραφάς. Προσέχετε ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ· Βλέπετε μὴ ἀπολείψῃ πρόβατον ἐκ τῆς ποίμνης. Τοῦτο γάρ ἐστε γινώσκοντες, ὅτι ἐὰν ἓν πρόβατον ἀπολείψῃ γενόμενον θηριάλωτον ἐξ ὑμετέρας ἀμελείας, πάντα τὸν βίον ὑμῶν κατέλυσεν· τὸ γὰρ αἷμα αὐτοῦ ἐκ τῶν χειρῶν ὑμῶν ἀπαιτήσει ὁ Κριτής.

Ἀντὶ λοιπὸν νὰ ψευτοδιδάσκουν καὶ νὰ ἀπειλοῦν, ἂς ρίξουν στάχτη ἐπὶ τὴν κεφαλήν τους καὶ ἂς κλάψουν καὶ ἂς μετανοήσουν.
Κραυγάζει τὸ αἷμα τῶν ἀνθρώπων ποὺ αὐτοκτόνησαν λυγισμένοι ἀπὸ τὴν ἀνεργία καὶ τὰ χρέη, τῶν μὴν ἐχόντων καταφύγιο καὶ παρηγοριά.


Κραυγάζει
τὸ αἷμα τῶν ἀνθρώπων ποὺ πεινοῦν καὶ κρυώνουν τὶς νύχτες, ἐνῶ αὐτοὶ κυκλοφοροῦν μὲ Μερσεντές καὶ μένουν σὲ βίλλες και πολυτελῆ «κελλιά».

Κραυγάζει τὸ αἷμα τῶν χιλιάδων βρεφῶν, ποὺ ἔπεσαν θύμα ἐκτρώσεων καὶ ἄλλων μεθόδων ἀπὸ ἀνθρώπους, ποὺ βραβεύει ἡ Ἱεραρχία.

Κραυγάζει τὸ αἷμα τῶν νέων, ποὺ βομβαδίζονται ἀπὸ ὁμοβροντίες ἐπιρροῶν καὶ πειρασμῶν καὶ δὲν βρίσκουν πιὰ τὴν παρηγοριὰ καὶ τὴν προστασία τοῦ λόγου τῆς Ἀληθείας, γιατὶ δὲν ἐκφράζεται πιὰ, ἐκεῖ ποὺ θὰ ἔπρεπε.

Κραυγάζει τὸ αἷμα τῶν πολιτῶν, ποὺ γονατισμένοι ἀπὸ τὰ σκάνδαλα καὶ τὶς ἀπειλὲς βλέπουν τὸ τελευταῖον καταφύγιο ποὺ τὸ ὑπολόγιζαν ὡς ἀμόλυντο, νὰ γίνεται ἕρμαιο σκοπιμοτήτων καὶ συμφερόντων καὶ νὰ παραδίδεται στὴν νέα τάξη πραγμάτων.

Κραυγάζει το αἷμα τῆς νέας γενιᾶς, ποὺ πέφτει θῦμα τοῦ ἑκάστοτε ὑπουργοῦ παιδείας καὶ τῆς ψευτοφιλοσοφίας ποὺ θέλει νὰ ἐπιβάλλει καὶ μὲ τὸν ὁποῖο συνομιλοῦν καὶ συνεορτάζουν φιλικότατα οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ ἱερεῖς.

Κραυγάζει τὸ αἷμα τῶν Ἁγίων καὶ Μαρτύρων, ποὺ μὲ τὶς θυσίες τους στήριξαν τὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποίαν αὐτοὶ θέλουν νὰ γκρεμίσουν.

Κραυγάζει το αἷμα τῶν κεκοιμημένων γιὰ τὰ ἀσεβῆ μνημόσυνα ἀπὸ μὴ καθαρὰ χείλη.
Κραυγάζει τὸ αἷμα τῶν ἀνθρώπων ποὺ δὲν γνώρισαν τὴν Ὀρθοδοξία καὶ δὲν θὰ τὴν γνωρίσουν, τουλάχιστον ἀπὸ αὐτούς, μιᾶς καὶ τὴν διαστρεβλώνουν καὶ τὴν πουλοῦν ἀντὶ πινακίου φακῆς.

Κραυγάζει τὸ αἷμα τῶν ὁμολογητῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων γιὰ τὴν προδοσία τῆς Πίστεως ἀπὸ προδότες καὶ ψευδοποιμένες, τοὺς ὁποίους ὀνόμασε ἡ Παναγία μας «ἐχθροὺς τοῦ υἱοῦ μου καὶ ἐμοῦ».

Μπροστὰ στὸ φοβερὸ βῆμα τοῦ παντογνώστη Κριτῆ, στὸ ὁποῖο ὅλοι θὰ παρουσιαστοῦμε δὲν θὰ ὠφελήσει καμία ἐγκύκλιος καὶ καμία διπλωματία. Μόνο ἡ ὀρθότητα τῶν λόγων καὶ τῶν πράξεων, ἡ πνευματικὴ συνέπεια καὶ ἡ μετάνοια.
Ἀλίμονο!
 
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου, Κλασσικὸς φιλόλογος, Ἱστορικός.