Αν και αυξημένες έναντι του 2015 στα 4,4 δισ. οι εξαγορές και συγχωνεύσεις υπολείπονται αισθητά σε σχέση με το 2008 που είχαν φθάσει στα 8,7
Όσον αφορά το τρέχον έτος, ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο αναμένεται να παίξουν οι ιδιωτικοποιήσεις.
Του Γιώργου Σακκά
Τροχοπέδη στην προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας αποτελεί η δραματική μείωση των επενδύσεων το 2016 στο περίπου 13% του ΑΕΠ έναντι 24% σε μέσα επίπεδα κατά την περίοδο 2000-2008, γεγονός το οποίο μεταφράζεται σε απώλειες επενδυτικών κεφαλαίων της τάξης των 100 δισ. ευρώ στη διάρκεια της κρίσης.
Η συγκεκριμένη πορεία «αποεπένδυσης» στη χώρα επηρέασε και τον τομέα των εξαγορών και συγχωνεύσεων, που το 2016, σύμφωνα με την PWC, σημείωσε μεν σημαντική άνοδο, λόγω όμως των κινήσεων που έκαναν οι τράπεζες – έφθασαν σε σύνολο στα 4,4 δισ. ευρώ, όταν το 2008 οι εξαγορές και συγχωνεύσεις είχαν ανέλθει σε 8,7 δισ. ευρώ και στην Ευρώπη πέρυσι σε 293 δισ. ευρώ.
230% πάνω
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη της PwC «Εξαγορές και Συγχωνεύσεις επιχειρήσεων στην Ελλάδα το 2016», κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους πραγματοποιήθηκαν 38 Εξαγορές και Συγχωνεύσεις (Ε&Σ) αξίας 4,4 δισ. ευρώ, έναντι 29 Ε&Σ αξίας 1,3 δισ. ευρώ το 2015. Εξ αυτών οι πέντε μεγαλύτερες συναλλαγές άγγιξαν τα 3,8 δισ. ευρώ. Σημειώνεται ότι η συνολική αξία των συναλλαγών αυξήθηκε σημαντικά κατά 230% σε σχέση με το 2015, κυρίως λόγω της ρευστοποίησης των non-core assets των συστημικών τραπεζών, με τη μέση αξία των συναλλαγών να έχει αυξηθεί κατά 152%. Ο κλάδος των Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών αποτέλεσε το 70% των συνολικών συναλλαγών, με τη μεταβίβαση στην Qatar National Βank της FinansbankA.S. (99,8%) από την Εθνική έναντι 2,75 δισ. ευρώ να είναι η κορυφαία συναλλαγή.
Πέρυσι, οι συναλλαγές μειοψηφικών πακέτων ανήλθαν σε μόλις 139 εκατ. ευρώ, με το 31% αυτών να προέρχονται από τον κλάδο των Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών και το 29% από τον κλάδο των Υπηρεσιών. Επίσης, κατά τη διάρκεια του 2016, οι εκδόσεις διεθνών διαπραγματεύσιμων εταιρικών ομολόγων άγγιξαν το 1,6 δισ. ευρώ.
Όπως προσδιορίζει η μελέτη, οι Εγχώριες Συναλλαγές, δηλαδή εκείνες όπου ο αγοραστής και η εταιρεία στόχος είναι «Έλληνες», που το 2010 αποτελούσαν το 73% των συνολικών συναλλαγών, σημείωσαν σημαντική μείωση και αντιπροσωπεύουν πλέον το 39%, δείχνοντας τη δυσκολία κινητοποίησης εγχώριων κεφαλαίων.
Οι Εισερχόμενες Συναλλαγές, όπου η εταιρεία στόχος είναι ελληνική ενώ ο αγοραστής είναι αλλοδαπός, αποτελούν τον κύριο όγκο της αγοράς και έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό στο σύνολο με 58% από 27% το 2010, ενώ οι Εξερχόμενες Συναλλαγές όπου κάποια αλλοδαπή εταιρεία εξαγοράζεται από ελληνική κατείχε ποσοστό μόλις 3%.
Εκτιμήσεις 2017
Όσον αφορά το τρέχον έτος, ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο αναμένεται να παίξουν οι ιδιωτικοποιήσεις. Ήδη ολοκληρώθηκε μέσα στον Ιανουάριο η πώληση του 100% του μετοχικού κεφαλαίου της ΤΡΑΙΝΟΣΕ στην ιταλική εταιρεία Ferrovie Dello Stato Italiane S.p.A. έναντι συνολικού τιμήματος 45 εκατ. ευρώ. Επίσης αναμένεται η ιδιωτικοποίηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων από την κοινοπραξία Fraport AG – Slentel ύψους 2,2 δισ. ευρώ που έχει υπογραφεί και αναμένεται να εισπραχθεί ποσό 1,2 δισ. ευρώ εντός του 2017. Παράλληλα προχωρά η προετοιμασία της συμφωνίας για την αξιοποίηση του Ελληνικού και αναμένεται η πρώτη δόση ύψους 300 εκατ. ευρώ από το συνολικό τίμημα που ανέρχεται στα 915 εκατ. ευρώ. Ακόμη αναμένεται οριστικοποίηση της συμφωνίας εντός του 2017 για την πώληση του 24% του ΑΔΜΗΕ στην κινέζικη State Grid έναντι 320 εκατ. ευρώ
Μέχρι τον Μάρτιο πρέπει να ξεκινήσει το ΤΑΙΠΕΔ τη διαδικασία πώλησης του 30% των μετοχών που κατέχει στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, ενώ θα συνεχιστεί η διαγωνιστική διαδικασία για την ιδιωτικοποίηση του 67% του μετοχικού κεφαλαίου του ΟΛΘ, ΟΛΘ-0,21% αλλά δεν είναι πιθανόν να ολοκληρωθεί μέσα στο 2017.
Στον κλάδο των Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών, η PwC εκτιμά ότι πώληση των non-core assets των συστημικών τραπεζών θα συνεχιστεί το 2017, με τη διαδικασία για την πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής από τον όμιλο της Εθνικής και της Avis από την Πειραιώς να έχουν ξεκινήσει.
Στο Λιανεμπόριο αναμένεται ολοκλήρωση, παρά την καθυστέρηση, της εξαγοράς της Μαρινόπουλος από τη Σκλαβενίτης, ενώ στον κλάδο των Ιχθυοκαλλιεργειών αναμένεται η έναρξη και πιθανή ολοκλήρωση της διαδικασίας για την πώληση του 79,6% της Σελόντα και του 75% της Νηρεύς, που κατέχουν σήμερα οι τέσσερις συστημικές τράπεζες. Τέλος, στην ενέργεια αναμένεται να ολοκληρωθεί η πώληση του 24% του ΑΔΜΗΕ στην κινέζικη State Gridκαι (πιθανόν να πωληθεί κι άλλο ποσοστό μετοχών).
Σχολιάζοντας την έρευνα, ο κ. Θανάσης Πανόπουλος, Partner Head of Deals της PwC, σημείωσε: «Η αγορά εξακολουθεί να παραμένει πολύ ρηχή και η έξοδος από την ύφεση δεν είναι ακόμη ορατή. Το οικονομικό κλίμα διαφαίνεται αβέβαιο και για το 2017 και η ελληνική οικονομία δείχνει σημάδια σταθεροποίησης σε όρους ΑΕΠ. Θα μπορούσε να υπάρξει βελτίωση το 2018 υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Η ολοκλήρωση της συναλλαγής των περιφερειακών αεροδρομίων και η συνέχιση της αποεπένδυσης των τραπεζών θα καθορίσουν το επίπεδο συναλλαγών για το 2017, οι οποίες όμως δεν αναμένεται να ξεπεράσουν σημαντικά τα αντίστοιχα μεγέθη του 2016».
Ο κ. Μάριος Ψάλτης, διευθύνων σύμβουλος της PwC, ανέφερε: «Η αποεπένδυση των τραπεζών από τις περιφερειακές δραστηριότητές τους και η συνέχιση των αποκρατικοποιήσεων διαμόρφωσαν σχεδόν πλήρως την αγορά Ε&Σ το 2016.
Η φυσική διαδικασία εξαγορών στην Ελλάδα είναι πολύ μικρή, αντανακλώντας το εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο επενδυτικής εμπιστοσύνης στη χώρα»
Δεν επετεύχθη ο στόχος
Σχετικά με τις αποκρατικοποιήσεις, η Ελλάδα δεν έπιασε ούτε το 2016 τον στόχο ιδιωτικοποιήσεων. Η απόκλιση των επιδόσεων έναντι των στόχων παραμένει διαχρονική. Από το 2011 έως το 2016 τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις ανήλθαν σε 3,4 δισ. ευρώ, με πιο αποδοτικές χρονιές το 2011 (1,16 δισ. ευρώ) και το 2013 (1,04 δισ. ευρώ). Πέρυσι υπεγράφη η σύμβαση πώλησης του 51% του ΟΛΠ ΟΛΠ-1,40% στην COSCO έναντι τιμήματος ύψους 281 εκατ. ευρώ, ενώ τον Οκτώβριο ολοκληρώθηκε η ιδιωτικοποίηση της Αστήρ Παλλάς ΑΣΤΗΡ από την Εθνική Τράπεζα ΕΤΕ+2,27% και το ΤΑΙΠΕΔ στην Apollo Investments (100% θυγατρική της Jeremyn Street Real Estate Fund) έναντι συνολικού τιμήματος 393 εκατ. ευρώ. Επίσης έσοδα υπήρξαν από το ψηφιακό μέρισμα, τα δικαιώματα ραδιοσυχνοτήτων, την Κασσιόπη, και από πωλήσεις επιλεγμένων ακινήτων.
Πηγή:http://www.naftemporiki.gr