Ἡ ἐπιτροπὴ τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος γράφει: “Συναισθανόμενοι τὴν εὐθύνη τῆς ἁγιορειτικῆς ὁμολογιακῆς παραδόσεως, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρίαν ἑνός ἑκάστου μέλους τῆς στρατευομένης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, λαμβάνοντας ὑπ᾽ὄψιν ὅσα σχετικὰ ἔχουν εἰπεῖ καὶ γράψει νεώτεροι καὶ παλαιότεροι Ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἡ μοναδικὴ ἐγγύησις τῆς ἐν ἁγίῳ Πνεύματι πορείας τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἱερὰ Κοινότης πρὸ τῆς Συνόδου, ἐζήτησεν τὰς τροποποιήσεις εἰς τὰ προσυνοδικὰ κείμενα:
Τὸ κείμενο συνεχίζει στὸ Β´ κεφάλαιο: “ἡ ΑκΜΣ συνεκλήθη τελικῶς ὑπὸ τὰς γνωστὰς συνθήκας”. Ἂς ἀναφέρωμεν ὁρισμένας ἐνδεικτικῶς·
1ον τῆς κατ᾽ἐπιλογὴν προσκλήσεως ὁρισμένων μόνο ἐπισκόπων,
2ον τῆς ψηφοφορίας μόνον ὑπὸ τῶν Προκαθημένων,
3ον τῆς ὑποχρεωτικῆς ὑπογραφῆς ὑπὸ τῶν μελῶν χάριν ὁμοφωνίας,
4ον τῆς ἀποχῆς τεσσάρων Πατριαρχῶν,
5ον τῆς ἀθετήσεως τῆς ἐντολῆς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου Ἑλλάδος ὑπὸ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου,
6ον τῆς ἀσκήσεως βίας ἐπὶ τῶν μελῶν ποὺ διαφωνοῦσαν κατὰ τὴν ὁμολογία τοῦ Ἀναστασίου Ἀλβανίας καὶ τοῦ Ἱεροθέου Ναυπάκτου,
7ον τῆς παρουσίας αἱρετικῶν τοποτηρητῶν,
8ον τῆς ἐνεργοῦ συμμετοχῆς γυναικὸς πράκτορος τῆς CIA,
9ον τῆς αὐτοεπικυρώσεως τῶν ἀποφάσεων,
10ον τῆς ὑποχρωτικῆς ἀποδοχῆς αὐτῶν ἐκ μέρους τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος,
11ον τῆς ἀπειλῆς τιμωρίας εἰς ὅσους δὲν τὶς ἀποδεχθοῦν κ.α.π. πρωτοφανῆ γιὰ Ὀρθόδοξο Σύνοδο.
Αὐτὸ ποὺ βλέπουμε στὸ Β´ κεφάλαιο εἶναι ὅτι ἀναφέρονται τὰ δῆθεν θετικὰ σημεῖα τῆς Συνόδου, ἀλλὰ ἀποσιωποῦνται πολλὰ ἀρνητικά. Τὰ μόνα θετικὰ σημεῖα τῆς Συνόδου ἦταν οἱ ἀγῶνες τῶν καλῶν Ἐπισκόπων κατὰ τῆς «Οἰκουμενικῆς Κίνησης» τοῦ Οἰκουμενιστοῦ Πατριάρχου.
Πολὺ σωστὰ τὸ κείμενο τῆς Ἱ. Κοινότητος στὸ Γ´ κεφάλαιο ἐπισημαίνει σημεῖα στὴν Σύνοδο, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀπαράδεκτα ὅπως·
Ἐπιπλέον στὴν Σύνοδο ἐγκρίνεται ἡ συμμετοχὴ τῶν Ὀρθοδόξων εἰς τὸ Π.Σ.Ε. ἐνῶ δὲν ἀπαγορεύθηκαν οἱ συμπροσευχὲς καὶ δὲν καταδικάστηκαν οἱ ἀπόψεις τοῦ Π.Σ.Ε. περὶ Ἐκκλησίας καὶ Βαπτίσματος τῶν αἱρετικῶν,
Τέλος τὸ κείμενο ἐπισημαίνει καὶ τοὺς προφανεῖς συμβιβασμοὺς εἰς ζητήματα πίστεως μὲ τὶς μικτὲς ἐπιτροπὲς τῶν Ἀντιχαλκηδονίων καὶ τῶν (κακῶς ἀναφερομένων) Ρωμαιοκαθολικῶν, καθ᾽ἡμᾶς παπικῶν.
Στὸ Δ´ κεφάλαιο τὸ κείμενο γράφει γιὰ τὴν διατήρηση τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας τὴν ὁποία κλονίζει ἡ ἀσάφεια τῶν συνοδικῶν κειμένων ποὺ μπορεῖ νὰ δημιουργήσει οἰκουμενιστικὴ ἑρμηνεία.
Ὅμως ἡ Σύνοδος δὲν ἄφησε ἀσάφεια, ἀλλὰ φανερὰ νομιμοποίησε τὸν Οἰκουμενισμὸ μὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις του, δηλαδὴ τὸ Π.Σ.Ε. μὲ ὅλες τὶς ἀποφάσεις ποὺ ἔχουν ληφθεῖ ἐκεῖ, ὅπως ἀναγνώριση μυστηρίων, ἱερωσύνης καὶ ἐκκλησιαστικότητας τῶν αἱρετικῶν, τοὺς Διαλόγους μὲ τὶς κοινὲς συμβιβαστικὲς ἀποφάσεις, τὴν μετάλλαξη Ὀρθοδόξου συνοδικότητος πρὸς τὸ παπικὸ πρότυπον μὲ προεδρικὸ πρωτεῖο καὶ ὑποχρεωτικὴ ὁμοφωνία ὅλου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ἐνῶ δὲν καταδίκασε αὐτὰ ποὺ ὤφειλε, ὅπως·
Μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ πῶς δὲν εἶναι δικαιολογημένη ἡ διακοπὴ μνημοσύνου τοῦ κ. Βαρθολομαίου ἂν καὶ δὲν ὑπεγράφη “ἑνωτικὸς ὅρος” οὔτε κάποιος Ἐπίσκοπος προσεχώρησεν εἰς αἵρεσιν, οὔτε ἐκήρυξεν “γυμνὴ τῇ κεφαλῇ” αἱρετικὰς διδασκαλίας, ἀλλ᾽ὅμως ἡ Οἰκουμενιστικὴ Κίνηση ποὺ κατοχυρώθηκε συνοδικὰ εἶναι, ὄχι μόνον αἵρεση ἀλλὰ κατὰ τὸν ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς εἶναι παναίρεση, δηλαδὴ ἕνωση ὅλων τῶν αἱρέσεων καὶ τὸ ν᾽ἀκολουθῇς ἕναν τοιοῦτον Πατριάρχην γίνεται αἰτία σχίσματος καὶ χαροποίησης τῶν ἐχθρῶν τῆς Ἐκκλησίας.
Τὴν διακοπὴ μνημοσύνου αἱρετίζοντος Ἐπισκόπου ἐπαινεῖ ὁ 15ος Κανόνας τής Α κ Β συνόδου καὶ τὴν ὑπέδειξαν οἱ ἅγιοι Πατέρες μας μὲ τὸ παράδειγμά τους παλαιὰ ἐπὶ Βέκκου καὶ πρόσφατα ἐπὶ Ἀθηναγόρα.
Γι᾽αὐτὸ παρακαλοῦμε τὰ Μοναστήρια μας νὰ μὴ μᾶς διώκουν γιὰ τὴν εὐαισθησία μας στὰ θέματα τῆς πίστεως, διότι γι᾽αὐτὸ ἀπαρνηθήκαμε τὰ ἐγκόσμια, τὴν οἰκογένεια, τὰ πάντα καὶ ἀφιερωθήκαμε στὸν Χριστὸ καὶ ἀλλοίμονο ἂν χάσουμε τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὴν μόνη σώζουσα.
Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ φώτισε τοὺς ὑπευθύνους τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ μὴ βυθίσουν τὸ σκάφος της μέσα στὰ κύματα τῆς Νέας Ἐποχῆς, τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων τῆς Παγκοσμιοποίησης καὶ τοῦ γνήσιου τέκνου τους τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ὑπεραγία Θεοτόκε βοήθησε τοὺς ὑπευθύνους τοῦ Περιβολιοῦ σου νὰ σταθοῦν στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων καὶ νὰ κρατήσουν τὴν παράδοση τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὡς θεματοφύλακος τῆς Ὀρθοδοξίας.