Μία κοινωνία αποπροσανατολισμένη από τα κόμματα (απέναντι στα οποία δύσκολα μπορεί να αμυνθεί έτσι όπως έχουν κακοποιήσει το Σύνταγμα για να εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τα συμφέροντα τους), τρομοκρατημένη μετά τη στυγνή δολοφονία της τελευταίας τους ελπίδας από την κυβέρνηση τον Ιούλιο του 2015, πεπεισμένη ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στα μνημόνια εάν θέλει να παραμείνει στην Ευρωζώνη, καθώς επίσης βυθισμένη στις ενοχές, είναι σχεδόν απίθανο να οδηγηθεί στην έξοδο από την κρίση.
Εν τούτοις, οφείλει κάποια στιγμή να ξεπεράσει τα προβλήματα της, να ξυπνήσει, να αμυνθεί απέναντι στην υφαρπαγή του πλούτου της και να αγωνιστεί για το μέλλον – εάν όχι για το δικό της, τουλάχιστον για την πατρίδα της και τα παιδιά της. Διαφορετικά θα βιώσει εφιαλτικές καταστάσεις, ευρισκόμενη ακόμη στο ξεκίνημα της κυλιόμενης χρεοκοπίας, στην οποία την καταδίκασαν οι κυβερνήσεις της. Ακολουθούν δύο μικρά κείμενα, τα οποία έχουν σχέση με αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα.
Έλληνες
Όταν μία χώρα είναι χρεοκοπημένη, βυθισμένη σε συνεχή μνημόνια εξαθλίωσης, με το ένα πόδι εκτός της ΕΕ (=έλεγχος κεφαλαίων), με το άλλο εκτός της Ευρωζώνης (=μη συμμετοχή στο πρόγραμμα της ΕΚΤ), χωρίς καμία προοπτική για το μέλλον της, καθώς επίσης με ένα εκφυλισμένο, ολιγαρχικό πολιτικό σύστημα, τι μπορεί να περιμένει κανείς;
Ασφαλώς ελάχιστα πράγματα, εάν όχι τίποτα απολύτως – αφού ακόμη και αν είχε μία θεϊκή κυβέρνηση, ικανή να διαπραγματευθεί αποτελεσματικά με τη Γερμανία, πώς θα το έκανε όταν επικρατεί πλήρης ησυχία στη χώρα; Το γεγονός αυτό δεν μεταφράζεται αλήθεια ως αποδοχή της κοινωνίας στα μέτρα που της επιβάλλονται, επειδή θεωρεί πως είναι πράγματι ένοχη η ίδια για την χρεοκοπία του κράτους;
Λογικά λοιπόν μία τόσο αποχαυνωμένη κοινωνία, η οποία δεν διαμαρτύρεται καν και δεν έχει καθόλου τη διάθεση να πλημμυρίσει τους δρόμους, είναι συμβιβασμένη με τη μοίρα της. Πόσο μάλλον όταν τα μέλη της είτε εγκαταλείπουν μαζικά τη χώρα, είτε προσπαθούν να επιβιώσουν ατομικιστικά με κάθε τρόπο, αδυνατώντας να λειτουργήσουν συλλογικά ακόμη και στην άκρη του γκρεμού.
Τι μπορεί να προσφέρει κανείς σε μία τέτοια κοινωνία; Γνώση; Ελπίδα; Προοπτικές; Χώρο για να εκτονωθεί; Ύβρεις κατά του συμπλεγματικού δόκτορα Σόιμπλε που συνεχίζει να την προσβάλλει δημόσια, να την εξευτελίζει και να αντιμετωπίζει την κυβέρνηση της με τέτοια απαξίωση που δεν θα ανεχόταν ούτε ο τελευταίος άνθρωπος στον πλανήτη; Ή μήπως να ενοχοποιεί αποκλειστικά και μόνο το ευρώ, διασπείροντας ψευδαισθήσεις;
Οφείλει να τονίζει εναλλακτικά τον ηρωισμό της ελληνικής φυλής, ισχυριζόμενος πως θα αναστηθεί κάποια στιγμή από τη στάχτη, όπως ο Φοίνικας; Δεν θα ήταν υπερβολικό, εάν όχι ανόητο; Ακόμη και αν δεν ήταν, πώς να το κάνει όταν η «φυλή» επιτρέπει σε όλα εκείνα τα μέλη της που τεκμηριωμένα την πρόδωσαν, παραδίδοντας κυριολεκτικά τα κλειδιά στον εχθρό, να κυκλοφορούν ελεύθερα; Πολύ χειρότερα, να έχουν το απύθμενο θράσος να δικαιολογούν την ενδοτική συμπεριφορά τους και να προτείνουν λύσεις;
Να πει ίσως την αλήθεια μήπως ξυπνήσει επιτέλους το πλήθος, σύμφωνα με την οποία τα μνημόνια παράγουν μαζικά ανέργους, φτώχεια, οδύνη και εξαθλιωμένους υποψηφίους για τις φυλακές; Πως ο κατήφορος θα συνεχιστεί με οποιαδήποτε κατοχική κυβέρνηση διορίσει η καγκελάριος, έως ότου δεν θα έχει απομείνει πια τίποτα από την περιουσία των ιθαγενών; Ότι θα αποχαιρετίσουν για πάντα τους κάποτε αξιοπρεπείς μισθούς και τις συντάξεις, μετατρεπόμενοι σε μίζερους ζητιάνους στο διηνεκές;
Να τους επιστήσει την προσοχή στο ότι εάν δεν αντιδράσουν τόσο το δημόσιο, όσο και το ιδιωτικό χρέος θα αυξάνονται, όταν την ίδια στιγμή θα πουλιούνται τα πάντα σε τιμές περιπτέρου και τα σπίτια τους θα κατάσχονται ηλεκτρονικά; Τι νόημα θα είχε; Απολύτως κανένα, αφού όλα μπορεί να τα συγχωρήσει κανείς σε έναν άνθρωπο, αλλά όχι την αδιαφορία για τις επόμενες γενιές και για την πατρίδα του – την οποία οφείλει να κληροδοτεί λίγο πιο αξιοπρεπή από αυτήν που ο ίδιος κληρονόμησε.
Πλύση εγκεφάλου
Όταν η κοινωνία πείθεται συλλογικά ότι είναι ανόητη, διεφθαρμένη και ανίκανη, οπότε είναι η ίδια ένοχος για τα όλα τα δεινά που της συμβαίνουν, τότε εξουδετερώνεται πλήρως – αφού αυτός που νοιώθει ένοχος δεν είναι σε θέση να αγωνισθεί και να πλημμυρίσει τους δρόμους. Στα πλαίσια αυτά, η λέξη «πλύση εγκεφάλου» είναι μία έκφραση, η οποία αναφέρεται στην ψυχική χειραγώγηση που ασκείται, με στόχο να υποκινήσει τους χειραγωγούμενους να υποταχθούν ασυνείδητα σε προκαθορισμένες απόψεις και ενέργειες – κάτι που δεν θα συνέβαινε ποτέ με τη χρήση βίας.
Περαιτέρω, παρά το ότι μέσω της πλύσης εγκεφάλου δεν πλένεται τίποτα αλλά, αντίθετα, «λερώνεται» η σκέψη με την προσθήκη ξένων στοιχείων που προγραμματίζουν τον εγκέφαλο εν αγνοία του, πρόκειται πλέον για έναν όρο που δεν μπορεί να αποφευχθεί. Τις τελευταίες δεκαετίες δε βιώνουμε μία κατακόρυφη άνοδο της χρήσης των συνεχώς εξελισσομένων μεθόδων χειραγώγησης – μέσω των οποίων γίνεται πολύ δύσκολο για τους ανθρώπους να διακρίνουν τα ουσιώδη σύνορα, μεταξύ της μυθοπλασίας και της πραγματικότητας.
Ελάχιστοι είναι μόνο σε θέση να εφαρμόσουν τα ευρήματα της σύγχρονης ψυχολογίας και κοινωνιολογίας, για να καθοδηγήσουν την αντίληψη και τη συνείδηση μας προς την επιθυμητή από τους εντολείς τους πλαστή πραγματικότητα – κοιτάζοντας τότε από έξω τη «μήτρα» (matrix), στην οποία είμαστε φυλακισμένοι όλοι οι υπόλοιποι. Η κατανόηση της διαδικασίας αυτής μοιάζει με τον αποπρογραμματισμό του εγκεφάλου μας – με την απελευθέρωση του δηλαδή από τις έξωθεν επιρροές, με στόχο να δραπετεύσει από τη φυλακή της χειραγώγησης, στην οποία έχει εγκλεισθεί.
Μία από τις πιο διαδεδομένες μορφές χειραγώγησης τώρα είναι η σκόπιμη δημιουργία προβλημάτων, για τα οποία παρέχονται ταυτόχρονα οι ήδη προετοιμασμένες λύσεις – όπου, για να επιτευχθεί ένας δύσκολος στόχος, προκαλούνται ορισμένες προβληματικές καταστάσεις, αφού διαφορετικά ο πληθυσμός επαναστατεί.
Για παράδειγμα, με σκοπό τον περιορισμό των κεκτημένων της πλειοψηφίας (μισθοί, κοινωνικό κράτος κλπ.), «παράγει» κανείς μία οικονομική κρίση, ενοχοποιώντας τους Πολίτες για τη δημιουργία της – παρέχοντας ταυτόχρονα «λύσεις», όπως η αύξηση της ποσότητας χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες δεν αφήνουν μεν το σύστημα να καταρρεύσει, αλλά επιτυγχάνουν τη λεηλασία των πολλών που δεν αντιδρούν, επειδή δεν κατανοούν τι ακριβώς συμβαίνει.
Με απλά λόγια, αφενός μεν χειραγωγείται το πλήθος πιστεύοντας πως οι αποφάσεις που λαμβάνονται είναι επώδυνες μεν αλλά προς όφελος του, αφετέρου η χειραγώγηση αυτή όχι μόνο δεν κοστίζει στους χειραγωγούς αλλά, αντίθετα, παράγει κέρδη – αφού με τα προγράμματα ρευστότητας (QE) έχει επιτευχθεί η γρηγορότερη μεταφορά πλούτου από τα κάτω προς τα πάνω όλων των εποχών.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, η «λύση» της κρίσης που προκλήθηκε σκόπιμα ήταν η Τρόικα, μέσω της οποίας δρομολογήθηκε η υφαρπαγή των περιουσιακών της στοιχείων – ενώ ακόμη και σήμερα αρκετοί Έλληνες ισχυρίζονται πως η ευθύνη της χρεοκοπίας τους είναι αποκλειστικά και μόνο δική τους.