Τα θύματα καταστροφών στο Μποπάλ δεν θα δικαιωθούν ποτέ

Μαρία Τσολακίδη 
Το 1984 έγινε το μεγαλύτερο βιομηχανικό δυστύχημα στην ιστορία. Το εργοστάσιο της εταιρίας Union Carbide Corporation (UCC), στο Μποπάλ της κεντρικής Ινδίας, χτίστηκε για να παράγει το παρασιτοκτόνο «carbaryl», το οποίο πωλούνταν με την εμπορική ονομασία «Sevin».
Aπό το 1979 μέχρι το 1983 υπήρχαν πολλά προβλήματα στην υγεία εργαζομένων και κατοίκων, αλλά κανείς δεν έδινε σημασία.
Μέχρι την 3η Δεκεμβρίου 1984, όταν 33 τόνοι τοξικού υγρού δημιούργησαν μια θανάσιμη διαρροή απελευθερώνοντας τόνους αερίων στην ατμόσφαιρα, μέσα σε λιγότερο από μια ώρα.
Το θανατηφόρο κοκτέιλ, που αποδεσμεύτηκε στην ατμόσφαιρα περιείχε εκτός του MIC, υδροκυάνιο, μονοξείδιο του άνθρακα, υδροχλώριο, και διοξείδιο του άνθρακα.
Αποτέλεσμα: έως 8 χιλιάδες άτομα πέθαναν μόνο από την αρχική διαρροή. Άλλοι τόσοι υπολογίζεται ότι έχασαν τη ζωή τους μετά τις πρώτες 12 ώρες του ατυχήματος.
Ο συνολικός αριθμός των θυμάτων, στάθηκε αδύνατο να επιβεβαιωθεί, επειδή πολλοί κάτοικοι, δεν ήταν εγγεγραμμένοι σε κανένα μητρώο. 500 χιλιάδες, νοσηλεύτηκαν με τραύματα που προκλήθηκαν από τα δηλητηριώδη αέρια.
Ως αίτια θανάτου χαρακτηρίστηκαν τα εξής: κατάρρευση του κυκλοφορικού συστήματος και πνευμονικό οίδημα. Ένα από τα επακόλουθα της καταστροφής, ήταν και η αυξημένη θνησιγένεια, για τις μητέρες που επηρεάστηκαν από τη διαρροή, καθώς και μια αύξηση 200% στους θανάτους νεογνών. Η τοξική καταστροφή, επηρέασε όλες τις επόμενες γενιές, με αποτέλεσμα πολλά παιδιά να γεννιούνται με σοβαρά διανοητικά και κινητικά προβλήματα.
Η τελική αποζημίωση, την οποία δεν ήθελαν αρχικά να καταβάλουν οι ιδιοκτήτες, ανήλθε στο πενιχρό ποσό των 455 δολαρίων για σωματικές βλάβες, ενώ σε περίπτωση θανάτου, το ποσό ανέβαινε στα 1.128 δολάρια. Φυσικά και οι πιο πολλοί δεν έλαβαν καμία αποζημίωση.
Μετά από μια τριακονταετία αγώνων για να αποζημιωθούν και κάπως να δικαιωθούν τα θύματα κανένας δεν πρόκειται να πληρώσει αφού πάντα βρίσκεται ο τρόπος να μένουν ατιμώρητοι κάθε είδους δολοφόνοι σε όλον τον πλανήτη.
Την ανησυχία του εξέφρασε ο Bascut Tuncak (ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για επικίνδυνες ουσίες και απόβλητα) για τη συγχώνευση των εταιρειών Dow Chemical και DuPont,η οποία θα μπορούσε να εμποδίσει την απόδοση δικαιοσύνης για τα θύματα της πιο θανατηφόρας βιομηχανικής καταστροφής στην ιστορία. «Μπορεί να εξαφανίσει και την τελευταία πιθανότητα να βρουν δικαίωση τα θύματα της καταστροφής του Μποπάλ μετά από τριάντα χρόνια», δήλωσε ο  Tuncak.
Οι δύο γίγαντες της χημικής βιομηχανίας ολοκλήρωσαν την προγραμματισμένη συγχώνευση των 130 δις δολαρίων για να σχηματίσουν την DowDuPont. Η νέα εταιρεία ισχυρίστηκε πως δεν κατείχε ή δεν εκμεταλλευόταν ποτέ το εργοστάσιο της Union Carbide India.
Όμως οι αγωνιζόμενοι για δικαιοσύνη και τα ινδικά δικαστήρια απέδειξαν πως η Union Carbide Corporation (UCC) εξαγόρασε την Union Carbide India (50,99% των μετοχών) κατά τη στιγμή της καταστροφής.
Ο Tuncak δήλωσε στην Independent: «Τα θύματα αντιμετώπισαν ανυπέρβλητα εμπόδια στο να ξεπεράσουν το εταιρικό πέπλο της Dow και της UCC για να λογοδοτήσουν στη δικαιοσύνη. Αυτή η συγχώνευση δημιουργεί ένα ακόμη τεράστιο πλέγμα εμποδίων για την απονομή δικαιοσύνης μετά από 30 χρόνια».
Εν τω μεταξύ, ομάδες ακτιβιστών εκφράζουν επίσης τις ανησυχίες τους για το τι πιστεύουν πως σημαίνει η συγχώνευση Dow-DuPont για τους επιζώντες του Μποπάλ.
Ο Joe Westby, επιτετραμμένος για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Διεθνή Αμνηστία, επανέλαβε τις  ανησυχίες του Tuncak, λέγοντας ότι τώρα θα είναι ακόμη πιο δύσκολο για τα θύματα να αποδείξουν το ποιος είναι υπεύθυνος.
«Ήδη η Union Carbide κρύφτηκε πίσω από πολύπλοκες πολυεθνικές εταιρικές δομές εδώ και δεκαετίες για να αποφύγει την δικαιοσύνη», δήλωσε στην Independent. «Αυτή η συγχώνευση θα κάνει πιο περίπλοκη την υπόθεση, γι αυτό ανησυχούμε».
Οι μετοχές της Dow και της DuPont έπαυσαν να διαπραγματεύονται με το κλείσιμο του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης στις 31 Αυγούστου. Η συγχώνευση Dow-DuPont, η οποία ανακοινώθηκε τον Δεκέμβριο του 2015, θα παρουσιάσει τη νέα DowDuPont που θα λειτουργεί ως εταιρεία χαρτοφυλακίου με τρία ξεχωριστά τμήματα, τη γεωργία, την επιστήμη των υλικών και τα προϊόντα ειδικών χρήσεων.
Η φιλανθρωπική κοινότητα ιατρικής βοήθειας για τα θύματα του Μποπάλ κάνει έκκληση ξεκινώντας εκστρατεία με στόχο την συγχώνευση Dow-DuPont και προτρέπει: “Μην θάβετε το Μποπάλ”.
Ο Tim Edwards, εκτελεστικός διαχειριστής της φιλανθρωπικής κοινότητας του Ηνωμένου Βασιλείου που φροντίζει για τους επιζώντες, δήλωσε ότι αυτό είναι αδικία «επικής κλίμακας». «Η ευθύνη για την αποκατάσταση αυτής της αδικίας τώρα ανήκει στην DowDuPont», δήλωσε στην Independent.
Η Dow εμμένει σταθερά ότι δεν έχει καμία σχέση ή ευθύνη για την τραγωδία, που σκότωσε έως και 22.000 ανθρώπους και άφησε περισσότερους από μισό εκατομμύριο ανάπηρους.
«Η απελευθέρωση αερίου το 1984 από το εργοστάσιο στο Μποπάλ της Ινδίας ήταν μια τρομερή τραγωδία», αναφέρεται σε μια δήλωση της DowDuPont. «Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι στην Dow δεν ανήκε ποτέ και δεν εκμεταλλεύτηκε το εργοστάσιο, το οποίο σήμερα βρίσκεται υπό τον έλεγχο της κρατικής κυβέρνησης Madhya Pradesh» δηλώνει η εταιρεία και συνεχίζει: «Η Dow απέκτησε τις μετοχές της Union Carbide Corporation περισσότερο από 16 χρόνια μετά την τραγωδία και δέκα χρόνια μετά την συμφωνία διακανονισμού ύψους 470 εκατομμυρίων δολαρίων που κατέβαλαν η Union Carbide Corporation και η Union Carbide India Limited, η οποία εγκρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ινδίας».
Η λύση αυτή που αναφέρει η εταιρεία αποτέλεσε αντικείμενο αγωγής του 2010, όταν η ινδική κυβέρνηση προσπάθησε να ανοίξει εκ νέου την υπόθεση μετά από την επιμονή των επιζώντων και των υποστηρικτών τους. Έτσι αναγκάστηκε η ίδια η κυβέρνηση να συμφωνήσει ότι το αρχικό ποσό αποζημίωσης βασίστηκε σε αμφισβητούμενα νούμερα.
Ο Westby της Διεθνούς Αμνηστίας δήλωσε: «Η αποζημίωση που καταβλήθηκε στα θύματα της διαρροής αερίου αποδείχτηκε πως είναι άγρια ​​υποτίμηση της έκτασης του πόνου και του θανάτου που προκλήθηκε από την καταστροφή. Τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό αυτού του πακέτου αποζημιώσεων είναι εσφαλμένα και τροποποιημένα, ενώ βασίστηκαν σε μαρτυρίες 5.000 ανθρώπων που πέθαναν.
Τα αποδεικτικά στοιχεία που συγκεντρώσαμε, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων από τις μελέτες της ίδιας της ινδικής κυβέρνησης, ανεβάζουν τους θανάτους σε περίπου 22.000. Χειρότερη είναι η κατάσταση με τον αριθμό των ατόμων που πάσχουν από μόνιμες αναπηρίες και τραυματισμούς. Ως εκ τούτου το αποτέλεσμα για πακέτο αποζημιώσεων ήταν εξαιρετικά ανεπαρκές απέναντι στην πραγματική έκταση των δεινών που βίωσαν οι άνθρωποι στο Μποπάλ».
Εκτός από το ζήτημα της αποζημίωσης, ο Tuncak δήλωσε ότι υπάρχουν και άλλες πτυχές στο δράμα, όπως για παράδειγμα ο καθαρισμός των εγκαταστάσεων και η πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό για τους ντόπιους. «Με βάση την έρευνά μας, η τοξική μόλυνση συνεχίζει γύρω από το εργοστάσιο φυτοφαρμάκων στο Μποπάλ, να εξαπλώνεται ακόμη και σήμερα», δήλωσε.