Οι ανακοινώσεις του υπουργού Παιδείας στις 28.8.17 για το προτεινόμενο σύστημα εισαγωγής σε ΑΕΙ/ΤΕΙ περιέχουν πολλές ασάφειες. Διευκρινίσεις για τις ασάφειες αυτές δεν έχουν δοθεί.
Παρά την έλλειψη αυτή είναι δυνατόν να εξεταστούν τα βασικά σημεία του συστήματος, όπως τα παρέθεσε ο υπουργός Παιδείας.
Το προτεινόμενο σύστημα εισαγωγής σε ΑΕΙ/ΤΕΙ δεν είναι νέο. Οσοι τελειόφοιτοι Λυκείου επιθυμούν να εισαχθούν στα ιδρύματα αυτά υποχρεούνται να δώσουν δύο φορές (Ιανουάριο και Ιούνιο) κεντρικά οργανωμένες εξετάσεις («τετράμηνα διαγωνίσματα» «βαφτίζονται» τώρα) σε 4 μαθήματα της Γ’ Λυκείου, σε συνδυασμούς ανάλογα με τη σχολή στην οποία επιθυμούν να εισαχθούν.
Αντιγράφοντας παλαιότερα συστήματα, οι βαθμοί στα μαθήματα αυτά θα αποτελούν το 80% του συνολικού βαθμού που θα λαμβάνεται υπόψη για την εισαγωγή στα ιδρύματα και το υπόλοιπο 20% θα αποτελεί ο βαθμός του απολυτηρίου Λυκείου.
Ο βαθμός του κάθε μαθήματος που θα λαμβάνεται υπόψη θα είναι ο υψηλότερος από τις δύο εξετάσεις (σε νεότερες δηλώσεις του ο υπουργός είπε ότι οι κεντρικά οργανωμένες εξετάσεις του Ιανουαρίου θα είναι προαιρετικές!).
Ανεξάρτητα από το αν οι εξετάσεις του Ιανουαρίου θα είναι υποχρεωτικές ή προαιρετικές –εκτός από την απώλεια ημερών διδασκαλίας και το κόστος διεξαγωγής τους– υπάρχει και ένα άλλο πολύ σοβαρό πρόβλημα: Πώς είναι δυνατόν να εξομοιώνονται βαθμοί ενός μαθήματος και να επιλέγεται ο υψηλότερος από αυτούς όταν η εξεταζόμενη ύλη στο πρώτο τετράμηνο θα είναι διαφορετική από εκείνη που θα εξετάζεται στο δεύτερο; Και ακόμη χειρότερα αν σ’ αυτές δεν μετέχουν όλοι οι υποψήφιοι;
Πολύ σοβαρό είναι και το πρόβλημα του συνυπολογισμού του βαθμού ενός απολυτηρίου που θα στηρίζεται κατά 10% στις κεντρικά οργανωμένες εξετάσεις του Ιουνίου και κατά 90% στην επίδοση του μαθητή στη Γ’ Λυκείου.
Στην επίδοση αυτή θα συνυπολογίζονται (σε ποσοστά που δεν διευκρινίζονται):
● Η συμμετοχή στο μάθημα (προφορικά, τεστ, ασκήσεις, συμμετοχή) η οποία, φυσικά, θα βαθμολογείται από τους διδάσκοντες.
● Ερευνητικές-δημιουργικές εργασίες, που θα αξιολογούνται μεν από εξωτερικούς αξιολογητές, τα θέματα όμως για τις εργασίες αυτές θα δίνονται από τους διδάσκοντες και θα είναι δύσκολο να διαπιστωθεί αν οι εργασίες αυτές είναι πράγματι έργο του μαθητή.
● Ο βαθμός διαγωνίσματος του πρώτου τετραμήνου που μπορεί να συμμετέχει στον βαθμό απολυτηρίου ως «μπόνους».
Είναι προφανές ότι ένα τέτοιο «υβριδικό» απολυτήριο θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους διδάσκοντες σε κάθε Λύκειο.
Κατά συνέπεια ο συνυπολογισμός του, και μάλιστα κατά 20%, νοθεύει την αντικειμενικότητα του συνολικού βαθμού που θα λαμβάνεται υπόψη για την εισαγωγή σε ΑΕΙ/ΤΕΙ. Η νόθευση, όμως, αυτή μπορεί να παίξει κρίσιμο ρόλο σε σχολές στις οποίες η εισαγωγή κρίνεται για λίγα μόρια.
Εκτός, όμως, από τα παραπάνω σοβαρά προβλήματα, το προτεινόμενο σύστημα, με τα 6ωρα στα οποία θα διδάσκονται τα 4 μαθήματα των κεντρικά οργανωμένων εξετάσεων, συρρικνώνει τη διδασκαλία των άλλων μαθημάτων, για τα οποία, ουσιαστικά, δεν θα δείχνουν κανένα ενδιαφέρον οι μαθητές.
Με άλλα λόγια, αντί για αναβάθμισή του, το Λύκειο στην Γ’ τάξη του μετατρέπεται σε κρατικό φροντιστήριο.
Ενα ερώτημα που γεννάται είναι: Με τη μετατροπή αυτή της Γ’ Λυκείου σε κρατικό φροντιστήριο, θα εκλείψουν τα ιδιωτικά φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα μαθήματα;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι, δυστυχώς, αρνητική. Και αυτό το παραδέχεται και ο ίδιος ο υπουργός σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», δηλώνοντας ότι «τα πρώτα χρόνια ίσως παρατηρηθεί αύξηση της παρακολούθησης μαθημάτων στα φροντιστήρια». Παραδοχή η οποία ακυρώνει τις δηλώσεις του για «αναβάθμιση» του Λυκείου.
Είναι σαφές ότι το προτεινόμενο σύστημα εισαγωγής σε ΑΕΙ/ΤΕΙ αποτελεί παραλλαγή προηγούμενων συστημάτων, το καθένα από τα οποία είχε τα δικά του προβλήματα.
Δυστυχώς το σύστημα αυτό έχει περισσότερα προβλήματα, τα οποία, αν τελικά ψηφιστεί από τη Βουλή, θα αναφανούν στην εφαρμογή του.
Τις συνέπειές τους θα τις υποστούν οι υποψήφιοι που δεν θα εισαχθούν στις σχολές που επιθυμούν.
Πραγματική αναβάθμιση του Λυκείου θα αποτελούσε η παροχή από αυτό μιας ολοκληρωμένης παιδείας η οποία θα διαπιστώνεται αντικειμενικά με κεντρικά οργανωμένες εξετάσεις στη Γλώσσα στη Β’ Λυκείου και σε όλα τα μαθήματα της Γ’ Λυκείου και ο μέσος όρος των βαθμών των μαθημάτων αυτών θα αποτελούσε τον βαθμό του Εθνικού Απολυτηρίου, το οποίο θα ήταν ισοδύναμο με αντίστοιχα άλλων κρατών.
Η επιλογή των υποψηφίων στα τμήματα των ΑΕΙ/ΤΕΙ θα γινόταν με βάση τους βαθμούς των μαθημάτων στο Εθνικό Απολυτήριο, σταθμισμένους ανάλογα με τη σχολή στην οποία επιθυμούν να εισαχθούν. Δυστυχώς, ο σημερινός υπουργός Παιδείας, ενώ αναφερόταν σ’ αυτό τους προηγούμενους μήνες, δεν τόλμησε –όπως και οι προκάτοχοί του– την καθιέρωσή του. Κρίμα.
*πρώην: αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ
Πηγή:https://www.efsyn.gr/