Μέχρι το Σάββατο μας έλεγαν ότι ο γερμανικός λαός προτιμάει τη σταθερότητα και δεν συμπαθεί τους πειραματισμούς και τις περιπέτειες, στην οικονομία ιδιαίτερα. Οτι γενικά ζει καλά και δεν θέλει αυτό να το διακινδυνεύσει. Και την Κυριακή στις κάλπες πλακώσανε τη Μέρκελ στις φάπες, ενίσχυσαν την ακροδεξιά και παρήγαγαν πιθανότητα ακυβερνησίας. Για κανένα δίμηνο τώρα θα μας αλλάξουν τα φώτα με ρεπορτάζ ότι το τσε ντε ου θα κάνει διαπραγμάτευση με το πε ντε εφ και με το ντι ντι τι , με σκοπό να φτιάξουν έναν συνασπισμό, στον οποίο ενδεχομένως και να χωρέσει το βρε κε κεξ ή και το ντο ρε μι, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα συμπράξει το νατ κίνγκ κόουλ ούτε το μπε μπε λάκ.
Και τώρα όλοι εκείνοι που μιλούσαν με δέος για την προσήλωση των γερμανών στη σταθερότητα θα μας αναλύσουν με λογικοφανή τρόπο και την ανορθοδοξία του αποτελέσματος. Αν υποθέσουμε ότι υπάρχει ανορθοδοξία στη λαϊκή βούληση, διότι εάν δεχόμαστε πως υπάρχει, θα πρέπει να ορίσουμε με ποια κριτήρια ορίζεται κανείς ορθόδοξος, ώστε με τη σειρά του να διακρίνει τη συνομοταξία του από τους ορθοδόξους.
Εμείς βλέπουμε για μια φορά ακόμα κάτι που γενικά γνωρίζαμε. Οτι δηλαδή λαός δεν είναι ένα πράγμα. Υπάρχουν εκείνοι που ζουν καλά και είναι ευχαριστημένοι γι’ αυτό. Και θα ψηφίσουν την κυβέρνησή τους, ώστε να μην αλλάξει η κατάσταση, ή θα την αλλάξουν με μια άλλη, μπας και η κατάσταση λιγουλάκι βελτιωθεί. Υπάρχουν εκείνοι που δεν ζουν καλά και που ψηφίζουν εκείνον που μπορεί να βελτιώσει τα πράγματα ή εκείνον που μπορεί να εκφράσει τη ζοχάδα τους, αποτελώντας ο ίδιος μια ζωντανή καταγγελία. Υπάρχουν και εκείνοι που ζουν καλά αλλά δεν το αναγνωρίζουν. Υπάρχουν κι εκείνοι που δεν ζουν καλά αλλά ψηφίζουν την εξουσία γιατί φοβούνται μη χάσουν κι αυτά που έχουν. Και υπάρχουν και εκείνοι που πιστεύουν ότι είναι ριγμένοι, ότι κακώς η χώρα τους βάζει λεφτά στην Ευρώπη, ότι οι έλληνες είναι απατεώνες, ότι οι αλλοδαποί τους υποβιβάζουν την αισθητική και την ποιότητα ζωής, ότι οι βρετανοί πρέπει να πάνε να πνιγούν και ότι η μπύρα στη χώρα έχει σκαρτέψει. Συγκρίνεται η σημερινή μπύρα με την παλιά;
Τώρα μπορεί και να σας περιγράψαμε έλληνες που ξέρετε, κι αν αυτό ισχύει, μπορεί και να ισχύει ότι λαός με λαό δεν πολυδιαφέρει και ότι είναι η γενικότερη συνθήκη που προκαλεί ορισμένες ποιοτικές και ποσοτικές διαφορές. Ενας γερμανός στην Ελλάδα, με λίγη εξοικείωση, μπορεί και να μάθει να πετάει κουτί μπύρας στον δρόμο, αλλά και ένας έλληνας στη Γερμανία δεν βλέπει γόπα πεταμένη πουθενά και άρα δεν πετάει ούτε τη δική του, γιατί αυτές οι συμπεριφορές σου επιβάλλονται σαν θρησκευτικοί κανόνες. Εξ ου και πολλοί ανησυχούν ότι η ΕΕ μεθοδεύει την άρση της ελληνικότητάς μας. Διαισθάνονται ότι η “κανονικοποίηση” της χώρας θα μας αλλοιώσει, θα μας ευρωπαϊκοποιήσει στα ανακλαστικά και θα χαθεί ο παλιός, καλός αναγνωρίσιμος εαυτός μας που όταν τρώει στην ταβέρνα πρέπει να μάθει και το τελευταίο τραπέζι τι παράγγειλε, με ποιά ομάδα είναι, ποια είναι η γνώμη του για τον Ευάγγελο Βενιζέλο και πόσο ευχαριστιέται το ντερλίκωμά του.
Αλλά λέγαμε για τη Γερμανία. Τι θα γίνει τώρα; Τι να γίνει; Δεν μπορεί να μην έχετε δει τα Κόκκινα Φανάρια. Εκεί η μαντάμ έλεγε στις κοπέλες, κορίτσια, στη δουλειά μας εμείς.
Στη δουλειά μας λοιπόν. Κι αφήστε τους γερμανούς να βγάλουν άκρη μόνοι. Θα τα καταφέρουν, μάλλον. Και το ξέρουν. Κι αυτό είναι το πιο εκνευριστικό.
Κωνσταντίνος Μάγνης
Πηγή:http://www.pelop.gr/