Έχοντας παρακολουθήσει τη συνέντευξη του απερχόμενου Γερμανού υπουργού οικονομικών, στο τέλος της μου είχε μείνει μια πικρή γεύση στο στόμα. Δεν ήταν τόσο το ότι ο Τεύτονας παρέμεινε άτεγκτος και σταθερός στις γνωστές θέσεις του. Πράγμα που πολλοί το ερμήνευαν και το ερμηνεύουν σαν μια τιμωρητική τακτική η οποία υποκινείται από μια προσωπική μεταφυσική ενός ακινητοποιημένου ανθρώπου με καλβινιστική-θεολογική σχεδόν προσέγγιση ορισμένων πραγμάτων, απέναντι σε ένα χαρούμενο «λαό»(!). Τον οποίο, σύμφωνα με τα επικρατούντα λαϊκά αφηγήματα, οι βόρειοι δήμιοι του , δεν τον αφήνουν να χαίρεται τον έρωτα και το τσίπουρο πλατσουρίζοντας στα γαλανά νερά του Αιγαίου.
Δεν ήταν το ότι ο ίδιος ο Σόιμπλε έχει αποδείξει ότι με χειρουργική ακρίβεια, προσήλωση και σταθερότητα επέμενε στις θέσεις του. Και ότι δεν χαμπαριάζει χαρακτηριστικά από επιθέσεις φιλίας ή εκδηλώσεις εχθρότητας όπως οι υστερίες της εντός και εκτός αενάως ακκιζόμενης ατρίχου ομιλούσας κεφαλής («ένας φαλάκρας απέξω κι’ από μέσα» που θα έλεγε και ο Διονύσης Σαββόπουλος) που παρίστανε τον υπουργό οικονομικών στην πλέον ζημιογόνα περίοδο της Ελληνικής ιστορίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.
Δεν ήταν ούτε το ότι, κατά τη γνώμη μου, έδωσε λιγότερα εύσημα στους Σαμαρά και Βενιζέλο από όσα τους αναλογούσαν, ενώ έδωσε περισσότερα στον κ. Τσίπρα, άσχετα αν τελικά τον καυτηρίασε περισσότερο όσον αφορά τις ανεκπλήρωτες προεκλογικές του υποσχέσεις.
Όπου ο τωρινός πρωθυπουργός φαίνεται πως σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τους «προηγούμενους», σύρεται εκών-άκων στην υλοποίηση μεταρρυθμίσεων τις οποίες ούτε πιστεύει αλλά τις ακολουθεί, γνωρίζοντας ότι ελέω συγκυρίας έτσι μόνο μπορεί να επιβιώσει, ενώ πλέον οποιαδήποτε άλλη σκέψη θα κατέληγε σε αυτό που ο κατά τα άλλα «σοφός λαός μας» ονομάζει με μια λέξη: «Γουδί».
Όσο και να σκούζουν οι ανθυπολοχαγοί, και όσο και να ανακαλύπτονται ενορατικά αρχαίοι ναοί και δάση κάτω από τα τσιμέντα των διαδρόμων προσγείωσης και των χώρων στάθμευσης των αεροσκαφών του έρημου πρώην αεροδρομίου Ελληνικού.
Είναι το ότι τελικά, ένας άνθρωπος ακινητοποιημένος σε χειρότερη μοίρα από τη συντριπτική πλειοψηφία των υπολοίπων, κατόρθωνε να εμφανίζεται τόσο συγκροτημένος, με τόση συνοχή και αρχή, μέση και τέλος στην ύφανση των συνειρμών του, που λίγο εκτός «Ελληνικής πραγματικότητας», υπερχειλιζουσών «φερορμονών», αδρεναλίνης μέσου ταξιτζή στην Αλεξάνδρας με την υπόκρουση Τράγκα, η ελαφράς μέθης μετά το τρίτο τσίπουρο (πάει πια το ουίσκι σαν εθνικό μας ποτό, όπως κάποτε…), σε πιάνει μια θλίψη.
Διότι επαληθεύεται ότι μπορεί ο στρυφνός Γυμνασιάρχης (μιλάμε για ιδέα, για ρόλο και όχι για πρόσωπα) να ήταν πάντοτε το κόκκινο πανί για τον εκάστοτε σχολικό καταληψία, πλην όμως αποδεικνύεται ότι σαν άνθρωπος, προσωπικότητα ήταν ανέκαθεν περισσότερο συγκροτημένος από όλα τα «δεκαπενταμελή» που θα καλείτο να αντιμετωπίσει με την παροιμιώδη αταραξία του, ερχόμενος αντιμέτωπος με τα αλλεπάλληλα κύματα των υπερκινητικών φασαριόζικων θερμοκέφαλων που κατά καιρούς αναφύονται από το σχολικό (ή το εκλογικό) νεοελληνικό περιβάλλον.
Και είναι ίσως αυτή η συγκρότηση σκέψης, αυτή η συνεκτική ύφανση των συνειρμών, αυτή η διαύγεια πνεύματος, αυτή η συνέπεια λόγων και έργων, έχει δεν έχει σε όλα δίκιο, που εκνευρίζει τους ανερμάτιστους και τρομάζει τους λίγους που αισθάνονται όμηροι σε μια χώρα στην οποία έβλεπαν το κακό να έρχεται.
Εκείνους που προειδοποίησαν εδώ και πολλά χρόνια με κάθε τρόπο αλλά δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν το μοιραίο και τώρα υφίστανται τις συνέπειες καταστάσεων σε βαθμό που δεν τους αναλογεί, ενώ μέσα τους, βαθιά μέσα τους πιστεύουν ότι αν η Ελλάδα είχε και αυτή ένα Σόιμπλε πρωθυπουργό κάποια στιγμή, ή έστω υπουργό οικονομικών, πολλά δεινά θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί.
Αλλά δυστυχώς, στην Ελλάδα ένας τέτοιος άνθρωπος δε θα κατόρθωνε να γίνει κάτι παραπάνω από ένας Γυμνασιάρχης.
ΚΚ2