Ἐπειδὴ πρέπει ὁ κόσμος νὰ ἀρχίσῃ νὰ ἀντιλαμβάνεται γρήγορα τὶς εἰδήσεις προπαγάνδας (νὰ μυρίζεται κατὰ τὴν λαϊκὴ ἔκφραση) καὶ νὰ ἀπομυθοποιῇ ἀμέσως τὰ δημοσιεύματα καὶ τὶς πηγές τους, εἶναι καλὸ νὰ ἑστιάσουμε λίγο στὸν τρόπο ποὺ γράφονται. Λέει λοιπὸν στὸ ἄρθρο του στὸ «Πρῶτο θέμα» ὁ ἐντεταλμένος ἀρθρογράφος τῶν 453 € μηνιαίως:
«… εἶχε ξανασκοτώσει διαρρήκτη τὸ 1996…»
Εἶναι ἀπόλυτα λογικὸ ὁτι ὅταν ἀπειλεῖται ἡ περιουσία σου καὶ ἡ ζωή σου θὰ πρέπῃ νὰ ἀμύνεσαι γιὰ τὴν ἀκεραιότητά σου. Αὐτὸ εἶναι φυσικὸς νόμος, δὲν εἶναι θέμα νομοθεσίας. Ἕνας στρατιώτης σέ μία μάχη τί θά ἔκανε; Ἐάν σκότωνε ἕναν ἀπό τούς ἐχθρούς θὰ ἔπρεπε μετά νά καταθέσῃ τά ὅπλα γιά νά μήν κατηγορηθῇ γιά δολοφονία κατά συῤῥοήν;
«…τιμωρός…»
Ἡ λέξις χρησιμοποιεῖται ἀντὶ τοῦ «ἀμυνόμενος» ἀπὸ ἐπανειλημμένες ἐπιθέσεις. Προσπαθοῦν νὰ τοῦ ἐπιῤῥίψουν τὴν εὐθύνη ὁτι πῆρε τὸν νόμο στὰ χέρια του, ποὺ εἶναι ἀπηγορευμένη ἔκφρασις στὰ ἀριστερίστικα καὶ τυραννικὰ καθεστῶτα
«…Νεκρὸς ἔπεσε τὰ ξημερώματα…»
Πρόκειται καὶ αὐτὸ γιὰ φυσικὸ νόμο. Οἱ νεκροὶ συνήθως πέφτουν καὶ δὲν αἰωροῦνται οὔτε περπατοῦν. Ἐδῶ ὁ συνειρμὸς ποὺ ἐπιχειρεῖ ὁ δημοσιογραφίσκος εἶναι νὰ φέρῃ στὸ μυαλὸ τῶν ἀναγνωστῶν τοὺς «πεσόντες σὲ ἐθνικὲς μάχες» οἱ ὁποίοι ἔχουν ἡρωποιηθῆ στὸ ὑποσυνείδητο τῶν ἀνθρώπων καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ ἐπιτύχῃ μίαν ὑποβόσκουσα σύνδεση τοῦ κακοποιοῦ μὲ τὸν ἡρωϊσμὸ τῶν πατριωτῶν. Συνεπῶς ὄχι μόνον νὰ ἀναιρέσῃ τὴν ἀρχικὴ πράξη του, τὴν ληστεία, ἀλλὰ νὰ τὸν χαρακτηρίσῃ καὶ ὥς ἀνωτέρα προσωπικότητα.
«Δράμα: 79χρονος σκότωσε διαρρήκτη χρυσοχοείου!»
Ἕνας ποταπὸς ἄνθρωπος βέβαια οὐδέποτε θὰ ἔχανε τὴν εὐκαιρία νὰ χρησιμοποιήσῃ τὸ ὄνομα τῆς πόλεως σὰν ἔμμεσο τρόπο νὰ ὑποδηλώσῃ ὁτι ἐπρόκειτο γιὰ «ἀνθρώπινο δράμα» ὁ θάνατος τοῦ κακοποιοῦ ποὺ ἐπεχείρησε νὰ βλάψῃ ἕναν νομοταγὴ πολίτη ποὺ προσπαθεῖ νὰ ζήσῃ τὴν οἰκογένειά του μὲ ἕνα κατάστημα, στὸ ὁποῖο, τοῦ ἐπιτίθεται τὸ κράτος μὲ παραλόγους φόρους καὶ οἱ ληστές, τοὺς ὁποίους ὑποστηρίζει τὸ κράτος καὶ συστημικὲς ἱστοσελίδες ὅπως τὸ «Πρῶτο Θέμα»
«…ἕνας ἄνδρας ποὺ προσπαθοῦσε νὰ διαρρήξει…»
Ἡ ἔκφραση θὰ ἔπρεπε νὰ ἦταν: «ἕνας κακοποιὸς ποὺ παρεβίασε τὴν ἀσφάλεια τοῦ κοσμηματοπωλείου», ἀλλὰ ὁ χαμαιρπὴς ἀρθρογράφος χρησιμοποιεῖ τὶς λέξεις:
- «ἄνδρας» πρὸ κειμένου νὰ δημιουργήσῃ συνειρμὸ ἀπωλείας ἑνὸς ὑγειοῦς ἀρσενικοῦ πού, ἐνῷ θὰ ἀποτελοῦσε ἕνα εὔρωστο μέλος τῆς κοινωνίας, τώρα πιὰ χάθηκε καὶ ἔτσι ζημιώνεται ἡ κοινωνία καὶ γενικώτερα ἡ ἀνθρωπότης.
- «προσπαθοῦσε» ἀντὶ γιὰ τὴν λέξη παρεβίαζε, ἀλλὰ στὸ ὑποσυνείδητο τῶν ἀνθρώπων ἡ λέξις μεταφράζεται σὰν μία καλὴ ἐνέργεια ὅπως εἶναι ἡ προσπάθεια ἢ γίνεται ἀπὸ κάποιον ποὺ ἔχει κάποιαν ἀνάγκη, ὁπότε ἄνθρωπος σὲ ἀνάγκη, εἶναι ὅπως ἕνας ἄῤῥωστος ποὺ χρήζει περιθάλψεως, συνεπῶς σεβαστὸς διότι παλεύει μὲ λιγώτερα μέσα ἀπὸ ὅ,τι οἱ συνάνθρωποί του ποὺ εἶναι ὑγειεῖς.
- «… τὸν στόχευσε μὲ πυροβόλο ὅπλο καὶ τὸν σκότωσε…». Εἶναι φυσικὴ ἐνέργεια, συνήθως ὅταν κάποιος πυροβολῇ στοχεύει ἀλλὰ δὲν γνωρίζει ἐὰν ἐπιτύχῃ τὸν στόχο του, ἐὰν τραυματίσῃ ἢ σκοτώσῃ, ἀλλὰ δὲν ἀποδεικνύει τὴν πρόθεση, ἡ ὀποία δὲν ἀναφέρεται ἐπιμελῶς ἡ ὁποία κάλλιστα μπορεῖ νὰ ἦταν «νὰ ἐκφοβίσῃ» τὸν κακοποιό. Ἡ πρότασις τοῦ εὐτελοῦς γράφοντος, μὲ τὸν τρόπο ποὺ διατυπώνεται, προσπαθεῖ νὰ στοιχειοθετήσῃ προμελέτη καὶ πρόθεση.
- «… σωριάσθηκε νεκρὸς στὸ ἔδαφος…». Παρομοίως ἐπιχειρεῖται δημιουργία τραγικῆς εἰκόνος γιὰ τὴν ἐπίκληση συναισθηματικῆς ἀναστατώσεως στὸ ὑποσυνείδητο τῶν ἐλαφρῶς σκεπτομένων.
- «… εἶδαν τὸν ἡλικιωμένο νὰ κρατᾷ ἀκόμη τὸ ὅπλο…». Μὲ αὐτὴν τὴν πρόταση γίνεται προσπάθεια νὰ σχηματισθῇ σὲ βάρος τοῦ ἀμυνομένου καταστηματάρχου ἐντύπωσις ὁτι διακατέχεται ἀπὸ μῖσος, ἀφοῦ ὅπως θὰ περίμεναν οἱ ἀνεγκέφαλοι δημοσιογράφοι, ἔπρεπε νὰ πετάξῃ τὸ ὅπλο, νὰ πέσῃ στὰ γόνατα καὶ νὰ ἀρχίσῃ τὶς ἐπικλήσεις στὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἁγίους νὰ τὸν σώσουν ἀπὸ τὴν ἀποτρόπαια πράξη τῆς αὐτοαμύνης του.
- «… σχηματίζουν δικογραφία γιὰ ἀνθρωποκτονία ἀπὸ πρόθεση καὶ παράνομη ὁπλοχρησία…». Τὸ παράνομο κράτος ἀπεχθάνεται τοὺς ὑπηκόους ποὺ προσπαθοῦν νὰ βροῦν τὸ δίκαιόν τους καὶ ποινικοποιεῖ τὴν ὁπλοχρησία τῶν νοικοκυραίων ἀλλὰ σιωπᾶ γιὰ τὴν ὁπλοκατοχὴ καὶ ὁπλοχρησία τῶν κακοποιῶν. Ἡ ἀνθρωποκτονία ἀπὸ πρόθεση, προϋποθέτει κίνητρο, σχεδιασμὸ καὶ ἐκτέλεση, ἀλλὰ αὐτὰ συνοψίζονται πολὺ γρήγορα διότι οἱ ἀποδέκτες τῆς εἰδήσεως δὲν γνωρίζουν ἀπὸ νομικοὺς ὅρους καὶ παραμένουν στὴν λέξη «πρόθεση», τὴν ὁποία μὲ περισσὴ εὐχαρίστηση γράφει ὁ ὀσφυοκάμπτης δημοσιογράφος.
Τέλος, ὅταν αὐτὰ τὰ χαμαιρπὴ ὑποκείμενα τῆς δημοσιογραφίας ἀναφέρουν τὴν ἔκφραση «καραμέλα» : ἀναστατωμένη ἡ κοινὴ γνώμη ἢ ἔχει συκλονισθῆ τὸ πανελλήνιο» σκεφτεῖται ἁπλά:
Ποιούς ἐρώτησαν; Πῶς τὸ ξέρουν; Τί στατιστικές ἔχουν κάνη γιά νά τό λέν;
Καί…
…γιατί οὐδέποτε ἔχουν ἐρωτήση ἐσᾶς τούς ἰδίους, ἀλλά πάντοτε κάποιοι …ἄλλοι τό ἔχουν πῆ;