Το φόβητρο της επιβολής χρηματικών κυρώσεων όχι μόνο στις περιπτώσεις κακής εφαρμογής παραβίασης των κοινοτικών Οδηγιών, όπως ίσχυε μέχρι τώρα, αλλά και όταν τα κράτη – μέλη καθυστερούν πάνω από έναν χρόνο, να ενσωματώσουν στο εθνικό τους δίκαιο “έγκαιρα και ορθά” τις διατάξεις των Οδηγιών ενεργοποίησε από τις 19 Ιανουαρίου του 2017 η Κομισιόν.

Στην απόφασή της η Ε.Ε., έτσι όπως αποτυπώνεται στην ανακοίνωση C/2016/8600 υπό τον τίτλο «Καλύτερα αποτελέσματα, μέσω της καλύτερης εφαρμογής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης», καθιστά σαφές ότι αν εκπνεύσει η ημερομηνία εναρμόνισης που προβλέπει κάθε Οδηγία, η Κομισιόν καταθέτει προσφυγή εναντίον του κράτους – μέλους στο δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνοδεία πρότασης για επιβολή σωρευτικά δύο ειδών προστίμων, ανάλογων με αυτά που επιβάλλονται όταν τα κράτη – μέλη δεν συμμορφώνονται με την πρωτόδικη απόφαση του δικαστηρίου και το ύψος τους προσδιορίζεται επακριβώς στη δεύτερη καταδίκη.

Το ένα, εφάπαξ χρηματικό ποσό, το οποίο υπολογίζεται από την ημερομηνία παρέλευσης της προθεσμίας ενσωμάτωσης και σύμφωνα με κριτήρια όπως η διάρκεια της παράβασης, η σοβαρότητα της υπόθεσης, η οικονομική κατάσταση του παραβατικού κράτους – μέλους. Το άλλο, εν ήδη ημερήσιου χρηματικού προστίμου, το οποίο μετράει από την ημέρα έκδοσης της απόφασης του δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την οποία αναγνωρίζει την παράλειψη από το κράτος να εκπληρώσει την υποχρέωση κοινοποίησης των μέτρων μεταφοράς της Οδηγίας έως την πλήρη συμμόρφωση.

Έως τώρα, η πρακτική της Επιτροπής στις προσφυγές ήταν βάσει του άρθρου 260 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως προβλέφθηκε από τη Συνθήκη της Λισσαβώνας για επιβολή χρηματικής ποινής με την πρώτη καταδίκη, εφόσον το κρίνει πρόσφορο, επιλεκτικά να προτείνει σε μια υπόθεση σωρευτικά δύο χρηματικές ποινές.

H “προστιματική” διαδικασία

Με την Ανακοίνωση 8600, η επιβολή των δύο ποινών θεωρείται αναγκαία και επιβεβλημένη. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά σε αυτήν «η Επιτροπή θα διερευνά κατά προτεραιότητα τις υποθέσεις στις οποίες τα κράτη – μέλη παρέλειψαν να ανακοινώσουν μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο ή στις οποίες τα εν λόγω μέτρα έχουν οδηγήσει στην πλημμελή μεταφορά Οδηγιών». Παρακάτω εξειδικεύει, επισημαίνοντας πως «η Επιτροπή θεωρεί ιδιαίτερα σημαντική την έγκαιρη μεταφορά των Οδηγιών. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή από την πλευρά της έχει ορίσει ως στόχο να προσφεύγει στο δικαστήριο επί παραβάσει εντός 12 μηνών εάν η Οδηγία εξακολουθεί να μην έχει μεταφερθεί. Λόγω της προτεραιότητας που δίνει η Επιτροπή στη διασφάλιση της έγκαιρης ανακοίνωσης των μέτρων μεταφοράς στο Εθνικό Δίκαιο, σκοπεύει να αξιοποιήσει πλήρως τις δυνατότητες που προβλέπονται στο άρθρο 269 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ για την ενίσχυση της προσέγγισής της όσον αφορά τις κυρώσεις σε τέτοιου είδους υποθέσεις». Όπως καταδεικνύει η φετινή ετήσια έκθεση για τον Έλεγχο Εφαρμογής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2016, η οποία δημοσιοποιήθηκε στις 6 Ιουλίου φέτος, ο αριθμός νέων διαδικασιών επί παραβάσει λόγω καθυστερημένης μεταφοράς σχεδόν διπλασιάστηκε (847 υποθέσεις) σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά (543 υποθέσεις). Η Επιτροπή κίνησε νέες διαδικασίες επί παραβάσει κατά της πλειονότητας των κρατών – μελών.

Εγχώριες… εκκρεμότητες

Στα καθ’ ημάς, το θέμα των ανοιχτών υποθέσεων εναρμόνισης με την κοινοτική νομοθεσία συζητήθηκε εκτενώς προ ημερών σε ευρεία σύσκεψη στο υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο ανέλαβε τη σχετική πρωτοβουλία, και συμμετείχαν εκπρόσωποι έξι υπουργείων με εκκρεμότητες εκπρόθεσμης μεταφοράς κοινοτικών Οδηγιών στο εθνικό δίκαιο. Ο αριθμός των προς εναρμόνιση Οδηγιών σε όλους τους τομείς ανέρχεται σε 11. Στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας εκκρεμεί η εναρμόνιση τριών Οδηγιών.

Η πρώτη αφορά την Οδηγία 2014/52 περί τροποποίησης της προγενέστερης Οδηγίας 2011/92 σχετικά με την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον, η οποία υιοθετήθηκε τον Απρίλιο του 2014 και η υποχρέωση να τεθεί σε ισχύ με «τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις» ήταν έως τις 16 Μαΐου, ενώ έχει σταλεί προειδοποιητική επιστολή. Από το ΥΠΕΝ εκτιμούν πως σύντομα θα γίνει η συμμόρφωση μέσω σχεδίου Κοινής Υπουργικής Απόφασης, ενώ θεωρούν ότι μεγάλο κομμάτι των απαιτήσεων της νέας Οδηγίας καλύπτεται από το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο.

Η δεύτερη Οδηγία 2014/89 περί «θεσπίσεως πλαισίου για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό» εκδόθηκε στις 23 Ιουλίου 2014 και η προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο έχει εκπνεύσει από τις 18 Σεπτεμβρίου του 2016. Το ΥΠΕΝ τον περασμένο Νοέμβριο έδωσε προς διαβούλευση σχέδιο νόμου σε εναρμόνιση με την εν λόγω Οδηγία. Η διαβούλευση επ’ αυτού έχει ολοκληρωθεί στις 28 του ιδίου μήνα. Έχει σταλεί και αιτιολογημένη γνώμη (το τελευταίο βήμα πριν από την απόφαση της Κομισιόν για προσφυγή στο δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης), ενώ πληροφορίες από το ΥΠΕΝ αναφέρουν ότι επίκειται το συντομότερο η κατάθεση του νομοσχεδίου στη Βουλή.

Η τρίτη Οδηγία 2015/652 αφορά τον καθορισμό των μεθόδων υπολογισμού και των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων σύμφωνα με την Οδηγία 98/70 σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ. Η εν λόγω Οδηγία που συνδέεται με περιορισμούς στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου για καύσιμα που χρησιμοποιούνται στην κίνηση διαφόρων οχημάτων, γεωργικών ελκυστήρων κ.λπ., δημοσιεύτηκε στις 20 Απριλίου του 2015 με καταληκτική ημερομηνία μεταφοράς την 21η Απριλίου φέτος. Έχει ξεκινήσει και γι’ αυτήν η διαδικασία επί παραβάσει μέσω προειδοποιητικής επιστολής.

Πηγή