Γράφει ο Ceteris Paribus

Είναι πλέον πασιφανές: τίποτε δεν μπορεί να ανατρέψει το πολιτικό «deal» των δανειστών με τον Αλέξη Τσίπρα για «καθαρή έξοδο από τα μνημόνια» – εξαιρουμένων πολύ απροσδόκητων εσωτερικών ή διεθνών εξελίξεων. Ασφαλώς θα υπάρξουν (εκεί, κατά τον Μάιο – Ιούνιο…) οι απαραίτητες δόσεις σασπένς και δραματοποιήσεων για να αφομοιωθεί καλύτερα από το… φιλοθέαμον κοινό το τελικό «πακέτο» της συμφωνίας, αλλά η πορεία είναι προδιαγεγραμμένη…     

Οι εξελίξεις βρίθουν πλέον ισχυρών αποχρωσών ενδείξεων. Μόλις χθες, ο πρόεδρος της ΝΔΕ κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, από το βήμα των εργασιών της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στο Στρασβούργο, προέβη στη γνωστή πλην καθόλου συνηθισμένη δήλωση ότι «η λιτότητα έχει παρατραβήξει στη χώρα». Μέχρι τώρα, η βασική έννοια που χρησιμοποιούσε στις αντιπολιτευτικές του δηλώσεις ήταν η υπερφορολόγηση, τώρα η έννοια αυτή συμπληρώνεται, παρατιθέμενη δίπλα-δίπλα, με την έννοια της λιτότητας. Η λιτότητα έχει πιο συνολικό περιεχόμενο και αφορά, πέραν των φόρων, ζητήματα όπως οι μισθοί, οι συντάξεις και οι κοινωνικές δαπάνες.
Βεβαίως, καθείς μπορεί να χρησιμοποιεί τις λέξεις δίνοντάς τους το δικό του περιεχόμενο, αλλά η λέξη «λιτότητα» έχει αυτή τη συνολικότερη φόρτιση και σηματοδοτεί μετατόπιση του αντιπολιτευτικού λόγου, ενδεχομένως και του ιδεολογικού προφίλ του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι είναι ένας προπαγανδιστικός τακτικισμός, που αποσκοπεί στο να θωρακίσει τη ΝΔ απέναντι στις κατηγορίες του κυβερνώντος κόμματος ότι ενδιαφέρεται μόνον να φοροελαφρύνει τις επιχειρήσεις και αδιαφορεί για τα βάσανα του λαού. Ακόμη όμως και αν είναι έτσι, η αναφορά στη λιτότητα έχει νόημα μόνο αν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εκτιμά πως βαδίζουμε σε μια «μεταμνημονιακή κανονικότητα» (έχω γράψει για το νόημα αυτών των όρων αρκετά, ώστε να μην κινδυνεύω να παρεξηγηθώ).

Πράγματι, βαδίζοντας προς την «καθαρή έξοδο», ο πολιτικός-προπαγανδιστικός και ιδεολογικός άξονας θα μετατοπιστεί. Έχοντας κλείσει το ζήτημα ποιος θα οδηγήσει τη χώρα έξω από τον κύκλο των μνημονίων, θα ανοίξει ένα νέο: ποιος είναι ο «καταλληλότερος» για να οδηγήσει τη χώρα στη μεταμνημονιακή εποχή, που μεταφράζεται σε δύο βασικά πράγματα: Σχέδιο για την ανάπτυξη και άρση των κοινωνικών αδικιών της μνημονιακής περιόδου – εξ ου και η αναφορά στη λιτότητα.

Ανάλογου στίγματος ήταν και οι πρόσφατες δηλώσεις της κ. Γεννηματά, η οποία -εκτός συγκλονιστικού απροόπτου- θα αναδειχθεί την προσεχή Κυριακή αρχηγός της Δημοκρατικής Συμπαράταξης.

Η αντιπολίτευση, λοιπόν, εκτιμά, παραδέχεται και εντάσσει στον πολιτικό της λόγο το προδιαγεγραμμένο της «καθαρής εξόδου».

 

«Καταλληλότερος» για ποιο πράγμα;

 

Για τους δανειστές, λοιπόν, ο Αλέξης Τσίπρας είναι ο «καταλληλότερος». Όχι βέβαια γενικώς, αλλά ειδικώς: για την ολοκλήρωση του μνημονιακού πρότζεκτ και να καθοριστούν οι συντεταγμένες της μετάβασης στη «μεταμνημονιακή» εποχή. Αν υπήρχαν κάποιες έστω αμφιβολίες γι’ αυτό, η πανηγυρική ανακοίνωση από τον ίδιο τον πρωθυπουργό -εν είδει διαγγέλματος- της διανομής του υπερ-πλεονάσματος με τη μορφή «κοινωνικού μερίσματος» τις διέλυσε οριστικά. Σε αντίθεση με πέρυσι, είναι πασιφανές πως φέτος αυτές οι ανακοινώσεις έγιναν όχι μόνο με τη γνώση αλλά και με τη συναίνεση των δανειστών. Και ασφαλώς έχουν τη διάσταση της συνειδητής πολιτικής στήριξης στον κ. Τσίπρα.

Ωστόσο, θα ήταν μεγάλο λάθος να θεωρηθεί πως οι δανειστές θεωρούν τον κ. Τσίπρα ηγέτη μακράς πνοής. Απλώς, αφού άντεξε να φτάσει ως τη στιγμή της μετάβασης στη μεταμνημονιακή εποχή, αφού άντεξε να αφομοιώσει μια θεαματική πολιτική μετατόπιση από το αντιμνημόνιο, στο 70% μνημόνιο του κ. Βαρουφάκη και στη συνέχεια στο… 120% μνημόνιο, και αφού τα κατάφερε όλα αυτά χωρίς να «ανοίξει μύτη», οι δανειστές αποφάσισαν ότι πληροί και με το παραπάνω τις προϋποθέσεις να ολοκληρώσει τη μεταβατική φάση προς τη «μεταμνημονιακή» περίοδο χωρίς κοινωνικές αντιδράσεις. Γι’ αυτούς, αυτή είναι η απόλυτη προτεραιότητα της στιγμής – για τη συνέχεια, ισχύει το «βλέποντας και κάνοντας».

 

Στήριξη για να αντέξει

 

Η καταφανής πολιτική στήριξη των δανειστών στον Αλέξη Τσίπρα δεν έχει την έννοια δώρου, αλλά… αντίδωρου: παρέχεται για να αντέξει την πολιτική φθορά από τις δοκιμασίες που θα περιλαμβάνει το «πακέτο» της μετάβασης.

Οι βασικές εξ αυτών θα είναι τρεις:

Πρώτο, η άρση της προστασίας της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς.

Αντί για προστασία της πρώτης κατοικίας, η κυβέρνηση θα κληθεί, εντός των επόμενων κιόλας εβδομάδων, να προστατεύσει τους… πλειστηριασμούς – μια σκληρή πολιτική δοκιμασία για το κυβερνών κόμμα.

Δεύτερο, το νέο «πακέτο» μεταρρυθμίσεων.

Ακόμη και οι πλέον φίλα προσκείμενοι στην κυβέρνηση εκ των δανειστών δηλώνουν ότι η Ελλάδα «έχει ακόμη πολλή δουλειά να κάνει». Δεν εννοούν μόνο την υλοποίηση όσων έχουν ήδη συμφωνηθεί, αλλά και πρόσθετα μέτρα – έστω και αν έχουν έμμεσο και όχι άμεσο δημοσιονομικό χαρακτήρα. Θα πρόκειται επίσης για μια σκληρή δοκιμασία για το κυβερνών κόμμα.

Τρίτο, την παραπομπή της ελάφρυνσης του χρέους στις ελληνικές… μεταρρυθμιστικές καλένδες.

Η φόρμουλα που συζητείται για μέτρα ελάφρυνσης του χρέους ανάλογα με την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων (των ήδη ψηφισθέντων και όσων θα ψηφιστούν στο πλαίσιο του «πακέτου μετάβασης») δεν αποκλείεται να συνδυαστεί με τη γαλλική «ιδέα» της ρήτρας ανάπτυξης. Σε κάθε περίπτωση, η φόρμουλα θα είναι αρκετά αλγεβρική, ώστε οι δανειστές να έχουν τη διακριτική ευχέρεια να την εφαρμόσουν κατά το δοκούν και μόνο αν η κατάσταση φτάσει στο απροχώρητο. Η κυβέρνηση -όπως και οι δανειστές- θα προσπαθήσει να θολώσει τα νερά, αλλά το κλίμα γι’ αυτήν θα είναι βαρύ…

Τέταρτο, την αναδόμηση του μηχανισμού της επιτήρησης.

Θα ήταν ασύγγνωστη αφέλεια να πιστέψουμε ότι οι δανειστές θα αφήσουν το μάνατζμεντ της μεταμνημονιακής Ελλάδας στην καλή διάθεση της Κομισιόν. Οι αγορές θέλουν να δουν επ’ αυτού στιβαρές ρυθμίσεις, αλλιώς δεν θα δώσουν λογικά επιτόκια – και είναι σίγουρο ότι θέλουν ένα αυστηρό πλαίσιο επιτήρησης.

Η πολιτική στήριξη στον Αλέξη Τσίπρα είναι λοιπόν στήριξη για να αντέξει το «πακέτο μετάβασης» – και ως εκεί. Από κει και πέρα, το μήνυμα των δανειστών είναι… «καλή τύχη»!

Ούτε αυτό όμως σημαίνει ότι ύστερα από τον Αύγουστο του 2018 ο Αλέξης Τσίπρας έχει την πολυτέλεια να διαχειριστεί την πολιτική του τύχη κατά το δοκούν. Οι δανειστές έχουν θέσει και έναν επιπλέον όρο: όχι πρόωρες εκλογές.

Ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει ότι προορίζεται να βγάλει τη «βρόμικη δουλειά» και ύστερα να αντιμετωπίσει τους «δαίμονές» του, γι’ αυτό ο «κίνδυνος» πρόωρων εκλογών προέρχεται απ’ αυτόν κι όχι από τον Μητσοτάκη – αυτό εννοούσε ο Ντάισελμπλουμ με εκείνες τις δηλώσεις του ότι είναι καλύτερα να αφήσουμε τις εκλογές για το 2019: θα σε στηρίξουμε, αρκεί να μην κάνεις απονενοημένο διάβημα με πρόωρες εκλογές… (Επιμένω… υπερηφάνως σε αυτή την… αιρετική ερμηνεία των δηλώσεων Ντάισελμπλουμ)

Από την άλλη, το πλέον επισφαλές στοιχείο αυτού του πολιτικού deal είναι οι πρόωρες εκλογές – απλούστατα, αν ο κ. Τσίπρας κρίνει ότι η πολιτική του επιβίωση απαιτεί να τις κάνει, μπορεί να «σπάσει» τη συμφωνία…

Από δω και πέρα όμως μπαίνουμε στα χωράφια άλλου άρθρου…

ΠΗΓΗ