Στην εποχή μας το 2% των κατοίκων της Γης κατέχουν πάνω από το 50% του πλούτου της. Αν φθάσαμε σήμερα σε αυτό το σημείο ανισότητας, αυτό οφείλεται στο ότι το πρόβλημα έχει βαθιές ρίζες στα προϊστορικά χρόνια, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική έρευνα.
Η μελέτη -η μεγαλύτερη του είδους της μέχρι σήμερα- δείχνει ότι η εξημέρωση των ζώων (κτηνοτροφία) και των φυτών (γεωργία), καθώς επίσης η ανάπτυξη πολύπλοκων και ολοένα πιο συγκεντρωτικών και ιεραρχικών πολιτικοκοινωνικών συστημάτων, υπήρξαν οι καθοριστικοί παράγοντες για τη σταδιακή διεύρυνση των ανισοτήτων στην κοινωνία. Τρία είναι τα βασικά συμπεράσματα από τη νέα έρευνα:
Πρώτον, ότι οι κινητικές κοινωνίες των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών που προηγήθηκαν, ήσαν πολύ λιγότερο άνισες από τις κατοπινές στατικές και ιεραρχικές αγροτικές κοινωνίες. Δεύτερον, ότι από τις γεωργικές κοινωνίες, εκείνες στην Ευρασία ήσαν πιο άνισες από ό,τι οι αντίστοιχες στην προϊστορική Αμερική. Τρίτον, ότι ακόμη και οι πιο άνισες προϊστορικές κοινωνίες είχαν μικρότερη ανισότητα από ό,τι οι περισσότερες σημερινές ανεπτυγμένες χώρες, με χαρακτηριστικότερη περίπτωση ανισότητας τις ΗΠΑ. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή εξελικτικής ανθρωπολογίας και αρχαιολογίας Τίμοθι Κόλερ του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Nature”, ανέλυσαν στοιχεία από 63 αρχαιολογικές τοποθεσίες ανά τον κόσμο, που καλύπτουν μια περίοδο περίπου 11.000 ετών.
Οι επιστήμονες βάσισαν τις εκτιμήσεις τους περί ανισότητας στη σύγκριση του μεγέθους χιλιάδων σπιτιών από διάφορες περιοχές και εποχές, υπολογίζοντας για κάθε μία ένα συντελεστή ανισότητας Gini. Ο δείκτης αυτός κυμαίνεται από το 0 (πλήρης ισότητα-όλοι έχουν τον ίδιο πλούτο) έως το 1 (πλήρης ανισότητα-συγκέντρωση πλούτου σε ένα μόνο άτομο). Διαπιστώθηκε ότι μια τυπική προαγροτική κοινωνία κυνηγών-τροφοσυλλεκτών είχε μέσο δείκτη Gini 0,17, δηλαδή μικρή ανισότητα.
Η κινητικότητά τους καθιστούσε δύσκολη τη συγκέντρωση του πλούτου και την κληροδότησή του στις επόμενες γενιές. Οι πρώιμες αγροτικές κοινωνίες μικρής έντασης και κλίμακας είχαν μεγαλύτερο μέσο δείκτη ανισότητας 0,27. Με το πέρασμα του χρόνου, μετά από περίπου 2.500 χρόνια γεωργίας, οι μεγαλύτερης κλίμακας και μεγαλύτερης έντασης γεωργο-κτηνοτροφικές κοινωνίες είχαν αυξήσει το μέσο δείκτη ανισότητας Gini σε 0,35.
Προς έκπληξη των ερευνητών, στη συνέχεια η ανισότητα συνέχισε να αυξάνει στον Παλαιό Κόσμο (Αίγυπτο, Μέση Ανατολή, Μεσοποταμία, Ευρώπη, Κίνα και λοιπή Ασία), φθάνοντας σε συντελεστή ανισότητας σχεδόν 0,6. Από την άλλη, η ανισότητα έμεινε στάσιμη στο Νέο Κόσμο (Βόρεια, Κεντρική και Νότια Αμερική) στο 0,35.
Εν μέρει αυτό αποδίδεται στο ότι οι ευρασιατικές κοινωνίες – αντίθετα με τις αρχαίες αμερικανικές που βασίζονταν στην ανθρώπινη εργασία κατά κύριο λόγο- κατάφεραν να εξημερώσουν και να αξιοποιήσουν (στις γεωργικές καλλιέργειες, στις μεταφορές, στον πόλεμο κ.α.) τη δύναμη των μεγάλων ζώων όπως τα άλογα, οι χοίροι, οι αγελάδες και οι βούβαλοι. Το αποτέλεσμα ήταν οι αγρότες του Παλαιού Κόσμου να γίνουν πιο παραγωγικοί, πιο πλούσιοι και τελικά πιο κατακτητικοί – πράγμα που διεύρυνε περαιτέρω τα πλούτη και τις ανισότητές τους.
Η μελέτη επισημαίνει ότι στην πορεία των αιώνων η ανισότητα «δούλεψε» με διπλό τρόπο: αύξανε τον πλούτο των ήδη πλουσίων και ισχυρών και, από την άλλη, αφαιρούσε γη και πλούτη από τους μη προνομιούχους, που γίνονταν ακόμη φτωχότεροι.
Η ανακάλυψη της μεταλλουργίας και η ανάπτυξη μιας ελίτ έφιππων πολεμιστών οδήγησε σε περαιτέρω αύξηση της ανισότητας στην Ευρασία. Τόσο άνισες κάποτε όσο η σύγχρονη Ελλάδα
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι ο υψηλότερος δείκτης ανισότητας Gini στον αρχαίο κόσμο ήταν 0,59, δηλαδή -όπως επισημαίνουν- περίπου στα σημερινά επίπεδα της Ελλάδας (0,56) και της Ισπανίας (0,58), αλλά σαφώς χαμηλότερα από τη σημερινή ανισότητα σε άλλες μεγάλες χώρες όπως η Κίνα (0,73) και κυρίως οι ΗΠΑ (τουλάχιστον 0,80), όπου η ανισότητα είναι πιθανότατα η μεγαλύτερη σε ανεπτυγμένη χώρα.
«Η ανισότητα έχει πολλές αδιόρατες και δυνητικά καταστροφικές επιπτώσεις στις κοινωνίες», προειδοποίησε ο Κόλερ και επεσήμανε ότι η νέα έρευνα έχει ένα «μήνυμα» για τις σημερινές κοινωνίες ανισότητας, οι οποίες απειλούνται με μεγάλες εντάσεις ή και κατάρρευση.
Κοινωνίες με μεγάλη ανισότητα έχουν μικρή κοινωνική κινητικότητα προς τα πάνω. Είναι ανησυχητικό, όπως είπε ο Κόλερ, ότι στις ΗΠΑ η ανοδική κοινωνική κινητικότητα έχει μειωθεί από 90% για τη γενιά που γεννήθηκε το 1940, σε 50% για τα παιδια που γεννήθηκαν στη δεκαετία του 1980, κάτι που εξασθενεί την αίγλη του περίφημου «αμερικανικού ονείρου» για τη «γη των ευκαιριών».
Άλλες μελέτες έχουν βρει ότι οι πολύ άνισες κοινωνίες τείνουν να έχουν χειρότερη υγεία και μικρότερο προσδόκιμο ζωής, καθώς επίσης μικρότερο βαθμό κοινωνικής εμπιστοσύνης και αλληλεγγύης. «Δεν βοηθάμε τους εαυτούς μας με το να είμαστε τόσο άνισοι» τόνισε ο Κόλερ.
Η ιστορία έχει διδάξει ότι στο παρελθόν η ανισότητα μειώθηκε δύσκολα, συνήθως μέσω επιδημιών, επαναστάσεων, μεγάλων πολέμων ή καταρρεύσεων κρατών.

ΠΗΓΗ