Ουμπέρτο Έκο – Υπεράσπιση της μαζικής κουλτούρας
Το κείμενο αποτελεί κεφάλαιο του βιβλίου Κήνσορες και θεράποντες. Είναι η συνέχεια/αντίλογος στο κεφάλαιο Το κατηγορητήριο της μαζικής κουλτούρας (διαβάστε το εδώ). Έχουν αφαιρεθεί οι βιβλιογραφικές υποσημειώσεις.
Υπεράσπιση της μαζικής κουλτούρας
του Ουμπέρτο Έκο
Κατ’ αρχήν, πρέπει να πούμε ότι ανάμεσα σ’ αυτούς που προασπίζονται την αξία της μαζικής παιδείας, υπάρχουν πολλοί που πραγματεύονται το θέμα απλουστευμένα, μέσα από το σύστημα, χωρίς καμιά προοπτική κριτικής, και δεν είναι σπάνιο να συνδέονται με τα συμφέροντα των παραγωγών. Μια τυπική περίπτωση είναι ο Έρνεστ Ντίχτερ που στο Strategia del desiderio αναπτύσσει μια παθιασμένη απολογία της διαφήμισης, βασισμένη στην αισιόδοξη «φιλοσοφία» της αύξησης των εμπειριών, που δεν είναι άλλο από την ιδεολογική μεταμφίεση μιας σαφούς οικονομικής δομής, η οποία στηρίζεται στην κατανάλωση για την κατανάλωση. Αντίθετα, σε άλλες περιπτώσεις, έχουμε μελετητές των ηθών, κοινωνιολόγους και κριτικούς, στους οποίους σίγουρα δεν μπορούμε να προσάψουμε την αισιοδοξία που τους επιτρέπει να βλέπουν μακρύτερα απ’ όσο οι αντίπαλοί τους «αποκαλυψιακοί».
Έστω και αν φανούμε επιφυλακτικοί μπροστά στη θέρμη του Ντέηβιντ Μάνινγκ Ουάιτ ή του Άρθουρ Σλέσιντζερ (που εμμένει στις θέσεις μιας μάλλον υπερβολικά διαφωτιστικής αναμόρφωσης), δεν μπορούμε να παραβλέψουμε πολλές από τις διαπιστώσεις του Τζίλμπερτ Σέλντες, του Ντάνιελ Μπελ, του Έντουαρντ Σιλς, του Έρικ Λάραμπη, του Τζωρτζ Φρήντμαν και άλλων. Έτσι, θα προσπαθήσουμε κι εδώ να επεξεργαστούμε έναν πίνακα των προτάσεων.
α. Η μαζική κουλτούρα δεν είναι χαρακτηριστική του καπιταλιστικού καθεστώτος. Αναπτύσσεται σε κοινωνίες όπου το σύνολο των πολιτών συμμετέχει με ίσα δικαιώματα στη δημόσια ζωή, στην κατανάλωση, στην απολαβή των επικοινωνιών• γεννιέται αναπόφευκτα σε κάθε κοινωνία βιομηχανικού τύπου. Κάθε φορά που μια ομάδα εξουσίας, μια ελεύθερη ένωση, ένας πολιτικός ή οικονομικός οργανισμός θέλει να επικοινωνήσει με το σύνολο των πολιτών μιας χώρας, οφείλει να παραβλέψει την ποικιλία των διανοητικών επιπέδων και να καταφύγει στους τρόπους επικοινωνίας των μαζών, οπότε υφίσταται τους αναπότρεπτους κανόνες της «προσαρμογής στον μέσο όρο». Η μαζική παιδεία είναι ίδιον μιας λαϊκής δημοκρατίας, όπως η Κίνα του Μάο, όπου η πολιτική πολεμική γίνεται με μεγάλα πανό και σκίτσα· όλη η καλλιτεχνική παιδεία της Σοβιετικής Ένωσης είναι τυπική μαζική παιδεία, με όλα τα ελαττώματά της, όπου συμπεριλαμβάνονται ο αισθητικός συντηρητισμός, η ταξινόμηση των προτιμήσεων σύμφωνα με τις μέσες προτιμήσεις, η άρνηση προτάσεων ύφους που δεν ανταποκρίνονται σε ό,τι ήδη περιμένει το κοινό, η πατριαρχική δομή στην κοινοποίηση των αξιών.
β. Η εξοβελιστέα μαζική κουλτούρα δεν έχει αντικαταστήσει κάποια μυστηριώδη ανώτερη παιδεία· απλώς, διαδόθηκε σε τεράστιες μάζες που άλλοτε δεν είχαν καμία πρόσβαση στα αγαθά της παιδείας. Η εις βάρος της ιστορικής συνείδησης πληθώρα πληροφοριών για το παρόν προσλαμβάνεται από ένα τμήμα της ανθρωπότητας που κάποτε δεν είχε πληροφορίες για το παρόν (επομένως βρισκόταν μακριά από μια υπεύθυνη εισδοχή στην κοινή ζωή) και δεν είχε το χάρισμα της ιστορικής συνείδησης, παρά μόνον με τη μορφή σκληρωτικών εννοιών σχετικά με κάποιες παραδοσιακές μυθολογίες.
Όταν αναλογιστούμε τον πολίτη μιας σύγχρονης χώρας που διαβάζει στο ίδιο περιοδικό ειδήσεις για κάποια σταρ και πληροφορίες για τον Μιχαήλ Άγγελο, δεν θα πρέπει να τον συγκρίνουμε με τον αρχαίο ανθρωπιστή που κινούνταν με σαφέστατη ευχέρεια στους διάφορους χώρους του επιστητού, αλλά με τον χειρώνακτα ή τον μικρό τεχνίτη των προηγούμενων αιώνων που ήταν αποκλεισμένοι από την απόλαυση των πολιτιστικών αγαθών. Αυτοί, ακόμη κι όταν μπορούσαν να δουν έργα ζωγραφικής στην εκκλησία ή τα δημόσια κτίρια, τα προσελάμβαναν το ίδιο επιφανειακά όσο και ο σύγχρονος αναγνώστης που ρίχνει μια αφηρημένη ματιά στην έγχρωμη αναπαραγωγή κάποιου περίφημου έργου και ενδιαφέρεται περισσότερο για τις ανεκδοτικές λεπτομέρειες παρά για τις περίπλοκες τυπικές αξίες. Επομένως, ο άνθρωπος που σφυρίζει Μπετόβεν, επειδή τον άκουσε στο ραδιόφωνο, είναι ήδη ένας άνθρωπος που έχει πλησιάσει τον Μπετόβεν, έστω και στο απλό επίπεδο της μελωδίας (και δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι ακόμα και εκεί καταδεικνύεται με τρόπο απλό η μορφολογική νομοτέλεια που κυριαρχεί σε όλα τα επίπεδα, στην αρμονία, την αντίστιξη κλπ., του συνολικού μουσικού του έργου), ενώ άλλοτε μια τέτοια εμπειρία ήταν αποκλειστικότητα των εύπορων τάξεων και είναι πολύ πιθανόν ότι ανάμεσα στους αντιπροσώπους τους υπήρχαν πολλοί που, υποκύπτοντας στο τελετουργικό της συναυλίας, προσελάμβαναν τη συμφωνική μουσική με τον ίδιο επιφανειακό τρόπο.
Προς τον σκοπό αυτό, παρατίθενται τα εντυπωσιακά μεγέθη που αποκτά η διάδοση της σοβαρής μουσικής στο ραδιόφωνο και τους δίσκους και αναρωτιόμαστε μήπως αυτή η συσσώρευση μουσικής πληροφόρησης δεν καταλήγει πολλές φορές σε ένα ισχυρό ερέθισμα για την απόκτηση αυθεντικών πολιτιστικών αγαθών (και πόσοι από μας δεν απέκτησαν κάποια μουσική μόρφωση ακριβώς μέσα απ’ το ερέθισμα των μαζικών καναλιών;).
γ. Είναι αλήθεια ότι τα mass media προτείνουν μαζικά και αδιάκριτα ποικίλα στοιχεία πληροφόρησης, όπου δεν διαχωρίζεται το αξιόλογο από το στοιχείο της απλής περιέργειας και ψυχαγωγίας• όμως, αν αρνηθούμε ότι αυτή η συσσώρευση πληροφόρησης μπορεί να καταλήξει σε μόρφωση, επιδεικνύουμε μια απαισιόδοξη αντίληψη για την ανθρώπινη φύση και θα πρέπει να πιστέψουμε ότι μια συσσώρευση ποσοτικών στοιχείων, που βομβαρδίζει με ερεθίσματα το μυαλό μεγάλου αριθμού ανθρώπων, μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να επιφέρει την ποιοτική μεταλλαγή. Αυτού του είδους οι απαντήσεις είναι εύστοχες, ακριβώς επειδή αποκαλύπτουν την αριστοκρατική ιδεολογία των επικριτών των mass media και αποδεικνύουν ότι είναι εξίσου επικίνδυνη με την ιδεολογία όσων οικτίρουν τους κατοίκους της κοιλάδας της Όσσολα, επειδή οι παλαιοπώλες τους πήραν την παλιά ξύλινη σκάφη και το τραπέζι και τους έδωσαν ένα άθλιο έπιπλο από αλουμίνιο και φορμάικα• χωρίς να σκέφτονται ότι αυτό το άθλιο έπιπλο, που μπορεί να πλένεται και είναι χυδαία χαρωπό, δίνει κάποιες δυνατότητες υγιεινής στα σπίτια, όπου το παλιό έπιπλο με το βαρύ και σαρακοφαγωμένο ξύλο δεν αποτελούσε καν ένδειξη εκλεπτυσμένου γούστου· και ότι η υπόληψη για τα παραδοσιακά αυτά έπιπλα είναι απλώς μια αισθητική διαστρέβλωση της δικής μας ευαισθησίας, η οποία θεωρεί πολύτιμη αντίκα αυτό που, χωρίς την εμφάνιση του τραπεζιού από φορμάικα, δεν θα ήταν παρά αξιοθρήνητο δείγμα καθημερινής φτώχειας.
δ. Στον αντίλογο ότι η μαζική κουλτούρα διαδίδει ακόμη και προϊόντα ψυχαγωγίας, τα οποία κανείς δεν θα τολμούσε να χαρακτηρίσει θετικά (ερωτικά κόμικς, τηλεοπτικές μεταδόσεις πυγμαχίας, τηλεκουίζ που επικαλούνται τα σαδιστικά ένστικτα του ευρέος κοινού), μπορούμε να απαντήσουμε ότι από γενέσεως κόσμου, τα πλήθη αρέσκονταν στα ιπποδρόμια· μοιάζει λοιπόν φυσικό, εφόσον άλλαξαν οι συνθήκες παραγωγής και διάδοσης, οι αγώνες των μονομάχων, οι μάχες με αρκούδες et similia[1] να αντικαταστάθηκαν από άλλες μορφές χαμηλής ψυχαγωγίας, που όλοι εξορκίζουμε αλλά που δεν θα έπρεπε να θεωρούμε ως ιδιαίτερο σημείο παρακμής των ηθών.
ε. Η δημιουργία ομοιογένειας των προτιμήσεων θα μπορούσε στο βάθος να συντελέσει στην εξαφάνιση ορισμένων κοινωνικών διαφορών και στην ενοποίηση των εθνικών ευαισθησιών και θα επιτελούσε μια λειτουργία αντιαποικιακής αποσυμφόρησης σε πολλά μέρη του κόσμου.
στ. Η εκλαΐκευση των εννοιών με τη μορφή digest λειτούργησε προφανώς ως ερέθισμα, εφόσον στην εποχή μας παρακολουθούμε το φαινόμενο της «επανάστασης των paperbacks» στην Αμερική, έχουμε δηλαδή τη διάδοση τεράστιων ποσοτήτων από αξιόλογα διανοητικά έργα σε ολοκληρωμένες εκδόσεις και πολύ χαμηλές τιμές.
ζ. Είναι αλήθεια ότι η διάδοση των πολιτιστικών αγαθών, έστω και αν πρόκειται για τα πιο αξιόλογα, όταν γίνεται εντατική, αμβλύνει τις προσληπτικές ικανότητες. Αυτό, όμως, είναι ένα φαινόμενο «ανάλωσης» της αισθητικής ή πολιτιστικής αξίας που είναι κοινό σε κάθε εποχή, παρ’ ότι σήμερα προσλαμβάνει μακροσκοπικές διαστάσεις. Ακόμη και τον περασμένο αιώνα, αυτοί που είχαν ακούσει πολλές φορές και κατ’ επανάληψη μια κάποια σύνθεση, κατέληγαν στο να συνηθίσει το αυτί τους να προσλαμβάνει σχηματικά και επιφανειακά. Κάθε εκδήλωση υφίσταται μια τέτοια «ανάλωση», όταν η κοινωνία κυριαρχείται από τη μαζική παιδεία· και η καλύτερη απόδειξη είναι ότι οι ίδιες οι επικρίσεις για τη μαζική παιδεία, όταν διαδίδονται με βιβλία μεγάλου αριθμού αντιτύπων, με εφημερίδες και περιοδικά, γίνονται τέλεια προϊόντα μιας μαζικής παιδείας, επαναλαμβάνονται σαν σλόγκαν, εμπορευματοποιούνται σαν καταναλωτικά αγαθά και ευκαιρίες για σνομπ διασκέδαση (όπως δυστυχώς μας αποδεικνύεται από πολλά εγχώρια επεισόδια επικρίσεων για τη δημοσιογραφική έλλειψη ήθους, οι οποίες γίνονται από τις στήλες των εφημερίδων).
η. Τα mass media προσφέρουν ένα συνονθύλευμα πληροφοριών και στοιχείων για το σύμπαν χωρίς να προτείνουν κριτήρια διάκρισης· όμως, τελικά ευαισθητοποιούν τον σύγχρονο άνθρωπο στην αντιμετώπιση του κόσμου· και πράγματι, μήπως οι μάζες που υφίστανται μια τέτοιου είδους πληροφόρηση δεν μας φαίνεται ότι είναι πιο ευαίσθητες και ότι συμμετέχουν περισσότερο στα κοινά, είτε για το καλό είτε για το κακό, από τις μάζες του παλιού καιρού, που αντιμετώπιζαν με παραδοσιακό δέος ένα σύστημα αμετάβλητων και αναμφισβήτητων αξιών; Αν η εποχή μας είναι εποχή μεγάλων ολοκληρωτικών παραλογισμών, άραγε δεν είναι και εποχή μεγάλων κοινωνικών αλλαγών και εθνικών αναγεννήσεων για τους υπανάπτυκτους λαούς; Σημείο, λοιπόν, ότι τα μεγάλα κανάλια της επικοινωνίας ναι μεν διοχετεύουν αδιάκριτες πληροφορίες, αλλά προκαλούν και πολιτιστικές αναταραχές κάποιας σημασίας.
θ. Τέλος, δεν είναι αλήθεια ότι τα μαζικά μέσα είναι συντηρητικά τόσο στο ύφος, όσο και στις αξίες. Εφόσον αποτελούν ένα σύνολο νέων τρόπων ομιλίας, έχουν εισαγάγει νέα ήθη στην ομιλία, νέες μορφές ύφους, νέα συστήματα αντίληψης (αρκεί να σκεφτούμε τον μηχανισμό της αντίληψης της εικόνας, τους νέους κανόνες του κινηματογράφου, της άμεσης μετάδοσης, των κόμικς, το δημοσιογραφικό ύφος…): καλώς ή κακώς, πρόκειται για μια ανανέωση στο ύφος που συχνά έχει συνεχείς επιπτώσεις στις λεγόμενες ανώτερες τέχνες και υποκινεί την ανάπτυξή τους.
[1] Et similia: Και παρεμφερή (Σ.τ.μ.).

http://eranistis.net/wordpress/2017/11/16/umberto-eco-mazikh-koultoura/