Η αλβανική κυβέρνηση έχει βρεθεί στη δίνη μεγάλων σκανδάλων διαπλοκής το τελευταίο διάστημα.

Κάθε φορά που πιέζεται, ο Αλβανός πρωθυπουργός Έντι Ράμα αναζητάει αμέσως καταφύγιο στη δοκιμασμένη συνταγή του αλυτρωτισμού, στρέφοντας πυρά και λάσπη κατά της Ελλάδας και της ελληνικής εθνικής μειονότητας.

Του το επιτρέπουν οι πελατειακές συνθήκες εντός των αλβανικών συνόρων, οι «ημέτεροι» που λυμαίνονται ελληνικές περιουσίες προσφέροντας ως αντάλλαγμα πολιτική στήριξη, αλλά και οι Τσάμηδες βουλευτές που προσφάτως ανταπέδωσαν στον Ράμα το «ρουσφέτι» ψηφίζοντας κατά της άρσης της ασυλίας του κατηγορούμενου για σχέσεις με ναρκέμπορους πρώην υπουργού Σαϊμίρ Ταχίρι.

Του το επιτρέπουν, ωστόσο, και τα «κανακέματα» διαφόρων Ευρωπαίων αξιωματούχων. Η Ιταλίδα Φεντερίκα Μογκερίνι, επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, και η Κροάτισσα Ρομάνα Βλαχούτιν, πρέσβειρα της ΕΕ στην Αλβανία, φημίζονται για τις γενικά καλές τους σχέσεις με το καθεστώς Ράμα, αλλά και για την τάση τους να προωθούν κατά τρόπο «δυναμικό» την ενταξιακή πορεία της Αλβανίας.

Η κυρία Μογκερίνι προήδρευσε στα μέσα Νοεμβρίου στην ένατη σύνοδο του καλούμενου Συμβουλίου Σταθεροποίησης και Σύνδεσης ΕΕ-Αλβανίας. Μαζί με την αλβανική πλευρά (την εκπροσωπούμενη από τον ΥΠΕΞ Ντιτμίρ Μπουσάτι) συμφώνησαν μάλιστα σε ένα κοινό ανακοινωθέν που εκπέμπει προς τα έξω εικόνα «σημαντικής περαιτέρω προόδου» εκ μέρους των Τιράνων «προς την εκπλήρωση των πολιτικών κριτηρίων προσχώρησης στην ΕΕ».

Στο ίδιο ανακοινωθέν, «επιβραβεύεται» η κυβέρνηση Ράμα για την πρόοδο που έχει σημειώσει… στην καταπολέμηση της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος, σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην προστασία των εθνικών μειονοτήτων κ.α.

Το ότι μια τέτοια ανακοίνωση δόθηκε στη δημοσιότητα στον απόηχο της κατεδάφισης ελληνικών περιουσιών στη Χειμάρρα, αλλά και εν μέσω ενός ναρκοσκανδάλου μεγατόνων με πρωταγωνιστή άλλοτε αγαπημένο υπουργό του Ράμα, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από ατυχές έως… σκανδαλώδες.

Όλα έχουν την εξήγησή τους βέβαια, με δεδομένο ότι ο Ράμα (και όσοι τον στηρίζουν, ειδικά στην Ιταλία) πιέζουν για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων ΕΕ-Αλβανίας τον Απρίλιο του 2018.

Το κοινό ανακοινωθέν της 15ης Νοεμβρίου δεν ανταποκρίνεται στην Κοινή Θέση ΕΕ για την ενταξιακή προοπτική της Αλβανίας που πρόκειται να δοθεί στη δημοσιότητα το Δεκέμβριο (μάλλον ως συμπέρασμα Συμβουλίου υπουργών Εξωτερικών).

Οι πέντε προϋποθέσεις

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με πληροφορίες του ΕΘΝΟΥΣ, στο κείμενο της Κοινής Θέσης θα αναγράφεται κατά τρόπο απολύτως σαφές ότι για να ξεκινήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις, η Αλβανία θα πρέπει πρώτα να εκπληρώσει όχι μόνο μία αλλά και τις πέντε βασικές ενταξιακές προϋποθέσεις, και μάλιστα κατά τρόπο διαρκές, ολοκληρωμένο και περιεκτικό. Η δικαστική και διοικητική μεταρρύθμιση, η καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, η διασφάλιση σχέσεων καλής γειτονίας και η προστασία των μειονοτήτων (και των περιουσιακών τους δικαιωμάτων) αποτελούν κάποιες από τις εν λόγω βασικές προϋποθέσεις.

Η ΕΕ φέρεται, συγκεκριμένα, να καλεί την Αλβανία να επιδιώξει απόλυτη διαφάνεια κατά τις διαδικασίες της αστικής ανάπλασης επιτρέποντας και τη συμμετοχή των ιδιοκτητών στις σχετικές διαβουλεύσεις. Φέρεται, επίσης, να καλεί την κυβέρνηση Ράμα να αναθεωρήσει τα στοιχεία των ληξιαρχείων προκειμένου να μην περιορίζεται το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού των μειονοτήτων (βασικό αίτημα της ελληνικής πλευράς). Κατά τα λοιπά, εκφράζει σοβαρή ανησυχία ως προς το θέμα του εμπορίου ναρκωτικών, και καλεί τα Τίρανα να αποφεύγουν πράξεις και δηλώσεις που επιδρούν αρνητικά στις σχέσεις καλής γειτονίας.

Μιλώντας ωστόσο προ ημερών, σε κλειστή συνάντηση Αλβανών διπλωματών, ο Έντι Ράμα απασφάλισε… κατά της καλής γειτονίας (με τα αλβανικά ΜΜΕ πάντως να μην κάνουν καμία αναφορά στο θέμα).
Υποστήριξε ότι η Αλβανία «έχει κακομάθει την Ελλάδα», και ότι εκείνος «δεν πρόκειται να σιωπήσει στα ιστορικά ζητήματα μεταξύ των δύο χωρών». Ο λόγος προφανώς για «ζητήματα» όπως το νομικά ανυπόστατο «τσάμικο» και το πάγιο αλβανικό αίτημα για άρση του εμπολέμου με απώτερο στόχο τη διεκδίκηση των αλβανικών περιουσιών που είχαν τεθεί υπό καθεστώς μεσεγγύησης πίσω στην Ελλάδα κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο.

(himara-ΕΘΝΟΣ)

ΠΗΓΗ