Χριστούγεννα πλησιάζουν και πολλοί Έλληνες, παρά την οικονομική κρίση, θα θυμηθούν να πάρουν ως δώρο και ένα βιβλίο. Εμείς θα ψάλλουμε την «Άγια Νύχτα!..», αλλά και η αρχαία ελληνική γλώσσα φαντάζει σαν τη μελωδία του σύμπαντος, τη γλώσσα που κατανοούν οι άγγελοι, όπως είχε πει ο μεγάλος Έλληνας ποιητής και ακαδημαϊκός, Νικηφόρος Βρεττάκος!..

ΧΩΡΙΣ αμφιβολία οι αρχαίοι Έλληνες, σύμφωνα με πολλούς ιστορικούς, ήσαν πρωτοπόροι και στην παραγωγή ποιοτικών βιβλίων που κάλυπταν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων εν αντιθέσει με την προσήλωση άλλων λαών στην έκδοση θρησκευτικών κατά κανόνα συγγραμμάτων.

Κατά το Μεσαίωνα συνήθιζαν να λέγουν: «Libri culina gloriae, vitae piper», δηλαδή τα βιβλία είναι το μαγειρείο της δόξας, το πιπέρι της ζωής. Η φράση υποδηλώνει τη σημασία που προσδίδει το βιβλίο στον (καλό) συγγραφέα και την πνευματική ου μην αλλά και την αισθητική απόλαυση που αυτό χαρίζει απλόχερα στον αναγνώστη. Και ασφαλέστατα η προτεθείσα φράση θα είχε προβολή τόσο στο μέλλον όσο και στο παρελθόν.

Η λέξη «βιβλίον» προέρχεται από το «βίβλος» ή «βύβλος», ονομασία του παπύρου της Αιγύπτου. Ναι, η χώρα των Φαραώ ήταν η μάνα του βιβλίου αλλά η αρχαία Ελλάδα ήταν η τροφός του. Σε πολλά μέρη του τότε γνωστού κόσμου καλλιεργήθηκε η γραφή θρησκευτικών κατά κανόνα κειμένων αλλά εδώ αναπτύχθηκε: ιστορία, φιλοσοφία, λογοτεχνία, τραγική ποίηση, κωμωδία, ιατρική…

Όπως ήταν φυσικό, το «βιβλίο» έτυχε ευρείας διαδόσεως κατά την ελληνική αρχαιότητα, ήταν ο πολύτιμος και αχώριστος φίλος των ανθρώπων. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος κάτω από το προσκέφαλο του είχε δύο αντικείμενα: το εγχειρίδιο του για να προστατεύει το σώμα του και ένα αντίτυπο της ομηρικής Ιλιάδας για να θερμαίνει την ψυχή του.

Οι συνήθειες της ανάγνωσης κατά την αρχαιότητα ήσαν διάφορες των σημερινών. Στους καιρούς μας οι περισσότεροι διαβάζουν, οι λιγότεροι αναγιγνώσκουν, αναγνωρίζουν δηλαδή μέσα σας σελίδες κάποια άγνωστη πλευρά του εαυτού τους, μια λησμονημένη παράσταση η οποία ανακαλείται στη μνήμη με τη μεσολάβηση του γράψαντος. Αλλά και αυτοί που απλώς διαβάζουν και εκείνοι που αναγιγνώσκουν, το πράττουν σιωπηρά. Τότε, διάβαζαν φωναχτά ακόμη και όταν επρόκειτο οι ακροατές να είναι οι ίδιοι οι αναγνώστες. Σήμερα στη συνήθεια αυτή θα προσετίθετο ο επιθετικός προσδιορισμός «παράξενη» αλλά εκείνη την εποχή παράξενο ήταν το αντίθετο, δηλαδή το σιωπηρό διάβασμα το «tacite legere» των Λατίνων.

Το φωναχτό διάβασμα αφορούσε κατά κανόνα στη γραμματεία και την ποίηση και επειδή η πρόσληψη των κειμένων αυτών γινόταν πρωτίστως δια της ακοής, οι συγγραφείς και οι αναγνώστες ανέπτυσσαν τεχνικές ώστε το ακρόαμα να είναι ευχάριστο. Τέτοια τεχνική, φέρ’ ειπείν, ήταν η ρυθμοποίηση των προτάσεων ώστε να αποφεύγονται οι χασμωδίες. Γι’ αυτό η αρχαία ελληνική γλώσσα φάνταζε σαν τη μελωδία του σύμπαντος, τη γλώσσα που κατανοούν οι άγγελοι, όπως έχει πει ο Νικηφόρος Βρεττάκος.

Η συνέχεια στο επόμενο…

Με σεβασμό και τιμή

ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΝ. ΣΑΚΚΕΤΟΣ

ΠΗΓΗ