Τρώνε, πίνουν, κλέβουν, συμπλέκονται , διαπλέκονται, μοσχοβολούν όλα τα αιθέρια έλαια της διαφθοράς και τα άλλα που λαδώνουν τους μηχανισμούς της, αντριεύονται σαν τα κοκόρια στο κοτέτσι , κορδώνονται σαν τους καραγκιόζηδες βλέποντας τη σκιά τους στο μπερντέ, αλλά όταν τους ξεβράσει το κύμα, όταν τους ξεβρακώσει η ζωή, ζητάνε έλεος.
Θα ήταν αρκετά διδακτικό να κάναμε κάποια στιγμή ένα ρεπορτάζ για το τι τελικώς συμβαίνει με όλους εκείνους που υπόσχονται φωτιά και τσεκούρι, ακονισμένο μάλιστα στους τροχούς της εξουσίας, όταν ο πέλεκυς γίνεται διπλός και πέφτει στα κεφάλια τους.
Ξαφνικά ανακαλύπτουν πως εξαπατήθηκαν, πως δεν φταίνε, πως έχουν παιδιά και οικογένεια που πρέπει ανθρώπινα να δει κάποιος και να μην τους κρεμάσει στα μανταλάκια. Βέβαια όταν μέτραγαν τη σκιά τους νομίζοντας πως είναι το μπόι τους, την αθλιότητα πιστεύοντας πως είναι η δύναμή τους, δεν υπήρχαν παιδιά ούτε δικά τους , ούτε των άλλων.
Γιατί τα γράφω όλα αυτά που μπορεί μάλιστα να παρεξηγηθούν, εμφανίζοντας τους δημοσιογράφους εκδικητικούς και μνησίκακους να αποζητούν την τιμωρία. Τα γράφω γιατί αυτή την περίοδο, κλείνει ένας κύκλος μετά από πολλά χρόνια ταλαιπωρίας. Μετά από επιμονή (πολλοί επιμένουν και εμμονή) , η ζωή έχει κάνει έναν κύκλο στη σπείρα της εξέλιξης για να συναντήσει τελικώς την πλευρά που έχει φως.
Όσοι έμειναν και κρύφτηκαν στο σκοτάδι, όσοι ραδιούργησαν μέσα σε αυτό, όσοι νόμιζαν τον εαυτό τους παντοδύναμο μόνο και μόνο επειδή είχαν το φθαρτό προνόμιο της εξουσίας, εμφανίζονται εκτεθειμένοι, αδύναμοι αλλά κυρίως σε κοινή θέα. Και είναι δύσκολο να είσαι σε κοινή θέα, όταν η εικόνα σου δεν είναι ούτε αυτή που νόμιζες, ούτε αυτή που έδειχνες.
Κλείνει λοιπόν ο κύκλος και κλείνουν και οι λογαριασμοί. Έχουν τελειώσει δίκες, οι κατεργάρηδες ακόμη και αν δεν κάθισαν σε εδώλειο κάθισαν στον πάγκο τους, οι βρωμιές δεν άντεξαν στην καθαρτική δύναμη που έχει η φωτιά κυρίως αν προέρχεται απ την εσωτερική φλόγα. Κάποιοι από αυτούς που συκοφάντησαν είναι καταδικασμένοι. Άλλοι περιμένουν τη σειρά του. Οι γενναίοι των βρώμικων δημοσιευμάτων προσπαθούν να τα φάνε αλλά δεν εξαφανίζονται. Όσοι συμμετείχαν σε αθλιότητες, βγαίνουν στον αφρό και σπαρταράνε προσπαθώντας να ξεφύγουν από τον εαυτό τους.
Απεσταλμένοι έρχονται και φεύγουν για να μεταφέρουν μηνύματα πως έπεσαν θύματα, πως δεν έφταιγαν, πως είναι κρίμα και αυτοί και οι οικογένειές τους . Και όλο αυτό το διάστημα, στο γύρισμα ακριβώς του κύκλου και της ζωής , αναρωτιέμαι αν τελικώς πρέπει να υπάρχει έλεος και κατανόηση.
Η μια μου πλευρά, δεν ξέρω αν είναι ανθρώπινη ή απλώς αδύναμη, υποστηρίζει πως δεν έχει νόημα να κλωτσάς πτώματα ή να φτάνεις ως το τέλος κάτι που από τη μέση της διαδρομής καταλαβαίνεις πως είναι πια ακίνδυνο.
Η άλλη μου πλευρά επιμένει πως δεν χρειάζεται καμιά υποχωρητικότητα απέναντι σε αυτούς που είχαν ως ρόλο τους να διαφυλάξουν τον κόσμο και την κοινωνία και τον πρόδωσαν για ένα πινάκιο φακής ή για ένα μπωλ χαβιάρι. Καμιά υποχωρητικότητα απέναντι σε αυτούς που δεν τους ενδιέφερε τίποτα άλλο από την πάρτη τους στο μεγάλο πάρτυ της διαφθοράς που εξελισσόταν μπροστά τους.
Καμιά υπαναχώρηση απέναντι στους διεφθαρμένους που δεν νοιάστηκαν ούτε για τα παιδιά τα δικά μου, ούτε για τα παιδιά των άλλων συμμετέχοντας σε αθλιότητες εναντίον αθώων ανθρώπων. Σε αυτούς που αθώωναν εγκληματίες του λευκού κολάρου με αντάλλαγμα, διαπράττοντας το μεγαλύτερο έγκλημα που ήταν το ξέπλυμά τους.
Θυμάμαι τα ξενύχτια, τις νύχτες χωρίς ύπνο, τις δίκες , τις απολογίες, ξανά τις δίκες, την επιμονή, το αγωνία των παιδιών μου, της γυναίκας μου, των συνεργατών μου και μετά την αγωνία των ανθρώπων γύρω για το πώς θα ζήσουν την ώρα που αυτοί άρπαζαν σακκούλες με πολλά «χαρτονομίσματα μικρής αξίας» για να μην ζορίζονται στις συναλλαγές.
Θυμάμαι πως έχω πει πολλές φορές «δεν θα ξεχάσω όταν όλα θα με οδηγούν στο να ξεχάσω γιατί έτσι αυτοί θα επιβιώσουν και θα κάνουν τα ίδια σε άλλους που δεν θα μπορούν να αντέξουν».
Συγνώμη, το κείμενο αυτό δεν ξεκίνησε για να γίνει αυτοαναφορικό, αλλά για να πει με κάποιο τρόπο πως ΑΥΤΟΙ δεν είναι παντοδύναμοι, αλλά η αδυναμία όσων τους αντιλαμβάνονται ως πανίσχυρους τους κάνει δυνατούς. Για να πει πως αν επιμένεις, αν αντέξεις, δεν αντέχουν ΑΥΤΟΙ. Δεν υπάρχει όμως αποτελεσματικότερος τρόπος για να το εξηγήσω πέρα από όσα συμβαίνουν δίπλα μου το τελευταίο διάστημα με τους «δυνατούς» να εκλιπαρούν για έλεος τώρα που αποκαλύπτονται.
Θα μπορούσα ίσως να γράψω κάτι πιο δοκιμιακό που λέει και μια συνάδελφος, με αναφορά στους παντοδύναμους δικτάτορες που μετά την πτώση γίνονται αδύναμοι και άθλιοι ικέτες. Αλλά οι δικτάτορες ανήκουν σε άλλο κόσμο. Και θέλω να μιλήσω γι αυτό τον κόσμο στον οποίο ανήκει η κάθε μας μέρα και στον οποίο ο θρήνος των διεφθαρμένων ακούγεται ως γέλιο των αδικημένων .
Κατάλαβες κύριε εισαγγελέα μου γιατί δεν δείχνω έλεος;