Θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον αν κάποια στιγμή κάποια ερευνητική ομάδα πανεπιστημιακού ιδρύματος ή κάποιος μεταπτυχιακός φοιτητής αποφάσιζε να συγγράψει μια διδακτορική διατριβή για τα χαρακτηριστικά του δημόσιου λόγου στην πατρίδα μας την εποχή των Μνημονίων.

Παρακολουθώ και καταγράφω λόγω επαγγέλματος, σε ημερήσια βάση, δεκάδες δηλώσεις πολιτειακών παραγόντων, πρωθυπουργών, αρχηγών αξιωματικής αντιπολίτευσης, υπουργών, βουλευτών και, μα τον Θεό, δεν παύω να εντυπωσιάζομαι από το ύφος και το ήθος της δημόσιας έκφρασης της πολιτικής ηγεσίας μας. Καταρχάς, ο δημόσιος λόγος πρέπει να είναι ζυγισμένος.

Κάθε φορά που αποφασίζει κάποιος να ανοίξει το στόμα του οφείλει να έχει πλήρη συναίσθηση του τι θα πει. Δεν μπορείς να είσαι μέλος της κυβέρνησης και να λες ότι σε αποθεώνουν στον δρόμο και σου ζητούν να αυξήσεις τις εισφορές, επειδή ένα τρολ στο facebook σού έκανε μια πλάκα.

Πρέπει να έχεις πάρει διαζύγιο από τη σοβαρότητα αν, ολόκληρος υπουργός, κάθεσαι και ασχολείσαι με το τι γράφει ο ένας και ο άλλος στο διαδίκτυο και, κυρίως, αν το παίρνεις τοις μετρητοίς και το πιστεύεις. Δεν μπορείς να είσαι μέλος κυβερνήσεως και να δηλώνεις αψυχολόγητα «ε, και τι έγινε αν χάσουμε μερικά νησιά», κάποια στιγμή θα τα ξαναπάρουμε (μήπως, κύριε υπουργέ, όπως πήραμε την Πόλη ή τη Βόρεια Κύπρο;). Δεν λέγονται αυτά ούτε για αστείο. Δεν γίνεται να είσαι υφυπουργός και, μόλις σου διαμαρτύρεται πολίτης για τον ΕΝΦΙΑ, έστω και σε διατεταγμένη υπηρεσία, να του λες απαξιωτικά: «Αντε πήγαινε από εδώ»!

Δεν είναι δυνατόν να φέρεις υπουργικό αξίωμα και ο ιστορικός του μέλλοντος να σε θυμάται από μια δήλωση που έκανες κάποτε για τις γεμιστές ντομάτες ή τις μαρμελάδες. Ούτε, βεβαίως, να είσαι ο υπουργός που απειλεί ότι θα θάψει τρία μέτρα κάτω από τη γη δημοσιογράφο, ακόμα και αν αυτός έχει άδικο.

Το να είσαι μέλος του υπουργικού συμβουλίου συνιστά βαριά προσωπική ευθύνη. Ο υπουργός πρέπει να ζυγίζει κάθε λέξη του, να αποτελεί πρότυπο, αν γίνεται, και να τον χαρακτηρίζει αυτό που ονομάζαμε κάποτε δημόσιο ήθος. Ο δημόσιος λόγος στην πατρίδα μας δεν είναι ζυγισμένος, λοιπόν. Εκτός από αυτό, όμως, μέγα ζήτημα των καιρών μας είναι και ο δημόσιος τόνος των πολιτικών μας. Γράφω έχοντας υπ’ όψιν μου μερικά παραδείγματα πολιτικών, οι οποίοι αποθεώνονται από τους σκληρούς πυρήνες των παρατάξεών τους.

Ορισμένοι πολιτικοί άνδρες μιλούν σαν να βρίσκονται μονίμως σε υπερένταση. Είναι τέτοια η φόρτισή τους και ο ηλεκτρισμός όταν σταθούν μπροστά σε μικρόφωνο, ώστε ο εκνευρισμός τους μεταδίδεται κατά κύματα μέσα στα σπίτια όπου είναι ανοιχτές οι τηλεοράσεις, και αναπαράγεται. Η Ελλάδα, όμως, για να συνέλθει και να πάει μπροστά, χρειάζεται επειγόντως θετική σκέψη. Κάποιους που να ομιλούν και όχι να υβρίζουν.

Ο δημόσιος λόγος στην πατρίδα μας κυριαρχείται επίσης από την έλλειψη σεβασμού στο επιχείρημα του άλλου. Κάντε τον κόπο, αν θέλετε, και παρακολουθήστε μια φορά μια δημόσια συζήτηση μεταξύ πολιτικών στην κυπριακή τηλεόραση.
Αρθρώνεται λόγος με επιχειρήματα, αγαπητοί, με αρχή, μέση και τέλος, όχι το χάος που παρατηρείται στην ελληνική τηλεόραση. Μαντεύω την αντίδραση όλων όσοι είχατε την υπομονή να διαβάσετε το κείμενό μου έως εδώ: Λεπτομέρειες, θα μου πείτε! Ζητάς ψύλλους στα άχυρα! Οχι, αγαπητοί φίλοι! Διαφωνώ. Ο τρόπος που διατυπώνεται ο δημόσιος λόγος διαμορφώνει την ατμόσφαιρα στην κοινωνία.

Οταν ο δημόσιος λόγος είναι φανατισμένος, απορριπτικός, συγκρουσιακός, εριστικός, ρηχός, ελαφρύς, ερασιτεχνικός, τότε εύκολα φωλιάζουν στην κοινωνία η παραίτηση, η αδιαφορία, η κατάθλιψη.
Αντιθέτως, ο υψηλού επιπέδου δημόσιος λόγος με επιχειρήματα ποιότητας, χωρίς κοσμητικά επίθετα, με ωραίο λεξιλόγιο και με εκφωνητές πολιτικούς κύρους, άνετα μπορεί να δώσει κίνητρο στις κοινωνίες να δώσουν τη μάχη για ένα καλύτερο αύριο. Το μπορούμε;

Πηγή