Ή στήλη αυτή άπό τήν πρώτη της παρουσία ασχολήθηκε κυρίως μέ Ιδεολογικά θέματα.Σάν ιδεολογία εννοούμε τήν φιλοσοφική ρίζα ή αφετηρία των πολιτικών θέσεων. Επειδή, όπως είδαμε, ή αντικειμενική φιλοσοφική άναζήτησις σέ σύζευξι μέ τήν υίοθέτησι της Βουλητικής συνιστώσης τοϋ Σύμπαντος μας οδηγεί στόν Εθνικισμό, συμβαίνει νά ασχολούμεθα και νά αναλύουμε τίς φιλοσοφικές ρίζες καί αφετηρίες των Εθνικιστικών πολιτικών θέσεων καί άρχών. Αυτή είναι ή Εθνικιστική Ιδεολογία.
Δέν ασχολούμεθα, επομένως, μέ τήν καθαρά φιλοσοφία, οϋτε, πολύ περισσότερο, μέ τά θέματα της Θρησκείας καί δή τά δόγματα.
Αναφερθήκαμε στήν θρησκεία μόνον λόγω της συνάφειας της πρός τον Εθνικισμό καί είδικώτερα λόγω τού γεγονότος ότι (όπως ήδη έχουμε αναλύσει), στήν συλλογική ανελικτική πορεία ενός “Εθνους, τήν ηρωική περίοδο διαδέχονται περίοδοι κρατικής οργανώσεως καί πνευματικής δημιουργίας, δράσεις πού είναι της αρμοδιότητος τοϋ Εθνικισμού καί πού ωθούν τήν έξέλιξι τοϋ άνθρωπου ώς είδους.
Τά επόμενα εξελικτικά όμως στάδια είναι αυτά της συλλογικής καί ατομικής πνευματικότητος, τά όποια ανήκουν στόν χώρο της θρησκείας. Τό πώς ή θρησκεία υπηρετεί και καλλιεργεί τήν πνευματικότητα στόν άνθρωπο δέν είναι στήν αρμοδιότητα τής Εθνικιστικής Ιδεολογίας νά προσεγγίση.
Έξαίρεσι θά άποτελέση τό σημερινό μας άρθρο, τό όποιο, μαζί μέ τό προηγούμενο, γράφονται έξ αφορμής ζητημάτων Θρησκευτικών καί Θεολογικών πού κυκλοφορούν και δημιουργούν σύγχυση.
Κατ’ αρχήν θά δώσουμε μία άπάντησι σ’ ένα ερώτημα πού τίθεται συχνά καί αποτελεί στήν πραγματικότητα ψευδές δίλημμα. Τό ερώτημα αυτό είναι:
«Σέ ποια άπό τίς δύο άξιες θά δοθή προτεραιότης: Στό “Εθνος ή στήν θρησκεία;».
Τό “Εθνος, όπως έχουμε αναλύσει είναι μία συλλογική ανθρωπινή όντότης, μία φυλή, εκφραζόμενη μέσα στήν Ιστορία κοινωνικά καί πολιτιστικά τουλάχιστον σέ ένα ελάχιστο στοιχειώδες επίπεδο.
Ή Θρησκεία είναι ένα σύνολο διδασκαλιών, θεσμών καί πρακτικών πού έχει σκοπό νά βοηθήση τό “Εθνος, συλλογικά, καί τόν άνθρωπο μέσα στό “Εθνος, ατομικά, νά ανάπτυξη τήν λανθάνουσα εντός αύτοΰ πνευματικότητα καί νά κατάκτηση νέες εξελικτικές βαθμίδες καί άνοδο τής συνειδήσεως στά ανώτερα πεδία. Ή απλοϊκή άποψις είναι ότι μέ την θρησκεία ο άνθρωπος ύπηρετεϊ τόν Θεό (ή τούς θεούς) καί δή τήν ματαιοδοξία του. Τήν άποψι αυτή πού προϋπήρχε καί στά αμόρφωτα κοινωνικά στρώματα τών Ελλήνων, έκαλλιέργησε ό Εβραϊσμός καί μία μερίδα Χριστιανών καί είναι αυτή πού προεκάλεσε τό ψευδοδίλημμα πού προαναφέραμε.
Ή αφελής αυτή άντίληψι βάλλεται στόν Πλατωνικό διάλογο «Εύθύφρων». Στήν πραγματικότητα ήΘρησκεία εδόθη γιά να υπηρέτηση τόν άνθρωπο καί κατ’ έπέκτασιν τό “Εθνος. Είναι ή Κλίμαξ γιά τήν άνοδο μας πρός τά ανώτερα. Ή Θρησκεία είναι τό όχημα καί τό “Εθνος όεπιβάτης.
Πρόκειται συνεπώς γιά δύο ανόμοιες καί μή συγκρίσιμες έννοιες. Προφανώς πρωτίστως ύπερασπιζόμεθα τό “Εθνος, διότι ό σκοπός προηγείται τού μέσου. Μαζί μέ αυτό, όμως, ύπερασπιζόμεθα καί τήν Θρησκεία (καί κυρίως τούς θεσμούς καί τά μέσα πνευματικότητος) σάνκτήμα τοϋ “Εθνους όπως ύπερασπιζόμεθα σάν κτήμα τού “Εθνους τήν γή μας, τήν ελευθερία μας κλπ.
Είδικώτερα ή “Ορθοδοξία γιά νά ανάπτυξη τήν ανθρώπινη πνευματικότητα σάν μέσα διαθέτει τάΜυστήρια, τήν Νοερά Προσευχή καί τήν Δημοσία Λατρεία πού φθάνουν σ’ εμάς άπό μία γραμμή παραδόσεως πού καλείται Ιερά Παράδοσις, ένώ ή διδασκαλία προέρχεται άπό τάΙερά κείμενα καί τά δόγματα.
Οί Έθνικισταί διαφέρουν πολλών «Χριστιανών» στό ότι θεωρούν σάν πρωτεύον καί υψίστης σημασίας τό πρακτικό μέρος τής Ορθοδοξίας, δηλ. τούς θεσμούς, τά Μυστήρια καί τήνΝοερά Προσευχή έναντι τής διδασκαλίας, τήν οποία, χωρίς νά υποτιμούν, θεωρούν ώς στοιχείο προδιαθέσεως τού άνθρωπου γιά τήν προσέλευσι στά Μυστήρια καί κάποιας φιλοσοφικής αγωγής.
Δίδουν, επομένως, τό προβάδισμα στήν Ιερά Παράδοσι έναντι τού Δογματικού στοιχείου, πράγμα πού άλλωστε διαφοροποιεί ριζικά τήν “Ορθοδοξία άπό άλλες Θρησκείες όπως αυτές τών Δυτικών, τήν τών «μαρτύρων» τοϋ Ίεχωβά, τών Εβραίων κλπ.
“Ενώ αρχικά ό Χριστιανισμός ήτο μία φιλοσοφικό – μυστηριακή σχολή, ή διείσδυσι περιθωριακών κοινωνικών στοιχείων καί κυρίως “Εβραίων μεσσιανιστών έφερε σάν αποτέλεσμα τήν τάσι νά μεταλλαγή σέ μεσσιανική “Εβραϊκή κίνησι. ‘Εμετατοπίσθη, τότε, τό επίκεντρο τής προσοχής άπό τήν διδασκαλία στόν Διδάσκαλο. “Ετσι, κεντρικό θέμα τής Θρησκείας ακόμη καί σήμερα είναι ό “Ιδρυτής, οί φύσεις του, ή ζωή του κλπ., καθ” όσον οί “Εβραίοι δέν αμφισβήτησαν τόσο τήν διδασκαλία, όσο τόν Διδάσκαλο.
Οί βασικές αντιλήψεις γιά τό πρόσωπο τοϋ Χριστού, δηλ.: Υίός Θεού, Διφυής (Θεάνθρωπος) καί «γέφυρα» μεταξύ ανθρώπων καί Θεοϋ, Φωτοδότης (ώς ένσάρκωσις τοϋ Λόγου -Φωτός), “Ηλιος τής Δικαιοσύνης καί θεραπευτής, πάσχων, θνήσκων καί ένιστάμενος Θεός καί ελευθερωτής τοϋ άνθρωπου, νέος βασιλεύς καί διδάσκαλος, συναντώνται σάν έννοιες στήν “Ελληνική φιλοσοφική, θεολογική καί μυθολογική παράδοσι.
Υιός Θεού. Κατά τήν “Ελληνική άντίληψι υπάρχουν δύο κόσμοι: Ό ανθρώπινος ατελής κόσμος, ό κόσμος τών αντιθέσεων καί ό θείος καί τέλειος κόσμος, όπου κατοικούν οί Θεοί. Μεταξύ τών δύο αυτών κατηγοριών όντων υπάρχει μία ενδιάμεσος κατηγορία πολύ έξειλιγμένων ανθρώπων πού καλούνται ήρως ή ημίθεοι καί τά πνεύματα των δαίμονες (τελείως άσχετοι μέ τούς δαίμονες τοϋ Χριστιανισμού).
Ό κοινός άνθρωπος γεννάται άπό τόν γάμο ανδρός καί γυναικός. Δυνατόν, όμως, θνητή γυναίκα νά συλλαβή κατά «υπερφυσικό» τρόπο τίς θείες ενέργειες τοϋ Διός, οπότε ένσαρκοϋται καί γεννάται ένας ημίθεος ή ήρως. Ή Ιερή αυτή λειτουργία εδόθη μέ άτυχη τρόπο άπό τήν μυθολογία καί ερμηνεύθηκε σάν ερωτισμός τοϋ Διός. Οι γενόμενοι μέ τόν τρόπο αυτό είναι «υίοί Θεοϋ». ”
Ετσι έγεννήθησαν ό Περσεύς (ή θεία ενέργεια έδώ άπεδόθη ώς «χρυσή βροχή»), ό “Ηρακλής καί τό ίδιο ελέχθη γιά τόν Αλέξανδρο. Μεταξύ Περσέως καί “Ηρακλέους μάλιστα, έμεσολάβησαν τρεις κύκλοι τών 14 γενεών!
Μέ τόν ίδιο τρόπο ένσαρκούνται καί γεννώνται στόν φυσικό κόσμο καθαυτό θεοί όπως ό Απόλλων καί ό Διόνυσος (ταυτοχρόνως «Θεοί» καί «Υίοί Θεοϋ»). Ή έννοια τού «Υιού Θεοϋ» ήταν άγνωστη καί βλάσφημος γιά τούς “Εβραίους, γνωστή όμως καί αποδεκτή άπό τόν έκατόνταρχο Λογγίνο, πού παρίστατο στήν Σταύρωσι.
Διφυής ή Θεάνθρωπος. Ό «Υίός Θεοϋ» τής προηγουμένης παραγράφου λογικώς φέρει δύο φύσεις: Τήν Θεία, κληρονομηθείσα άπό τόν Θεό Πατέρα καί τήν ανθρωπινή, άπό τήν θνητή γήϊνη μητέρα. Διφυείς ήσαν τόσο οί ήρωες – ημίθεοι όσο καί οί ένσαρκωθέντες θεοί.
Είδικώτερα τό επίθετο Διφυής άπεδόθη στόν Διόνυσο. “Οσον άφορα τήν σύγκρασιν τών δύο φύσεων σέ ένα πρόσωπο, τό θέμα αναλύεται, ειδικά γιά τό πρόσωπο τοϋ “Ηρακλέους, στόν νεκρικό διάλογο τοϋ Λουκιανού μεταξύ “Ηρακλέους καί Διογένους, όπου καί λύεται μέ τόν ίδιο τρόπο πού τό έλυσε 150 χρόνια αργότερα ή Α’ Οικουμενική Σύνοδος!
Τόσο ο ημίθεος, όσο καί ο Θεάνθρωπος μπορούν να θεωρηθούν ως γέφυρα σύνδεσης μεταξύ τοϋ ανθρωπίνου κόσμου καί τοϋ Θεοϋ.
Φωτοδότης, Ήλιος Δικαιοσύνης, θεραπευτής. “Ιδιότητες τού “Απόλλωνος, ό όποιος ήτο ενσαρκωθείς θεός καί «άνελήφθη» στόν Όλυμπο (όπως καί ό Ηρακλής). Ό Απόλλων θεραπεύει μέ τά «φωτεινά βέλη» που πού δέν είναι άλλα άπό τόν θείο Λόγο. Μέ αυτά σκοτώνει τις δυνάμεις τού κακού πού συμβολίζονται στόν όφι Πύθωνα. Στόν ύμνο πρός “Απόλλωνα τοϋ Καλλιμάχου ό Απόλλων κάθεται «έκ δεξιών τοϋ Πατρός».
Πάσχων, Θνήσκων, καί ανιοτάμενος θεός, ελευθερωτής τού άνθρωπου. “Ιδιότητες τοϋ Διονύσου. Ό Διόνυσος πάσχει, διαμελιζόμενος άπό τούς Τιτάνες. Ό διαμελισμός τοϋ σώματος τοϋ Χρίστου γίνεται συμβολικά σάν διαμοίρασις τών ιματίων. “Ακολούθως ό Διόνυσος θνήσκει καί κατέρχεται στόν “Αδη, άπό όπου παραλαμβάνει, ελευθερώνοντας την, τήν Περσεφόνη, πού συμβολίζει τήν πεσοϋσα ανθρωπινή ψυχή. “Ακολουθεί ή Άνάστασις τοϋ Διονύσου καί ό Ιερός Γάμος του μέ τήν Περσεφόνη (όπως ό Γάμος τού Χριστού μέ τήν “Εκκλησία) καί ή άνοδος στά Ουράνια, (ό Χριστός μνημονεύεται καί σάν «νυμφίος»).
Νέος Βασιλεύς. Ό Χριστός θεωρείται ώς ό νέος Βασιλεύς τοϋ Κόσμου μετά τήν Άνάληψί του καί τήν έγκατάστασί του στόν Θρόνο, γι” αυτό καλείται καί Παντοκράτωρ. Κατά τήν “Ορφική διδασκαλία υπήρξαν τρεις Κοσμικές Βασιλείες, οί τοϋ Ούρανοϋ, τοϋ Κρόνου καί τοϋ Διός, όπου οί διαδοχές έγιναν μέ σύγκρουσι τοϋ Πατρός μέ τόν διάδοχο. Ή αναμενόμενη τετάρτη βασιλεία είναι αυτή τού Διονύσου, όπου αυτή τή φορά ή διαδοχή θα γίνη μέ τήν συναίνεσι τού Πατρός, μετά τήν άνοδο τού Διονύσου στά ουράνια.
Τό Διονυσιακό δράμα ύλοποιεϊτο μέ θεατρικό τρόπο στά “Ελευσίνεια, αναπαριστώντας τήν πτώσι της Περσεφόνης, τήν γέννησι, πάθη, άνάστασι τοϋ Διονύσου, τόν “Ιερό Γάμο καί τήν ένθρόνησί του ώς Νέου Βασιλέως. Μπορούμε νά τό θεωρήσουμε σάν προφητικό τοϋ Χριστού!
Διδάσκαλος. Ό Όρφεύς ήταν ό διδάσκαλος τής θρησκείας καί τών Μυστηρίων, καί κατήλθε στόν “Αδη έπί τριήμερον γιά νά έπαναφέρη τήν Ευρυδίκη. “Εχει εύρεθή διακοσμητικό ανάγλυφο κατασκεύασμα παριστούν τόν Όρφέα εσταυρωμένο.
Βλέπουμε ότι οί ιδιότητες τού Χριστού πού απαρτίζουν αυτόν είς θείον πρόσωπο κατά τήν “Ορθοδοξία υπάρχουν διάσπαρτες σάν έννοιες, στήν “Ελληνική Παράδοσι, έκτος άπό τό όνομα του. “Ετσι, ό Χριστός μπορεί νά θεωρηθή σάν ενσωματωμένο, έστω καί υπό μορφήν ριζών, στόν “Ελληνισμό άπό αρχαιοτάτων χρόνων.
Πρόδρομος Κούρτογλου