Προσφυγική κρίση – ευρωπαϊκά αδιέξοδα
To 2017 έπρεπε να είναι η χρονιά της μεταρρύθμισης του Κανονισμού του Δουβλίνου, δηλαδή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας που καθορίζει ποιο κράτος-μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση ενός αιτήματος ασύλου. Τελικά, αποδείχθηκε η χρονιά του μεγάλου αδιεξόδου, ενώ η προοπτική συμφωνίας μέσα στο 2018 αποδεικνύεται εξίσου αδύναμη.
Η προσφυγική κρίση που ξέσπασε το 2015 έκανε σαφές πως η μέχρι τώρα πρακτική, ότι υπεύθυνο είναι το κράτος – μέλος που πρώτο δέχεται την αίτηση ασύλου (δηλαδή, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι χώρες που βρίσκονται στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε.), είναι άδικη, αναποτελεσματική και πρέπει να αναθεωρηθεί.
Ωστόσο, λίγες μέρες πριν φύγει το 2017, όλες οι πλευρές φέρονται να συμφώνησαν -για μοναδική φορά- ότι το αδιέξοδο δεν είναι εύκολο να αρθεί και παρέπεμψαν το δύσκολο έργο στο καλοκαίρι του 2018.
«Ήταν ξεκάθαρο ότι κανένα κράτος-μέλος δεν ήθελε να συζητήσει σοβαρά το Δουβλίνο αυτήν τη στιγμή» σχολίαζε στην «Α» Ευρωπαίος αξιωματούχος.
Σημειώνεται ότι οι νόμοι και οι μεταρρυθμίσεις της Ε.Ε. που προτείνονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμφωνούνται μεταξύ του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Το πιο διχαστικό σημείο σε ό,τι αφορά την αναθεώρηση του Κανονισμού του Δουβλίνου είναι αυτό των υποχρεωτικών ποσοστώσεων κατανομής των προσφύγων.
Η Επιτροπή στην αρχική της πρόταση περιελάμβανε μια «συντηρητική» εναλλακτική επιλογή, σύμφωνα με την οποία θα παρέμεναν τα αρχικά κριτήρια του Δουβλίνου, αλλά με την προσθήκη ενός μηχανισμού «μετεγκατάστασης έκτακτης ανάγκης» που θα ενεργοποιείται σε ειδικές περιπτώσεις, όταν δηλαδή ένα κράτος-μέλος υφίσταται «δυσανάλογη πίεση», στη βάση του προγράμματος μετεγκατάστασης που υιοθετήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης και ολοκληρώθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Στον αντίποδα, η πιο «φιλόδοξη» πρόταση του Ευρωκοινοβουλίου για την αναθεώρηση του Δουβλίνου περιελάμβανε την αυτόματη μετεγκατάσταση όλων των αιτούντων άσυλο, σύμφωνα με ένα σταθερά προκαθορισμένο ποσοστό καταμερισμού.
Από την πλευρά του Συμβουλίου των κρατών – μελών της Ε.Ε., οι προσπάθειες επίτευξης συμβιβασμού ξεκίνησαν με τη μαλτέζικη προεδρία, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2017, και συνεχίστηκαν με την εσθονική προεδρία το δεύτερο εξάμηνο του έτους, χωρίς όμως επιτυχία.
Απέναντι στην Ελλάδα, που ζητάει ένα μόνιμο και υποχρεωτικό σύστημα μετεγκατάστασης προσφύγων, χωρίς να περιορίζεται σε περιόδους κρίσεων, βρίσκονται οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης (Πολωνία, Τσεχία, Ουγγαρία και Σλοβακία). Οι λεγόμενοι «4» του Βίσεγκραντ αρνήθηκαν να λάβουν μέρος στο πρόγραμμα μετεγκατάστασης, αγνοώντας τη νομοθεσία, και προτείνουν στη μελλοντική αναθεώρηση να υπάρχει η δυνατότητα να επιδεικνύουν την «αλληλεγγύη» τους με προσφορά χρημάτων ή τεχνικής βοήθειας.
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ότι η απόσταση μεταξύ Ανατολής και Δύσης είναι τεράστια και η προοπτική συμβιβασμού σχεδόν ανύπαρκτη.
Το ήδη τεταμένο κλίμα, πυροδότησε, κατά τη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου, ο πρόεδρος του Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, ο οποίος αναφέρθηκε στο πρόγραμμα μετεγκατάστασης ως «διχαστικό» και «μη αποτελεσματικό», για να δεχθεί τα «πυρά» τόσο της Επιτροπής όσο και ορισμένων χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, που μαζί με τη Σουηδία είναι οι ισχυρότεροι υποστηρικτές της μετεγκατάστασης.
Σε κάθε περίπτωση, το 2018 αναμένεται να οξυνθούν ακόμα περισσότερο τα πνεύματα, καθώς η Επιτροπή έχει κάνει σαφή την επιθυμία της να προχωρήσουν οι διαδικασίες για την αναθεώρηση του Δουβλίνου, ακόμα και αν δεν βρεθεί συμβιβασμός, με ειδική πλειοψηφία. Σε αυτό φαίνεται ότι διαφωνεί ο πρόεδρος Τουσκ, ο οποίος υποστήριξε ότι η λύση πρέπει να βρεθεί με ομοφωνία.
Τέλος, προκειμένου να επιτευχθεί η συμφωνία εντός της προθεσμίας που λήγει τον Ιούνιο του 2018, θα πρέπει να γίνει στο πλαίσιο της βουλγαρικής προεδρίας. Το γεγονός αυτό έχει προκαλέσει ιδιαίτερη ανησυχία σε ορισμένες πλευρές, καθώς τον περασμένο Μάιο η εν λόγω κυβέρνηση διόρισε τον Βαλέρι Σιμενόφ, ένα από τα ιδρυτικά μέλη του δεξιού κόμματος Εθνικό Μέτωπο για τη Σωτηρία της Βουλγαρίας, για να διευθύνει την ένταξη των εθνοτικών μειονοτήτων, κάτι που από πολλούς δεν θεωρείται θετικό σημάδι.
Πηγή: http://www.avgi.gr