Συζητώντας λίγα χρόνια πριν από το ξέσπασμα της κρίσης με έναν βουλευτή που εκλεγόταν συνεχώς από το 1974, μου έλεγε ότι μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση το επίπεδο της Βουλής πέφτει συνεχώς. Πράγματι είχαν περάσει τότε πολλά χρόνια από το 1977, έτος στο οποίο είχα εκλεγεί βουλευτής και η Βουλή εκείνη ήταν, κατά γενική ομολογία, η καλύτερη της Μεταπολίτευσης, δεδομένου ότι σ’ αυτήν είχαν επανεκλεγεί διακεκριμένοι πολιτικοί που είχαν υπηρετήσει στη Βουλή πριν από τη δικτατορία.

Και πολλοί, όμως, από τους νεοεκλεγέντες τότε βουλευτές είχαν διακριθεί στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία και ορισμένοι είχαν μετάσχει τόσο στην αντίσταση κατά των κατακτητών όσο και στην αντίσταση στη χούντα. Αυτή τη Βουλή είχε υπόψη ο συγκεκριμένος βουλευτής και τη συνέκρινε με εκείνες που ακολούθησαν όταν πολλοί από τους βουλευτές εκείνης της Βουλής είτε είχαν «φύγει» από τη ζωή είτε αποσυρθεί από την ενεργό πολιτική. Τόσο, όμως, φαντάζομαι, εκείνος όσο κι εγώ δεν περιμέναμε να φτάσει τόσο χαμηλά όσο έφτασε σήμερα, οκτώ χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης.

Και πρώτα απ’ όλα η βασική λειτουργία της Βουλής, δηλαδή το νομοθετικό της έργο, την περίοδο των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ. της πενταετίας 2010-2014 και των δύο Μνημονίων, υποβαθμιζόταν συνεχώς δεδομένου ότι είχε μετατραπεί σε μια διαδικασία επικύρωσης σχεδίων νόμων τα οποία συντάσσονταν με βάση τις απαιτήσεις των δανειστών.

Πριν έρθουν στη Βουλή τα νομοσχέδια αυτά, είχαν περάσει από τον ενδελεχή έλεγχο της τρόικας ή του κουαρτέτου και όποιες διατάξεις τους δεν είχαν τη σύμφωνη γνώμη τους άλλαζαν με βάση τις εντολές τους. Αν κάποια από αυτές τούς ξέφευγε και περνούσε από τη Βουλή, η κυβέρνηση την άλλαζε με νέα που περνούσε από τη Βουλή. Αυτά ως προς την ουσία.

Η διαδικασία ψήφισης των νομοσχεδίων αυτών, από μια συζήτηση και τελική διαμόρφωσή τους, μετατράπηκε ουσιαστικά σε διαδικασία κύρωσής τους, δεδομένου ότι οι βουλευτές δεν είχαν δυνατότητα καμιάς ουσιαστικής αλλαγής τους. Σημειωτέον ότι πολλά από τα νομοσχέδια ήταν πολυνομοσχέδια και αφορούσαν πολλά υπουργεία και εκτείνονταν σε εκατοντάδες σελίδες. Το χειρότερο απ’ όλα ήταν ότι περνούσαν με τη διαδικασία του επείγοντος ή του κατεπείγοντος. Με άλλα λόγια, τα νομοσχέδια αυτά είχαν τη μορφή σχεδόν διεθνών συμβάσεων που περνούν από τη Βουλή χωρίς καμιά αλλαγή.

Θα περίμενε κανείς ότι με την ανάληψη της κυβέρνησης από τα κόμματα ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. η κατάσταση αυτή θα άλλαζε. Δυστυχώς, με την υπογραφή και την εφαρμογή των μέτρων του τρίτου Μνημονίου, η διαδικασία στη νομοθετική εργασία που προαναφέρθηκε συνεχίστηκε και επιταχύνθηκε.

Τελευταίο, το πολυνομοσχέδιο-γίγας με τα 400 άρθρα και τις 1.500 σελίδες, που «συζητήθηκε» με διαδικασίες-εξπρές προκειμένου να προλάβει την ημερομηνία σύγκλησης του Eurogroup και την έγκριση της χορήγησης της δόσης των 6,7 δισ. ευρώ. Η υποβάθμιση, δηλαδή της Βουλής, που είχε επιταθεί τα πέντε προηγούμενα χρόνια, συνεχίστηκε και τα επόμενα τρία και έφτασε στις αρχές του 2018 στον μέγιστο βαθμό.

Τόσο στη συζήτηση νομοσχεδίων όσο και στον κοινοβουλευτικό έλεγχο -δηλαδή στη συζήτηση ερωτήσεων και επερωτήσεων προς τους υπουργούς ή και προς τον πρωθυπουργό- στη διάρκεια των οκτώ μνημονιακών ετών, και ιδιαίτερα μετά την είσοδο στη Βουλή της Χρυσής Αυγής, η συζήτηση ξέφευγε και ορισμένοι από τους μετέχοντες -πρωτοστατούντων των βουλευτών του κόμματος αυτού- εκτρέπονταν και μέσα στον «ναό» της δημοκρατίας ακούγονταν ανήκουστες λέξεις και φράσεις που σε έκαναν να ντρέπεσαι.

Το τραγικό είναι ότι κάποιες από τις συνεδριάσεις στις οποίες συνέβησαν τέτοιου είδους «επεισόδια» τις παρακολουθούσαν από τα θεωρεία μαθητές σχολείων που επισκέπτονταν τη Βουλή. Αλγεινή εντύπωση τους προκαλούσαν και τα άδεια έδρανα στη διάρκεια των συνεδριάσεων της Ολομέλειας. Αντιλαμβάνεται κανείς τι αποκόμιζαν οι μαθητές αυτοί σε συνεδριάσεις όπου συνέβαιναν όλα τα παραπάνω. Δεν είναι, όμως, μόνο οι μαθητές που αποκόμιζαν κακές εντυπώσεις για τη λειτουργία της Βουλής. Το ίδιο ισχύει και για όσους παρακολουθούσαν τέτοιες συνεδριάσεις από το κανάλι της Βουλής ή έβλεπαν σε άλλα κανάλια αποσπάσματά τους.

Τόσο η υποβάθμιση της νομοθετικής εργασίας της Βουλής όσο και ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρονται όχι μόνο ορισμένοι βουλευτές, αλλά και υπουργοί και αρχηγοί κομμάτων και, ενίοτε, πρωθυπουργοί έχουν προκαλέσει την παραπέρα απαξίωση της Εθνικής Αντιπροσωπείας και δεν είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι στην εκτίμηση της κοινής γνώμης η Βουλή βρίσκεται ολοένα και χαμηλότερα, γεγονός που πλήττει ευθέως τη δημοκρατία.

Δεδομένου ότι όλα όσα προαναφέρθηκαν δεν πρόκειται να εκλείψουν, είναι επιτακτική ανάγκη όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου να αναλάβουν εκστρατεία ανάσχεσης της απαξίωσης της Βουλής και με συγκεκριμένες ενέργειες να αποκαταστήσουν το κύρος της.

* πρώην αντιπροέδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ

Πηγή