ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ

Τί ήταν αυτό που ζήσαμε στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης για την Μακεδονία; Εθνική παλιγγενεσία να το ονομάσω; Αναζωπύρωση της εθνικής μας αυτοσυνειδησίας να το αξιολογήσω ή πατριωτική άνοιξη να το πω; Όπως και να το διατυπώσει κανείς ένα είναι το βέβαιο ότι γλυκοχαράζει το εθνικό μας όραμα με την αγάπη για την γλυκιά μας πατρίδα! Διότι, τί ήταν εκείνο που έκανε τόσο λαό να μεταβεί στην συμπρωτεύουσα να διατρανώσει την βούλησή του για το ζήτημα της παραχάραξης της ιστορίας της Μακεδονίας; Υπήρχαν προϋποθέσεις να πετύχει αυτό το συλλαλητήριο με όλη την πολεμική που προηγήθηκε από τα μέσα της μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης;
Όντως, διαπιστώσαμε με λύπη οσοι παρευρέθηκαμε σε αυτόν τον μεγάλο αγώνα, εκείνο που αναρτήθηκε στο «ΑΚΤΙΝΕΣ» με τίτλο «Η Μακεδονία ξεσκέπασε το ψευτορωμαίικο» ότι ρίξανε εσκεμμένα τα δίκτυα της κινητής τηλεφωνίας.
Δεν λειτουργούσε κανένα δίκτυο. Δεν λειτουργούσε σχεδόν καθόλου κάποιο πάροχο δεδομένων στα κινητά του κόσμου προφανώς να μην γίνονται κοινοποιήσεις και αναρτήσεις!
Τα κανάλια μα κυρίως τα κρατικά που τα πληρώνουμε εμείς οι φορολογούμενοι πολίτες δεν δείξανε ούτε ένα πλάνο! Κλείσανε τα μοναδικά κρατικά διόδια στα Μάλγαρα με εντολή από το υπουργείο συγκοινωνιών για να εμποδίσουν την διέλευση του κόσμου στο συλλαλητήριο.

Μόλις και μετά βίας ορισμένοι μητροπολίτες που παρεβρέθησαν -δυστυχώς όμως όχι της δυτικής Μακεδονίας- διέσωσαν το κύρος της Εκκλησίας. Μετά ισχυρίζονται ότι εμείς δεν σεβόμαστε τους θεσμούς. Διότι παρ’ ολίγον να εξευτελισθούν συνολικά με όλα όσα δήλωναν, τα οποία όμως ενεργοποίησαν την άμεση αντίδραση του πραγματικού θεματοφύλακα της ιστορίας και των αξιών του Έλληνα και έφεραν το εντελώς αντίθετο αποτέλεσμα που προέκυψε αναπάντεχα, αφού ο ελληνικός λαός, ο οποίος είναι απρόβλεπτος, πολύ σωστά, τους αγνόησε.
Το να συγκαλούν εκ των υστέρων, τώρα, οι μητροπολίτες ιερατικές συνάξεις και να ανακοινώνουν τα ψηφίσματά τους για το Μακεδονικό δεν έχει και πολύ αξία διότι γίνεται, κατόπιν εκδηλώσεως της βουλήσεως του λαού, για να περισώσουν το κύρος τους και όχι την ελληνικότητα της Μακεδονίας.
Αν είχαν και οι ίδιοι, ως πνευματικοί ηγέτες, την αυτή βούληση θα έπρεπε να βγουν στον αγώνα πρώτοι παροτρύνοντας και το ποίμνιό τους. Τί έλεγε ο Μακαριστός Κονίτσης;«Παράδοσις  τῆς  Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι νά ὑπερμαχεῖ τῶν δικαίων τοῦ Γένους! Κι ὅταν ἡ Ἐκκλησία βλέπει ὅτι τά δίκαια αὐτά, ὁ πολιτικός κόσμος τά παραμερίζει καί τά παραγκωνίζει, ἡ Ἐκκλησία θά γίνει σημαιοφόρος καί πρωτοπόρος».  Η θέσις του αυτή κονιορτοποιεί την ενδοτική στάση των εκκλησιαστικών ταγών!

Η βούληση των μητροπολιτών να αγωνισθούν με όποιο κόστος έχοντας ως γνώμονα την συνείδησή τους και όχι το τί συνενοήθησαν συνολικώς και στο τέλος να εκτεθούν ομαδικώς, ιδιαίτερα οι της δυτικής Μακεδονίας, των οποίων η απουσία υπήρξε κραυγαλέα, όπως και η συντονισμένη απουσία του ποιμνίου τους, θα τους εξύψωνε στα μάτια του ποιμνίου τους αλλά και θα σφράγιζε το αδυσώπητο στην εκχώρηση των εθνικών μας δικαιωμάτων. Αυτό θα είχε αξία!
Όμως βλέποντας ο λαός πολιτικούς και Εκκλησία να παραδίδουν την ιστορία του θεώρησε επιτακτική την ανάγκη να διατρανώσει ο ίδιος την βούλησή του στους εντολοδόχους της διακυβέρνησης αλλά και τους πνευματικούς του πατέρες που λησμόνησαν τις θυσίες των προκατόχων τους, μπαίνοντας ο ίδιος μπροστά.
Έτσι κινούμενος αυθόρμητα και με γνώμονα την γεμάτη πατριωτισμό ψυχή του, κάτι που δεν έχουν ούτε οι πολιτικοί ούτε οι δεσποτάδες, έδωσε σαφές μήνυμα,  ότι δεν θα σας ακολουθήσουμε στην προδοσία ούτε της πατρίδος -και  εμείς συμπληρώνουμε-ούτε της πίστεως με όσα έγιναν με τα μνημόνια  και με όσα υπογράφτηκαν στο Κολυμβάρι για την εξίσωση των αιρέσεων με την Ορθοδοξία.
Αλήθεια, δόθηκε ένα ισχυρό και εκκωφαντικό όπως σχολιάσθηκε «ράπισμα από το συλλαλητήριο σε πολιτικούς, ιεράρχες και μιντιάρχες. Τί δεν καταλαβαίνουν όσοι προσπάθησαν να υποβαθμίσουν την αντίδραση της ελληνικής ψυχής».

Σε τούτη την λαοθάλασσα, πάντως, όλοι νιώσαμε το σφρίγος και την ψυχή του Έλληνα. Διαπιστώσαμε να ξεπετιέται και πάλι η ακατάλυτη ελληνική φύτρα. Ζήσαμε συγκίνηση και μεγαλείο μαζί, χαρά και λύπη αντάμα. Λύπη για την προδοσία, την ασυνέπεια στην ιστορία και την τιμή προς τις θυσίες και τα αίματα των προγόνων μας που έπεσαν υπέρ βωμών και εστιών, των οποίων τους αγώνες δεν τιμούμε εν τη πράξει. Χαρά διότι διαπιστώσαμε ότι ο Έλληνας δεν έχασε την αυτοσυνειδησία του. Απαγοήτευση  απ’ όσους τάχα εκπροσωπούν την βούληση του λαού και τους πνευματικούς μας ταγούς που δεν φάνηκαν αντάξιοι των περιστάσεων, όπως οι μεγάλοι Πατέρες ούτε καν αντάξιοι των συγχρόνων προκατόχων τους, αλλά θέλουν μόνο να κρατούν θεσμικά την όποια εξουσία χωρίς όμως αίσθημα αυτοθυσίας ή τουλάχιστον ξεβολέματος.

Οπωσδήποτε, σήμερα για να πείσει κανείς τον λαό πρέπει να αποδείξει ότι αγαπά την πίστη και την πατρίδα, όχι εκφράζοντά το με λόγια αλλά εν τη πράξει. Πέρασε ο καιρός που ήταν δεδομένος ο σεβασμός και η αναγνώριση προσφοράς. Τώρα δεν χρειάζεται να παρουσιάζει κανείς σε καταλόγους το έργο της προνοίας αλλά να είναι στην καρδιά των ανθρώπων, μάλιστα των πιστών, βλέποντας τον να συμπάσχει μαζί τους και να τους υπερασπίζεται ως λέων. Ο καιρός των κηρυγμάτων -χωρίς πνευματικό αντίκρισμα- και του χαρτοπολέμου φαίνεται να περνά ανεπιστρεπτί. Χρειαζόμαστε άνδρες που θα μας εμπνεύσουν αντριοσύνη, φιλοπατρία και πίστη!
Ο σκοπός δε της Εκκλησίας δεν είναι το κοινωνικό έργο και το «θεαθήναι». Δεσποτάδες και παπάδες που σπούδασαν θεολογία ακόμη δεν κατάλαβαν ότι μόνο η αγία πίστις όπως μας την παρέδωσε η Ορθοδοξία αγιάζει τον άνθρωπο μαζί με τα άγια μυστήρια και ότι, όταν δεν υπάρχει αγία πίστις δεν υπάρχει ούτε εν πνεύματι και αληθεία λατρεία ούτε εν Χριστώ ζωή!
Γιατί σιωπούν γι’ αυτό που έγινε στο Κολυμβάρι και δεν ενημερώνουν τους πιστούς; Όσοι πιστοί, πάλι, διαλέξαμε να πάρουμε την ανηφόρα των διωγμών προκειμένου να μην νοθεύσουμε ότι μας εμπιστεύθηκαν οι άγιοι, ας αγωνισθούμε με μια ψυχή, με γενναίο φρόνημα και με αίσθημα θυσίας για αυτήν την αληθινή πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας. Μια φορά ζει ο άνθρωπος σε ετούτη την γη. Και αν η πατρίδα του είναι η Ελλάς ένας λόγος παραπάνω να δείξει γενναιότητα για να συνεχίσει την ιστορία των προγόνων του.