Συντάκτης:
Βασίλης Καρδάσης *
Στον Ασδραχά, και δεν λαθεύω στην εκτίμησή μου, οφείλεται στον μεγαλύτερο βαθμό η ανανέωση της ελληνικής ιστοριογραφικής επιστήμης στις τελευταίες δεκαετίες, και κατ’ ακολουθία η ανανέωση της ακαδημαϊκής κοινότητας των Ελλήνων ιστορικών.

Οι δεκάδες μεταπτυχιακοί φοιτητές του στα σεμινάρια, οι ερευνητές που πέρασαν άπειρες ώρες μαζί του στο Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών, είτε στο Ιστορικό Αρχείο της ΕΤΕ, οφείλουμε ότι χάρη σ’ αυτόν μάθαμε να αγαπάμε την τέχνη του ιστορικού. Μας μύησε στις τεχνικές και τα εργαλεία της έρευνας μέσα από διαδρόμους αμφιβολίας και αβεβαιότητας για τις κατηγορηματικές και οιονεί αξιωματικές προσεγγίσεις της οντότητας του παρελθόντος.

Η συζήτηση με τον Ασδραχά δεν συνιστούσε μια απλή μαθησιακή διαδικασία. Πάνω απ’ όλα και κυρίως σήμαινε ταξίδι στα γεγονότα και τα φαινόμενα, σεβασμό στη μαρτυρία και τα υποκείμενα του παρελθόντος, αίσθηση της ιστορίας, κάθαρση από τις αδράνειες και τις εμμονές των μηχανισμών συγκρότησης της κατεστημένης ιστοριογραφικής αντίληψης.

Το τελευταίο έχει ιδιαίτερη αξία, στο μέτρο που θεωρώ ότι αρκετοί από τον χώρο μας στην απόπειρα ανατροπών του κατεστημένου και θεσμοποιημένου ιστορικού λόγου, αποδειχτήκαμε χειρότεροι από τους προπάτορές μας, από εκείνους δηλαδή των οποίων επιχειρήσαμε την αποκαθήλωσή τους και τελικά εγκολπωθήκαμε έναν εξουσιαστικό ρόλο. Τις συνέπειες του «μακιαβελισμού» τις βλέπουμε μπροστά μας καθημερινά, σε επιστημονικές ημερίδες και στα πανεπιστήμια, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Οι αγωνίες του Ασδραχά ήταν ανέκαθεν έκδηλες και δημόσιες για τη διαμόρφωση μιας διαφορετικής όσο και καινοτομικής αντίληψης στο περιεχόμενο των πανεπιστημιακών ιστορικών σπουδών, σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο. Το ίδιο οι μέριμνές του για τη διεύρυνση της κοινότητας των ιστορικών, εκτιμώντας ότι μέσα από αυτή τη διαδικασία θα εμπλουτιζόταν και θα ανανεωνόταν ο ιστοριογραφικός λόγος, εκείνος που επιχειρεί να συγκροτήσει ερμηνευτικά σχήματα απέναντι στα ερωτήματα και τις άγνοιες που έχουμε για το παρελθόν.

Περιττό να τονίσω ότι όλα τούτα συνοδεύτηκαν πάντοτε με την πλήρη απουσία εξατομικευμένων εκ μέρους του επιδιώξεων, την πρωτόγνωρη έλλειψη φιλοδοξιών, την εξαφάνιση κάθε είδους ηγεμονισμού. Αντίθετα, με περίσσια γενναιοδωρία αντιμετώπισε τους νέους επιστήμονες και τους συναδέλφους του. Κάποτε, σε μια από τις επαναλαμβανόμενες συζητήσεις μας για τους λόγους που βοήθησε ο ίδιος τόσο πολλούς τόσο πολύ, απάντησε αφοπλιστικά: «για να βοηθήσετε και σεις κάποιους άλλους στη συνέχεια».

Ο λόγος του Ασδραχά σημασιοδοτούσε τη βιωμένη Ιστορία, το καθόλου έργο του αποτελεί απτή απόδειξη της ηθικής στάσης έναντι της Ιστορίας, και σ’ αυτά ξεχώριζε από τους υπόλοιπους πετυχημένους επαγγελματίες συναδέλφους. Στην περίπτωσή του, η αναπαράσταση του παρελθόντος πραγματοποιείται με την ενεργοποίηση όλων των γνωστικών διαδρομών που συντείνουν στην καθολική Ιστορία.

Ηταν ο επιστήμονας που υπέδειξε αφετηριακά τη διεπιστημονική προσέγγιση στους μαθητές του, ικανή και αναγκαία επιταγή για την αντιμετώπιση σύνθετων προβλημάτων του ιστορικού παρελθόντος που χρήζουν πολυεπίπεδες ανιχνεύσεις.

Τον θυμάμαι να μου επισημαίνει την αναγκαιότητα για εξαντλητική ανάγνωση των διηγημάτων του Εμμανουήλ Ροΐδη, στην προσπάθειά μου να αποτυπώσω την κοινωνική διαστρωμάτωση της πιο αστικοποιημένης πόλης του 19ου αιώνα, της κοινωνίας της Ερμούπολης. Κι ακόμη γενικότερα χάρη στις αναλύσεις του, γινήκαμε κοινωνοί των διδαχών του Κοσμά του Αιτωλού, ως σημασιοδοτήσεων συγκεκριμένων οικονομικών και κοινωνικών νοοτροπιών που εκφέρει ο λαϊκός λόγος στην προεπαναστατική περίοδο.

Ας μου επιτραπεί, ωστόσο, να θεωρώ ότι η κορύφωση μιας τέτοιας σε πολλά, αλλά όχι κατακερματισμένα, επίπεδα θέασης του παρελθόντος παραπέμπει στην ανάλυση του Ασδραχά πάνω στο «Χρονικό των Σερρών». Εδώ ο Ασδραχάς ανέδειξε σε πρότυπο τη μελέτη των πηγών από πολλαπλές προσπελάσεις.

Η δημογραφία, η ανθρωπογεωγραφία, η οικονομική επιστήμη «ιστορικοποιήθηκαν» προκειμένου να στηρίξουν την ιστορική έρευνα. Εν προκειμένω η μελέτη του αναλυτικού παραδείγματος του «Χρονικού» όπως αυτό προέκυψε από τον Ασδραχά, μπορεί να αποτελεί για τους ιστορικούς υπόδειγμα μιας άρτιας μεθοδολογικής προσέγγισης της σφαιρικότητας της Ιστορίας. Κρατάω ως παρακαταθήκη τη συνομιλία μας πριν από λίγο καιρό, όταν και με την παρουσία του Ν. Θεοτοκά θέσαμε το πλαίσιο σύγχρονης έρευνας του 1821.

Με τον σοφό λόγο του ανέδειξε ερμηνευτικά κενά του φαινομένου, πεδία που χρήζουν περαιτέρω έρευνα, και θεματικές που έχουν στο μεταξύ προκύψει ως ερευνητικά αιτούμενα. Ο Ασδραχάς είχε το μοναδικό χάρισμα να διαθέτει διαρκή νεωτερικότητα στη σκέψη με σταθερή ωστόσο προσήλωση στις αρχές της τεκμηρίωσης της έρευνας.

Για τον Ασδραχά, η «προσφυγή στην Ιστορία είναι μια ανάγκη δημιουργίας μνήμης», όπως έγραψε κάποτε στην «Καθημερινή». Η προσωπική του αφοσίωση σ’ αυτή την παραδοχή, θεωρώ πως απεικονίζει τη συνεισφορά του Ασδραχά στην ιστορική έρευνα, στους μαθητές του ιστορικούς, στον ελληνικό λαό γενικότερα.

● Μια εκδοχή αυτού του άρθρου είχε δημοσιευτεί παλαιότερα σε αφιέρωμα της «Βιβλιοθήκης» της «Ελευθεροτυπίας» στον Σπύρο Ασδραχά.

*καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης