Το έγχρωμο, ενίοτε και πολύχρωμο, παρελθόν των αρχαίων αγαλμάτων, που τα νέα επιστημονικά μέσα αποδεικνύουν, βάζουν πολύ βαθύ κόκκινο στην κόντρα για το «κομψό» λευκό, που όπως φαίνεται δεν ήταν το ζητούμενο των καλλιτεχνών της Αρχαιότητας. Αλλά το επέβαλαν αντιλήψεις και στερεότυπα σαλονιών και ισχυρών.

Θυμάστε εκείνον τον θρύλο για τις συρμάτινες βούρτσες, που «λεύκαναν» άγρια τα τμήματα της ζωφόρου του Παρθενώνα που άρπαξε ο λόρδος Eλγιν, με την άδεια των Οθωμανών της εποχής, και τα έστειλε στη Βρετανία; Ε, εκείνος ο θρύλος, που διόλου μύθος δεν είναι, για τον τρόπο που μεταχειρίστηκε ο αρχαιολάτρης λόρδος και οι σικ θαυμαστές του αρχαίου κάλλους, μεταξύ 1801 και 1804, λέει πολλά όχι τόσο για τα αρχαία ελληνικά γλυπτά, αλλά κυρίως για μας. Τους σύγχρονους θαυμαστές του αρχαίου κάλλους. Πρώτα, για εκείνους τους δανδήδες και λόρδους που θαύμαζαν ακρωτηριασμένα –σε κάποιο πλούσιο βρετανικό σαλόνι κι έπειτα στο Βρετανικό Μουσείο– τα Γλυπτά, που σμιλεύθηκαν μεταξύ 447 και 432 π.Χ. για να φτάσουν να ξηλωθούν από τους εργάτες που πλήρωσε ο Eλγιν, κυρίως από τη νότια και βόρεια ζωφόρο του ναού της Παρθένου Αθηνάς και από το ανατολικό αέτωμα. Έπειτα, λένε πολλά και για μας που έχουμε συνηθίσει το λευκό, το κατάλευκο και άσπιλο, στα αρχαία ελληνικά αγάλματα.

statue-5-600x354
Ανακατασκευή ενός λιονταριού με χρώμα. Το αρχικό χρονολογείται στο 550πΧ, στο Λουτράκι (Liebieghaus Sculpture Collection)

Ζήτημα αντίληψης είναι όλα. Και οι αντιλήψεις κάποτε καταδικάζουν σε καταστροφή ή σε ανεπανόρθωτη αλλοίωση την Τέχνη. Βιάζοντας και εκβιάζοντας μέτρα του «ωραίου» ή του «δημοφιλούς» ή του «κοινώς αποδεκτού» ή του «ορθού» σε έργα τέχνης, που στην εποχή τους, είτε στη σφαίρα της έμπνευσης εκείνων που τα φιλοτέχνησαν, ακολουθούσαν τελείως διαφορετικούς κανόνες. Δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε τις καταστροφές ή αλλοιώσεις που επέφεραν στα έργα τέχνης και τα οικοδομήματα του αρχαίου ελληνικού κόσμου οι πρώτοι φανατισμένοι Χριστιανοί, πιστεύοντας ότι έτσι «χτυπούν» το Δωδεκάθεο. Σκεφθείτε μόνον πόσα ξωκλήσια στην Ελλάδα έχουν χτιστεί με πλίνθους και στοιχεία από διαλυμένα αρχαία κτίσματα ή διαμελισμένα αγάλματα…

Eτσι και τα ολόλευκα ελληνικά και ρωμαϊκά (συνήθως αντίγραφα –θαυμασμού– ελληνικών) αγάλματα ή οι επιγραφές και οι κατασκευές που στήνουμε ως αφιερώματα ή αναθήματα στην Αρχαιότητα και τους Αρχαίους στις ημέρες μας, έχουν να κάνουν ως προς τη λευκάδα τους κυρίως με την δική μας αντίληψη. Παρά με εκείνους, τους προγόνους του δυτικού κόσμου, που έπλαθαν το «ωραίο» της εποχής με φωτεινά, έντονα χρώματα και περίτεχνα, επιθετικά (δια)κοσμήματα, όπως παρατηρεί στο BBC η αγγλίδα συγγραφέας, ραδιοφωνική παραγωγός και άλλοτε ηθοποιός Νάταλι Χέινς.

Augustus2_F
Ο πρώτος (έγχρωμος) αυτοκράτορας της Ρώμης: το άγαλμα του Οκταβιανού Αυγούστου – ή του λεγόμενου αγάλματος του Αυγούστου της Πρίμα Πόρτα

Πάνω από εξήντα χρόνια μετά την έκθεση των κλεμμένων Γλυπτών στο σαλόνι του Eλγιν και αρκετά μετά την «λεύκανση» των ήδη ξασπρισμένων από τη Φύση γλυπτών του περίφημου Φειδία, ένας ζωγράφος τόλμησε να αμφισβητήσει δημόσια με πίνακές του την ολόλευκη «απλότητά» τους, της οποίας υπέρμαχοι υπήρξαν εκείνοι που τα πρωτοθαύμασαν πάνω από ένα μεγαλόπρεπο τζάκι ως γλυπτά «κλειστού χώρου». Ο βικτοριανός Λόρενς Aλμα-Τάντεμα έβαλε, τολμηρά, χρώμα στην ζωφόρο στην φανταστική παράσταση του έργου του, από το 1868, στο οποίο ο αρχαίος γλύπτης Φειδίας παρουσίαζε το έργο του για τον Παρθενώνα στους φίλους του. Ο Aλμα-Τάντεμα (1836-1912) είχε μελετήσει επισταμένως και επί μήνες τα γλυπτά, που είχαν εκτεθεί τότε στο Βυζαντινό Μουσείο και αποφάσισε να δει πίσω από το «κομψό» λευκό. Και πίσω από την αντίληψη περί «κομψού» λευκού. Και είδε ακόμη και τα άτια, που κάλπαζαν μαζί στη θαυμαστή ζωφόρο, βαμμένα με χρώματα έντονα και επιθετικά.

Η δημόσια «δήλωσή» του μπορεί να μην αφορούσε στην λεύκανση με υγρά και βούρτσες στο παρασκήνιο του Βρετανικού Μουσείου (ιστορίες που αποκαλύφθηκαν όταν η σύγχρονη Ελλάδα άρχισε να ζητά την επιστροφή των ακρωτηριασμένων γλυπτών του Παρθενώνα στον τόπο τους και στον τόπο του ιστορικού μνημείου). Αφορούσε όμως την επικρατούσα άποψη και την λεύκανση των γλυπτών από δύο και πλέον χιλιετίες καιρικών αλλοιώσεων, πολέμων και φθορών. Και έτσι ήρθε σε κόντρα ακόμη και με δεδηλωμένους λάτρεις του ολόλευκου σμιλεμένου μαρμάρου και το δίτομο έργο για την Αρχαία Τέχνη του Γερμανού Γερμανός θεολόγου, βιβλιοθηκάριου και αρχαιογνώστη Γιόχαν Γιόαχιμ Βίνκελμαν, που είχε εκδοθεί το 1764.

Ο θεωρούμενος ως μέγας θεωρητικός του Νεοκλασικισμού και θεμελιωτής της Αρχαιολογίας ως επιστήμης υπήρξε θαυμαστής των ρωμαϊκών αντιγράφων της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Είχε δε διακρίνει τα αγάλματα που ήταν αντίγραφα μπρούτζινων ελληνικών. Από το γεγονός ότι οι μορφές έγερναν σε κάποιο κλαδί ή δέντρο ή στα κάτω άκρα τους υπήρχε κάποια λωρίδα ένωσης (καθώς ο ορείχαλκος ήταν πιο σταθερός ως υλικό και οι αντίστοιχες μορφές από μάρμαρο χρειάζονταν επιπλέον στήριξη).

1868LawrenceAlma
Ο Λόρενς Aλμα-Τάντεμα ζωγράφισε τον αρχαίο γλύπτη Φειδία να παρουσιάζει τον Παρθενώνα στους φίλους του, με τολμηρά χρώματα (Wikimedia Commons)

Oταν, λοιπόν, ο Aλμα-Τάντεμα επέλεγε αυτή την παράσταση με τα πολύχρωμα γλυπτά στην ζωφόρο του Παρθενώνα δεν ήξερε ότι άνοιγε μία συζήτηση, μέχρι κόντρας, που κρατάει έκτοτε στους επιστημονικούς κύκλους. Μόνον που πλέον η πρόοδος της επιστήμης δίνει στην πλευρά του Βικτοριανού ζωγράφου επιπλέον πόντους. Αν όχι τη νίκη. Ακόμη κι αν συγκρούεται με την σύγχρονη αντίληψη περί της ολόλευκης «κομψότητας» των αγαλμάτων.

Δεν είναι κρυφό πλέον πως τα αρχαία ελληνικά αγάλματα έφεραν και έντονα και «μοντέρνα», με μια έννοια, σχέδια και δη χρωματισμένα. Δίπλα στον Πέρση ιππέα (ή Σκύθη ιππέα, του 520 π.Χ., που γλίτωσε από τον Eλγιν καθώς αποκαλύφθηκε το 1886 κοντά στο Ερέχθειο), στον οποίο ο χρόνος έχει χαριστεί τουλάχιστον ως προς τα χρώματα στα ρομβοειδή σχέδια της στολής του, το Μουσείο της Ακρόπολης εκθέτει σήμερα και μια υφαντή εκδοχή για το ύφασμα, όπως προκύπτει από το έγχρωμο γλυπτό.

Ο Φειδίας, πέρα από την ζωφόρο και άλλα αρχιτεκτονικά γλυπτά, είχε φιλοτεχνήσει και το περίφημο –θαύμα του αρχαίου κόσμου– Aγαλμα της Παρθένου Αθηνάς, που έφτανε ως τη στέγη του ναού. Μπορεί το άγαλμα να έχει χαθεί, αλλά οι περιγραφές του Παυσανία, οι οποίες έφτασαν ως τις ημέρες μας, μιλούν για ένα χρυσελεφάντινο άγαλμα. Από χρυσό και ελεφαντοστούν. Μια εκδοχή του αγάλματος, με την λάμψη και τη διχρωμία που φέρεται να είχε εμπνευσθεί ο Φειδίας, και με την υπογραφή του σύγχρονου γλύπτη Άλαν ΛεΚουάιρ εκτίθεται σήμερα στη Νάσβιλ του Τενεσί.

23783413_10155118638168907_4990787383751773963_o
Επισκέπτες της έκθεσης «Gods in Color» θαυμάζουν την Πεπλοφόρο Κόρη με χρώμα

Η συζήτηση – ή η κόντρα, αν θέλετε – για το χρώμα στα αρχαία ελληνικά γλυπτά δεν αφορά μόνον στα μαρμάρινα, αλλά και στα μπρούτζινα. Άλλωστε ο ορείχαλκος στην αρχαιότητα δεν είχε υποστεί την οξείδωση και τη φθορά που τα έχει καταδικάσει στις μέρες μας σε θαμπά σκοτεινά χρώματα, με κυρίαρχα το καφέ ή το πράσινο. Κάποτε, λέει μία εκδοχή που δεν προέρχεται πλέον από τον ζωγράφο Λόρενς Άλμα-Τάντεμα, είχαν το χρώμα του δέρματος και έγχρωμα κοσμήματα στις περικεφαλαίες, τα όπλα ή τον γλυπτό ρουχισμό τους, πέρα από το αστραφτερό μπρούτζο της κατασκευής τους. Χρώματα και διακοσμήματα. Σαν τον Πέρση ιππέα του Μουσείου της Ακρόπολης. Τα δε μάτια τους τα βλέπουμε σήμερα κενά. Κι αυτό διότι κάποτε σε αυτές τις κόγχες υπήρχαν μάτια πλασμένα επίσης κυρίως από μπρούτζο, αλλά χρωματισμένα. Όπως εκείνα που εκτίθενται στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, από μπρούτζο, μάρμαρο, κρύσταλλο και (μαύρο) οψιδιανό.

Η σύγχρονη τεχνολογία, με υπεριώδεις ακτίνες, έδωσε στους επιστήμονες νέα όπλα, όπως προείπαμε, και στην εκδοχή του Aλμα – Τάντεμα νέα επιχειρήματα, επιστημονικά ιδωμένα. Οι υπεριώδεις ακτίνες μπορεί να μην προσδιορίζουν με ακρίβεια το χρώμα που είχε χρησιμοποιηθεί από τους γλύπτες της αρχαιότητας, αλλά «βλέπουν» σχέδια και σημεία που είχε χρησιμοποιηθεί χρώμα. Όπως στα αγάλματα από το Ναό της Αφαίας, στην Αίγινα. Που εκτίθενται σήμερα στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου. Εκεί όπου τα μελέτησε με τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα ο γερμανός αρχαιολόγος Βίντσεντς Μπρίνκμαν. Και «είδε» τα σχέδια στην πέπλο της Αθηνάς και στον χιτώνα της, στο κέντρο του γλυπτού συμπλέγματος από αέτωμα του ναού, που χρονολογείται στην πρώτη δεκαετία του 5ου αιώνα π.Χ. και έχει πάρει την ονομασία «Αιγινήτες».

p05vg1gl
Κάποια αγάλματα ήταν διακοσμημένα με ενδύματα, όπως αυτή η χρυσή πανοπλία δεξιά (Fine Arts Museums of San Francisco)

Όπως αντίστοιχα «διέκρινε» ρομβοειδή σχέδια, κάποτε έγχρωμα, στα μανίκια και τα μπατζάκια του μισοκαθισμένου τοξότη στα δεξιά της θεάς Αθηνάς. Με μπλε, κόκκινο, κίτρινο και πράσινο χρώμα. Εντονο, όπως φαίνεται. Ο ξεπεσμένος γερμανός βαρόνος Καρλ Χάλερ φον Χάλερσταϊν και ο βρετανός αρχιτέκτονας Τσαρλς Ρόμπερτ Κόκερελ δεν είχαν φανταστεί πως το μπεζ μάρμαρο του γλυπτού συμπλέγματος που έφεραν στο φως το 1811 ήταν έγχρωμο. Και το τόξο του εν λόγω τοξότη (που κατά μία εκδοχή είναι ο Πάρις, ο γιoς του Πριάμου) ήταν βαμμένο πορφυρό και χρυσό. Ούτε όταν, συμπληρωμένα με μάρμαρο Καράρας από τον δανό γλύπτη Μπέρτελ Τόρβαλντσεν, τα παρουσίασαν στην Γλυπτοθήκη του Μονάχου, το 1830, κατ’ εντολή του Λουδοβίκου Α’ της Βαυαρίας.

Και όμως σήμερα ο τοξότης αυτός ήταν ένα από τα κύρια εκθέματα του Μπρίνκμαν, στην έκθεση «Gods In Colour», ή «Εγχρωμοι Θεοί», που ταξίδεψε ανά την υφήλιο τα τελευταία 15 χρόνια. Όχι ότι και το Μουσείο Κλασικής Αρχαιολογίας στο Κέμπριτζ έμεινε σε αυτή την διελκυστίνδα τόσων δεκαετιών άπραγο. Προς αυτήν την κατεύθυνση. Της πολύχρωμης αρχαιότητας. Βάφοντας το φόρεμα στο αντίγραφο της Πεπλοφόρου Κόρης (το αυθεντικό έργο της αρχαίας τέχνης εκτίθεται στο Μουσείο της Ακρόπολης, με εμφανή τα υπολείμματα χρώματος στα μαλλιά και στο φόρεμά της) με φωτεινό κόκκινο, τις μπορντούρες του με μπλε και την προσθήκη μπλε, λευκών και πράσινων κοσμημάτων. Πέρα από τα καφέ μαλλιά της, όπως και στο αντίγραφο που εκτίθεται στο Μουσείο της Βασιλείας. Το μουσείο του Κέμπριτζ ενθαρρύνει τους επισκέπτες στον ιστότοπό του να δώσουν την δική τους χρωματική εκδοχή για το φόρεμα της Κόρης. Κάτι αντίστοιχο, με εκπαιδευτική αξία για τα παιδιά, έχει εντάξει στα προγράμματά του και το Μουσείο της Ακρόπολης, με μια εφαρμογή ψηφιακής ζωγραφικής: «Ζωγραφίζοντας την Πεπλοφόρο».

24129960_10155141401778907_6752384761642572940_n
Αναπαράσταση ενός Πέρση ιππέα από την έκθεση «Gods In Colour»

Οχι ότι οι μελετητές της ρωμαϊκής τέχνης μένουν πίσω. Ο ερευνητής του Πανεπιστημίου της Φλωρεντίας Πάολο Λιβεράνι επιχειρεί να ανασυστήσει στην πρώτη του – χρωματισμένη – εκδοχή το άγαλμα του πρώτου αυτοκράτορα της Ρώμης (από το 27 π.Χ.), Οκταβιανού Αυγούστου, ή του λεγόμενου αγάλματος του Αυγούστου της Πρίμα Πόρτα, που βρέθηκε στην έπαυλη της συζύγου του Λιβίας και εκτίθεται στα Μουσεία του Βατικανού. Μια πρώτη χρωματισμένη εκδοχή του αγάλματος, που αποκαλύφθηκε το 1863, εκτίθεται στο ίδιο μουσείο. Με βαθύ κόκκινο στον μανδύα που κρατά, μπλε και κόκκινα κοσμήματα στα άκρα του θώρακά του και μορφές χρωματισμένες στην επιφάνεια του θώρακα.

Η έκθεση «Εγχρωμοι Θεοί» του Μπρίνκμαν και οι θεατές της απέδειξαν ότι το κοινό στέκεται ακόμη διστακτικό απέναντι σε εκείνο το οποίο δεν έχει συνηθίσει στα αρχαία αγάλματα: το χρώμα. Ακόμη κι αν έχει αποδειχθεί πολλαπλά ότι οι αντιλήψεις κάποιων εποχών και κάποιων ανθρώπων δημιούργησαν τη σημερινή «κοινώς δεκτή» ή «κρατούσα» αντίληψη περί του λευκού των αγαλμάτων. Ομως οι ίδιοι οι θεατές έδειξαν ότι τείνουν να καταλάβουν καλύτερα τα αγάλματα και την αρχαία τέχνη, όταν κάποιος τους υπενθυμίζει την αρχική τους πολυχρωμία. Μερικές φορές ακόμη και μια άκαμπτη, επιβεβλημένη «κρατούσα αντίληψη» χρειάζεται λίγο χρώμα για να… ξανοίξει και να ξαλεγράρει. Στην Τέχνη. Οπως και στη ζωή.

Πηγή: http://www.protagon.gr