«Το σύμπλεγμα του Οδυσσέα» (Der Odysseus Komplex) είναι ο τίτλος βιβλίου του Γιοχάνες Μπέκερ, επικεφαλής του Ινστιτούτου Δημόσιων Οικονομικών του Μίνστερ, και του Κλέμενς Φουστ, διευθυντή του Ινστιτούτου Οικονομικών Μελετών Ιfo του Μονάχου
Ο Οδυσσέας στο μακρύ ταξίδι του προς την Ιθάκη αντιστάθηκε στο σαγηνευτικό και επικίνδυνο τραγούδι των Σειρήνων παραμένοντας δεμένος στα κατάρτι του πλοίου. Έτσι δεν έχασε τον προσανατολισμό του.
Οι δύο οικονομολόγοι εκτιμούν ότι, σε αντίθεση με τον ομηρικό ήρωα, τα κράτη-μέλη της ΕΕ, δεν αντιστάθηκαν στις σύγχρονες Σειρήνες: τη διόγκωση των ελλειμμάτων, το υπερβολικό δημόσιο χρέος, τη χαλαρή τήρηση των ευρωπαϊκών κανόνων. Όπως αναφέρει ο Γιοχάνες Μπέκερ στη DW ήδη στις αρχές της δεκαετίας του ’90 κάποιοι οικονομολόγοι είχαν προειδοποιήσει για τις αποκλίσεις μεταξύ ευρωπαϊκού βορρά και του νότου. Οι πολιτικοί τους αγνόησαν.
Τα γερμανικά λάθη και ο αναγκαίος συμβιβασμός για την Ελλάδα
Kεντρικό πρόβλημα της ευρωζώνης, σύμφωνα με τον Γ. Μπέκερ, εξακολουθεί να είναι η αδυναμία τήρησης των κοινών δεσμεύσεων. «Κατεξοχήν παράδειγμα είναι το Σύμφωνο Σταθερότητας. Όλα τα κράτη είχαν συμφωνήσει σε δημόσια ελλείμματα μέχρι 3% του ΑΕΠ. Ένας κανόνας που μέχρι σήμερα τηρείται μετά βίας», λέει χαρακτηριστικά.
O ίδιος εκτιμά ότι η ευρωζώνη σήμερα δεν είναι καλύτερα προστατευμένη από κλυδωνισμούς από ό,τι στο παρελθόν. «Έχουν γίνει κάποιες προσπάθειες για θεσμικές βελτιώσεις, π.χ. με τον EMΣ ή την τραπεζική ενοποίηση.
Αυτές οι βελτιώσεις έχουν επιφέρει θετικά αποτελέσματα αλλά σε κάποιες περιπτώσεις η κατάσταση επιδεινώθηκε. Για παράδειγμα η Ελλάδα τα πηγαίνει εμφανώς χειρότερα από ό,τι το 2008, το ιταλικό χρέος έχει αυξηθεί σημαντικά και οι τράπεζες στη νότια Ευρώπη παραμένουν σε κακή κατάσταση».
Ο Γ. Μπέκερ πιστεύει ότι σε αντίθεση με την Κύπρο, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία ή την Ισπανία, η Ελλάδα κύλισε πιο βαθιά στην οικονομική κρίση επειδή περνούσε συγχρόνως μια εξίσου βαθιά πολιτική κρίση. Εκτιμά ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις απέτυχαν διότι δεν ανέλαβαν την «ιδιοκτησία» των μεταρρυθμίσεων, δηλαδή δεν τις ενστερνίσθηκαν. Απέτυχαν όμως και οι εταίροι επειδή πίεσαν την Ελλάδα να κάνει πράγματα που δεν ήθελε.
Ο γερμανός οικονομολόγος θεωρεί λάθος ότι δεν έγινε νωρίς κούρεμα του ελληνικού χρέους. Η γερμανική κυβέρνηση έκανε μεγάλα λάθη, αναφέρει χαρακτηριστικά, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να παραμένει αποκλεισμένη από τις διεθνείς αγορές εδώ και εννιά χρόνια. Τόσο η Γερμανία όσο και το ΔΝΤ θα πρέπει να εστιάσουν στο πώς η χώρα θα μπορέσει στο κοντινό μέλλον να χρηματοδοτήσει μόνη τις ανάγκες της, υποστηρίζει ο Μπέκερ. Για τον ίδιο λόγο εκτιμά ότι πρέπει να επιτευχθεί επιτακτικά συμβιβασμός μεταξύ ΔΝΤ και Βερολίνου.
«Πιστεύω ότι σε κάθε περίπτωση πρέπει να επιτευχθεί συμβιβασμός. Αλλά αυτό δεν εξαρτάται από την Ελλάδα», σημειώνει ο γερμανός καθηγητής. Εκτιμά μάλιστα ότι η απόρριψη του κουρέματος από το Βερολίνο είναι λάθος: «Η γερμανική κυβέρνηση, ιδίως ενόψει των εκλογών θα πρέπει να πει στους γερμανούς ψηφοφόρους την αλήθεια και όχι να αρνείται το κούρεμα και να διατείνεται ότι μπορεί να πάρει πίσω τα χρήματα που έχει δανείσει στην Ελλάδα».
Σε αυτό το σημείο σημειώνει ότι η συμμετοχή του ΔΝΤ ήταν μια σωστή επιλογή λόγω της εμπειρίας του στη διαχείριση κρίσεων. «Μέχρι στιγμής το ΔΝΤ έχει παίξει ένα θετικό ρόλο ως τρίτο μέρος, ασκώντας κριτική στους άλλους αλλά αποδεχόμενο και τα δικά του λάθη. Εάν αποχωρήσει, υπάρχει ο κίνδυνος επιπλέον πολιτικοποίησης της κρίσης».
Περί πρωτογενών πλεονασμάτων και Grexit
Αναφορικά με το θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% στην Ελλάδα ο Γ. Μπέκερ πιστεύει ότι «δεν είναι σε καμία περίπτωση ρεαλιστικά. Το ΔΝΤ το έχει πει ξεκάθαρα, πολλοί οικονομολόγοι το έχουν επίσης επισημάνει. Μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα είναι εφικτά αλλά όχι στο ύψος του 3,5%».Θέτοντας έναν πρακτικά ανέφικτο στόχο η Ελλάδα θα συνεχίσει να πιέζεται, ενώ στην πραγματικότητα αυτό που έχει ανάγκη είναι να εστιάσει στην εξεύρεση πόρων από τις αγορές προκειμένου να χρηματοδοτήσει αυτόνομα τις ανάγκες της.
Για την επαναφορά της συζήτησης περί Grexit o Γ. Μπέκερ παίρνει επίσης ξεκάθαρη θέση: «To Grexit παραμένει ρεαλιστικό σενάριο, μόνο αν το θέλουν η ελληνική κυβέρνηση και ο ελληνικός λαός. Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις οι Έλληνες θέλουν να παραμείνουν στην ευρωζώνη. Aυτό σημαίνει ότι πρέπει να γίνουν συμβιβασμοί ώστε η Ελλάδα να μπορεί να συνεχίσει εντός της ευρωζώνης.
( Σημείωση δική μας : ο συγγραφέας που τοποθετείται γενικότερα φιλικά προς την Ελλάδα,προφανώς δεν είναι ενήμερος για τις τελευταίες δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα όπου το ρεύμα της δραχμής είναι πλέον πλειοψηφικό, ούτε έχει προσωπική αντίληψη για την ανέλεητη προπαγάνδα των ΜΜΕ υπερ του ευρώ).
Προσωπικά πιστεύω ότι οι Έλληνες χωρίς το ευρώ θα είχαν καλύτερες προοπτικές αλλά πιστεύω επίσης ότι μπορούν οι ίδιοι να αξιολογήσουν τι είναι καλύτερο γι αυτούς. Για μια Ελλάδα όμως εντός της ευρωζώνης απαιτείται ακόμη πολλή δουλειά, ωστε η παραμονή αυτή να μην σημαίνει παράταση της οικονομικής κρίσης αλλά μια καλύτερη ζωή για τους Έλληνες».
Προτάσεις ευρωπαϊκής ανασύνθεσης σε μια εποχή «πολλών ταχυτήτων»
Επιγραμματικά το γενικότερο στρατηγικό εχέδιο για την επιτυχή έξοδο από την κρίση που διαγράφουν οι δύο γερμανοί οικονομολόγοι θα μπορούσε να συνοψισθεί ως εξής: ενίσχυση των θεσμών πρόληψης και διαχείρισης κρίσεων, μεταρρύθμιση της ΕΚΤ και του ΕΜΣ, εμβάθυνση της Τραπεζικής Ένωσης, βελτίωση των μηχανισμών ελέγχου του χρέους και τέλος ενδυνάμωση των εθνικών οικονομικών πολιτικών.
Όλα αυτά όμως προτείνονται την ώρα που οι ευρωπαίοι ηγέτες προλειαίνουν το έδαφος κεκλεισμένων των θυρών για την Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων. Για τον Γ. Μπέκερ η Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων δεν είναι πάντως τίποτα άλλο παρά μια εκδοχή της ΕΕ, όπου θα συμβιβάζονται αντικρουόμενα εθνικά συμφέροντα. «Κάποιες ανατολικές χώρες ενδιαφέρονται λιγότερο για την περαιτέρω ενοποίηση αλλά θέλουν να επωφεληθούν από την περιφερειακή βοήθεια πχ. στον αγροτικό τομέα, χωρίς όμως να εκχωρούν εθνική κυριαρχία. Από την άλλη υπάρχουν οι χώρες του παλιού πυρήνα της ΕΟΚ, όπως οι χώρες της Benelux, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία αλλά και η Ισπανία που έχουν τη βούληση να προχωρήσουν». Το μεγάλο στοίχημα της ΕΕ είναι πλέον ο συγκερασμός αυτών των τάσεων.