Της Natacha Polony, Γαλλίδας πολωνικής καταγωγής, εκπαιδευτικού, δοκιμιογράφου και δημοσιογράφου που ειδικεύεται στον τομέα της εκπαίδευσης και των κοινωνικών ζητημάτων.*
Οι απόψεις τόσο των αριστερών όσο και των φιλελεύθερων δεξιών για την Παιδεία είναι ταυτόσημες. Όλοι αυτοί οι οπαδοί του «μοντέρνου» και του «καινούργιου» είναι λατρευτές του εφήμερου και υπηρέτες μίας χρησιμοθηρικής και οικονομίστικης ιδεολογίας, η οποία στερεί τους νέους από την πολύτιμη κληρονομιά των κλασσικών γραμμάτων, των σημαντικών λογοτεχνικών κειμένων και του κώδικα αξιών που δημιούργησαν τον πολιτισμό και μεταδίδονταν από τις παλαιότερες γενιές. Οι «Αιώνιοι νέοι» του κειμένου είναι η δικιά μας «Γενιά του Πολυτεχνείου».
Natacha Polony |
«Με αφορμή την Πρωτοχρονιά του 2001, ένας εκπρόσωπος του κράτους εκθέτει τους λόγους για τους οποίους μπορούμε να ελπίζουμε σε έναν καλύτερο κόσμο. Γράψτε την ομιλία του». Αυτό το θέμα δόθηκε στις εξετάσεις των γαλλικών για το μπακαλορεά του 2001. Εδώ έχουμε μία μακάρια κατήχηση του να «γιορτάσουμε τον κόσμο όπως είναι». Η γραμμή που επικρατεί είναι «η χαρούμενη Αποκάλυψη». Η τέχνη να διαλαλούμε ότι όλα πάνε καλά και θα πάνε ακόμα καλύτερα. Η ευφορία προάγεται σε ιδεολογία. Όποιος δεν βλέπει αυτόν «τον καλύτερο δυνατό κόσμο» είναι ιδιότροπος. Και όποιος διαπιστώνει ότι οι νέοι που ανέλαβαν να γράψουν αυτή την απολογία της υποταγμένης εποχής μας το έκαναν σε στοιχειώδη γαλλικά και εκπληκτικά φτωχές αναφορές, πρέπει να πάει σε αναμορφωτήριο για να μάθει να μη διατυπώνει τόσο αρνητικές σκέψεις.
Οι απώλειες όμως είναι εμφανείς. Καθημερινά καταρρέουν ολόκληρα δοκάρια της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, άλλη μια αναφορά σβήνεται, άλλο ένα κείμενο ή ένας πίνακας δεν είναι πια κατανοητά για τους νέους, άλλη μια έκφραση πέφτει σε αχρησία, άλλη μια φιλοσοφική έννοια δεν θα γίνεται αντιληπτή σε όλη την ένταση και όλες τις αποχρώσεις της. Η ζωγραφική που εμπνέεται από τη Βίβλο ή την αρχαιότητα έχει πεθάνει. «Πέφτω από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη» ή «διαβαίνω τον Ρουβίκωνα» δεν σημαίνουν τίποτα σήμερα. Το να σκέφτεσαι ελεύθερα σημαίνει πλέον μόνο την ελευθερία να εκφράζεις μια τζούφια άποψη.Ακόμα και τα λατινικά ρητά και οι αναφορές στον Σιρανό ντε Μπερζεράκ ή σε άλλα δημοφιλή έργα, που υπάρχουν διάσπαρτα στις λεζάντες του Αστερίξ, έχουν γίνει ακατάληπτα για τις νέες γενιές. Αλλά όποιος τολμήσει να μιλήσει για όλα αυτά, θα καταταχθεί αυτοστιγμεί στους «οπισθοδρομικούς», τους«αναχρονιστικούς», τους «νοσταλγούς της άνισης κοινωνίας». Θα εισπράξει μια αμετάκλητη ετυμηγορία, ένα «δεν μπορείτε να το λέτε αυτό», επικριτικό και αγανακτισμένο, το οποίο σημαίνει, για όποιον ξέρει πώς να το ερμηνεύσει: «Τι σημασία έχει αν αυτό που λέτε είναι σωστό ή λάθος, κι εξάλλου δεν θα μπω καν στον κόπο να το αντικρούσω. Πολύ απλά, είναι κάτι που δεν λέγεται, κάτι αυστηρά απαγορευμένο».
Γιατί τόση εμμονή στην τύφλωση; Γιατί τόση λύσσα για να σωπάσουν οι διαφορετικές φωνές; Η κατηγορία για «αναχρονισμό» είναι το ισχυρότερο όπλο ενάντια στα λίγα εξημμένα κεφάλια που έχουν την αλαζονεία να αμφισβητούν το επίσημο δόγμα, δηλαδή ότι η κοινωνία που φτιάχνουμε είναι «η καλύτερη δυνατή», η πιο ευτυχής που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα!…
Το να εξυμνεί τις αξίες της μια εποχή, το να αυτοανακηρύσσεται πλήρως επιτυχημένη, δεν είναι πρωτοφανές. Αλλά το να απαγορεύει, προειδοποιώντας μας εκτενώς με τον επίσημο λόγο, την έκφραση της παραμικρής αμφιβολίας είναι συνέπεια μιας ιδιαίτερα αποτελεσματικής διαδικασίας απορρόφησης της κριτικής. …
Εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια όλες οι μεταρρυθμίσεις του υπουργείου Παιδείας είναι προσανατολισμένες προς την κατεύθυνση, της μεταμόρφωσης του σχολείου σε «τόπο ζωής», της κατάργησης των παλιών μαθημάτων, της πλήρους εγκατάλειψης οποιασδήποτε απαιτητικής διαδικασίας. Παρόλα αυτά, άτομα της αριστεράς σαν τους «Πράσινους» Philippe Meirieu και Gabriel Cohn-Bendit οργώνουν τα τηλεοπτικά πλατό και αναλώνονται σταmedia για να παραπονεθούν ότι προσκρούουν στην απάθεια τηςπλειοψηφίας. Ο αγώνας που διεξάγουν υπέρ του «μοντέρνου» παίρνει μορφή θρησκευτικής σταυροφορίας, αφού οι δυνάμεις του «κακού» και της «αντίδρασης» βγάζουν συνεχώς νέα κεφάλια σαν τη Λερναία Ύδρα.
Ποιο όπλο επιστρατεύουν κατά του τέρατος; Την ενοχοποίηση. Όποιος δεν είναι στο στρατόπεδο του «Καλού», υποστηρίζει το «Κακό», και τοποθετείται δίπλα στους αυτουργούς της αποικιοκρατίας, της δουλείας και της εξολόθρευσης των Εβραίων. Επικίνδυνο εγχείρημα για μια κοινωνία που θέλει να ζει χωρίς απαγορεύσεις το να τις επιβάλλει ακόμα περισσότερο εσωτερικεύοντάς τες. Όλοι αυτοί οι «αιώνιοι νέοι», οι υποστηρικτές του «Καλού», της «νεότητας» και του «μοντέρνου»,επινόησαν για τους σκοπούς τους τον σοφτ ολοκληρωτισμό, τη νέα θρησκευτική ηθική: μια εθελούσια δουλεία από φόβο για την «Κόλαση», από αγωνία μην τυχόν και βρεθεί κανείς στο επονείδιστο σινάφι των αντιδραστικών. «Δεν λέγεται αυτό» σημαίνει, κατ’ αρχάς, «δεν πρέπει να το σκέφτομαι».
* Απόσπασμα από το βραβευμένο βιβλίο της «Τα Χαμένα Παιδιά μας», εκδόσεις ΠΟΛΙΣ – άλλο απόσπασμα εδώ