1. Γιατί η Δύση διαφέρει της Ανατολής
Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ λίγους μήνες μετά τη θετική έκβαση του δημοψηφίσματος στη Βρετανία για την έξοδο από την ΕΕ (Brexit), η επέλαση της ακροδεξιάς σε άλλες χώρες, όπως Γαλλία, Ολλανδία, Φιλανδία, χωρίς να υπολογίζονται οι κυβερνήσεις στην Πολωνία, Ουγγαρία κλπ, η παρ’ ολίγω αποτυχία της να καταλάβει την εξουσία στην Αυστρία και η διαρκής πρόοδος της στην Γερμανία δεν συνιστούν τυχαία γεγονότα, αλλά συνδέονται με την οικονομική ανάπτυξη, απότοκος της οποίας είναι και η παγκοσμιοποίηση.
Η Δύση για μία σειρά λόγων κατάφερε εμφανώς μετά τον 15ο αιώνα να μετασχηματισθεί. Ενώ στο διάστημα από τον 5ο μέχρι τον 8ο αιώνα κυριάρχησε ο εξαγροτισμός των περιοχών τής Ευρώπης, ακολούθως σημειώθηκε η εμπορική επανάσταση, η επαν-αστικοποίηση και η συρρίκνωση της υπαίθρου. Η διαδικασία αυτή ξεκίνησε από τον 10ο αιώνα και συνεχίζεται μέχρι σήμερα
Έπειτα από τον 18ο αιώνα, μέσω της βιομηχανικής επανάστασης, ο δυτικοευρωπαϊκός χώρος κυριάρχησε απόλυτα σε όλη την υφήλιο. Οι μεταβολές στην τεχνολογία προήλθαν από πληθώρα αιτιών, η σημαντικότερη των οποίων απεδείχθη η κατάτμηση της οικονομικής και πολιτικής δύναμης. Σε αντίθεση με την Ανατολή (Βυζάντιο, Οθωμανική αυτοκρατορία, Μογγόλοι, Κινεζικές δυναστείες, Ιαπωνία κλπ), όπου κυριαρχούσε η αυταρχική διακυβέρνηση, με συνέπεια την σχετική αδυναμία στην ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας, στην Δυτική και Κεντρική Ευρώπη ο ανταγωνισμός μεταξύ των πόλεων, των κρατών σε ένα ενιαίο σχετικά περιβάλλον (μετά την διαίρεση της αυτοκρατορίας του Καρλομάγνου) έδινε διαρκή ώθηση. Παράλληλα, το υπόστρωμα που υπήρχε (η κληρονομιά της Αρχαιότητος) επέτρεψε την εμφάνιση του Ανθρωπισμού και της Αναγέννησης. Η φιλοσοφία, οι τέχνες, τα γράμματα διεύρυναν πολλαπλασιαστικά το βάθος αλλά και το πλάτος των γνώσεων των ανθρώπων, που εξέρχονταν από τον Μεσαίωνα. Αντίστοιχα η Μεταρρύθμιση, παρά τις συντηρητικές της σε πολλά σημεία θέσεις, εναντιωνόμενη στο αλάθητο του πάπα άμεσα αλλά και στην κυριαρχία του αυτοκράτορα έμμεσα (στο ενιαίο του κράτους), ενίσχυσε μακροπρόθεσμα το πνεύμα του φιλελευθερισμού. Αποτέλεσμα των εξελίξεων ήταν να αποθεωθεί, όπως και στον αρχαιοελληνικό χώρο, το άτομο. Τα ατομικά δικαιώματα θεμελιώθηκαν και το κοινοβούλιο σταδιακά απέκτησε την πολιτική εξουσία.
Στο διάστημα 1500-1800 η αστικοποίηση και μετέπειτα ο πολλαπλασιασμός των εργοστασίων δημιούργησε το εργατικό ζήτημα. Εκατό χρόνια από την έκρηξη τής βιομηχανικής επανάστασης στη δεκαετία του 1880 στη Γερμανία θα τεθούν οι βάσεις για το πρώτο κράτος πρόνοιας. Οι αδιανόητες καταστροφές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, σε μία Ευρώπη που πίστευε ότι μετά το 1815 θα παρέμενε εν ειρήνη, αφού η σύγκλιση στο πολιτικό και κοινωνικό σύστημα ήταν εμφανής, επιτάχυνε τις εξελίξεις. Η ρώσικη επανάσταση συντηρητικοποίησε το μεγαλύτερο ποσοστό των σοσιαλιστών, ενώ ώθησε μέρος των φιλελευθέρων σε «δεξιές» επιλογές. Ταυτόχρονα, η οικονομική κρίση που ακολούθησε και το πρόβλημα του εθνικισμού και των εθνοτήτων, που είχε αναδυθεί κατά τον 19ο αιώνα, έστρεψε το σημαντικότερο κομμάτι της μεσαίας τάξης, για την ακρίβεια το χαμηλότερο κλιμάκιο της καθώς και το μεσαίο τμήμα της, περίπου το 55%-60% του συνόλου της, σε εθνικιστικές και κρατικίστικες θέσεις. Συνεπώς, η εργατική πίεση από τη μια πλευρά και η κατάρρευση μεταξύ 1929-33 από την άλλη οδήγησαν αξιόλογο μέρος της Ευρώπης στη λύση του φασισμού (και του ναζισμού). Η ήττα του το 1945 και ο θριαμβεύων Ερυθρός Στρατός ανάγκασε τις δυτικές κυβερνήσεις στην επέκταση της κοινωνικής πολιτικής.
Από το 1980 και εντεύθεν οι τριγμοί της δεκαετίας 1970 (πετρελαϊκές κρίσεις και άνοδος του κόστους παραγωγής) επέτρεψαν την παλινόρθωση του φιλελευθερισμού. Η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού το 1990 θεωρήθηκε ως το τέλος της ιστορίας και η ελευθερία του laissez faire, laissez passer καθιερώθηκε σε όλη την υδρόγειο επιβάλλοντας την παγκοσμιοποίηση.
2. Η άνοδος της Ανατολής
Ενώ στα τέλη του 14ου και αρχές του 20ου αιώνα η επέκταση της Ευρώπης πραγματοποιείτο εν μέρει μέσω των κανονιοφόρων, εν μέρει με τη δημιουργία νέων προϊόντων, τη γέννηση νέων αναγκών και αγορών και των χαμηλών τιμών των εμπορευμάτων, μετά το 1950 και ιδιαίτερα από το 1960 και ύστερα οι πολυεθνικές εταιρείες διείσδυσαν σε όλες τις χώρες. Οι υπανάπτυκτες (ο όρος ως λιγότερο εύπεπτος αντικατεστάθη από το αναπτυσσόμενες ή αναδυόμενες) αδυνατούσαν λόγω έλλειψης κεφαλαίου, ειδικευμένου εργατικού δυναμικού, τεχνολογίας και σύγχρονης διοίκησης να αναπτυχθούν. Έτσι, προσκάλεσαν αυτές τους πρώην αποικιοκράτες εισάγοντας ευνοϊκά κίνητρα για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων (στην Ελλάδα ο 2687/1953).
Η αδυναμία αυτοτροφοδοτούμενης ενδογενούς ανάπτυξης εξ αιτίας των παραπάνω λόγων είχε ως αποτέλεσμα τα κράτη, ακόμη και τα άλλοτε σοσιαλιστικά ή αυτά του κινήματος των αδεσμεύτων (το οποίο εξηφανίσθη λόγω της επικράτησης του φιλελευθερισμού), να προσφέρουν κάθε διευκόλυνση στις ξένες εταιρείες και να ακολουθήσουν το υπόδειγμα της αγοράς. Οι χαμηλοί μισθοί, οι σχετικά ανύπαρκτες εργασιακές σχέσεις και η φορολογική ασυλία μετέφεραν τεράστιες μάζες υλικών πόρων από τη Δύση στα ολιγότερο ανεπτυγμένα εδάφη.
Άρα, ένα είδος αποσυσσώρευσης σημειώθηκε στη Δύση έναντι ογκούμενης συγκέντρωσης κεφαλαίου στην Ανατολή.
Στον ανεπτυγμένο κόσμο μεταπολεμικά οι 48 ώρες εβδομαδιαίας εργασίας σταδιακά μειώθηκαν σε 40 ή 37 ή 35. Μετά το 2000, προκειμένου να καμθεί η ανοιχτή ανεργία, η οποία δημιουργείτο τόσο λόγω της μεταφοράς του κεφαλαίου στην Ανατολή, όσο, ίσως και περισσότερο, λόγω της τεχνολογικής μεταβολής (υποκατάσταση εργασίας από κεφάλαιο), που προέκυψε από την επανάσταση της πληροφορικής, γενικεύθηκαν οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης. Το ωρομίσθιο αντικατέστησε το ημερομίσθιο, η μερική απασχόληση γιγαντώθηκε, ενώ ενοικιάσεις εργαζομένων, αντίστοιχο των δούλων της Αρχαιότητος ή της δουλοπαροικίας που περιγράφει ο Γκόγκολ στις «Νεκρές Ψυχές», καθιερώθηκαν.
Περαιτέρω, επειδή οι περισσότερες χώρες του άλλοτε καλούμενου Τρίτου Κόσμου παρουσίασαν πληθυσμιακή έκρηξη, κάτι που η Ευρώπη αντιμετώπισε στο διάστημα 1400-1850 με πολέμους και αποικιοκρατία και περιορισμό των γεννήσεων μετέπειτα, η μετακίνηση προς τη Δύση, αντίστοιχο των μεταναστεύσεων των λαών της ύστερης ρωμαϊκής αρχαιότητας, εντάθηκε.
Συνεπώς, από το 2000 έρχονται αντιμέτωποι δυο κόσμοι: Η Δύση, που ανέπτυξε τον συγκεκριμένο οικονομικό μηχανισμό και αυτόν τον πολιτισμό και η Ανατολή, με διαφορετική προϊστορία, που προσπαθεί μιμούμενη τη δυτική κοσμοθεωρία να την προσεγγίσει. Οι πρώτοι εξήγαγαν στην Ανατολή βιομηχανικά προϊόντα και εισήγαγαν από αυτήν αγροτικά. Οι όροι εμπορίου διαχρονικώς έβαιναν εις βάρος των αγροτικών εμπορευμάτων και αενάως μια μεταφορά πλούτου από τον ένα εταίρο στον άλλον συνεχιζόταν. Όμως πλέον η τεχνολογία μεταβιβαζεται, το εργατικό δυναμικό εκπαιδεύεται και χάρις στις πρωτοφανείς επενδύσεις των τελευταίων πενήντα ετών οι παρίες ζητούν πλέον μεγαλύτερο μερίδιο. Η άνοδος της Δύσης επετεύχθη εν μέρει μέσω υπεξαίρεσης του πλούτου των φτωχών· τώρα η Ανατολή επιδιώκει «αναδασμό» στον παγκόσμιο πλούτο.
Ανακύπτει ωστόσο ένα ουσιώδες ζήτημα: Στην Αγγλία λόγου χάριν το κοινοβουλευτικό σύστημα αναπτύχθηκε ταυτόχρονα με την αγορά, δηλαδή ο καπιταλισμός, το σύστημα της ελεύθερης οικονομίας, σχηματίσθηκε παράλληλα με τον κοινοβουλευτισμό. Όπως δηλαδή το άτομο μπορεί να επιλέξει μεταξύ πληθώρας πωλητών, έτσι δύναται να επιλέξει μεταξύ διαφόρων κομμάτων, που εκπροσωπούν ποικίλα συμφέροντα. Το ερώτημα που ανακύπτει είναι κατά πόσο δικτατορίες (Κίνα κλπ) είναι μακροχρόνια συμβατές με το καθεστώς της ελεύθερης αγοράς.
3. Οι οικονομικές μεταβολές
Η άνοδος της Ανατολής και η αφύπνιση του Νότου οδηγούν σταδιακά στην επαναφορά της ακροδεξιάς στον ανεπτυγμένο κόσμο και σε μία τάση επαν-εθνικοποίησης. Το όραμα της ενωμένης Ευρώπης παρουσιάσθηκε λόγω των συγκρούσεων που διήρκεσαν πλέον της χιλιετηρίδος (841-1945), ως η τελική λύση. Σταδιακά η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) διευρύνθηκε μετά το 1957 και από 6 μέλη συμπεριέλαβε 28 το 2013. Το 1992 προχώρησε σε μία πιο ουσιώδη αλλαγή μετατρεπόμενη σε Ένωση. Το κοινό νόμισμα και οι κοινές δημοσιονομικές πολιτικές επικράτησαν.
Αλλά οι μεταβολές που πραγματοποιούνται καθημερινώς διαμορφώνουν έναν τελείως διαφορετικό κόσμο. Η μεταφορά πλούτου, άρα σε δεύτερο στάδιο και οικονομικής και πολιτικής δύναμης, ανατρέπουν τα εσκαμμένα.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ (Διάγραμμα 1) το 1950 η Δυτική Ευρώπη, η Βόρεια Αμερική και η Αυστραλία-Ν. Ζηλανδία είχαν το 28%, το 29% και το 2% αντίστοιχα του παγκόσμιου ΑΕΠ. Αν προστεθεί και η Ιαπωνία (3%) τότε ο ανεπτυγμένος κόσμος απολάμβανε το 62% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
2050 με συντηρητικές παραδοχές οι ίδιες περιοχές – Δυτική Ευρώπη (7%), η Βόρεια Αμερική (11%), η Αυστραλία-Ν. Ζηλανδία (1%), η Ιαπωνία 2% θα δημιουργούν το 21%. Αντιθέτως η αναπτυσσόμενη Ασία από 10% το 1950 θα αγγίξει το 48% το 2050.
Από τον Πίνακα 1 προκύπτει μικρή κάμψη της ανισοκατανομής του παγκόσμιου εισοδήματος (το 1980 ο συντελεστής Gini κυμάνθηκε σύμφωνα με διάφορες μετρήσεις μεταξύ 0,65 και 0,69). Υπολογίζεται ότι ο παγκόσμιος πλούτος το 1820 ήταν λιγότερο άνισα κατανεμημένος. Προφανώς, η βιομηχανική επανάσταση απογείωσε τη Δύση και διεύρυνε τις αποκλίσεις μεταξύ των χωρών. Οι εκτιμήσεις για το 2050 ποικίλουν. Η πρώτη εκτιμά περαιτέρω συρρίκνωση στο 0,610, ενώ η δεύτερη υπολογίζει να εκτιναχθεί στο 0,708 (Hillebrand εα σελ 737). Ακόμη και αν γίνει δεκτή η ευνοϊκή υπόθεση, ανισότητες άνω του 0,5 δημιουργούν μεγάλες πιθανότητες, που προσεγγίζουν τη βεβαιότητα, για αποσταθεροποίηση. Οι διεθνείς συγκρούσεις είτε τοπικές, είτε πλέον γενικευμένες φαίνονται σαν αναπόφευκτες1.
Πίνακας 1: Εκτιμήσεις ανισοκατανομής (Gini)
Εκτιμήσεις |
1820 |
1970 |
1980 |
1988 |
1992 |
1993 |
1998 |
2000 |
2005 |
Bourguignon/Morrison |
0,5 |
0,65 |
0,657 |
0,657 |
|||||
Bhalla |
0,686 |
0,678 |
0,654 |
0,651 |
|||||
Sala – i – Martin |
0,662 |
0,645 |
0,633 |
||||||
Milanovic |
0,619 |
0,652 |
0,642 |
||||||
Hillebrand |
0,653 |
0,651 |
0,634 |
Πηγή: Hillebrand E. (2008) The Global Distribution of Income in 2050, World Development, vol 36, No 5, σελ. 728
4. Κοινωνικές διαφοροποιήσεις
Στη Δύση το κράτος πρόνοιας δημιουργήθηκε σαν απάντηση στα οξυμένα προβλήματα που δημιούργησε η βιομηχανική επανάσταση. Η επώασή του όμως είχε διαρκέσει τέσσερις περίπου αιώνες. Αντίθετα στις αναπτυσσόμενες περιοχές, καθώς λείπει αυτό το υπόβαθρο (η ιστορική εξέλιξη, η πολιτική φιλοσοφία, η πολιτιστική αντίληψη), είναι εξαιρετικά δύσκολο να οικοδομηθεί παρόμοιο σύστημα. Ο καπιταλισμός και το αστικό πνεύμα είναι ξενόφερτα, όπως ήταν περίπου ο πολιτισμός της ύστερης αρχαιότητας στους Γότθους. Την ίδια περίοδο όμως το κοινωνικό κράτος φαίνεται στη Δύση να συρρικνώνεται λόγω της φιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης. Η συρρίκνωση των φορολογικών εσόδων, προκειμένου να μην επιβαρύνονται υπέρμετρα οι επιχειρήσεις και το ανώτερο τμήμα της μεσαίας τάξης, έχει ως απόρροια τη χαμηλότερη δημόσια δαπάνη, άρα την μικρότερη κοινωνική προστασία.
Ο μέσος πολίτης παραμένει μετέωρος. Αρχικά θα εμπιστευθεί την αριστερά αλλά στην αποτυχία του κάθε κράτους απέναντι στην διεθνή αγορά στρέφεται σε εθνικιστικές πρακτικές. Παράλληλα η παγκοσμιοποίηση, σύστημα που δημιούργησε η Δύση – ενιαίος χώρος κίνησης εμπορευμάτων και κεφαλαίου – προσκρούει στη μετακίνηση του εργατικού δυναμικού. Για τις μεγάλες επιχειρήσεις οι περισσότεροι μετανάστες είναι καλοδεχούμενοι· για την πλειονότητα των μισθοσυντήρητων όπως και την μικροαστική τάξη συνιστούν συμφορά. Η διαφορά πολιτισμού, ηθών και εθίμων είναι εμφανής. Οι μετανάστες είναι δύσκολα αφομοιώσιμοι. Αλλά το χειρότερο προκύπτει από την αναζωπύρωση της θρησκευτικής διαμάχης. Ο κόσμος διχάζεται. Σε μεγάλα τμήματα της μεσαίας τάξης τα εισοδήματα υφίστανται ισχυρή πίεση. Η ανεργία της εργατικής τάξης μεγεθύνεται, ενώ οι μικροεπιχειρήσεις δυσκολεύονται να βρουν πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση και η κάμψη της αγοραστικής δύναμης μισθωτών και συνταξιούχων συρρικνώνει τις πωλήσεις τους οδηγώντας πολλές εξ αυτών στην χρεωκοπία. Οι τράπεζες, που εκπροσωπούν ουσιαστικά το κεφάλαιο, έχουν τοποθετήσει τα χρήματά τους ή σε επισφαλείς επενδύσεις ή σε κρατικά ομόλογα. Καθώς είναι μεταξύ τους διασυνδεμένες, ως επακόλουθο της ελευθερίας κίνησης κεφαλαίου, ένα δυσμενές γεγονός επιδρά στη φερεγγυότητα των άλλων οδηγώντας σε πτωχεύσεις. Εκεί που οι φιλελεύθεροι κραύγαζαν εναντίον της παρέμβασης του κράτους, τώρα την απαιτούν. Οι μόνοι κερδισμένοι είναι οι προσοδούχοι, η ανώτερη τάξη, που έχει τοποθετήσει τα χρήματά της σε φορολογικούς παραδείσους, σε επιχειρήσεις του Τρίτου Κόσμου που ο μισθός παραμένει γλίσχρος.
Στη Ρώμη οι τρομερές απώλειες επακόλουθο των καρχηδονιακών πολέμων σε στρατιώτες-κτηματίες κατέστρεψαν τη μεσαία τάξη και οι γαίες της διαρπάγησαν, παρά την προσπάθεια των Γράκχων και άλλων μεταρρυθμιστών, από τους λατιφουντίστες. Οι αναπόφευκτοι εμφύλιοι πόλεμοι και η κατάρρευση της Δημοκρατίας οδήγησαν στην αυτοκρατορία.
Καθ’ όμοια περίπου λογική σήμερα ο οικονομικός πόλεμος συνθλίβει τη μεσαία τάξη ενώ συγκρατεί χαμηλά τους μισθούς με απόρροια το 1% του πληθυσμού να διαθέτει το ήμισυ του παγκόσμιου πλούτου. Είναι αναμενόμενο ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων, ίσως όχι η πλειονότητα, να στρέφεται στα άκρα ή σε γραφικούς. Η Δύση σταδιακά ολισθαίνει σε ένα είδος παρακμής, μια οιονεί χρεωκοπία, αρνούμενη να χάσει τα πλεονεκτήματά της. Η Ανατολή απαιτεί μεγαλύτερο μερίδιο. Ο κόσμος προς το 2020 και πέρα από το ένα μέρος συντίθεται από τα γερασμένα πληθυσμιακά έθνη με ασταθή κοινοβουλευτική καθοδήγηση (τη Δύση) ενώ το άλλο ο Νότος και η Ανατολή απαρτίζεται από αυταρχικά (Ρωσία, Κίνα κλπ) και από ένα χαώδες στίφος αναδυόμενων καθεστώτων.
Το εκκρεμές επιστρέφει προς τα πίσω, όταν οι δυο κόσμοι ήταν σχεδόν ισόπαλοι. Κάθε κίνηση είναι αναμενόμενη με την σύγκρουση να διατηρεί τη μεγαλύτερη πιθανότητα.
1 Σε κάθε χώρα που υπερβαίνει ο συντελεστής Gini -μετρά την ανισοκατανομή του εισοδήματος- το 0,5 οι συγκρούσεις είναι αναμενόμενες.
ο Καθ. Θόδωρος Παπαηλίας είναι Διευθυντής του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών “Δημόσια Πολιτική και Οικονομική” του ΑΕΙ Πειραιά Τεχνολογικού Τομέα
μέρος του παραπάνω κειμένου έχει δημοσιευτεί στην εφημερίδα “το Ποντίκι”.
Πηγή: https://fouit.gr/