Του Παναγιώτη Νικ. Γκουρβέλου
Καθηγητή-Θεολόγου
«Η ίδια η συμπεριφορά της διοίκησης της Εκκλησίας, η νοοτροπία της και οι απαιτήσεις της θέτουν επιτακτικά το ζήτημα αλλαγής των σχέσεων αυτών (σημ. σχέσεων Κράτους – Εκκλησίας). Εμφανίζεται να εκπροσωπεί κοινωνικές ιδέες και νοοτροπίες που είναι ξεπερασμένες στην εποχή μας. Το σημαντικό είναι ότι οι αντιλήψεις που εκπροσωπεί τις περισσότερες φορές είναι συντηρητικές κοινωνικές η ηθικιστικές αντιλήψεις, οι οποίες στην πραγματικότητα δεν έχουν καμιά σχέση με την ίδια τη διδασκαλία του Χριστιανισμού. Έχοντας όμως ως τακτική να μη διαλέγεται με κανένα, αναπαράγει εσωτερικά τις αντιλήψεις της, μάλιστα με την απειλή της τιμωρίας εκείνων που θα ήθελαν να διαφοροποιηθούν.
Γι’ αυτό λειτουργεί ως ανασταλτικός παράγοντας στις κοινωνικές εξελίξεις. Ο λόγος αυτός είναι από τους πιο σοβαρούς για να προχωρήσει ο χωρισμός του κράτους από την εκκλησία. Ο χωρισμός θα βοηθήσει και την ίδια. Θα αναγκαστεί εκ των πραγμάτων να διαλεχθεί ρεαλιστικά με τη σύγχρονη εποχή και να απαλλαγεί από το βυζαντινό και εθνικό σύνδρομο, που σε ορισμένες περιπτώσεις την οδηγεί σε εθνικιστική ρητορεία η σε απομάκρυνση από τον πνευματικό σκοπό της» (Φάκελος μαθήματος Θρησκευτικών Β’ Γενικού Λυκείου, εκδόσεις «Διόφαντσς», Αθήνα 2017, σελ. 111).
Όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, το θρα- σύ και προσβλητικό για την Ιεραρχία της Εκκλησίας μας αυτό κείμενο, προερχόμενο από την γραφίδα καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, περιέχεται στο Νέο βιβλίο Θρησκευτικών της Β’τάξεως Λυκείου! Επομένως, εάν η θέση του κυρίου καθηγητή και των ομοφρόνων του
περί χωρισμού Εκκλησίας και Πολιτείας, τουτέστιν περί ύπουλου διωγμού εναντίον της Εκκλησίας, υιοθετηθεί από την Πολιτική ηγεσία, τότε το μάθημα των Θρησκευτικών στα σχολεία αυτομάτως θα καταργηθεί, κατά συνέπειαν οι δυό Θεολογικές Σχολές της πατρίδας μας θα κλείσουν κι αυτές, οπότε και ο Πανεπιστημιακός αυτός καθηγητής θα στερηθεί του παχυλού του μισθού και του εξ αυτού άνετου βίου του. Όμως ο καθηγητής μας συνεχίζει απτόητος και στο ίδιο κείμενο, εμμέσως πλην σαφώς, βαθμολογεί θετικά την εκκοσμίκευση, δηλαδή τον θρησκευτικό αποχρωματισμό («αποχριστιανισμό») της κοινωνίας! Γράφει λοιπόν: «Εφόσον υπάρχουν διάφορες θεωρήσεις της εκκοσμίκευσης, δεν μπορεί να υπάρχει ένας και μοναχός ορισμός της. Οι ορισμοί συνδέονται με την ιδιαίτερη οπτική με την οποία κάθε ερευνητής προσεγγίζει το φαινόμενο της εκκοσμίκευσης. Γενικά όμως θα μπορούσε να λεχθεί ότι το βασικό στοιχείο που υπάρχει σε όλες τις θεωρήσεις είναι ότι η εκκοσμίκευση σήμανε τον περιορισμό της επιρροής που ασκούσε η θρησκεία στο κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό πεδίο. Ο περιορισμός αυτός δεν σημαίνει άρνηση του θρησκευτικού πιστεύω, αλλά στην πραγματικότητα καταξίωση του, αφού από υπόθεση που επιβαλλόταν με βάση τη θέληση των ηγεμόνων η των κοινοτήτων, μετακινείται στη σφαίρα της ανθρώπινης ελευθερίας και επιλογής» (ο.π. σ. 107).
Στο ίδιο σχολικό εγχειρίδιο, η Εκκλησία μας που γεννήθηκε την ημέρα της Πεντηκοστής προβάλλεται ως πρότυπο της πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Κατά την λογική των συντακτών του βιβλίου, η πρώτη Εκκλησία αποτελούσε μια ιδανική πολυπολιτισμική κοινωνία, καθώς τα μέλη της δεν προέρχονταν από μια μόνον εθνότητα, αλλά από ένα μεγάλο πλήθος εθνοτήτων. Εσκεμμένα οι συγγραφείς του βιβλίου παραβλέπουν το γεγονός ότι τα πρώτα μέλη της Εκκλησίας πράγματι ανήκαν μεν σε πολλά έθνη -κατά πλειοψηφίαν ήσαν Ιουδαίοι που ζούσαν στην Ιερουσαλήμ καθώς και Ιουδαίοι της διασποράς, που είχαν έρθει στην πατρίδα τους για την μεγάλη Εβραϊκή γιορτή της Πεντηκοστής, αλλά και ξένοι (μη Ιουδαίοι), προσήλυτοι στην Ιουδαϊκή θρησκεία, όπως επίσης ήσαν και Ρωμαίοι-, πλην όμως όλοι αυτοί προστέθηκαν στην Εκκλησία την ημέρα εκείνη, αφού πρώτα μετανόησαν και βεβαίως βαπτίστηκαν. Δεν εντάχθηκαν δηλαδή στο άχραντο Σώμα του Χριστού, την αγία Εκκλησία, παραμένοντας Ιουδαίοι στο θρήσκευμα, ούτε οι ειδωλολάτρες Ρωμαίοι παραμένοντας ειδωλολάτρες, αλλά εισήλθαν στην Εκκλησία αφού πρώτα δέχτηκαν με χαρά το λόγο του Αποστόλου Πέτρου και βαπτίστηκαν, εγκατέλειψαν δηλαδή την πλάνη τους και έγιναν χριστιανοί (βλέπε Πράξεις των Αποστόλων 2,1-41). Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με μια σκόπιμη διαστροφή του μηνύματος της Πεντηκοστής, προκειμένου να διαφημιστεί η πολυπολιτισμική και πολυθρησκευτική κοινωνία!
Αλλά αυτό ακριβώς είναι το κυρίαρχο πνεύμα και ο απώτερος στόχος των Νέων Θρησκευτικών: η θρησκευτική σύγχυση, το πλήρες κομφούζιο περί τα Μεταφυσικά στο μυαλό των μαθητών. Τα Νέα ή – κυριολεκτικά(!)- Μαύρα Θρησκευτικά, που φασιστικά και βίαια επιβάλλονται ήδη από πέρυσι μόνο στους Ορθόδοξους Έλληνες μαθητές, αρνούνται ΤΟΥ Κύριο μας Ιησού Χριστό ως μοναδικό Λυτρωτή και Σωτήρα του κόσμου, εξισώνοντας την εξ Αποκα- λύψεως μονάκριβη Χριστιανική μας πίστη με τις άνθρωπο κατασκευ ασμ ίνες και πλανερές θρησκείες αυτού του κόσμου.
Θα αναφέρω, για του λόγου το αληθές, μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα από το ίδιο μόνον αυτό βιβλίο, της Β’ Λυκείου: Στο μάθημα το σχετικό με το βίωμα, στους μαθητές προσφέρονται μαζί, με καταφανώς συγκριτιστικό τρόπο, το Ορθόδοξο Χριστιανικό βίωμα, η πνευματικότητα του Ρωμαιοκαθολικού Χριστιανισμού, του Οικουμενισμού (διαχριστιανικού συγκηνισμού),
του Αρχαιοελληνικού μυστικισμού, του Ισλάμ (Σουφι- σμού) και των Απωανατολικών θρησκειών. Στο αμέσως επόμενο μάθημα, που αναφέρεται στη λύτρωση (σωτηρία), αναμειγνύονται σε μια μείξη παράξενη, οι περίλυ- τρώσεως ιδέες της θρησκείας μας με τις ιδέες του Νίκου Καζαντζάκη, του Ινδουισμού και του Βουδισμού και της Αρχαίας Ελληνικής θρησκείας! Στο κεφάλαιο του βιβλίου σχετικά με την ιερότητα, παρουσιάζονται μαζί με τις Ορθόδοξες Χριστιανικές απόψεις οι σχετικές αντιλήψεις του Μωαμεθανισμού, των Απωανατολικών θρησκειών και της Αρχαίας Ελληνικής θρησκείας. Στο μάθημα με θέμα την ανταμοιβή (δηλαδή την ανταπόδοση στην άλλη, την αληθινή ζωή), παρουσιάζονται οι σχετικές Χριστιανικές αντιλήψεις -και αυτές με τρϋ- πο μονόπλευρο, καθώς υπερτονίζεται η Θεία αγάπη- μαζί με τις απόψεις του Ιουδαϊσμού, του Ισλάμ, του Ινδουισμού, του Βουδισμού και των Κινεζικών θρησκευμάτων. Πραγματικά, σφοδρή και αγαλήνευτη τρικυμία εν κρανίω.
Επίσης, στο μάθημα σχετικά με την αποκάλυψη του Θεού, δίπλα -δίπλα στην εν Χριστώ γνήσια αποκάλυψη του αληθινού Θεού εκτίθεται, ως ισότιμη(;), η δήθεν αποκάλυψη του Θεού στον προφήτη Μωάμεθ, ενώ στο περί δημιουργίας του κόσμου μάθημα, με την Χριστιανική αντίληψη της δημιουργίας συμπαρατίθεται, επί ίσοις όροις(;), και η περί δημιουργίας πίστη των αρχαίων Βαβυλωνίων, της Ελληνικής μυθολογίας και του Ισλάμ.
Τέλος, στο σχετικό με τα στερεότυπα κεφάλαιο -αλήθεια, οι θεολόγοι μετατραπήκαμε πλέον σε κοινωνιολόγους(;)- αναφέρεται ως στερεότυπο, τουτέστιν ως κοινωνική προκατάληψη, το να δίνονται κούκλες μόνο στα μικρά κορίτσια, αλλά όχι και στα αγόρια! Πρόκειται άραγε για ανόητο αστείο ή μήπως για προπαγάνδιση της διεστραμμένης και αντιχριστιανικής πίστης πως το φύλο («άρσεν ή θήλυ» (Γένεσις 1,27) δεν μας δόθηκε από τον Δημιουργό μας κατά την γέννησή μας, αλλά μας. επιβλήθηκε από την κοινωνία και άρα μπορούμε να το αλλάζουμε!
Τα Νέα ή Μαύρα Θρησκευτικά σκοπεύουν προφανέστατα στο να συγχύσουν, να μπερδέψουν τους μαθητές, να αλλοιώσουν και να εξαλείψουν παντελώς την Ορθόδοξη Χριστιανική τους πίστη. Ορθώς έχει ειπωθεί ότι τα Νέα Θρησκευτικά ασφαλώς και έχουν κατηχητικό χαρακτήρα: συνιστούν όμως κατήχηση, στην κυριολεξία μύηση(!), όχι βέβαια στην Ορθόδοξη Πίστη μας, αλλά στην Πανθρησκεία και στον θρησκευτικό συγκρητισμό. Μέσω των Νέων Θρησκευτικών, το Υπουργείο Παιδείας μεταβάλλει εμάς τους θεολόγους καθηγητές σε πράκτορες ή χρήσιμους ηλίθιους («φερέφωνα») της πανθρησκειακής -συγκρήτιστικής, φασιστικής και θηριώδους Νέας Τάξης πραγμάτων! Τα Μαύρα Θρησκευτικά αποσκοπούν στο να κάνουν βίαια τους μαθητές μας πνευματικούς γενίτσαρους που θα αρνηθούν και θα μισήσουν την πνευματική τους Πατρίδα, την αγία Ορθόδοξη Εκκλησίας.
Όλοι όσοι συμμετείχαμε στο μεγαλειώδες συλλαλητήριο της περασμένης Κυριακής και διαδηλώσαμε υπέρ της ελληνικότητος της Μακεδονίας μας, βροντοφωνάξαμε όμως και για την απελευθέρωση της πονεμένης Πατρίδας από την οκτάχρονη αβάστακτη οικονομική δουλεία, θα αγωνιστούμε με κάθε νόμιμο μέσο και για την απαλλαγή της Παιδείας μας από αυτά τα νοθευμένα και αλλόκοτα και Μαύρα Θρησκευτικά.
Πηγή: Εφημερίδα Ο Εκκλησιολόγος