Ειδικά με την Τουρκία δεν τηρήθηκε καθόλου ο κανόνας, σύμφωνα με τον οποίο μία χώρα που θέλει να αποφύγει τον πόλεμο, οφείλει να είναι προετοιμασμένη να πολεμήσει και πλήρως αποφασισμένη – με έναν τρόπο που να είναι ξεκάθαρος στον εχθρό της.

Όταν μία χώρα δεν λύνει τα προβλήματα της μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα από τη στιγμή που εμφανίζονται, αλλά τα κρύβει κάτω από το χαλί, τότε κάποια στιγμή συσσωρεύονται τόσα πολλά που την πνίγουν. Κάτι τέτοιο φαίνεται να βιώνει η Ελλάδα σήμερα, με αφετηρία το 2010 – όπου, έχοντας στη διάθεση της πολλές επιλογές για να λύσει το πρόβλημα της υπερχρέωσης, διάλεξε τη χειρότερη: τα μνημόνια. Σαν να μην έφτανε δε αυτό, η κυβέρνηση της δρομολόγησε ένα έτος μετά το PSI, με το οποίο επισφραγίσθηκε το μεγάλο έγκλημα: η κυλιόμενη πτώχευση, κατά την οποία υφίσταται κανείς όλα τα δεινά της χρεοκοπίας, χωρίς κανένα από τα οφέλη της.

Από εκείνο το σημείο και μετά, ειδικά αφού πέρασαν τα τρία χρόνια που συνήθως διαρκεί η ανάκαμψη της οικονομίας ή αποτυχαίνουν εντελώς τα μέτρα που λήφθηκαν, το μέλλον της Ελλάδας ήταν προδιαγεγραμμένο – ενώ η χαριστική βολή δόθηκε από την τελευταία κατά σειρά κυβέρνηση του 2015, η οποία διεξήγαγε τη χειρότερη διαπραγμάτευση στα παγκόσμια χρονικά και οδήγησε τη χώρα σε έναν εξευτελιστικό συμβιβασμό, παραδίδοντας γη και ύδωρ στη Γερμανία.

Το πλέον δυσάρεστο εν προκειμένω είναι το ότι, ακόμη και την τελευταία στιγμή ο πρωθυπουργός μπορούσε να σώσει την Ελλάδα – εάν είχε ενδιαφερθεί για την πατρίδα του και όχι για τον εαυτό του. Ειδικότερα, εάν είχε παραιτηθεί όταν του ασκήθηκε ο γνωστός εκβιασμός, ανακοινώνοντας τον δημόσια στους πάντες, η πορεία της χώρας μας θα ήταν εντελώς διαφορετική – ενώ ο ίδιος θα είχε αποφύγει την προδοσία και τον εξευτελισμό του.

Αμέσως μετά ξεκίνησε η μεθοδική αποψίλωση της Ελλάδας, με στόχο τη μετατροπή της σε μία άβουλη γερμανική αποικία – ενώ ακολούθησαν οι προετοιμασίες για την υφαρπαγή της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, μέσω του ειδικού ταμείου, του αφελληνισμού των τραπεζών κοκ. Έτσι φτάσαμε στους τελευταίους μήνες όπου, ενώ θεωρούσαμε πως τα είχαμε δει πλέον όλα, έκαναν την εμφάνιση τους τα εθνικά θέματα: η απαίτηση των Σκοπίων για την παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας, οι θρασείς διεκδικήσεις της Αλβανίας και οι έμπρακτες απειλές της Τουρκίας στο Αιγαίο, στην Κύπρο και στη Θράκη.

Όλα αυτά τα κράτη, βλέποντας απέναντι τους μία οικονομικά κατεστραμμένη χώρα, έρμαιο των πιστωτών της που δεν χάνουν καμία ευκαιρία να την εξευτελίζουν (τελευταία με την παρακράτηση της δόσης, παρά το ότι είχαν ολοκληρωθεί όλα τα απαιτούμενα εκτός από μόλις δύο), με μία αδύναμη κυβέρνηση, καθώς επίσης με μία συνεχώς εντεινόμενη πολιτική αστάθεια στο εσωτερικό της, πληττόμενη επί πλέον από σκάνδαλα πολιτικής διαφθοράς, θεωρούν εύλογα πως είναι η καταλληλότερη στιγμή για να «διαρρήξουν τα ιμάτια της» – γεγονός που σημαίνει πως θα δούμε ακόμη αρκετά πράγματα.

Στα πλαίσια αυτά, μεταξύ άλλων με κριτήριο τον άθλιο χειρισμό της νέας κρίσης στα Ίμια, όπου μεταφορικά ζητήσαμε συγνώμη που εμβόλισαν το ελληνικό σκάφος, έχουμε την άποψη πως δεν θα αποφευχθεί τελικά μία μορφή σύγκρουσης με την Τουρκία – σε μία ασφαλώς ακατάλληλη χρονική περίοδο, αφού η Ελλάδα είναι κυριολεκτικά με την πλάτη στον τοίχο. Δυστυχώς ειδικά με την Τουρκία δεν τηρήθηκε καθόλου ο κανόνας, σύμφωνα με τον οποίο μία χώρα που θέλει να αποφύγει τον πόλεμο, οφείλει να είναι προετοιμασμένη να πολεμήσει και πλήρως αποφασισμένη – με έναν τρόπο που να είναι ξεκάθαρος στον εχθρό της.

Εκτός αυτού θα πρέπει να έχει πλήρη συνοχή στο εσωτερικό της, αναβάλλοντας την επίλυση των εγχωρίων προβλημάτων της για αργότερα – κάτι που δεν συμβαίνει επίσης στην Ελλάδα, όπου οι πάντες ασχολούνται με το σκάνδαλο της Novartis που είναι μεν υπαρκτό και πάρα πολύ σοβαρό, αλλά δεν προηγείται όταν ο εχθρός ευρίσκεται προ των πυλών.

Διαπιστώνοντας πάντως κανείς όλη αυτή την ανευθυνότητα, είναι πολύ δύσκολο να νοιώσει ασφάλεια και αισιοδοξία για το μέλλον – κατανοώντας πως η χώρα του χάνεται και καταρρέει, λόγω της ηλιθιότητας του πολιτικού της συστήματος. Ευτυχώς όμως για όλους μας, η τουρκική ηγεσία είναι πολύ πιο ηλίθια, κάνοντας το ένα λάθος πίσω από το άλλο στη Συρία – οπότε τουλάχιστον μας ευνοεί η τύχη.

ΠΗΓΗ