π. Ανδρέας Αγαθοκλέους
Το θέμα φαίνεται οξύμωρο, αφού η Μεγάλη Σαρακοστή είναι συνδυασμένη με τη λύπη, την άσκηση, τη σιωπή, τη νηστεία. Αυτό δηλαδή που ονομάζουμε «πνευματικό πένθος».
Πράγματι, την περίοδο αυτή καλούμαστε να συνειδητοποιήσουμε την κατάστασή μας, που χαρακτηρίζεται από την αμαρτία, την αδυναμία, τη νωθρότητα, την αδιαφορία.
Να συνειδητοποιήσουμε πως ο Θεός δεν είναι, δυστυχώς, το Α και το Ω της ζωής μας. Και, στη συνέχεια, να επανατοποθετηθούμε έναντι του εαυτού μας, που ζητά την ουσία της ζωής, το αληθινό πνευματικό βίωμα.Αυτό βασικά οδηγεί στη μετάνοια που εκφράζεται με την εσωτερική ανάγκη «να κάνουμε κάτι», για να βγούμε από το αδιέξοδο της ύπαρξής μας, όσο οι δυνάμεις και τα χρόνια μας το επιτρέπουν. Ήδη «το τέλος εγγίζει» και «ο καιρός είναι ευπρόσδεκτος» για μια τέτοια αλλαγή.
Όλα αυτά φέρνουν την κατάνυξη, τον προβληματισμό, τη συστολή, τη συντριβή της καρδίας, τον καρδιακό πόνο. Αυτό που οι φιλοκαλικοί πατέρες ονομάζουν «την κατά Θεόν λύπη».
Όμως, ξέρουμε πως υπάρχει και η άλλη λύπη, που φέρνει διάλυση των δυνάμεων,
απόγνωση κι απογοήτευση. Αυτή η «άλλη λύπη» έχει ως αιτία την αμαρτία και τα πάθη μας που ριζώνουν στο νου και στην καρδία. Ακόμα, πηγάζει από τις δύσκολες συνθήκες της ζωής μας, στην οικογένεια, στα οικονομικά και στο επάγγελμά μας. Υπάρχουν και οι περιπτώσεις των προσωρινών ή μόνιμων δοκιμασιών που έρχονται απρόσμενα και αλλάζουν την πορεία της ζωής.
Η Μεγάλη Σαρακοστή μας αποκαλύπτει τη λύπη μέσα από το πρίσμα της εκκλησίας, δηλαδή «του ετέρως οράν τα πράγματα» (της διαφορετικής θεώρησης της ζωής).
Η Μεγάλη Σαρακοστή, με τον τρόπο που μας καλεί η εκκλησία να τη ζήσουμε -δηλαδή τη νηστεία, την άσκηση, τη σιωπή, τις πολλές και μακρές Ακολουθίες- γίνεται οδός προς τη χαρά, την ουσιαστική, την εσωτερική, τη μένουσα χαρά.