Ανασχηματισμό ελάχιστων αλλαγών, με προφανές κριτήριο να προφυλαχθεί η κυβέρνηση από αναταράξεις και ο ίδιος από κριτική δυσαρεστημένων στελεχών, επέλεξε τελικά να κάνει ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας. Σε μια δύσκολη για την κυβέρνηση συγκυρία, με πολλά μέτωπα ανοιχτά, ο κ. Τσίπρας αποφάσισε να κινηθεί συντηρητικά, μη θέλοντας, προφανώς, να διαταράξει ισορροπίες και να προκαλέσει επιπρόσθετες περιπλοκές. Δεδομένη, πάντως, είναι και η πενία εναλλακτικών, η απουσία «πάγκου», σε μια συγκυρία κατά την οποία η κυβέρνηση καλείται να λειτουργήσει σε εντατικούς ρυθμούς. Ενώ, όμως, αυτό ισχύει για τον κεντρικό κυβερνητικό κορμό, ακόμα και σε δευτερεύοντα πόστα, όπου θα μπορούσε να δώσει έναν αέρα ανανέωσης και να προσφέρει την ευκαιρία σε στελέχη του να αποκτήσουν κυβερνητική εμπειρία ακριβώς για να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα ο κ. Τσίπρας δεν αποτόλμησε αλλαγές. Παράλληλα, πέραν των νέων στελεχών που δεν τους δόθηκε η ευκαιρία να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους, εκτός παρέμειναν και αυτή τη φορά στελέχη που απομακρύνθηκαν από προηγούμενες κυβερνήσεις του κ. Τσίπρα και παγίως εμφανίζονται ως υποψήφιοι για επάνοδο.
Ενδεχομένως η μέριμνα για την αποφυγή εσωστρέφειας, δυσαρέσκειας και γκρίνιας να μην είναι το μόνο κριτήριο που βάρυνε στην επιλογή του. Ισως ο πρωθυπουργός κρατάει το χαρτί ενός ευρύτερου ανασχηματισμού για μια μελλοντική συγκυρία, όταν ο ίδιος θεωρήσει ότι μια τέτοια κίνηση μπορεί να αποδειχθεί πολιτικά ωφέλιμη για τον ίδιο.
Στη δεδομένη συγκυρία, πάντως, είναι σαφές ότι δεν θέλησε να διαταράξει τις ισορροπίες και το κλίμα στο οικονομικό επιτελείο, εκεί που η αναβάθμιση κάποιου από τα υφιστάμενα στελέχη στο υπουργείο Οικονομίας ή η μετακίνηση εκεί του κ. Δημήτρη Λιάκου θα μπορούσε να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια των υπολοίπων σε μια απαιτητική συγκυρία, καθώς το εν λόγω υπουργείο θα διαδραματίσει κομβικό ρόλο τους επόμενους μήνες στη διαπραγμάτευση για την ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης και, κατ’ επέκταση, της ολοκλήρωσης του προγράμματος και του πλαισίου που θα το διαδεχθεί. Ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα και μια σοβαρή ενδοκυβερνητική κρίση θα προκαλούσε ενδεχόμενη μετακίνηση εκεί του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής Νίκου Παππά, οι σχέσεις του οποίου με τον κ. Ευκλείδη Τσακαλώτο απέχουν πολύ από το να θεωρούνται αρμονικές.
Ενδιαφέρον στοιχείο του χθεσινού ανασχηματισμού είναι ότι στο νέο κυβερνητικό σχήμα ο μικρός κυβερνητικός εταίρος, οι ΑΝΕΛ, χάνουν μία υπουργική θέση. Τον κ. Κ. Ζουράρι αντικαθιστά η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Μερόπη Τζούφη. Δεδομένης της σκληρής διαπραγμάτευσης στους προηγούμενους ανασχηματισμούς, από την οποία ο κ. Π. Καμμένος έβγαινε διαρκώς κερδισμένος, το γεγονός δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο, πολύ περισσότερο που οι σχέσεις των κυβερνητικών εταίρων, με επίκεντρο τη διαπραγμάτευση για την ονομασία της ΠΓΔΜ, διάγουν περίοδο φορτισμένη. Βεβαίως, ορισμένοι παρατηρούν ότι από την πλευρά των ΑΝΕΛ δεν υπάρχουν πλέον και πολλά στελέχη που θα μπορούσαν να μπουν στην κυβέρνηση εάν ο κ. Καμμένος επιθυμεί το κόμμα του να διατηρήσει μια στοιχειώδη παρουσία και στη Βουλή. Θα μπορούσε, όμως, να βρεθεί κάποιο εξωκοινοβουλευτικό στέλεχος και να διατηρηθεί η κατανομή των χαρτοφυλακίων.
Το στοιχείο της έκπληξης του χθεσινού ανασχηματισμού εμφανίσθηκε με τη μορφή του Φ. Κουβέλη. Εχοντας επί της ουσίας εκδηλώσει τις φιλικές προς τον κ. Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ διαθέσεις του ήδη πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, στην πρόκληση των οποίων συνέβαλε με τις τότε αποφάσεις του, το όνομα του κ. Κουβέλη πρωταγωνιστούσε σε κάθε συζήτηση για κυβερνητικό ανασχηματισμό από τον νυν πρωθυπουργό. Εκτός από τη συζήτηση των τελευταίων ημερών, καθώς εθεωρείτο ότι, αφού δεν έχει υπουργοποιηθεί μέχρι τώρα, αυτό δεν πρόκειται να γίνει πια. Πολύ περισσότερο, να δεχθεί να αναλάβει καθήκοντα αναπληρωτή υπουργού, με υπουργό τον Π. Καμμένο.
Πηγή: http://www.kathimerini.gr