Η απάντηση σε όσους είναι υπερπροστατευτικοί με τα παιδιά τους
Ένα νηπιαγωγείο σαν αυτό που περιγράφεται παρακάτω, δύσκολα θα λειτουργούσε σε άλλη χώρα. Αν και τόσο η ευεργετική επαφή με τη φύση όσο και η σημασία της συνειδητοποίησης των ορίων σε συνθήκες ελευθερίας αναγνωρίζονται ολοένα και περισσότερο στην παιδαγωγική διαδικασία, οι Σκανδιναβοί είναι για ακόμα μία φορά πρωτοπόροι, εφαρμόζοντας ευρέως την «εκπαίδευση στη φύση» και τα «νηπιαγωγεία του δάσους».
Το καλό νέο είναι πως τέτοιου είδους χώροι προσχολικής αγωγής εντοπίζονται και σε άλλες χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, και με εντυπωσιακή δυναμική. Το κακό νέο είναι πως ο δρόμος για τη ευρύτερη εξάπλωσή τους είναι ακόμα πολύ μακρύς.
Δύο από τα παιδιά του κρατούν μεγάλα ξύλα ο ένας δίπλα στο κεφάλι του άλλου, καθώς εξερευνούν έναν σαπισμένο κορμό δέντρου. Ένας συμμαθητής τους σκαρφαλώνει στην κορυφή ενός δέντρου, με τον αέρα να κουνάει τα κλαδιά σαν εκκρεμές. Άλλοι τρέχουν ελεύθερα στο δάσος.
Δεν υπάρχουν φράχτες. Δεν υπάρχει κάποιος σε απόσταση μισού μέτρου να ξεστομίσει το περίφημο «μη», αυτή τη λέξη που βγαίνει από τους γονείς χωρίς καν να τη σκεφτούν αλλά μοιάζει να είναι εντελώς άηχη για τα παιδιά, που απλώς την αγνοούν.
Για την κατηγορία των γονιών που αγωνιούν πολύ, πάρα πολύ, για τα παιδιά τους, βλέποντας κινδύνους στη βόλτα και στην παιδική χαρά και κρυμμένες παγίδες παντού, η λεγόμενη «εκπαίδευση στη φύση», που εφαρμόζεται σε νηπιαγωγεία της Δανίας, θα ήταν μάλλον εφιάλτης. Η πρωτοβουλία δε διευκρινίζεται αν είναι ιδιωτική ή έχει την κρατική υποστήριξη- έχει σίγουρα πάντως την έγκριση των παιδιών.
Ούτε για τον Johan Laigaard, παιδαγωγό στο εν λόγω νηπιαγωγείο, είναι πάντα εύκολο. Συνήθως παρακολουθεί από κάποια απόσταση. Τι γίνεται όμως αν νιώσει πως τα παιδιά κάνουν κάτι επικίνδυνο; «Μερικές φορές κλείνω τα μάτια μου γιατί ξέρω πως πρέπει να παρέμβω και να σταματήσω κάτι. Αλλά μπορώ και να περιμένω ένα λεπτό, να παρακολουθήσω πρώτα τι κάνουν. Και μπορώ να καταλάβω γιατί το κάνουν» εξηγεί ο ίδιος. Αλλά αν είναι οι γονείς εκείνοι που βλέπουν τα παιδιά τους να λικνίζονται στο φύσημα του αέρα σε ύψος δέκα μέτρων από το έδαφος; «Σκέφτονται: ωχ, όχι! Αλλά τους έχουμε μάθει πως το πιο επικίνδυνο πράγμα που μπορείς να κάνεις είναι να βάλεις τις φωνές στο παιδί» προσθέτει.
Η προσέγγιση του Johan μπορεί να έχει ήδη προκαλέσει ανατριχίλα και αποστροφή σε κάποιους από τους γονείς που διαβάζουν αυτό το κείμενο. Και τι γίνεται με την ασφάλεια των παιδιών τους; Δεν είναι όμως τα πράγματα ακριβώς όπως φαίνονται. Τα παιδιά μαθαίνουν να παίρνουν μικρά ρίσκα από πολύ μικρά και καθώς η αυτοπεποίθησή τους μεγαλώνει, μαζί με την ηλικία τους, μαθαίνουν να ρισκάρουν ακόμα περισσότερο.
Ο Johan εμπιστεύεται τα παιδιά. Και οι γονείς τους εμπιστεύονται εκείνον. Με δεδομένο πως στα 17 χρόνια λειτουργίας του νηπιαγωγείου του κανένα παιδί δεν τραυματίστηκε σοβαρά στη διάρκεια αυτού του ανέμελου παιχνιδιού, φαίνεται πως αξίζει πράγματι την εμπιστοσύνη τους.
Πετώντας με ενθουσιασμό πέτρες στο γειτονικό φιόρδ, μαζί με τους 3χρονους μαθητές του, ή γλιστρώντας σε μια λασπώδη κατηφόρα παρέα με 5χρονα, ο Johan δεν σταματά να μαθαίνει από την αγάπη τους για τον «κίνδυνο».
«Κατά την άποψή μου δεν είναι επικίνδυνο. Κι αν δεν αντιμετωπίσει και λίγο επικίνδυνες καταστάσεις, πώς θα είναι η ζωή; Όλοι θέλουν μια τέτοια πινελιά κάποτε» σχολιάζει. Έχει πολύ σαφή εικόνα του τι είναι πραγματικά επικίνδυνο και ξέρει πότε πρέπει να θέσει όρια, σαφή, ξεκάθαρα και ακλόνητα.
Σε κάποια από τις βόλτες στο δάσος, εξήγησε στα παιδιά τι γίνεται με ένα δέντρο, που είχε ξεριζωθεί ολόκληρο κατά τη διάρκεια καταιγίδας, και τα προειδοποιεί για την επικινδυνότητα της ρίζας του, που μοιάζει να αιωρείται». «Δεν επιτρέπεται ποτέ να μπείτε κάτω από ένα τόσο μεγάλο κομμάτι χώμα» εξηγεί στα παιδιά. «Γιατί μπορεί ξαφνικά το δέντρο να σπάσει. Τότε το χώμα θα πέσει όλο πίσω και είναι τόσο βαρύ που δεν θα μπορέσετε να βγείτε από κάτω του. Οπότε ποτέ να μην μπαίνετε σε ένα τέτοιο σημείο, γιατί μπορεί να τραυματιστείτε».
Την επόμενη ημέρα, ένα αγόρι κραδαίνει ένα μεγάλο κλαδί και ο Johan παρεμβαίνει ευγενικά. «Ντέιβιντ, πρόσεξε αυτό το ξύλο, θα μας χτυπήσεις στο πρόσωπο. Μπορείς να το κρατάς αλλά θα πρέπει να το προσέχεις. Κράτα το ψηλά για να μη μας χτυπήσεις. Μπορείς με αυτό να δείχνεις τα δέντρα. Θέλεις να σου το σπάσω για να έχεις ένα μικρότερο κλαδί στο χέρι και να μπορείς να το προσέχεις καλύτερα;» ρωτάει.
«Ναι» απαντά ο μικρός. «Έλα, θα σε βοηθήσω να το σπάσουμε. Θα φτιάξω ένα ραβδί ώστε να μπορείς να το χρησιμοποιείς για να περπατάς. Εντάξει; Αυτό είναι καλύτερο, δεν είναι πιο εύκολο να βαδίζεις κρατώντας το τώρα;»
Μοιάζει εύκολο αλλά δεν είναι, υπάρχει πολλή δουλειά πίσω από τέτοιου είδους αλληλεπιδράσεις με τα παιδιά, μια δεξιότητα που έχει αναπτυχθεί με κόπο. Στην καρδιά της δουλειάς του Johan δεν είναι η διδασκαλία αλλά κάτι ευρύτερο και συνολικότερο: η παιδαγωγική. Δεν έχει να κάνει με την προσπάθεια να μεταδώσει κανείς συγκεκριμένα «αποσπάσματα γνώσης», αλλά σχετίζεται με την ανατροφή των παιδιών. Με το να μπορεί κανείς να τα βοηθά να αναπτύξουν τα φυσικά ταλέντα και τις ικανότητές τους. Και είναι κάτι που έχει ισχύ από τότε που ο άνθρωπος γεννιέται μέχρι το τέλος του.
Στη Δανία, το πανεπιστημιακό πτυχίο παιδαγωγικής είναι απαραίτητο σε όλους όσοι απασχολούνται σε επαγγέλματα που αφορούν μικρά παιδιά, ή ηλικιωμένους, ή ανθρώπους με αναπτυξιακές δυσκολίες. Μαζί με την αυστηρή εκάστοτε εκπαίδευσή τους, πρέπει να έχουν και πτυχίο παιδαγωγικής.
Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Στην περίπτωση του Johan σημαίνει να ευνοεί και να αφήνει χώρο στην ικανότητα των παιδιών στην παρατήρηση, τη σωματική τους δύναμη, την ισορροπία και τον συντονισμό των κινήσεών τους, το αίσθημα συμπόνοιας και την ικανότητά τους να συνεργάζονται. Και όλα αυτά, με τις μικρότερες δυνατές παρεμβάσεις.
«Κάποιες φορές πρέπει να κάνεις ένα βήμα πίσω, όχι πάντα να παρεμβαίνεις για να βοηθήσεις τα παιδιά. Πρέπει να αφήνεις τα παιδιά να ξεπερνούν προβλήματα και μόνα τους. Μαθαίνουμε πολλά όταν το κάνουμε αυτό» αναφέρει η Jane Williams-Siegfredsen, συγγραφέας βιβλίου για τα περίφημα δανέζικα νηπιαγωγεία της φύσης. «Είναι σημαντικό τα μικρά παιδιά να μάθουν πώς είναι να είσαι βρεγμένος, να κρυώνεις, και να το ξεπερνούν» περιγράφει σε ρεπορτάζ τηλεοπτικού δικτύου της Αυστραλίας. «Ήρθα στη Δανία πριν από είκοσι χρόνια, με εντυπωσίασε το πώς ζούσαν τα παιδιά εδώ και τι έκαναν στη φύση, κι αποφάσισα να μείνω εδώ να ζήσω και να δουλέψω».
Παρατηρεί κι εκείνη τα παιδιά που παίζουν πάνω σε ένα πεσμένο δέντρο και είναι καπετάνιοι στο φανταστικό τους καράβι. Ένα από τα παιδιά κάθεται πάνω σε ένα λεπτό κλαδί που κάνει διχάλα, και ταυτόχρονα με τα δυο του χέρια πιάνει το χώμα που είναι κολλημένο στον μεγάλο κορμό. «Το κλαδί είναι πολύ ασταθές, χρειάζεται εξαιρετική ισορροπία για να κάθεσαι εκεί και να έχεις ελεύθερα και τα δύο χέρια σου. Σε μία συνηθισμένη παιδική χαρά, δεν θα είχαν την ευκαιρία να αναπτύξουν αυτές τις σωματικές δεξιότητες» σημειώνει. Εκεί που άλλος θα έβλεπε τον κίνδυνο της πτώσης, άλλος τη βρωμιά της λάσπης κι άλλος θα κατέφευγε στο περίφημο «μη», εκείνη αναγνώρισε την καλή ισορροπία, και τη σημασία της ανάπτυξής της.
Έτσι, ανοίγει με απόλυτη ψυχραιμία το κουτί που κουβαλά στο δάσος, και μοιράζει στα παιδιά… μαχαίρια, με τα οποία σκαλίζουν τα ξύλα τους. «Έχουν μάθει πώς να τα χρησιμοποιούν, ξέρουν πως είναι εργαλείο για να φτιάξουν κάτι με το ξύλο τους, όχι όπλο» λέει με απόλυτη ψυχραιμία.
Παρατηρώντας κανείς τον Johan, θα δει ότι πολλές φορές καταφέρνει να διδάξει πολλά στα παιδιά χωρίς πραγματικά να επιδιώξει να διδάξει το παραμικρό. Μία αυθόρμητη απορία ενός αγοριού για τα σκουλήκια προκαλεί ολόκληρη συζήτηση για το φυσικό περιβάλλον, τους θηρευτές και τα θηράματα. Κι αφού η περιέργειά του έχει ικανοποιηθεί, φεύγει για να παίξει με τις λάσπες.
Το πιο σημαντικό είναι πως ο Johan διαχειρίζεται τη συμπεριφορά των παιδιών χωρίς να τα επικρίνει, χωρίς καν να υψώνει τη φωνή του. Και το πετυχαίνει στο δάσος, περνώντας καλά.
«Όταν άρχισα να αντιμετωπίζω την εκπαίδευση ως παιδαγωγική, δεν ήξερα καν πως υπήρχαν τέτοια μέρη. Αλλά όταν το επιχείρησα, ήταν σαν να ήμουν κι εγώ παιδί, μπορούσα να χρησιμοποιήσω την παιδικότητά μου στη δουλειά μου. Νομίζω είναι πολύ σημαντικό να σου αρέσει αυτό που κάνεις. Τα παιδιά το βλέπουν όταν δεν σου αρέσει και δεν διασκεδάζουν ούτε αυτά. Οπότε, όταν εγώ περνάω καλά, περνούν κι εκείνα καλά και απολαμβάνουμε τα πράγματα μαζί» σχολιάζει.
Όσο για τους γονείς, προφανώς δεν τους είναι εύκολο να ξέρουν πως τα παιδιά τους σκαρφαλώνουν στα δέντρα, πιάνουν σκουλήκια ή παίζουν σε κοντινή απόσταση από ένα φιόρδ χωρίς να μεσολαβεί κάποιος χάρτης ή πετάνε πέτρες στο νερό. «Η αδελφή μου μου λέει πως μπορεί τα παιδιά να τρέξουν στο νερό. Αλλά δεν το κάνουν» σχολιάζει μία μητέρα «ξέρουν μέχρι πού επιτρέπεται να πάνε, πολλά πράγματα βασίζονται στην εμπιστοσύνη». «Είμαι χαρούμενη που δεν είμαι εδώ στη διάρκεια της ημέρας, γιατί ανησυχώ κάπως όταν βλέπω το παιδί μου σκαρφαλωμένο στην κορυφή του δέντρου. Χαίρομαι που δεν είμαι εδώ να το δω» εξομολογείται με αφοπλιστική ειλικρίνεια.