«Νὰ πεθαίνῃς γιὰ τὴν Ἑλλάδα εἶναι ἄλλο,
κι ἄλλο ἐκείνη νὰ σὲ πεθαίνῃ…»

Η Νίτσα Χατζηγεωργίου, η όμορφη κοπέλα της παλιάς ασπρόμαυρης φωτογραφίας, στα μέσα της δεκαετίας του 1950, ήταν μια φτωχή κοπέλα που ζούσε με τη μάνα της σε ένα μικρό σπίτι στον Άη Δεμέτη. Με δυσκολία τα έφερναν βόλτα οι δυο τους, με τα λίγα λεφτά που έβγαζε η Νίτσα ως κομμώτρια. Όταν το 1955 ξεκίνησε ο αγώνας της ΕΟΚΑ για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, η Νίτσα στρατολογήθηκε σε ένα κατασκοπευτικό ρόλο. Με δόλωμα τη σπάνια ομορφιά της, πλησίαζε Άγγλους στρατιωτικούς και τους αποσπούσε χρήσιμες για την οργάνωση πληροφορίες.

Άλλοτε πάλι έδινε με την παρουσία της κάλυψη στις κινήσεις των αγωνιστών. Ένα από τα πιο γνωστά περιστατικά του αγώνα ήταν η μετακίνηση του Γρηγόρη Αυξεντίου από τον Πενταδάκτυλο στο Τρόοδος. Το αυτοκίνητο οδηγούσε ο Κυριάκος Μάτσης. Πίσω κάθονταν ο Αυξεντίου κι η Νίτσα. Άγγλοι στρατιωτικοί σταμάτησαν σε ένα μπλόκο το αυτοκίνητο κι ήταν βέβαιο ότι θα ανακάλυπταν τον καταζητούμενο υπαρχηγό της ΕΟΚΑ, αν προχωρούσαν σε έρευνα. Η Νίτσα αγκάλιασε τον Αυξεντίου κι έκρυψε το πρόσωπό του κάτω από τα πλούσια μαλλιά της, φιλώντας τον, λες κι ήταν οι δυο τους ένα παθιασμένο ερωτικό ζευγάρι. Ο Κυριάκος Μάτσης έκλεισε με νόημα το μάτι στους Άγγλους κι αυτοί, ανυποψίαστοι, άφησαν το αυτοκίνητο να προχωρήσει.

Κάποιαν στιγμή η Νίτσα πήρε οδηγίες να παρασύρει στο σπίτι της έναν Άγγλο αξιωματικό και να τον κοιμήσει, ρίχνοντας υπνωτικό στο αναψυκτικό του, ώστε να τον απαγάγει στην συνέχεια η ΕΟΚΑ και να ζητήσει ανταλλαγή του με κρατουμένους αγωνιστές. Το κόλπο δεν έπιασε κι οι δύο αντάρτες, που ήσαν κρυμμένοι στο σπίτι, σκότωσαν τον Άγγλο, όταν εκείνος προσπάθησε να αρπάξει το πιστόλι του. Η Νίτσα πήρε αμέσως οδηγίες από την ΕΟΚΑ να καταγγείλει το συμβάν στην αστυνομία, λέγοντας ότι οι αντάρτες μπήκαν βίαια στο σπίτι της κι ότι αυτή δεν είχε ιδέα. Σύντομα όμως οι δύο δράστες συνελήφθησαν κι ο ένας από αυτούς, μην αντέχοντας τα βασανιστήρια, ομολόγησε την αλήθεια.

Η Νίτσα οδηγήθηκε στα φοβερά κρατητήρια της Ομορφίτας, όπου την υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια. Στην φυλακή, όπου την οδήγησαν αργότερα, έπεσε θύμα εξευτελιστικής συμπεριφοράς από τις συγκρατούμενές της. Από τότε ξεκίνησε το ατέλειωτο μαρτύριο της νεαρής αγωνίστριας. Διότι ο κατατρεγμός της ουδέποτε σταμάτησε. Συνεχίσθηκε ακόμη και μετά την δολοφονία της.

Η Νίτσα Χατζηγεωργίου ήταν ανάμεσα στους αγωνιστές που δεν επεκρότησαν τις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου για την ανεξαρτησία της Κύπρου. Παρέμενε φανατικά πιστή στην Ένωση και χαρακτήριζε προδότες όσους είχαν συμβιβασθεί. Το κράτος και το παρακράτος που στήθηκε το 1960 από τον «Χουντίνι» της ΕΟΚΑ και υπερυπουργό Εσωτερικών και Αμύνης της νεοσυστάτου Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολύκαρπο Γιωρκάτζη, με την ανοχή αν όχι και τις ευλογίες του προέδρου Μακαρίου, δεν διέθετε αρκετή υπομονή για όσους είχαν διαφορετικές απόψεις. Το 1959 δολοφονήθηκε ο αγωνιστής Γιαννάκης Στεφανίδης. Η μάννα του μέχρι το τέλος της ζωής της ζητούσε δικαίωση για την ψυχή του παιδιού της και τιμωρία των ενόχων, που ήσαν σε όλους γνωστοί. Στο τέλος την έκλεισαν σε άσυλο, για να την απαλλαγούν. Το 1961 δολοφονήθηκαν οι αγωνιστές Ευριπίδης Νούρος και Νεοκλής Παναγιώτου. Όλοι ήσαν εναντίον των συμφωνιών που υπέγραψε ο Μακάριος.

Στα πρώτα χρόνια της νεοσυστάτου Κυπριακής Δημοκρατίας, όταν πρώην αγωνιστές διεσφάλιζαν για τους εαυτούς τους μερίδιο στην εξουσία και σημαντικά πόστα στην κρατική υπηρεσία, η Νίτσα Χατζηγεωργίου κυνηγήθηκε λες κι ήταν απόβρασμα της κοινωνίας. Την είπαν τρελλή, την είπαν πόρνη και της έκλεισαν όλες τις πόρτες. Της έδωσαν αρχικά μια δουλειά στην στατιστική υπηρεσία αλλά πολύ σύντομα την έδιωξαν.
Ήταν σεσημασμένη αντικαθεστωτική κι ήταν συνεπώς άκρως ενοχλητική για την νέα τάξη πραγμάτων, για το «βαθύ κράτος» που άρχισε να κτίζεται και να εδραιώνεται διά πυρός και σιδήρου και να εξελίσσεται στην συνέχεια, με την πάροδο του χρόνου, στο διεφθαρμένο κατεστημένο που κατεσπάραξε σαν γύπας τα σωθικά αυτής της χώρας και του λαού της. Στα 30 της χρόνια, η Νίτσα Χατζηγεωργίου ήταν ένα ψυχολογικό ράκος. Στα 37 της ευρέθη νεκρή στο κρεββάτι της με την Καινή Διαθήκη επάνω στο στήθος της. Κι όμως ο θάνατος δεν ήταν το τέλος του μαρτυρίου της. Μερικά χρόνια αργότερα την ξέθαψαν με μπουλτόζες, διότι έπρεπε να επεκταθεί η εκκλησία του κοιμητηρίου.

Το ετήσιο μνημόσυνο της Νίτσας Χατζηγεωργίου κάνει από τότε μόνον η ΕΝΑΔ Αγίου Δομετίου (από τους παλαιοτέρους συλλόγους καλαθοσφαιρίσεως της Κύπρου), που έστησε και την προτομή της τιμητικά στην είσοδο του σωματείου. Για την Εκκλησία και την πολιτεία είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ τέτοια αγωνίστρια. Ούτε ένα δάκρυ, έστω και κροκοδείλιο, δεν τους περισσεύει για την μνήμη της νέας εκείνης γυναίκας που έδωσε στην πατρίδα τα πάντα.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΟΔΥΣΣΕΩΣ
Διὰ χειρὸς
Πανορμίτου Σπανοῦ

Νίτσα Χατζηγεωργίου, «το ιερό σκεύος» του αγώνα της ΕΟΚΑ
(1ον2ον καὶ 3ον μέρος)

Γράφει ὁ Νῖκος Παπαναστασίου

Μικρό μνημόσυνο στην τεράστια εθνική προσφορά της

ΤΑ δάκτυλά μου στο πληκτρολόγιο του υπολογιστή μου τρέμουν… Τα μάτια μου κυττούν την οθόνη και δακρύζουν… Το μυαλό μου θολώνει από τα όσα ξέρω για την Νίτσα Χατζηγεωργίου, το «ιερό σκεύος» του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ και προσπαθώ να τα γράψω.

Ο ΜΑΡΤΙΟΣ του 1968, με τον πλούτο των χρωμάτων από τα χιλιάδες λουλούδια που κοσμούν βεράντες και κήπους, μαζί το απέραντο πράσινο στους κάμπους του νησιού μας, έμελλε να ήταν ο τελευταίος μήνας της μαρτυρικής ζωής της Νίτσας. Κι ας ήταν μόνον 37 χρονών! Στις 11 του μηνός ανευρέθη νεκρή στο κρεββάτι της με μια Καινή Διαθήκη επάνω από τα χέρια της. Πού; Σ’ ένα πολύ φτωχικό σπίτι στον Άγιο Δομέτιο, όπου ζούσε με την μητέρα της. Δύο γυναίκες στριμωγμένες κάτω υπό πολύ δύσκολες συνθήκες, σε σημείο που πολλές φορές να μην έχουν τίποτα για την καθημερινή διατροφή, την επιβίωσή τους!..

ΤΙ έγινε; Πώς εγκατέλειψε η Νίτσα τόσο πρόωρα τα γήινα; Ήταν άρρωστη βαρειά; Όχι. Ναι, πολλά την ταλαιπωρούσαν, κυρίως ψυχολογικά από την κακοψυχία και την εμπάθεια πολλών, αλλά αυτά δεν ήταν για θάνατο. Όσο απίστευτο κι αν φαίνεται, λοιπόν, η Νίτσα δο-λο-φο-νη-θη-κε! Όχι με όπλο ή μαχαίρι, αλλά με τα χέρια των δολοφόνων της: Στρα-γγα-λί-σθη-κε! Τα βρωμόχερα των εκτελεστών έσφιξαν τόσο πολύ τον λαιμό της, μέχρι που ξεψύχησε! Και τότε μόνο την άφησαν. Έτσι, κι ενώ οι εγκληματίες έφευγαν στα σκοτεινά ευχαριστημένοι για την ανόσια πράξη τους, η Νίτσα Χατζηγεωργίου, η λαμπρή αγωνίστρια της ΕΟΚΑ, το «ιερό σκεύος «του έπους του 1955-59 παρέμενε νεκρή στο κρεββάτι της. Ήταν μια νύκτα όχι όπως τις άλλες γιατί προεμήνυε θάνατο στην κάθε της στιγμή…

Η «αδιάφορη» κομμώτρια, κορυφαία αγωνίστρια

ΜΟΛΙΣ 21 χρονών το 1955 η Νίτσα, δίδει πρόθυμα τον όρκο και μπαίνει στην ΕΟΚΑ. Φτωχή η οικογένειά της, λίγα τα γράμματά της, δυνατός όμως μέσα της ο πόθος για Ελευθερία. Εργάζεται ως κομμώτρια στο κομμωτήριο «Τεγγεράκη» στο κέντρο της Λευκωσίας, για το ψωμί της ίδιας αλλά και της μητέρας της. Δραστηριοποιείται από νωρίς στην Οργάνωση έντονα, ακόμα και στον χώρο τη δουλειάς της, οπόθεν περνούν καθημερινά πολλοί Άγγλοι και Αγγλίδες. Παίρνει την κάθε πληροφορία που ενδιαφέρει την ΕΟΚΑ και την μεταδίδει αμέσως. Διακινεί και αποκρύπτει υλικό.  Συνεργάζεται και βοηθά αγωνιστές που δρουν στην Λευκωσία και στον Άγιο Δομέτιο. Κι όλα αυτά με κάθε προσοχή και εχεμύθεια. Κανένας δεν την υποψιάζεται. Κανένας δεν καταλαβαίνει τον έξυπνο υποκριτικό τρόπο δράσεώς της. Αντίθετα, όλοι την θεωρούν «άσχετη» και «αδιάφορη»!

ΑΝ είναι να παραθέσει κάποιος τα περιστατικά δράσεωης της Νίτσας, οι σελίδες θα ήσαν ατέλειωτες. Αλήθεια, τι να γραφτεί πρώτο και τι δεύτερο. Όλα σημαντικά, με την ίδια προθυμία, το ίδιο θάρρος, την ίδια τόλμη της πάντοτε. Η αρχή για συμμετοχή της σε δύσκολες και επικίνδυνες αποστολές σημαδεύθηκε με τις προσπάθειες της ΕΟΚΑ να επιτύχει την απόδραση από τις Φυλακές του ήρωα Μιχαλάκη Καραολή, που τελικά, όμως, απηγχονίσθη με τον Ανδρέα Δημητρίου. Ήταν προς το τέλος του 1955, όταν ο Καραολής ήταν καταδικασμένος σε θάνατο και πολλά ήσαν τα βράδια που η Νίτσα παραμόνευε στην περιοχή των Φυλακών μαζύ με άλλους αγωνιστές, για να πάρουν τον Καραολή. Η κορμοστασιά της, το επιβλητικό παρουσιαστικό της, η απαράμιλλη ομορφιά και τα πλούσια σγουρά μαύρα μαλλιά της, το προσεγμένο της ντύσιμο και η άψογη περιποίηση του προσώπου της, έδιναν στον καθένα που την έβλεπε την εικόνα μιας κοπέλας με τα όλα της, μιας νέας που, στην ηλικία που ήταν, ξεχώριζε και αποτελούσε αντικείμενο προσοχής και θαυμασμού.

Νεανική συναναστροφή; Όχι, δεν ήταν

ΜΕ αυτό τον πλούτο φυσικών προσόντων, η Νίτσα ξεγελούσε ακόμα και τους πιο έμπειρους πράκτορες και ανακριτές των Άγγλων αποικιοκρατών. Η παρουσία της οπουδήποτε με άνδρες αγωνιστές, μόνον ως φλερτ και ως νεανική συναναστροφή εκλαμβανόταν από τους Άγγλους. Κι όμως. Η νεανική εκείνη ύπαρξη έκρυβε μέσα της μια ξεχωριστή αγωνιστική φυσιογνωμία. Μια πυρέσσουσα ψυχή, που ήταν δοσμένη σε όλα στον αγώνα.

Η Νίτσα Χατζηγεωργίου ήταν εκείνη που βοήθησε στην μεταφορά του ήρωα Γρηγόρη Αυξεντίου από την Λευκωσία στην Κακοπετριά, μετά την μετακίνηση του Σταυραετού του Μαχαιρά από τον Πενταδάκτυλο στο Τρόοδος. Η Νίτσα Χατζηγεωργίου ήταν εκείνη που ειδοποίησε την ΕΟΚΑ για τις κινήσεις των περιφήμων «διδύμων» – εμπείρων πρακτόρων των Άγγλων που εστάλησαν από το Λονδίνο ειδικά για να ανιχνεύσουν τον τόπο διαμονής του Αρχηγού Διγενή και να τον συλλάβουν – γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την εκτέλεσή των δύο, ημέρα μεσημέρι στο κέντρο της Λευκωσίας. Η Νίτσα ήταν εκείνη που συνόδευσε πλειστάκις τον Γιαννάκη Στεφανίδη, τον Χαράλαμπο Ευσταθίου (τον «Βράχο» της ΕΟΚΑ) και άλλους αγωνιστές σε αποστολές σε ολόκληρη την Κύπρο για να μεταφέρουν όπλα ή για να μετακινήσουν καταζητουμένους. Η Νίτσα ήταν εκείνη που, όπως θα δούμε στην συνέχεια, εδέχθη να παρασύρει με τον τρόπο της Άγγλους αξιωματικούς, για σκοπούς ομηρείας τους από την ΕΟΚΑ και ανταλλαγής τους με μελλοθανάτους αγωνιστές, γεγονός που απέβη αιτία  για την σύλληψη και τον απάνθρωπο βασανισμό της στο κολαστήριο της Ομορφίτας.

ΠΕΡΙΟΡΙΖΟΜΑΣΤΕ σ’ αυτά μόνο, ως πρώτο μέρος του αφιερώματός μας για την απαράμιλλη αγωνίστρια Νίτσα Χατζηγεωργίου, με την παράκληση προς όλους για συμμετοχή στο ετήσιο μνημόσυνό της, που θα γίνει την Κυριακή 8 Μαρτίου στην εκκλησία Αγίου Γεωργίου, στον Άγιο Δομέτιο.

(Αρχείο Νίκου Παπαναστασίου)

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ: Η μακρά παραμονή της Νίτσας Χατζηγεωργίου στις Φυλακές, ο σοβαρός κλονισμός της υγείας της από φρικτά βασανιστήρια και απάνθρωπες συμπεριφορές, ο μετά τον αγώνα αφόρητος ψυχολογικός πόλεμος εναντίον της, η εκδικητική εκδίωξη από την εργασία της, ο διασυρμός και η απομόνωσή της, ο στραγγαλισμός της και η διασπορά του φρικτού ψεύδους ότι επρόκειτο για αυτοκτονία, η ανασκαφή του τάφου της και το πέταγμα των κοκκάλων της και η επαινετή πρωτοβουλία συναγωνιστών της να τοποθετήσουν προτομή της έξω από το οίκημα της ΕΝΑΔ Αγίου Δομετίου, ως αναφορά στους αγώνες της και ως «αιωνίαν ανάμνησιν» της τεράστιας εθνικής προσφοράς της.

 

Η ΕΝΤΟΝΗ και πολύπλευρη δράση της Νίτσας Χατζηγεωργίου στον απελευθερωτικό αγώνα, οι πρωτοβουλίες που αναλάμβανε και, γενικά, ο τρόπος δράσεώς της, δεν άργησαν να τύχουν αναγνωρίσεως από τους συναγωνιστές της και τον Αρχηγό της ΕΟΚΑ Γρίβα Διγενή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, αφ’ ενός μεν να τυγχάνει αναγνωρίσεως και θαυμασμού, αλλά και να χρησιμοποιηθεί και ως το πρόσωπο που θα παγίδευε Άγγλους, κυρίως αξιωματικούς, οι οποίοι θα συλλαμβάνοντο από την Οργάνωση, για σκοπούς ανταλλαγής με καταδικαζομένους σε θάνατο αγωνιστές.

Η ΕΓΚΡΙΣΗ του Διγενή για τον συγκεκριμένο ρόλο της Νίτσας εδόθη νωρίς το 1956, όταν ήδη είχαν καταδικασθεί στην έσχατη των ποινών οι πρωτομάρτυρες της αγχόνης Μιχαλάκης Καραολής και Ανδρέας Δημητρίου. Για ανταλλαγή με τους δύο αγωνιστές είχαν ήδη συλληφθεί και κρατούντο από την ΕΟΚΑ δυο Άγγλοι στρατιώτες – οι Γκόρντον Χιλ και Ρόναλντ Σίλτον – οι οποίοι, όμως, για συγκεκριμένους λόγους, είχαν εκτελεσθεί πριν από τον απαγχονισμό των δύο ηρώων. (Περί αυτών, σε μιαν άλλη περίπτωση).

Η Νίτσα σαν «δόλωμα» για απαγωγές Άγγλων

Η ΝΙΤΣΑ, λοιπόν, σε συνάρτηση προς την υπόλοιπη δράση της, έδωσε την εποχή εκείνη βάρος στο κεφάλαιο «Σύλληψη και ομηρία Άγγλων στρατιωτικών». Η εργασία της ως κομμώτρια στο αριστοκρατικό τότε κομμωτήριο «Τεγγεράκη» στο κέντρο της Λευκωσίας, της παρείχε την ευχέρεια γνωριμίας με πολλούς Άγγλους και Αγγλίδες, που εξυπηρετούντο καθημερινά στο κομμωτήριο. Με τον τρόπο της, λοιπόν, την ευγένεια, την ευπροσηγορία και, κυρίως, την ομορφιά και την προσωπικότητά της, μπόρεσε όχι μόνον ν’ αποκτήσει την φιλία Άγγλων, αλλά και να τυγχάνει ολοένα και περισσότερο της προσοχής των Άγγλων, ως γυναίκα που ήταν. Με τον τέλειο υποκριτικό της τρόπο εδέχετο συνεχώς φιλοφρονήσεις και  κομπλιμέντα θαυμασμού, ακόμη και αθώα ερωτικά φλερτ. Έπαιζε με αριστοτεχνική μαεστρία τον ρόλο της, αφού ήταν γνωστό πως οι Άγγλοι αξιωματικοί που αποστέλλοντο στην Κύπρο σε καταδίωξη της ΕΟΚΑ ήσαν άριστα εκπαιδευμένοι, όχι μόνον στον στρατιωτικό, αλλά και στον ψυχολογικό τομέα.

ΕΤΣΙ η Νίτσα, ως δόλωμα πλέον, άρχισε να συναντάται με Άγγλους σε φιλικές συντροφιές, προσφέροντας σ’ αυτούς αφειδώλευτα ψεύτικες εντυπώσεις. Προσπαθούσε πάντα να κάνει την δουλειά της χωρίς να δίνει την παραμικρή υποψία, αλλά, παράλληλα, ήταν και πολύ προσεκτική στις εμφανίσεις της με Άγγλους, υπό τις τότε δοσμένες συνθήκες που επικρατούσαν στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και της «κλειστής κοινωνίας». Όμως, με την μυστικοπάθεια που επικρατούσε στην Οργάνωση και την μεγάλη προσοχή με την οποία ήσαν υποχρεωμένοι να ενεργούν οι αγωνιστές, υπήρξαν και κάποιοι/ες από αυτούς/ές, που την παρεξήγησαν. Κι όχι μόνον. Κάποιοι την διέσυραν κι όλας! Η ίδια, όμως, με την σοβαρότητα που την διέκρινε και την πιστή προσήλωσή της στον αγώνα με βάση τον όρκο που την εβάραινε, αδιαφορούσε και συνέχισε να κάνει αυτό που έπρεπε. Δεν έλειπαν, βέβαια και συναγωνιστές της που γνώριζαν τον ρόλο της, αλλά αυτοί ήσαν μετρημένοι στα δάκτυλα του ενός χεριού.Η προτομή της  Χατζηγεωργίου, στο προαύλιο του σωματείου ΕΝΑΔ, στον Άγιο Δομέτιο.

Υπνωτικό σε αναψυκτικό Άγγλου

ΓΙΑ να γινόταν, όμως, δυνατή η απαγωγή και ομηρία Άγγλων, έπρεπε την συγκεκριμένη στιγμή να ευρίσκοντο σε βολικούς χώρους, όπου και η ΕΟΚΑ θα είχε την ευχέρεια να τους αιχμαλωτίσει. Κι ένας τέτοιος χώρος – ο πιο βολικός υπό τις περιστάσεις – ήταν το πτωχόσπιτό της Νίτσας στον Άγιο Δομέτιο. Εκεί που έμελλε μιαν ημέρα να γίνει και το αναπάντεχο, το οποίο απετέλεσε και την αφετηρία του δράματός της, με την σύλληψη και τον απάνθρωπο βασανισμό της.

Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ αυτή αφορούσε στον Άγγλο αξιωματικό των ειδικών δυνάμεων – «Γκόρντον Χαϊλάντερς» – ο οποίος σύχναζε σε στέκι Άγγλων στρατιωτικών. Επρόκειτο για μπαράκι κοντά στο στρατόπεδο του BMH στην Παλουριώτισσα, απέναντι από το νέο κοιμητήριο Λευκωσίας. Εκεί πήγε για να ρίξει τα «δίκτυα» της ΕΟΚΑ η Νίτσα, αφού πρώτα φρόντισε, μέσω συναγωνιστών της, να απομακρύνει από το σπίτι της την μητέρα της.

  • ΤΟ σχέδιο απαγωγής του Άγγλου, προέβλεπε τα εξής: Η Νίτσα θα εύρισκε κάποιον Άγγλο, θα του πρότεινε να πάνε στο σπίτι της, κι εκεί, αφού θα τον αποκοίμιζε με υπνωτικό σε αναψυκτικό που θα του κερνούσε, θα τον παρελάμβαναν αγωνιστές οι οποίοι θα καιροφυλακτούσαν και μετά θα τον μετέφεραν αιχμάλωτο σε δικό τους χώρο.

ΝΤΥΘΗΚΕ και στολίσθηκε η Νίτσα και νωρίς το βράδυ μπήκε στο μπαρ. Δεν άργησε μάλιστα, η επιβλητική της παρουσία να κινήσει την προσοχή του συγκεκριμένου αξιωματικού, ο οποίος την πλησίασε και ήπιαν μαζί ένα ποτό. Μιλούσαν, χαριεντίζοντο και ο Άγγλος δεν άργησε να ευρεθεί σε κέφι. Κάποιαν στιγμή, την ερώτησε αν διέθετε δικό της αυτοκίνητο και, στην αρνητική της απάντηση, προσεφέρθη να την μεταφέρει ο ίδιος στο σπίτι της. Η Νίτσα εδέχθη με ζέση. Πήγαν, οπότε η Νίτσα ετέθη αμέσως επί τω έργω: Έσπευσε να του προσφέρει Κόκα Κόλα βάζοντας μέσα σ’ αυτήν υπνωτικό. Ανίδεος ο Άγγλος ήπιε πρόθυμα το αναψυκτικό, κι ενώ η Νίτσα περίμενε σε χρόνο ρεκόρ να είναι παραδομένος στον Μορφέα, αυτό δεν έγινε. Προβληματίσθηκε, το μυαλό της όμως πήρε αμέσως στροφές και, μ’ ένα πλατύ χαμόγελο, του πρότεινε να πάει και την επομένη στο σπίτι της, με την πρόφαση ότι φοβόταν τον άγριο ανιχνευτικό σκύλο που κουβαλούσε μαζύ του το βράδυ εκείνο. Η συνοδεία Άγγλων αξιωματικών από εκπαιδευμένους σκύλους ήταν συνήθης τακτική κατά τον αγώνα της ΕΟΚΑ, για πρόσθετη ασφάλεια.

Αξιωματικός νεκρός στο κρεββάτι της!

ΠΡΑΓΜΑΤΙ η συνάντηση την επομένη έγινε, όπως προκαθορίσθηκε. Την ορισμένη ώρα έφθασε «ως κύριος» ο Άγγλος, ανέμελος και ανυποψίαστος, ενώ στο δωμάτιο του μπάνιου καιροφυλακτούσαν από ώρα πριν, δύο ένοπλοι αγωνιστές. Ο Άγγλος, παίρνοντας θάρρος από την ευπροσηγορία και την ανοικτοσύνη της Νίτσας, πήγε κατ’ ευθείαν στο υπνοδωμάτιο και, σε δευτερόλεπτα μέσα, γδύθηκε. Αυτό είχε κατά νουν, σε αντίθεση προς την πραγματικότητα με βάση το σχέδιο της ΕΟΚΑ. Η Νίτσα ξαφνιάσθηκε, δεν ήξερε τι να κάνει και έσπευσε να ειδοποιήσει του δυο αγωνιστές, για να τους συμβουλευθεί. Αυτοί δεν έχασαν καιρό: Μπούκαραν στο υπνοδωμάτιο με προτεταμένα τα πιστόλια τους εναντίον του Άγγλου. Αυτός έκπληκτος , με μια ενστικτώδη κίνηση, προσπάθησε να πάρει από την καρέκλα το δικό του πιστόλι. Επακολούθησαν αμέσως πυροβολισμοί από πλευράς των αγωνιστών και ο Άγγλος, σε δευτερόλεπτα μέσα, έπεφτε νεκρός στο κρεββάτι της Νίτσας!..

ΕΝΩ, στηβ συνέχεια, οι αγωνιστές έσπευδαν ν’ απομακρυνθούν από το σπίτι, η Νίτσα, ταραγμένη και ανήσυχη, φρόντισε μέσω τους να ειδοποιήσει την Οργάνωση για το τι θα κάνει. Η απάντηση, που δεν άργησε να’ ρθει, ήταν να ειδοποιήσει την Αστυνομία και να πει ότι, ενώ ήταν στο σπίτι της ο Άγγλος, μπήκαν ξαφνικά δυο άγνωστοι με όπλα και τον σκότωσαν…

Απίστευτα βασανιστήρια στην Ομορφίτα

ΕΤΣΙ και έκανε. Όμως οι Άγγλοι ανακριτές που έτρεξαν χωρίς καθυστέρηση στο σπίτι της, καθόλου δεν την πίστεψαν. Της πέρασαν αμέσως χειροπέδες και βίαια τη μετέφεραν στον αστυνομικό σταθμό Αγίου Δομετίου και από εκεί, σε λίγο, στα ανακριτήρια της Ομορφίτας. Εκεί που μαρτυρούσαν καθημερινά δεκάδες αγωνιστών στα χέρια αιμοδιψών Άγγλων και Τούρκων ανακριτών, κτηνανθρώπων. Βασανίσθηκε άγρια στο νεώτερο αυτό Νταχάου η Νίτσα. Κτυπήθηκε, υβρίσθηκε, γυμνώθηκε, εξευτελίσθηκε, αλλά τίποτα δεν βγήκε από το στόμα της. Επέμενε πάντα στον ίδιο ισχυρισμό της αλλά, κάθε φορά που γινόταν αυτό, επακολουθούσε ένας νέος γύρος απανθρώπων βασανιστηρίων…

ΕΜΕΙΝΕ πολλές ημέρες στην Ομορφίτα η Νίτσα. Χωρίς η μητέρα της να ξέρει πού ευρίσκετο ακριβώς. Στην διάρκεια του διαστήματος αυτού, είχε ριχθεί επ’ αρκετό στο «dark room» όπου, μέσα στην απόλυτη σκοτεινιά και τις ακαθαρσίες του απαίσιου εκείνου κελιού, άγρυπνη, με λίγο νερό και υπολείμματα φαγητού, κατήντησε ψυχικό ράκος. Το σώμα της εξασθένησε επικίνδυνα. Οι δυνάμεις την εγκατέλειπαν με ταχύτατο ρυθμό. Η ματιά της θόλωνε με την πάροδο των ωρών. Τα μακρυά σγουρά μαλλιά έμοιαζαν με βαμβάκι που το έδερνε δυνατός άνεμος. Μέχρι και προδότη έριξαν οι Άγγλοι στο κελί της, για να της παρουσιασθεί σαν αγωνιστής, με πρόθεση να την ξεβγάλει. Ούτε όμως κι αυτή η μέθοδος απέφερε ο,τιδήποτε το θετικό για τους Άγγλους. Την απειλούσαν συνέχεια με θάνατο, θέλοντας έτσι να εκδικηθούν τον χαμό του δικού τους ανθρώπου. Της έλεγαν ότι θα έφερναν την μάνα της και θα την κρεμούσαν μπροστά της! Την έριχναν γυμνή ο ένας στην αγκαλιά του άλλου και την περιγελούσαν! Ξερίζωναν τρίχες από τα γεννητικά της όργανα και την κτυπούσαν ασταμάτητα με ξύλο στις πατούσες, με αποτέλεσμα τα πόδια της να γεμίσουν πληγές, να πρηστούν και να φαίνονται εντελώς διαφορετικά από τα φυσιολογικά εξ’ αιτίας των πολλαπλών εκχυμώσεων που τα «κοσμούσαν»!..

Στο Νοσοκομείο και στις Φυλακές

ΤΟ μαρτύριο της Νίτσας δεν έλεγε να τελειώσει. Κι όταν πια φάνηκε πως αυτή πήρε για καλά τον δρόμο του θανάτου, οι Άγγλοι ανακριτές αναγκάσθηκαν να καλέσουν γιατρό, ο οποίος και διέταξε την άμεση μεταφορά της στο Νοσοκομείο. Έμεινε στο Γ.Ν. Λευκωσίας για πολλές ημέρες, όμως η νοσηλεία της κάθε άλλο παρά σαν τέτοια μπορούσε να ονομασθεί. Επρόκειτο περισσότερο για βασανιστήριο, με αποτέλεσμα η κατάστασή της να επιδεινωθεί και να δει ορατό μπροστά της τον θάνατο. Έμοιαζε πλέον σαν μια σκιά του εαυτού της. Τίποτα από αυτό που φαινόταν, δεν ήταν εκείνο που την εχαρακτήριζε πριν. Ούτε να μιλήσει, ούτε να φάει, ούτε καν ν’ ανοίγει τα μάτια της μπορούσε…

ΧΡΕΙΑΣΘΗΚΑΝ πολλές ημέρες να φέρει κάπως «τα καλά της». Και τότε, ούτε λόγος για εξιτήριο, αλλά για ένα νέο στάδιο δοκιμασίας. Μετεφέρθη στις Κεντρικές Φυλακές, όπου και κλείσθηκε σε κελί ως πολιτική κρατουμένη, με αριθμό 3. Ήταν από τις πρώτες. Η ζωή εκεί ήταν υποφερτά καλλίτερη από την Ομορφίτα, όμως η ζημιά που είχε πάθει η υγεία της ήταν πολύ μεγάλη. Υπόφερε με συνεχείς ζάλες, έκανε εμετούς, πονούσε αφόρητα το στομάχι της, δεν μπορούσε να βάλει φαγητό στο στόμα της. Ως αποτέλεσμα όλων αυτών μετεφέρθη κατ’ επανάληψη στο Νοσοκομείο, μια-δυο-τρεις, πολλές φορές, αλλά η κατάστασή της δεν έλεγε να καλλιτερέψει. Οι γνωματεύσεις των γιατρών απανωτές, με χίλια-δυο κακά ευρήματα. Δεκάδες είναι τα ιατρικά πιστοποιητικά για την υγεία της Νίτσας που ανεκάλυψε ο γράφων στο Δημόσιο Αρχείο Λονδίνου, μετά από πολλά χρόνια. Όλα τα όργανά της σχεδόν είχαν επηρεασθεί και τα ρούχα στο σκελετωμένο της σώμα φάνταζαν σαν ριχτάρια, να μην ήταν δικά της!..

«Πόλεμος» στην Νίτσα και από συγκρατούμενες

ΔΥΣΤΥΧΩΣ, υπήρχε και πρόσθετο μαρτύριο στα όσα προηγήθηκαν: Ενώ οι συγκρατούμενές της, που αυξάνονταν ολοένα,  είχαν λίγο-πολύ παρόμοια προβλήματα και, παρά το γεγονός ότι ευρίσκοντο εκεί για τον ίδιο μ’ αυτήν σκοπό, κάποιες, για εντελώς ανεξήγητους λόγους, άρχισαν «πόλεμο» στην Νίτσα. Έναν ανελέητο ψυχολογικό πόλεμο, που επεκτείνετο και σε μερικές άλλες, όχι όμως στον ίδιο βαθμό. Συγκλονιστική περί τούτου, είναι η μαρτυρία προς τον γράφοντα αγωνίστριας που ευρίσκετο εκεί. Περιορίζομαι στα εξής:

«Ήταν μια πολύ καλή αγωνίστρια η Νίτσα, αλλά μια φοβισμένη ύπαρξη, απ’ ό,τι αντιλήφθηκα. Δεν έκαμα πολλή παρέα μαζύ της αφού ήταν πιο μεγάλη από εμένα, η αλήθεια όμως ήταν, πως επρόκειτο για έναν πολύ αγαπητό άνθρωπο. Πάρα πολύ αγαπητό άνθρωπο. Αν βέβαια, θα πρέπει ν’ αρχίσω να εξηγώ για το πώς κατάλαβα ότι η Νίτσα ήταν υπό διωγμόν στις Φυλακές, σίγουρα θα πρέπει να πω πολλά!..»

  • ΟΣΟ απίστευτο κι αν φαίνεται, λοιπόν, ο πόλεμος εναντίον της Νίτσας μέσα στα μπουντρούμια των Κεντρικών Φυλακών, είχε πάρει εκρηκτικές διαστάσεις. Έφθασε σε τέτοιο σημείο κάποια περίοδο, που την κατηγορούσαν στον Αρχηγό του αγώνα Διγενή, ότι…ήταν πράκτορας της «Ιντέλλιτζενς Σέρβις», της αγγλικής μυστικής Υπηρεσίας Πληροφοριών! Δεν έπιασε βέβαια η αισχρή αυτή συκοφαντία, παραμένει όμως ως αιώνιο στίγμα για όσους μέχρι θανάτου την φθονούσαν και μανιωδώς την διέβαλαν με τόνους εμπαθείας.

Η «μάχη» της επιβιώσεως – Εκδίωξη από την δουλειά

ΚΑΠΟΙΑΝ ημέρα του Φεβρουαρίου 1959, ο αγώνας φάνηκε πως οδηγείτο πια  άδοξα προς το τέλος του. Είχαν υπογραφεί Συμφωνίες και, στις 22 του μήνα, άνοιξαν οι πόρτες των Φυλακών και των κρατητηρίων. Οι κρατούμενοι ξεχύθηκαν τότε ομαδικά στους δρόμους πανηγυρίζοντας, χωρίς όμως και να ξέρουν τι ακριβώς  διελάμβαναν οι Συμφωνίες. Ο καθένας, η κάθε μια, έτρεξαν τότε για να ξαναδημιουργήσουν το σπίτι της, να βρουν μια δουλειά, να κλάψουν σε νεκροταφεία αγαπημένα τους πρόσωπα. Μαζύ τους βέβαια και η Νίτσα, από την οποία εξαρτάτο απόλυτα και η ηλικιωμένη μητέρα της. Κτυπούσε συνέχεια πόρτες, αλλά θετική ανταπόκριση από καμμιά, καθώς παντού έβλεπε καρφωμένα επάνω της βλοσυρά μάτια, ενώ πίσω της ένοιωθε έντονο τον απόηχο της αποστροφής. Ακόμα και από πρώην συναγωνιστές της! Ελάχιστοι ήσαν εκείνοι που την πλησίαζαν και της μιλούσαν και λιγότεροι όσοι προσεφέροντο να βοηθήσουν. Έτσι, η απογοήτευση της Νίτσας μετετράπη με τον καιρό σε αγωνία, η δε αγωνία άγγιζε ολοένα την απελπισία!..

ΤΕΛΙΚΑ, μετά από παρεμβάσεις άλλων και τις πολλές προσπάθειες και απανωτές απογοητεύσεις, της ιδίας, προσεφέρθη στην Νίτσα μια θέση στην Στατιστική Υπηρεσία. Ανάσανε. Άρχισε να υπάρχει καθημερινά στο τραπέζι ζεστό φαγητό  γι’ αυτήν και την μητέρα της, όμως αυτό δεν κράτησε πολύ. Για λόγους που δεν είχαν καμμιά σχέση με την διαγωγή στην δουλειά της, αλλά λόγω φθόνου και μνησικακίας, η Νίτσα απελύθη κι ευρέθη ξανά πεταγμένη στον δρόμο. Τι να συνέβαινε; Το απίστευτο: «Η Νίτσα Χατζηγεωργίου δεν είναι πιστός υποστηρικτής του νέου καθεστώτος, για την δημιουργία του οποίου έδωσε τα πάντα, γι’ αυτό και δεν πρέπει να τρώει ψωμί»! Η λαμπρά αγωνίστρια, που υπήρξε υπόδειγμα προσφοράς στον απελευθερωτικό  αγώνα, κατήντησε αποδιοπομπαίος τράγος και δακτυλοδεικτείτο άδικα και ανοίκεια, ακόμα και από πρώην συναγωνιστές της που ήξεραν την πραγματικότητα, αλλά βολεμένοι οι ίδιοι καθώς ήταν, καμμιά διάθεση δεν είχαν να δουν τι γίνεται και η Νίτσα. Φρόντισαν έγκαιρα να κύψουν τον αυχένα και να «θύσουν στον Βάαλ», ώστε να βρουν στέγη και να πάρουν θέσεις, αστέρες, προαγωγές και λουκούλια γεύματα, γενόμενοι χειροκροτητές της εξουσίας.  Κατάντημα! Η Νίτσα αποτελούσε πια γι’ αυτούς το «μαύρο πρόβατο», γι’ αυτό και έπρεπε να ζει στην απομόνωση και στην κακοριζικιά, χωρίς έναν πιάτο φαγητό γι’ αυτήν και την μητέρα της!..

Πολεμήθηκαν και όσοι έσπευσαν να την βοηθήσουν

ΜΠΡΟΣΤΑ στο ενορχηστρωμένο  αυτό όργιο, η Νίτσα πικραίνετο αφάνταστα, αγανακτούσε, και όλο και περισσότερο απελπίζετο. Εξακολουθούσε όμως  να τρέχει προς κάθε κατεύθυνση, ίσως πιαστεί από κάπου και εξασφαλίσει έναν ξεροκόμματο ψωμί έστω, για τα δυο πεινασμένα στόματα. Αλλά, και στην περίπτωση αυτήν ετύγχανε της ιδίας αντιμετωπίσεως: Απύθμενο μίσος, αποστροφή και περιφρόνηση. Κάποιοι συναγωνιστές της ευρέθησαν τότε κοντά της, συμπαραστάτες, της, όμως και οι ίδιοι πολεμήθηκαν και εξεδιώχτησαν. Η μήνη των διωκτών της Νίτσας, έγινε και γι’ αυτούς εφιάλτης!

ΕΧΑΝΕ την υπομονή της για όλ’ αυτά η Νίτσα, απελπιζόταν και ανάσαινε με πόνο βαρύ μέρα και νύκτα, κάτω από το βάρος της πίκρας που την συνέθλιβε για όσα άδικα και ανόσια συνετελούντο σε βάρος της. Ζούσε ένα αναπάντεχο, ατέλειωτο δράμα και μέσα  στην απέραντη πίκρα της προέβαλε στυγνό και παραπονεμένο το «γιατί». Γιατί όλ’ αυτά; Γιατί ο τόσος πόλεμος, ζήλια και αχαριστία σε βάρος της; Δεν μπορούσε κι αυτή ως άνθρωπος να έχει πολιτική θέση και άποψη; Δεν δικαιούτο να λέει την γνώμη της και την εκτίμησή της για τους κυβερνώντες; Πικράθηκε, όμως, και αγανάκτησε ακόμη περισσότερο, όταν κάποιαν στιγμή κατάλαβε πως η σε βάρος της ολύμπια πολεμική,  είχε τις ρίζες της στην απρόσμενη και αναίσχυντη συμπεριφορά που ετύγχανε τον καιρό του αγώνα από συγκρατούμενές της στις Φυλακές. Συμπεριφορά, που ενισχύθηκε και επεκτάθηκε στην συνέχεια και από άλλους κολαούζους της νέας εξουσίας, για να γίνει τελικά βουνό έτοιμο να γείρει και να την καταπλακώσει. Να γίνει θηρίο ανήμερο έτοιμο να την κατασπαράξει!..

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ: Ο μαρτυρικός θάνατος της Νίτσας, στα 37 της χρόνια. Ιατροδικαστής: «Πρόκειται για στραγγαλισμό». Ο τάφος και τα κόκκαλά της έρμαιο μιας χούφτας εκσκαφέα! Τα οστά της σε οστεοφυλάκιο στο νέο κοιμητήριο Λευκωσίας και η προτομή της στον περίβολο της ΕΝΑΔ Αγίου Δομετίου. Το καντήλι της μνήμης γι’ αυτήν άσβεστο, ως αιωνία υπόμνηση της γιγάντιας εθνικής προσφοράς της και διαχρονική κατάρα για τους φθονερούς διώκτες της.

  • Η Νίτσα σε ασφυκτικό ψυχολογικό κλοιό.
  • «Θέλω έναν πιστόλι, να καθαρίσω τους προδότες!..»
  • Ο στραγγαλισμός της Νίτσας, μέσα στο σπίτι της.
  • Ανεξιχνίαστο μέχρι σήμερα το έγκλημα.
  • Τα κόκκαλα της Νίτσας πεταγμένα στα χώματα!..
  • Προτομή της στον Άγιο Δομέτιο, ως αιώνιο σύμβολο ανιδιοτελούς εθνικής προσφοράς και αστείρευτη πηγή διαχρονικών διδαγμάτων.

ΟΣΑ και να γραφούν για το δράμα που ζούσε η Νίτσα Χατζηγεωργίου, ιδίως μετά την εκδικητική απόλυσή της από το Τμήμα Στατιστικής στο οποίο εργαζόταν, δεν μπορούν να καλύψουν το εύρος του εναντίον της πολύπλευρου «πολέμου». Ενός «πολέμου», που είχε οδυνηρές επιπτώσεις στην υγεία της, επιπλέον των ψυχοσωματικών πληγών που της προεκάλεσαν βασανιστήρια των Άγγλων στην διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα.

 

                                  

Το εξώφυλλο βιβλίου της Λένιας Καττάμη, για την Νίτσα.

 

 «Πολέμου», στον οποίο προστέθηκαν και οι ανυπέρβλητες δυσκολίες επιβίωσης της ίδιας και της μητέρας της.

ΔΕΝ ήθελε να δει κάποιον η Νίτσα, δεν καθόταν, δεν ησύχαζε. Όπου πήγαινε ζητώντας δουλειά, την έδιωχναν. Την έβλεπαν στον δρόμο και έστριβαν το κεφάλι με αποστροφή. Είχαν τόση δύναμη, λόγω σχέσεων με την εξουσία οι διώκτες της, που δεν άφηναν τίποτα που δεν το έκαναν εναντίον της. Εκνευριζόταν, απογοητευόταν, εξοργιζόταν για την συμπεριφορά αυτήν και δεν ήταν λίγες οι φορές που γινόταν εκτός εαυτού. Είχε φθάσει στο σημείο να της μιλά κάποιος, ακόμα και πρώην συναγωνιστές της, και να αφρίζει από θυμό. Σε συναγωνιστή της, για παράδειγμα, που την βρήκε μιαν ημέρα σε δρόμο της Λευκωσίας και σταμάτησε προθυμοποιούμενος να την μεταφέρει σπίτι της στον Άγιο Δομέτιο, φώναξε με οργή: «Εν θέλω τίποτα, εκτός που έναν πιστόλι, να καθαρίσω τους προδότες!..»

Κάποιοι επιβουλεύονταν την ζωή της

ΜΕΣΑ σ’ αυτό το εκρηκτικό κλίμα ζούσε καθημερινά η αγωνίστρια Νίτσα. Δεν έπαυε όμως στιγμή να καταφέρεται εναντίον των Συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου, γεγονός που εξαγρίωνε περισσότερο όσους και όσες δεν την χώνευαν. Αναζητούσαν τρόπο να της κλείσουν το στόμα αλλά δεν εύρισκαν, γιατί κανένας, ούτε από το περιβάλλον της, δεν μπορούσε να την επηρεάσει. Έβαζαν ακόμα και γνωστούς της να της υποβάλουν ότι θα είχε να υποφέρει εξαιτίας της συμπεριφοράς της αυτής. Δεν τους ελάμβανε υπόψιν, τονίζοντας πάντα ότι ήταν ελεύθερη να λέει την άποψή της, είτε άρεσε αυτή είτε όχι. Ποτέ δεν μπορούσε, όμως, το μυαλό της να πάει στο κακό. Ότι λίγοι ή πολλοί θα έφθαναν στο σημείο να σκέφτονται ακόμα και την εξαφάνισή της από την ζωή. Ως εκεί εκτείνετο, δυστυχώς, η «δημοκρατικότητά» τους, ο «σεβασμός» προς την ζωή συνανθρώπων τους, η «προσήλωσή» τους στην ελεύθερη διακίνηση ιδεών και απόψεων.

ΚΑΙ δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι ο τσαμπουκάς αυτός στηριζόταν στο γεγονός ότι είχαν την απόλυτη κάλυψη της εξουσίας. Ότι η εξουσία αποτελούσε την θωράκισή τους. Αισθάνονταν ισχυροί πέρα για πέρα, γεγονός που τους έκανε υπερφιάλους και προκλητικούς. Ότι δεν είχαν υποχρέωση να δώσουν λογαριασμό σε κάποιον. Ότι μπορούσαν να δικάζουν και να καταδικάζουν ανθρώπινες υπάρξεις στο «τσάκ-τσάκα». Ότι κρατούσαν και το κρέας και το μαχαίρι!..

Πέθανε στα χέρια των στραγγαλιστών της!..

ΑΥΤΑ όλα μέχρι τις 10 Μαρτίου 1968 το βράδυ, που ήταν και το τελευταίο για την Νίτσα. Το μοιραίο εκείνο βράδυ, κατά το οποίο οι μοχθηροί διώκτες της έθεσαν σε ενέργεια το ανόσιο έργο τους και το υλοποίησαν. Δεν προέκριναν άλλον τρόπο θανατώσεώς της από τον στραγγαλισμό της, μέσα στο ίδιό της το σπίτι μάλιστα. Τόσο ήταν το θράσος και η έπαρσή τους

Η ΝΙΤΣΑ πέθανε στα χέρια των στραγγαλιστών της…Η ωραία εξαίσια ύπαρξη, η ανεπανάληπτη αγωνίστρια, το σε αφόρητο βαθμό καταφρονεμένο εκείνο πλάσμα του Θεού, άφησε αναπάντεχα τον ψεύτικο αυτόν κόσμο σε ηλικία ζωντάνιας και ακμής. Παρέδωσε το πνεύμα με βίαιο και αποτρόπαιο τρόπο, δίδοντας την χαρά της εκδικήσεως στους αιμοδιψείς δημίους της. Οι οποίοι, αφού βεβαιώθηκαν για την μετάστασή της στην άλλη ζωή, χωρίς καμμιά καθυστέρηση την ξάπλωσαν στο κρεβάτι της, έβαλαν τα χέρια της μπροστά και επάνω από αυτά μια Καινή Διαθήκη! Προφανώς, για να δώσουν την εντύπωση ότι πέθανε φυσιολογικά ενώ διάβαζε. Που, βέβαια, αν έτσι ήταν, το ιερό βιβλίο δεν θα ευρίσκετο επάνω από τα χέρια της, αλλά μέσα ή κάτω από αυτά.

Οι στραγγαλιστές έσπευσαν τότε να φύγουν στην σιγαλιά της νύκτας και υπό την κάλυψη του σκότους. Αυτό που ήθελαν να κάνουν το επέτυχαν και η ψυχή τους «ησύχασε». Η φωνή της «αντιπάλου» τους Νίτσας Χατζηγεωργίου σίγησε για πάντα και η ευχαρίστηση πλημμύρισε δια μιας την μαύρη ψυχή τους. Ότι ήταν ημέρες του Τριωδίου καθόλου δεν εβάραινε την ψυχή τους. Το στάδιο μετανοίας, προσευχής, νηστείας, και προπαρασκευής για τον άξιο εορτασμό των Παθών του Κυρίου και της Αναστάσεώς του που περνούσε το διάστημα εκείνο ο κάθε Χριστιανός, δεν είχε καμμιά αξία γι’ αυτούς. Καθόλου δεν τους συγκινούσαν οι ωδές του Ακαθίστου Ύμνου προς την Παναγία. Η Κυριακή της Ορθοδοξίας, της Σταυροπροσκυνήσεως, η πνευματική άνοδος του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος, η βαθειά και συνειδητή μετάνοια της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας. Όλα είχαν σβησθεί και χαθεί από την ψυχή τους και τα αντικατέστησαν με τις επιταγές του Σατανά…

Ω, ανόσιον έργον απροσμέτρητον! Ω, δαιμόνων μίσος και μοχθηρία απύθμενος!..

ΜΙΛΟΥΜΕ για στραγγαλιστές της Νίτσας, δηλαδή πέραν του ενός προσώπων, γιατί ένα έγκλημα αυτού του τύπου δεν μπορούσε να το εκτελέσει έναν και μόνο άτομο. ΟΙ δράστες πρέπει να ήσαν πέραν του ενός, αλλά και για δυο άλλους σημαντικούς λόγους: Για την αντιμετώπιση πιθανής αντιδράσεως του θύματος, αλλά και για την τέλεια επιτυχία του εγκλήματος. Το ότι δεν χρησιμοποιήθηκαν όπλο ή μαχαίρι, με τα οποία μπορεί να δράσει από μόνος του ένας εγκληματίας, λέει πολλά. Αντίθετα, οι φονείς της προέκριναν την απεχθέστατη μέθοδο του στραγγαλισμού, την τόσο φρικτή και ακραία, μετουσιώνοντας σε πράξη την γνωστή φράση πολλών στην Κύπρο, «θα τον/την πεθάνω με τα ίδιά μου τα χέρια»!

Ιατροδικαστής: «Ναι, ήταν στραγγαλισμός»

ΤΗΝ νεκρή Νίτσα βρήκε το πρωί η μητέρα της. Επάνω από τα στρωσίδια. Με γαλήνιο το πρόσωπο, παρά τον συγκλονιστικό και επώδυνό της θάνατο. Η είδηση του θανάτου της παραξένεψε τους πολλούς στην Κύπρο, που τίποτά δεν ήξεραν. Μία νεωτάατη κοπέλα στα 37 της τι να έπαθε άραγε και πέθανε; Υπήρχαν, όμως κι εκείνοι – όχι λίγοι – που γνώριζαν το μαρτύριο που βίωνε καθημερινά και για πολλά χρόνια. Που με τίποτα δεν πίστευαν σ’ αυτό που διέρρευσε σκόπιμα, ότι αυτοκτόνησε. Όμως, ο ιατροδικαστής, που έκαμε και την νεκροψία, ήταν απόλυτος: Η Νίτσα στραγγαλίσθηκε.

ΠΟΛΛΑ χρόνια μετά, ο ιατροδικαστής Παντελής Κατελάρης είπε στον γράφοντα:

  • «Η αυτοκτονία δεν έχει τα ευρήματα της περιπτώσεως της Νίτσας. Οι εκχυμώσεις στον λαιμό της ήταν χαρακτηριστικές και πειστικές. Δεν ήταν από σκοινί, οι αυλακώσεις από το σφίξιμο των χεριών και οι εκχυμώσεις από τα νύχια, δεν άφηναν καμμιά αμφιβολία ότι στραγγαλίσθηκε. Δεν αυτοκτονεί κάποιος σφίγγοντας τον λαιμό μόνος του.»

ΦΙΛΟΣ της οικογενείας Χατζηγεωργίου, συναγωνιστής της Νίτσας, που πήγαινε για επίσκεψη τη νύκτα του στραγγαλισμού στο σπίτι της, είπε πως πλησιάζοντας είδε μια σκιά να απομακρύνεται βιαστικά, οπότε και δεν προχώρησε. Έκανε μεταβολή και απεχώρησε. Φοβήθηκε. Γνώριζε για το μίσος, την καταφρόνια και την περιφρόνηση που ετύγχανε η Νίτσα, κι αυτό μέτρησε πολύ την ώρα εκείνη.

ΤΟ εάν έγιναν ανακρίσεις από την Αστυνομία για τον θάνατο της Νίτσας και ποιες, ουδέποτε έγινε γνωστό. Σίγουρα συλλήψεις δεν έγιναν. Παραμένει και το έγκλημα αυτό στον μεγάλο κατάλογο των ανεξιχνιάστων εγκλημάτων, που διεπράχθησαν στα οκτώ μέχρι τότε χρόνια ζωής της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εγκλήματα, που αποτελούν όνειδος  και ντροπή για υπευθύνους και ανευθύνους, που ευρίσκοντο τότε στην εξουσία. Μια κατάμαυρη σελίδα στα πεπραγμένα του κράτους «της ορκής του Θεού», όπως προσφυώς το απεκάλεσε ο γιατρός και πολιτευτής Θεμιστοκλής Δέρβης.

Μπουλντόζες διαλύουν τον τάφο της!

ΚΑΙ νεκρή όμως η Νίτσα, δεν έμελλε να ησυχάσει. Λίγα χρόνια μετά την ταφή της, έπιασαν δουλειά στο κοιμητήριο που αναπαύτο  μπουλντόζες, για να διευρύνουν, όπως είπαν, τον χώρο της διπλανής εκκλησίας. Ο τάφος της Νίτσας και πολλοί άλλοι ανεσκάφησαν και τα κόκκαλα ξεπετάγονταν εδώ κι εκεί. Ευτυχώς, κάποιοι συναγωνιστές της αγωνίστριας φρόντισαν και μάζεψαν όσα κόκκαλά της μπόρεσαν και τα προεφύλαξαν σε οστεοφυλάκιο στο νέο κοιμητήριο Λευκωσίας. Η αγάπη επίσης συναγωνιστών και φίλων της οικογενείας, φρόντισαν μετά από πολλά χρόνια να στήσουν προτομή της Νίτσας στην πρόσοψη του σωματείου ΕΝΑΔ, του εθνικόφρονος σωματείου του Αγίου Δομετίου. Εκεί τιμάται κάθε χρόνο με δέηση και κατάθεση στεφάνων, μετά από το μνημόσυνό της στην παρακειμένη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου.

ΜΕ βάση τα πιο πάνω, οι εχθροί της Νίτσας μπορεί να προσπάθησαν να την ξεκάμουν σε μια προσπάθεια να σβήσουν την σπανία εθνική της δράση, όμως δεν τα κατάφεραν. Το «ιερό σκεύος» και «μαύρο πρόβατο» της ΕΟΚΑ θα υπάρχει ζωντανό πάντα στην μνήμη όσων την γνώρισαν, αλλά και ως αρίστη ανάμνηση για όσους θα έλθουν μελλοντικά. Σύμβολο θυσίας για την Πατρίδα και παράδειγμα ανιδιοτελούς και χωρίς όρια και φραγμούς προσφοράς από μια ολοκληρωμένη εθνική προσωπικότητα που ξεχώρισε.

ΑΙΩΝΙΑ ας είναι η μνήμη της.

ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ

ΠΗΓΗ