Κύριος στόχος του Μεγάρου Μαξίμου είναι η αλλαγή ατζέντας με την ανάσυρση από τα «ντουλάπια» όλων των υποθέσεων που έβλαψαν το δημόσιο συμφέρον

Από τον
Ανδρέα Καψαμπέλη

Η «κάθαρση» σε όλα τα μέτωπα θα αποτελέσει, σύμφωνα με πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας», κεντρική επιλογή της κυβέρνησης το επόμενο διάστημα, το οποίο εκ των πραγμάτων θα είναι και καθοριστικό στην πορεία προς τις επόμενες εκλογές…
Ολες οι υποθέσεις που συνδέονται με σκάνδαλα πρόκειται να διερευνηθούν σε βάθος, ανεξάρτητα από τα πρόσωπα που αφορούν, σύμφωνα με την κυβερνητική βούληση στο ανώτατο επίπεδο, που προοιωνίζεται ασφαλώς και σημαντικές αναταράξεις σε πολιτικό επίπεδο.

Η πρόσφατη ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και η απόφαση του Eurogroup της 15ης Ιουνίου που άνοιξε τον δρόμο για την εκταμίευση της δόσης των 8,5 δισ. ευρώ έκλεισε κι έναν μεγάλο κύκλο -ή, τουλάχιστον, αυτό επιχειρείται- των κυβερνητικών προτεραιοτήτων. Η αλλαγή ατζέντας αποτελεί πλέον τον στόχο του Μεγάρου Μαξίμου και μια βασική παράμετρος είναι να ανασυρθούν από τα ντουλάπια ακόμη και οι «αραχνιασμένοι» φάκελοι με θέματα που έχουν βλάψει το δημόσιο συμφέρον.

Κατά τις ίδιες πληροφορίες, ύστερα από τις υποθέσεις που έχουν γίνει έως τώρα γνωστές πρόκειται να ακολουθήσει ένα νέο κύμα, το οποίο στρέφεται προς διάφορες κατευθύνσεις και επιφυλάσσονται πολλές εκπλήξεις. Οι εκπλήξεις αυτές θα είναι, όπως σημειώνεται, ακόμη μεγαλύτερες από τις υφιστάμενες, καθώς πολλοί ήδη έχουν ξαφνιαστεί από τις εξελίξεις, μετά τα εξοπλιστικά, με το θέμα του «Noor 1» ή ακόμη και με την έρευνα για τον πρώην πρωθυπουργό Κ. Σημίτη. Πέρα από τον τραπεζικό χώρο, ακόμη και πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου βίου, που αντιμετωπίζονταν ως «υπεράνω υποψίας», κινδυνεύουν πλέον να χάσουν το καθεστώς ασυλίας που είχαν συνηθίσει να απολαμβάνουν παραμένοντας στο απυρόβλητο.

Για την κοινή γνώμη η ανάγκη της διαφάνειας και της τιμωρίας όσων ενέχονται σε όζουσες υποθέσεις αποτελούσε ανέκαθεν ένα από τα ισχυρότερα αιτήματα, ακόμη και πριν από τη μνημονιακή εποχή. Η ατιμωρησία μάλιστα συντέλεσε καταλυτικά στη διόγκωση της ανυποληψίας του πολιτικού κόσμου και σε συνδυασμό με την κρίση της τελευταίας επταετίας οδήγησε σχεδόν στην πλήρη ισοπέδωση.

Το αίτημα της ελληνικής κοινωνίας παρέμεινε αδικαίωτο παρά τις κατά καιρούς βαρύγδουπες εξαγγελίες των κυβερνήσεων, μολονότι αρκετές υποθέσεις πήραν τον δρόμο της Δικαιοσύνης. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι υπεύθυνοι είτε δεν τιμωρήθηκαν είτε έπεσαν στα μαλακά, ενώ υπάρχουν και πολλές περιπτώσεις που καρκινοβατούν στα γρανάζια της θεσμικής γραφειοκρατίας. Είναι γεγονός πάντως ότι κατά την τελευταία διετία «ξεκόλλησαν» και κάποιες σημαντικές έρευνες, οι οποίες κόντευαν να ξεχαστούν, και έτσι βρέθηκαν κατηγορούμενα ή ακόμη και προφυλακισμένα πρόσωπα της οικονομικής και της κοινωνικής ελίτ που για δεκαετίες δεν τα πλησίαζε κανείς.
Σε αυτό έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι οι αρμόδιοι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί αφέθηκαν ελεύθεροι να πράξουν το καθήκον τους ακόμη και σε περιπτώσεις που ήταν βραχυκυκλωμένες, με διάφορους τρόπους, κατά το παρελθόν.

Βεβαίως, από την άλλη πλευρά, όπως αναγνωρίζεται, είναι αρκετά πιθανό να μην μπορέσει να αποκαλυφθεί και να τεκμηριωθεί η αλήθεια, ειδικά σε υποθέσεις οι οποίες αφορούν π.χ. πολιτικά πρόσωπα για τα οποία λειτουργεί ευεργετικά η παραγραφή του νόμου περί ευθύνης υπουργών.
Ωστόσο, γραμμή της κυβέρνησης είναι, σύμφωνα με τις πληροφορίες, να γίνεται σαφής διάκριση του νομικού σκέλους από νέα πολιτική θεώρηση των πραγμάτων, στο πλαίσιο άλλωστε και της διάκρισης των εξουσιών. Ακόμη δηλαδή και αν δεν σταθεί εφικτό από δικαστικής πλευράς να χυθεί πλήρες φως σε κάποιες περιπτώσεις σκανδάλων, αυτό δεν αναιρεί κατά τη λογική του Μεγάρου Μαξίμου τη σημασία και τον αντίκτυπο που έχει η βούληση για κάθαρση παντού: στον πολιτικό, στον επιχειρηματικό, στον τραπεζικό, στον μιντιακό χώρο.

Ενα ενδιαφέρον παράδειγμα ως προς αυτό αποτελεί η περίπτωση του Γιάννου Παπαντωνίου. Σε μια στιγμή που είχε αρχίσει μάλιστα να αναπτύσσεται απαξιωτικά η θεωρία ότι οι έρευνες για την περίοδο εκείνη «εξαντλήθηκαν» στο πρόσωπο του Ακη Τσοχατζόπουλου, ο διάδοχός του στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας βρίσκεται αντιμέτωπος κι αυτός με τη Δικαιοσύνη μέσω και της διαδικασίας της Προανακριτικής Επιτροπής της Βουλής. Η επιτροπή αυτή μπορεί να «σκόνταψε» είτε στην παραγραφή είτε σε άλλες νομικές δυσκολίες, αλλά η σημειολογία της συγκρότησης και του έργου της θεωρείται πολιτικά ένα πολύ ισχυρό σήμα.

Πηγή