Η απειλή έγινε πράξη, το ρήγμα ανάμεσα στις ΗΠΑ και τους εμπορικούς εταίρους τους έγινε πιο βαθύ, με αποτέλεσμα ο κόσμος να είναι πλέον ακόμη πιο ασταθής. Επικαλούμενος λόγους «εθνικής ασφάλειας», ο Ντόναλντ Τραμπ κήρυξε τον εμπορικό πόλεμο που είχε προαναγγείλει εδώ και μέρες υπογράφοντας το επίμαχο διάταγμα για την επιβολή υψηλών δασμών στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου.
Η υπογραφή του διατάγματος είχε όλες τις προδιαγραφές μιας καλά οργανωμένης παράστασης ή έμοιαζε βγαλμένη από την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ, ο οποίος πλαισιωνόταν από εργάτες της αμερικανικής χαλυβουργίας, τους μεγάλους -υποτίθεται- ευνοημένους του μέτρου. «Σήμερα υπερασπίζομαι την εθνική ασφάλεια της Αμερικής βάζοντας δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου» σημείωσε ο Αμερικανός Πρόεδρος.
«Ο χάλυβας είναι χάλυβας» τόνισε. «Χωρίς χάλυβα δεν έχεις χώρα». Το βασικό επιχείρημά του ήταν πως η εξάρτηση των ΗΠΑ από τις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου απειλεί την βιομηχανία όπλων και υπονομεύει την ίδια την αμερικανική οικονομία. «Από χρόνια δεχόμασταν επίθεση… πλημμύρισαν τη γη μας με φθηνό, επιδοτούμενο μέταλλο μέσω του ντάμπινγκ. Εκατομμύρια εργάτες υπέφεραν, κοινότητες καταστράφηκαν» υπογράμμισε.
Οι δασμοί ήταν τελικά στο ύψος που είχε προαναγγείλει: 25% για τον χάλυβα και 10% για το αλουμίνιο. Η μόνη διαφορά σε σχέση με την αρχική ανακοίνωση ήταν η εξαίρεση των γειτονικών χωρών, του Καναδά και του Μεξικού. Ακόμη όμως και αυτή η κίνηση έμοιαζε να έχει εκβιαστικό χαρακτήρα καθώς ο Λευκός Οίκος τη συνέδεσε με την «πρόοδο στις διαπραγματεύσεις» για την αναθεώρηση της συνθήκης NAFTA, με άλλα λόγια την υποχώρησή τους στις αμερικανικές αξιώσεις.
Ο Τραμπ μπορεί να ήταν περιστοιχισμένος από εργάτες κατά την υπογραφή του διατάγματος, ωστόσο κανείς εκλεγμένος αξιωματούχος των Ρεπουμπλικανών δεν έδωσε το «παρών». Ίσως επειδή για μία ακόμη φορά ο Αμερικανός Πρόεδρος ήρθε σε αντίθεση με τον κομματικό μηχανισμό που θεωρεί το μέτρο ως πρόσθετο φόρο στις αμερικανικές βιομηχανίες και τους καταναλωτές.
Είναι ενδεικτικό ότι ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων εξέφρασε δημόσια την αντίθεσή του εκφράζοντας την ανησυχία του για «τις απρόβλεπτες συνέπειές» του. Περισσότεροι από 100 βουλευτές των Ρεπουμπλικάνων είχαν κάνει το ίδιο λίγο νωρίτερα με ανοιχτή επιστολή τους. «Οι δασμοί είναι φόροι που καθιστούν τις αμερικανικές επιχειρήσεις λιγότερο ανταγωνιστικές και τους Αμερικανούς καταναλωτές φτωχότερους» σημείωναν.
Όπως ήταν επόμενο, οι αντιδράσεις ήταν ακόμη πιο έντονες έξω από τα αμερικανικά σύνορα. Η πιο σκληρή ίσως προήλθε από τη Γερμανία, μία από τις βασικές εξαγωγικές δυνάμεις στον κόσμο. Εκπρόσωπος της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ κατήγγειλε την εφαρμογή «παράνομων» μέτρων ενώ η Μπριγκίτε Τσίπρις, νέα υπουργός Οικονομίας της χώρας, έκανε λόγο για «επίθεση κατά στενών εταίρων, όπως είναι η Ε.Ε. και η Γερμανία και κατά του ελευθέρου εμπορίου».
Την «έντονη αντίθεσή» της στα αμερικανικά μέτρα εξέφρασε και η Κίνα. “Η κατάχρηση της ρήτρας περί εθνικής ασφάλειας εκ μέρους των ΗΠΑ αποτελεί εσκεμμένη επίθεση εναντίον του πολυμερούς εμπορικού συστήματος που ενσαρκώνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου και θα έχει ασφαλώς πολύ σοβαρές συνέπειες στην παγκόσμια εμπορική τάξη» ανακοίνωσε το υπουργείο Εμπορίου της χώρας.
Λίγο νωρίτερα και ο υπουργός Εξωτερικών, Ουάνγκ Γι είχε διαμηνύσει ότι, εφόσον ο Τραμπ υπέγραφε το επίμαχο διάταγμα, το Πεκίνο θα έδινε την «προσήκουσα και απαραίτητη απάντηση». Το Τόκιο, βασικός σύμμαχος των ΗΠΑ στην Ασία, αναφέρθηκε επίσης στη λήψη των «προσηκόντων μέτρων».
Περιμένοντας την εφαρμογή των αμερικανικών δασμών εντός 15 ημερών, οι Ευρωπαίοι έχουν ήδη καταρτίσει λίστα αντιμέτρων επί εμβληματικών αμερικανικών προϊόντων όπως το φυστικοβούτυρο και ο χυμός πορτοκαλιού.
Η Ευρωπαία επίτροπος Εμπορίου Σεσίλια Μάλστρομ εξέφρασε πάντως την εκτίμηση πως η Ε.Ε. θα μπορούσε να εξαιρεθεί από τους δασμούς. «Δεν μπορεί να συνιστούμε απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ, κατά συνέπεια υπολογίζουμε ότι θα εξαιρεθούμε» τόνισε. Η Μάλμστρομ θα έχει σήμερα συνάντηση με τον εκπρόσωπο των ΗΠΑ για το Εμπόριο Ρόμπερτ Λαϊτάιζερ και δήλωσε ότι θα επιδιώξει περισσότερη σαφήνεια για το αν οι δασμοί θα αφορούν και την Ε.Ε.