Μας κοροϊδεύουν ασύστολα και ασύδοτα. Το χρέος αυξάνεται αλματωδώς εδω και τώρα μέσα στον “ευρωπαράδεισο” με τεχνικά χρηματοοικονομικά κόλπα. Το κρύβουν κάτω απο το χαλί με τις κλασσικές μεθόδους της “δημιουργικής λογιστικής”, προφανώς με τη σύμφωνη γνώμη των θεσμών, για να εμφανιστούν εικονικά αποθεματικά και πλεονάσματα. Οι Θεσμοί κάνουν τη δουλειά τους αφού η Ελλάδα φορτώνεται ολοένα και περισσότερα βουνά τεχνητών ευρωζωνικών χρεών. Και οι κυβερνώντες κερδίζουν χρόνο στις καρέκλες τους, αφού έτσι ικανοποιούν τις βουλές των Θεσμών.Τη νύφη τελικά την πληρώνει ο ελληνικός λαός που βουλιάζει συνέχεια στην ευρωφτώχεια.
Η αποκάλυψη για τη “δημιουργική λογιστική” αλά ΣΥΡΙΖΑ, έγινε από έρευνα του οικονομολόγου-σύμβουλου επιχειρήσεων Γ. Προκοπάκη, αναδεικνύοντας την πολλαπλασιαστικά δημιουργία ενός σκιώδους πανάκριβου χρέους, το οποίο οδηγεί σε ασφυξία την οικονομία και παγιδεύοντας το μέλλον της χώρας.
Η παλιά συνταγή της ανακύκλωσης βραχυπρόθεσμου χρέους για να κρύβεται το “πραγματικό” μέγεθός του αναβιώνει από την κυβέρνηση, οδηγώντας σε ασφυξία την οικονομία. Σύμφωνα με έρευνα του
Η κυβέρνηση έχει ξεθάψει την παλιά τακτική της “δημιουργικής λογιστικής” με την οποία το πραγματικό χρέος κρύβεται κάτω από το χαλί, καθώς οι βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις του με εργαλείο τα repos με τα διαθέσιμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα εξαφανίζονται και… επανεμφανίζονται στη μετάβαση από το ένα στο άλλο οικονομικό έτος.
Η τακτική αυτή κρύβει στη σκιά της διαχείρισης του χρέους περί τα 7 – 9 δισ. ευρώ με ένα κόστος που για ορισμένα από αυτά τα ποσά φτάνει το εξωφρενικά ακριβό ποσοστό του 31% (!).
Τα αποκαλυπτικά αυτά στοιχεία παρουσιάσθηκαν από την έρευνα του συμβούλου επιχειρήσεων Γ. Προκοπάκη στο πλαίσιο της εκδήλωσης που οργανώθηκε από τον “Κύκλο Ιδεών για την Εθνική Ανασυγκρότηση” με την παρουσία του πρώην προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελου Βενιζέλου, του Γκίκα Χαρδούβελη, του Παναγιώτη Λιαργκόβα και της Μιράντας Ξαφά. Σύμφωνα με τους παρευρισκόμενους που συμμερίστηκαν τις αποκαλύψεις της έρευνας του Γ. Προκοπάκη η “τακτική” που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση με το περιβόητο εγχείρημα της εξόδου στις αγορές θα προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα καθώς οι αγορές θα στερήσουν αντί να προσθέσουν ελευθερία κινήσεων στις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης.
Όπως υποστήριξε ο κ. Προκοπάκης τα παράλογα επιτόκια, ειδικά δια την περίπτωση του βραχυπρόθεσμου δανεισμού (δανειακές συμβάσεις ολίγων ημερών που ανανεώνονται – ο χρονισμός της λήξης των συμβάσεων επιτρέπει την καταγραφή μιας επιθυμητής εικόνας την ημέρα υποχρεωτικού ελέγχου του υπολοίπου) παραπέμπουν σε “απόκρυψη χρέους”.
Όπως αποδεικνύει στην έρευνά του, ο πραγματικός μέσος δανεισμός της κυβέρνησης “είναι υψηλότερος από τον καταγραφόμενο και καλλωπίζεται τεχνητώς”. Η εκτίμηση στην οποία καταλήγει η έρευνα είναι ότι το “κρυφό χρέος” 2017 είναι τουλάχιστον €6 δισ. – έως και €12 δισ. Και αυτό αποτυπώνεται στο γεγονός ότι μεταξύ τέλους 2017 και αρχών του 2018 τα repos κάνουν ένα ανεξήγητο άλμα στα 20 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με την έρευνα:
• “Το 2017 έκλεισε με συνολικά διαθέσιμα του δημοσίου ύψους Μαρτίου 2015 – πολύ λίγα δηλαδή, €930 εκατ. Δεν υπάρχει πουθενά η “μαγιά” του μαξιλαριού (υποτίθεται €0,9 δισ. ESM – το “είδαν” οι θεσμοί – και €1,5 δισ. το φρέσκο χρήμα από το ομόλογο Ιουλίου). Η ασφυκτική κατάσταση προκλήθηκε από την υποχρέωση διακανονισμού ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου (συνολικά €10,24 δισ. κατά το εννεάμηνο Απριλίου-Δεκεμβρίου), την προκαταβολή τόκων ομολόγων, το “κοινωνικό μέρισμα”. Διαχειριστικά, αυτό επετεύχθη με το εργαλείο του βραχυπρόθεσμου δανεισμού – οι συνολικές δανειακές συμβάσεις repos Δεκεμβρίου ήταν διπλάσιες από τις “ρουτίνες” των προηγουμένων μηνών, €65 δισ. έναντι €33 δισ.
• Για να κατανοηθεί το αίτημα Τσακαλώτου προς τους θεσμούς να νομοθετηθεί η υποχρεωτική συγκέντρωση των διαθεσίμων των οργανισμών του δημοσίου στην ΤτΕ, γρήγορο background: Η κατάθεση των διαθεσίμων στην ΤτΕ γίνεται ατόκως – οπότε για τις διοικήσεις ελλοχεύει ο κίνδυνος “απιστίας”. Μέρος των ρευστών αντλείται για τα repos, οπότε η “απιστία” απομακρύνεται με την καταβολή υψηλότατου τόκου με την απόδοση να διαχέεται στα “επενδεδυμένα” και “αδρανή/άτοκα” κεφάλαια, η οποία πρέπει να είναι σημαντικά υψηλότερη από όποια απόδοση διαθεσίμων στις εμπορικές τράπεζες. Ο Τσακαλώτος με την “υποχρεωτική κατάθεση διαθεσίμων” γλυτώνει τις διοικήσεις από την ενδεχόμενη “απιστία”, και ταυτοχρόνως απελευθερώνει εαυτόν από την καταβολή υψηλού τόκου στα repos. Επιδιώκει το φτιάξιμο του μαξιλαριού με κόστος εξυπηρέτησης σημαντικά χαμηλότερου από 1%, εις βάρος των υπηρεσιών που προσφέρουν στους πολίτες οι οργανισμοί.
• Ο σχεδιασμός και κυρίως ο χρονισμός του swap των ομολόγων έχει ουρές. Έγινε 5/12 με ημερομηνία αποκοπής κουπονιού 30/1. Προκατεβλήθησαν οι τόκοι το 2017 ελαφρύνοντας τις ανάγκες 2018. Όμως, οι συνολικές ανάγκες εξυπηρέτησης χρέους Ιανουαρίου 2019 από €420 εκατ γίνονται €1.5 δις! Εν ολίγοις, πέραν των επιπτώσεων στην καμπύλη αποδόσεων, με το swap έγινε μια μετάθεση υποχρεώσεων του 2018 στα οικονομικά έτη 2017 και 2019. Δεν επηρεάζεται η “δημοσιονομική επίδοση” Τσακαλώτου, δεδομένου ότι το βάρος 2017 καλύφθηκε με “δημιουργικό” βραχυπρόθεσμο δανεισμό που δεν μετράει στο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης (απλώς διαλύει τους οργανισμούς) και κληροδοτεί πρόβλημα στο 2019 – το οποίο θα μεγαλώσει με ενδεχόμενες νέες εκδόσεις ομολόγων…”.
Όπως υποστηρίζεται στην έρευνα “Όλα δείχνουν πως η πολιτική της “καθαρής εξόδου” συνοδεύεται από σχεδιασμό διαχειριστικής ασφυξίας της επόμενης κυβέρνησης. Στα παραπάνω μπορεί να προστεθεί η αύξηση του ετήσιου κόστους εξυπηρέτησης χρέους από τις ανταλλαγές ομολόγων Ιουλίου-Δεκεμβρίου κατά περίπου €300 εκατ – πέραν της αύξησης του χρέους χωρίς εισροή κεφαλαίων κατά €320 εκατ περίπου, καθώς επίσης και το κόστος εξυπηρέτησης των νέων εκδόσεων ομολόγων…”.
Η ελάφρυνση του ιδιωτικού χρέους
Στην εκδήλωση παρενέβη και ο κ. Γ. Στρατόπουλος ο οποίος σχολίασε το εξαιρετικά κρίσιμο για την επόμενη ημέρα θέμα της ελάφρυνσης του ιδιωτικού χρέους.
Όπως τόνισε “Η ελάφρυνση του ιδιωτικού χρέους παραμένει αναγκαιότητα αντίστοιχη με την αναγκαιότητα ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους. Είναι μια από τις τελευταίες πράξεις του ελληνικού δράματος και δεν αποφεύγεται….”.
Η τεράστια μείωση του ΑΕΠ κατά 25% είχε αντίστοιχες δραματικές επιπτώσεις και στο ιδιωτικό χρέος. Τα νοικοκυριά απώλεσαν μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους, του “δικού τους ΑΕΠ”. Και για τους ίδιους λόγους, το ιδιωτικό χρέος έγινε δυσβάσταχτο. Και για τον λόγο αυτό είναι καθοριστικής σημασίας η ελάφρυνση του παράλληλα και σε συνάρτηση με την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους, η οποία πρέπει να γίνει όπως υποστήριξε “Συντεταγμένα, σχεδιασμένα, μεθοδευμένα…”.
Στην παρέμβασή του ο κ. Στρατόπουλος επισήμανε ότι το ζήτημα της ελάφρυνσης του ιδιωτικού χρέους αντιμετωπίστηκε διχαστικά στο δημόσιο διάλογο που διεξάγεται στην πατρίδα μας : από τη μια πλευρά εκείνοι που διεκδικούν καθολική σεισάχθεια κι απ’ την άλλη όσοι επιμένουν να μην χαριστεί τίποτα σε κανέναν. Και στη μέση όσοι αναγνωρίζουν το πρόβλημα αλλά δεν τολμούν.
Οι πολέμιοι του κουρέματος του ιδιωτικού χρέους προβάλλουν ένα ζήτημα δικαιοσύνης που συνοψίζεται στη φράση: το κέρδος (κούρεμα) του ενός προκαλεί ζημιά στον άλλο. Συνήθως, άλλος είναι ο συνεπής φορολογούμενος, δανειολήπτης, καταθέτης, νοικοκύρης. Εξαιτίας, κυρίως, αυτής της διάστασης αδικίας και ηθικού κινδύνου, η ιδέα του κουρέματος χρεών γίνεται απωθητική σε πολλούς.
Στο σημείο αυτό έκανε την παρατήρηση ότι: χρέος ύψους 100.000€, με επιτόκιο 0,5%, διάρκειας 25 ετών, έχει ακριβώς την ίδια τοκοχρεολυτική δόση με χρέος ύψους 70.000€ με επιτόκιο 3,5% διάρκειας 25 ετών. Δηλαδή, είτε κουρέψουμε το χρέος κατά 30% είτε το επιτόκιο κατά 3%, το αποτέλεσμα (η “κουρεμένη δόση”) είναι ακριβώς το ίδιο. Και κατά συνέπεια είναι καίριο ερώτημα το αν, πράγματι, ζημιώνεται ο συνεπής δανειολήπτης, επειδή η τράπεζα μείωσε το επιτόκιο σε κάποιον άλλο δανειολήπτη. Επειδή, δηλαδή, η τράπεζα διευκόλυνε τους αδύναμους δανειολήπτες με το ίδιο εργαλείο που χρησιμοποίησαν οι Ευρωπαίοι όταν με επιμηκύνσεις και κούρεμα επιτοκίων μείωσαν το χρέος της Ελλάδας χωρίς να προκαλέσουν απτές/ορατές ζημιές στους Ευρωπαίους φορολογούμενους.
Στην παρέμβασή του τόνισε επίσης ένα άλλο ζήτημα με το ιδιωτικό χρέος, ότι δηλαδή δεν αντιμετωπίζουν όλοι οι δανειολήπτες/νοικοκυριά το ίδιο πρόβλημα ούτε υπέστησαν όλοι την ίδια απώλεια εισοδήματος. Άρα δεν χρειάζονται όλοι την ίδια ελάφρυνση – πολλοί μάλιστα δεν την χρειάζονται καθόλου.
Για να προσεγγίσουμε αυτό το ζήτημα της διάκρισης – όπως υποστήριξε – πρέπει εξαρχής να ομολογήσουμε ότι δεν υπάρχει τελειότητα, δηλαδή τρόπος να απομονωθούν και να βοηθηθούν εκείνοι και μόνον εκείνοι που χρειάζονται βοήθεια. Το πρόβλημα της ελάφρυνσης του χρέους δεν λύνεται χωρίς εκπτώσεις, και στην περίπτωσή μας έκπτωση σημαίνει να επωφελείται κάποιος ενώ δεν το αξίζει.
Κι αυτή η πτυχή του ζητήματος απωθεί. Αλλά κι εδώ είναι χρήσιμη μια υπενθύμιση:
Όταν οι Ευρωπαίοι κούρευαν τα επιτόκια του ελληνικού χρέους μειώνοντας τους τόκους κατά 6 δις.€ ετησίως, γνώριζαν πολύ καλά ότι οι Έλληνες θα χρησιμοποιούσαν τα έσοδά τους για να πληρώνουν 50άρηδες συνταξιούχους. Όμως αντιλαμβάνονταν ότι για την οικονομία και την κοινωνία η ελάφρυνση του δημοσίου χρέους ήταν αναγκαία.
Κι αυτή η ανάγκη καθόρισε τις εξελίξεις κι όχι η ηθική αυστηρότητα “πρώτα η Ελλάδα να γίνει Γερμανία, κι έπειτα να της προσφέρουμε ελάφρυνση χρέους”.