Πώς εξηγείται η στιγμή που λέμε «αυτό το έχω ξαναζήσει»
Συμβαίνει τώρα, κι όμως εσύ ορκίζεσαι πως το θυμάσαι. Το έχεις ξαναζήσει αναμφίβολα, παραείσαι σίγουρος, κάτι περίεργο πρέπει λοιπόν να συμβαίνει.
Αυτό το αίσθημα της οικειότητας που έχεις όταν μπαίνεις σε ένα ολότελα καινούριο μέρος, αυτή η παράξενη εμπειρία ότι στην ίδια ακριβώς κατάσταση έχεις ξαναβρεθεί στο παρελθόν, αυτή η κουβέντα που κάνεις και είσαι σίγουρος πως έχει ξαναγίνει, αυτό αποκαλούμε περιεκτικά ως «deja-vu», επιστρατεύοντας τη γαλλική λέξη που είναι κομματάκι πιο δόκιμη από τη δική μας «προμνησία».
Διαρκεί μια στιγμή, λίγα φευγαλέα δευτερόλεπτα, η εντύπωση που προκαλεί σε συντροφεύει ωστόσο δυσανάλογα πολύ. Το ξέρετε εξάλλου, οι πιθανότητες λένε πως το έχετε βιώσει οι περισσότεροι (κάπου 60-80% των ανθρώπων), κάποιοι μάλιστα κατάφεραν να προβλέψουν ακόμα και τι θα συμβεί μετά, μένοντας με ένα ανατριχιαστικό συναίσθημα φόβου, δέους και έκπληξης.
Όσο ακαριαία σχηματίζεται το deja-vu, άλλο τόσο εξαφανίζεται, μόνο που η επιστροφή στην κανονική ροή της καθημερινότητας έχει στιγματιστεί, σαν να πάγωσε ο χρόνος. Εδώ φταίει ίσως και το ανεπανάληπτο «Matrix» (1999), που μας είπε πως μέσα στον εικονικό και ψευδεπίγραφο κόσμο που ζούμε μια στιγμή deja-vu δεν είναι ποτέ αθώα, καθώς αποκαλύπτει το λάθος του ζοφερού συστήματος των μηχανών να κρατήσουν τον άνθρωπο υπόδουλο. Αυτή η μαύρη γάτα που είσαι σίγουρος πως έχεις ξαναδεί δεν ήταν παρά προάγγελος δεινών.
Τόσο μοναδικό και συλλήβδην ακατανόητο είναι το deja-vu («ήδη ιδωμένο» στα γαλλικά) που πονοκεφάλιασε και συνεχίζει να προκαλεί αμηχανία στην επιστήμη, η οποία βάλθηκε να αποκαλύψει τα μυστικά του. Μόνο που τελικά η υπερπροσπάθεια για την απομάγευσή του αποδεικνύεται δυσκολότατη, καθώς σήμερα διαθέτουμε κάπου 40 περισσότερο ή λιγότερο πειστικές θεωρίες για το σχεδόν απειλητικό αυτό αίσθημα ότι η ζωή κάνει κύκλους.
Η τέχνη και η μεταφυσική έχουν σαφώς δελεαστικότερες υποθέσεις για το τι είναι το deja-vu, καθώς αυτές δεν βασίζονται σε ελέγξιμες συνέπειες και παρατηρησιακά δεδομένα. Μιλούν έτσι για παράλληλα σύμπαντα και μετεμψυχώσεις, ταξίδια στον χρόνο και εναλλακτικές πραγματικότητες, απαλλαγμένες καθώς είναι από το ξυράφι της εμπειριοκρατικής αλήθειας. Σαν το ίδιο το deja-vu δηλαδή, που συμβαίνει στα ξαφνικά και δεν έχει καμία φυσική εκδήλωση παρά μόνο τη δήλωση του φορέα του «μόλις είχα ένα deja-vu!».
Παρά τη σαγήνη λοιπόν των θεωριών τύπου «Matrix», αυτές τις εντυπωσιακές μεταφυσικές συλλήψεις που ανθίστανται σε οποιαδήποτε ελέγξιμη απόπειρά τους, εμείς θα μιλήσουμε σεμνότερα και ταπεινότερα για το deja-vu, με τον τρόπο της επιστήμης. Τον δύσκολο και επίπονο αυτό τρόπο που δεν σε κερδίζει με τυμπανοκρουσίες και πυροτεχνήματα, μα με βαρετά λιθαράκια στοιβαγμένα το ένα πάνω στο άλλο…
Όχι βέβαια πως τα βρίσκουν οι ερευνητές, καθώς υπάρχουν τόσες εξηγήσεις όσες και επιστημονικές πειθαρχίες. Το deja-vu είναι ένα ανυπέρβλητα περίπλοκο φαινόμενο που έχει πυροδοτήσει πλήθος μελετών και πειραμάτων αναφορικά με τον λόγο που συμβαίνει.
Γι’ αυτό και πλέον κάποιοι, όπως ο ελβετός ακαδημαϊκός Arthur Funkhouser, υποδεικνύουν με νόημα πως δεν είναι ένα το deja-vu, αλλά οφείλουμε να μιλάμε για «deja-vu εμπειρίες», καθώς αυτές οι λεπτές αποχρώσεις τους έχουν την ερευνητική τους σημασία. Είναι άλλο το deja-vu, μας λέει, για ένα μέρος που νιώθεις πως έχεις επισκεφτεί ξανά (deja visite) και άλλο το deja-vu για μια κατάσταση (συνομιλία, οπτική εμπειρία) που έχεις ξαναζήσει (deja vecu).
Η δική του πειραματική ανάλυση έδειξε πως η προμνησία πλήττει περισσότερο τα άτομα νεαρής ηλικίας (15-25 ετών), κάτι που όπως μας λέει έχει τη σημασία του για το πώς προσλαμβάνεις τον κόσμο με τα χρόνια.
Ιατρικές έρευνες έχουν δείξει επίσης πως το deja-vu συνδέεται ακόμα και με την κροταφική επιληψία (επιληψία κροταφικού λοβού), λαμβάνοντας χώρα στις πρώτες φάσεις της κρίσης ή στις στιγμές μεταξύ των σπασμών. Αυτό εξηγεί βέβαια το φαινόμενο μερικώς, καθώς deja-vu βιώνουν και άνθρωποι που δεν πάσχουν από κροταφική επιληψία, αφήνοντας εν πολλοίς το πεδίο ανοιχτό.
Οι ψυχαναλυτές, ας πούμε, μας λένε ότι το deja-vu δεν είναι παρά ανεκπλήρωτες φαντασιώσεις ή ανομολόγητοι πόθοι, την ίδια ώρα που οι νευροψυχολόγοι το αποδίδουν σε εγκεφαλικές αναντιστοιχίες, γνωσιακά σφάλματα δηλαδή που κάνουν τον εγκέφαλο να μπερδεύει το παρόν με το παρελθόν. Οι παραψυχολόγοι θα μας πουν ότι έχει να κάνει με παρελθούσες εμπειρίες, αυτής ή μιας παλιότερης ζωής, καθώς όλοι έχουν τις θεωρίες τους…
Οι κροταφικοί λοβοί είναι αποφασιστικής σημασίας για τη μακροχρόνια μνήμη και την πρόσληψη της οικειότητας, του ίδιου του βαθμού αναγνώρισης δηλαδή ενός προσώπου ή μιας κατάστασης. Οι νευροεπιστήμονες ξέρουν πια ότι η αναγνώριση της οικειότητας λαμβάνει χώρα στον ρινικό φλοιό, εκεί όπου η λεπτομερής ανάκληση συνδέεται με τον ιππόκαμπο.
Οι φυσιολογικές αυτές εγκεφαλικές λειτουργίες που ευθύνονται για την ανθρώπινη μνήμη και τα γινάτια της ενοχοποιούνται για το deja-vu. Και δεν είναι απαραίτητα ότι φταίει κάτι, όταν υπάρξει ωστόσο μια μικροβλάβη ή δυσλειτουργία είναι εύκολα ανιχνεύσιμη η πηγή του deja-vu των ασθενών. Οι επιληπτικές κρίσεις στον κροταφικό λοβό έδωσαν πράγματι στην επιστήμη μια καλή εκτίμηση (και πειραματικά ελέγξιμη) για τη μελέτη του φαινομένου.
Γιατί το deja-vu των υγιών υποκειμένων δεν είναι φυσικά εύκολο να μελετηθεί με εμπειρικό τρόπο. Κάθε συναφής έρευνα είναι υποχρεωμένη να βασιστεί στις αναφορές των ίδιων των υποκειμένων και τις εξομολογήσεις τους. Οι πιο πρόσφατες νευρολογικές μελέτες εδώ υποδεικνύουν ότι το deja-vu δεν είναι παρά μια αυθόρμητη νευρική εκτόνωση στον κροταφικό λοβό, κάτι που μας δίνει την (πλαστή) αίσθηση της οικειότητας.
Ή μια εξίσου αυθόρμητη ενεργοποίηση στο ρινικό νευρικό σύστημα, το οποίο συνδέεται όπως είπαμε με την αίσθηση της οικειότητας, χωρίς αντίστοιχη ωστόσο ενεργοποίηση της μνημονικής περιοχής του ιππόκαμπου. Γι’ αυτό και στο deja-vu έχουμε την απροσδιόριστη αίσθηση της αναγνώρισης μιας εμπειρίας χωρίς συγκεκριμένες λεπτομέρειες.
Οι νευροψυχολόγοι επιμένουν πάντως πως για όλα φταίει η μνήμη μας. Σε αυτή τη γραμμή σκέψης το deja-vu δεν είναι παρά μνημονικό σφάλμα, ένα σφάλμα που αποκαλύπτει την ίδια τη φύση της μνημονικής μας λειτουργίας. Δεν είναι δηλαδή παρά μια ασυμφωνία στους διαφορετικούς τρόπους εγκεφαλικής αποθήκευσης των μνημονικών ιχνών, μια ασυμφωνία που καταλήγει να ανασύρει μια μνήμη, ένα λεπτομερές σενάριο, από μια τωρινή αισθητηριακή εμπειρία.
Η εμπειρική πληροφορία παρακάμπτει δηλαδή τον μηχανισμό της βραχυχρόνιας μνήμης και φτάνει στην επικράτεια της μακροχρόνιας μνήμης. Ένα οσφρητικό ερέθισμα, ας πούμε, ανασύρει έτσι όλο το πλαίσιο στο οποίο το είχαμε εγγράψει στο παρελθόν, καθώς το deja-vu είναι αυτή η λάθος αντιστοίχιση αισθητηριακού ερεθίσματος και μνημονικής ανάκλησης. Μια νέα εμπειρία μοιάζει λοιπόν οικεία, όχι όμως και χειροπιαστή, γιατί δεν είναι μια κανονική μακροχρόνια μνήμη, παρά ένα θολό θραύσμα της.
Σύγχυση αισθήσεων και μνήμης. Γνωσιακά σφάλματα στην αναγνώριση με βάση την οικειότητα. Αυτόματες πυροδοτήσεις νευρικών κυμάτων. Ακόμα και το σύνδρομο της ελλειμματικής προσοχής έχει επιστρατευτεί για να εξηγήσει το deja-vu, πλάι σε οκάδες ακόμα θεωρίες.
Πλέον οι επιστήμονες υποβάλλουν ανθρώπους σε νευροαπεικονιστικές τεχνικές για να καταλάβουν πώς δουλεύει η μνήμη σε πραγματικό χρόνο και να εξηγήσουν τι είναι αυτό το τρομακτικό αίσθημα ότι έχουμε ξαναζήσει μια κατάσταση. Γιατί η μνήμη και οι ατραποί της είναι η πλέον παραδεδομένη επιστημονικά αντίληψη για το τι προκαλεί το deja-vu.
Μια ολότελα φρέσκια έρευνα, που δημοσιεύτηκε την 1η Μαρτίου 2018, μας δίνει και τη νεότερη πληροφορία για το deja-vu: όχι, δεν μπορούμε να προβλέψουμε το μέλλον, τι θα συμβεί μετά δηλαδή, αν το βιώσουμε.
Αυτή τη φορά ήταν το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Κολοράντο αυτό που αποπειράθηκε να ρίξει φως στην απροσδιόριστη αυτή αίσθηση οικειότητας που έχουμε κάποιες φορές φευγαλέα, ένα ανησυχητικό προαίσθημα δηλαδή. Η δική του έρευνα καταλήγει μάλιστα με αποφασιστικό τρόπο ότι μια στιγμή deja-vu δεν οδηγεί σε μια αυξημένη ικανότητα να προβλέψεις το μέλλον ή την επόμενη αλληλουχία γεγονότων. Σε περίπτωση που δεν ήταν σαφές δηλαδή!
Αυτό το προαίσθημα, η προαίσθηση ότι κάτι θα συμβεί, είναι απόλυτα και κατηγορηματικά ψευδαίσθηση, μας λένε οι ερευνητές, παρά το γεγονός ότι μοιάζει απόλυτα αληθινό. Είναι ένα ξεχασμένο μνημονικό ίχνος που επιστρέφει στα ξαφνικά χωρίς να το αναγνωρίζουμε. «Νομίζω ότι ο λόγος που οι άνθρωποι έχουν σκαρώσει παραψυχολογικές θεωρίες για το deja-vu είναι αυτές οι μυστηριώδεις, υποκειμενικές εμπειρίες», δήλωσε η επικεφαλής της μελέτης, η γνωστική ψυχολόγος Anne Cleary, στο ανακοινωθέν της.
«Ακόμα και επιστήμονες που δεν πιστεύουν σε προηγούμενες ζωές μού έχουν ψιθυρίσει ‘‘έχεις καμιά εξήγηση γιατί συμβαίνει αυτό;’’. Οι άνθρωποι αναζητούμε εξηγήσεις σε διαφορετικά μέρη. Αν είσαι επιστήμονας, θα ψάξεις για λογικές αιτίες αναφορικά με τον λόγο που είχες αυτή την πραγματικά παράξενη εμπειρία».
Για να ελέγξουν την υπόθεσή τους οι μελετητές δημιούργησαν μια σειρά από εικονικά περιβάλλοντα στο «The Sims», ναι το βιντεοπαιχνίδι! Κάθε περιβάλλον είχε τον δικό του χώρο και σχήμα, παρουσιάζονταν ωστόσο με τρόπους ανακατεμένους. Όταν τους έδειχναν την ίδια διάταξη χώρου με άλλα όμως στοιχεία, όπως στην παρακάτω εικόνα, πολλοί από αυτούς ανέφεραν πως είχαν εμπειρίες deja-vu.
«Δεν μπορούμε να θυμηθούμε συνειδητά την προηγούμενη σκηνή, αλλά ο εγκέφαλός μας αναγνωρίζει την οικειότητα [ομοιότητα]», λέει η Cleary, «αυτή η πληροφορία έρχεται σε μας ως ένα άβολο συναίσθημα ότι έχουμε υπάρξει ξανά εδώ, αν και δεν μπορούμε να υποδείξουμε το πότε και το γιατί».
Η μελέτη που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Psychological Science» έκανε όμως και το άλλο, που μας αφορά εδώ. Το σενάριο ήταν να κατευθυνθεί ο παίκτης μέσα στο λαβυρινθώδες εικονικό περιβάλλον, βρίσκοντας την έξοδο από τον λαβύρινθο. Παρά το γεγονός ότι κάποιοι ανέφεραν deja-vu εμπειρίες στο ελαφρώς παραλλαγμένο περιβάλλον που τους παρουσίασαν μετά, έχοντας το προαίσθημα ότι είχαν ξαναβρεθεί σε αυτό το πλαίσιο, κανείς τους δεν κατάφερε να προβλέψει προς τα πού έπρεπε να πάει για να βγει από τον λαβύρινθο.
Το deja-vu τους δεν τους βοήθησε καθόλου να προβλέψουν τις επόμενες κινήσεις, παρά την οικειότητα και το γνώριμο του χώρου εδώ, που ήταν ουσιαστικά ο ίδιος χώρος. Μπορεί να νιώθουμε ότι το έχουμε ξαναζήσει (και εδώ το είχαν ξαναζήσει όντως), αυτό ωστόσο δεν λέει απολύτως τίποτα για το μέλλον μας.
«Η υπόθεση εργασίας μου ήταν ότι το deja-vu είναι μια συγκεκριμένη εκδήλωση οικειότητας», καταλήγει η Cleary, που μελετά το φαινόμενο εδώ και καιρό, «νιώθεις οικειότητα σε μια κατάσταση όταν πιστέψεις πως δεν θα έπρεπε να τη νιώθεις, και γι’ αυτό ακριβώς είναι τόσο αταίριαστο, τόσο εντυπωσιακό».
Τίποτα το μεταφυσικό λοιπόν, κανένα λάθος του συστήματος δεν φανερώνει το deja-vu, παρά μόνο τα γνωσιακά κενά του μυαλού μας και των τρόπων που επεξεργάζεται τα ερεθίσματα του εξωτερικού κόσμου. Αν και θα ήταν απείρως πιο ενδιαφέρον και δελεαστικό να φανέρωνε τις πλάνες του συστήματος της ανθρώπινης χειραγώγησης, αυτού του Matrix δηλαδή που έφτιαξε για την ανθρωπότητα ποιος ξέρει ποια ανώτερη και κακόβουλη δύναμη…
ΠΗΓΗ