Τον περασμένο Δεκέμβριο 2017, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην επίσκεψη του στην Αθήνα, έθεσε ευθέως θέμα συνόρων με την Ελλάδα και αναθεώρησης της συνθήκης της Λοζάννης (Συνθήκη ειρήνης του 1923 που καθόρισε τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας).
Γράφει ο Σήφης Βαλυράκης*
Αμέσως μετά την επίσκεψη αυτή του Τούρκου προέδρου, η Τουρκία κλιμάκωσε τις προκλήσεις της σε βάρος της Ελλάδας.
Πριν από 65 χρόνια, τον Δεκέμβριο του 1952, ένας άλλος Τούρκος Πρόεδρος, ο Τζελάλ Μπαγιάρ, έφθανε στην Αθήνα, σε μια ιστορική επίσκεψη που τότε θεωρήθηκε σαν το ξεκίνημα καλών σχέσεων φιλίας ανάμεσα στις δύο χώρες.
Το 1955 όμως, με τον Τζελάλ Μπαγιάρ ακόμα πρόεδρο στην Τουρκία, καθοδηγούμενος τουρκικός όχλος προκάλεσε πρωτοφανή βίαια επεισόδια κατά των Ελλήνων στη Κωνσταντινούπολη και την Σμύρνη λεηλατώντας και πυρπολώντας ελληνικές περιουσίες, σχολεία, βεβηλώνοντας εκκλησίες και νεκροταφεία, εξαπολύοντας τρομοκρατία και ξεριζώνοντας την εθνική ελληνική μειονότητα στην Τουρκία που αριθμούσε τότε πάνω από 150. 000 Έλληνες.
Το αναγκαίο πρόσχημα το έδωσε βομβιστική επίθεση στο πατρικό σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ στην Θεσσαλονίκη που αποδείχτηκε ότι σκηνοθετήθηκε από την ίδια τη τουρκική κυβέρνηση.
Η Ελλάδα και η Τουρκία όμορες χώρες, είναι μέλη στην ίδια συμμαχία το ΝΑΤΟ και δεν νοείται να υπάρχουν όμηροι στρατιωτικοί, με ποινική διαδικασία σε βάρος τους για την παραβίαση δήθεν της κοινής συνοριακής γραμμής. Τα περί κατασκοπίας είναι προφανώς παραμύθια της «Χαλιμάς».
Από την μεριά της η Ελλάδα, δεν δημιούργησε θέμα ακόμα και όταν στις 23 Μαΐου 2006, σε επιθετικό τουρκικό, θερμό επεισόδιο, σε αερομαχία στο Αιγαίο, έχασε τον σμηναγό Κώστα Ηλιάκη που το αεροσκάφος του κατερρίφθη από τουρκικό πύραυλο αέρος – αέρος. Η Ελλάδα ούτε κράτησε τον Τούρκο πιλότο Οσμάν Τσιτσεκλί που διεσώθη, τον παρέδωσε άμεσα στις τουρκικές αρχές.
Στην τρέχουσα επικαιρότητα, κάθε μέρα που περνά επιβεβαιώνεται το αμετακίνητο του τουρκικού ηγεμονικού, αναθεωρητικού και επεκτατικού προσανατολισμού.
Στην περιοχή μας η Τουρκία ισχυρίζεται, σε αντίθεση με το διεθνές δίκαιο, πως τα νησιά του Αιγαίου δεν διαθέτουν υφαλοκρηπίδα (επέκταση της κυριαρχίας του κράτους, στην ομαλή προέκταση της ακτής κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας). Ισχυρίζεται ότι η υφαλοκρηπίδα ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία πρέπει να οριοθετηθεί ως μέση γραμμή από την εκατέρωθεν ηπειρωτική ξηρά. Ζητά δηλαδή η Τουρκία το μισό Αιγαίο. Αμφισβητεί τον ελληνικό εναέριο χώρο (10 μίλια) και τα δικαιώματα μας σε ότι αφορά την επέκταση της κυριαρχίας μας στη θάλασσα (χωρικά ύδατα 6 μίλια). Η Τουρκία απαιτεί την αποστρατικοποίηση των νησιών (Θέση που υιοθετεί το ΝΑΤΟ) και αγνοεί συστηματικά το FIR Αθηνών (Flight Information Region – Περιοχή Ευθύνης Πληροφοριών Πτήσεων).
Η πρόσφατη κλιμάκωση σειράς επιθετικών ενεργειών της Τουρκίας δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για τις τουρκικές επιδιώξεις. Είναι σαφές ότι η Τουρκία περνά από μια φάση αμφισβητήσεων σε φάση επιβολής τετελεσμένων, αξιοποιώντας την σχετική υπεροπλία της (υπάρχει το προηγούμενο της Κύπρου). Στόχος της Τουρκίας δεν είναι μόνο η συγκυριαρχία στο Αιγαίο. Η Τουρκία πιστεύω πως επιδιώκει να θέσει την Ελλάδα, που βρίσκεται τώρα σε δυσκολία, υπό την ηγεμονία της.
Η Τουρκία απειλεί ήδη με πόλεμο την Ελλάδα (Casus Belli) αν αυτή ασκήσει το δικαίωμα της για την επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 μίλια. Απειλεί επίσης κατά καιρούς, να κατευθύνει μέγα αριθμό μεταναστών προσφύγων που βρίσκονται στο έδαφός της και να πλημμυρίσει αποσταθεροποιητικά τα ελληνικά νησιά του Αιγαίου.
Οι Τούρκοι για 22 χρόνια χαρακτήριζαν τα Ίμια «γκρίζα ζώνη», σήμερα τα έχουν θέσει υπό τουρκική πολιορκία με πολεμικά πλοία και οπλισμένες ακταιωρούς. Στις 12 Φεβρουαρίου η τουρκική ακταιωρός «UMUT» εμβόλισε το ελληνικό πλοίο του λιμενικού «Γαύδος» που προσέγγισε στην περιοχή των Ιμίων. Οι Τούρκοι θεωρούν πλέον δικά τους τα Ίμια και τα έχουν εντάξει οιονεί στην εσωτερική τουρκική έννομη τάξη. Έχουν εγκαταστήσει θερμικό radar «morad-1» στη τουρκική ξηρά απέναντι από τα Ίμια για να τα ελέγχουν συνεχώς. Ο σύμβουλος του Τούρκου προέδρου, Γιγκίτ Μπουλούτ, απειλεί ότι η Τουρκία «θα σπάσει τα κόκαλα όποιου Έλληνα τολμήσει να ανέβει στα Ίμια». Η Τουρκική πρακτική εμμένει σταθερά στη λογική της στρατιωτικής υπεροχής, στις σχέσεις της με την Ελλάδα.
Η Τουρκία διεξάγει σήμερα πολεμικές επιχειρήσεις ευρείας κλίμακας στη περιοχή του Afrin έχοντας ήδη παραβιάσει τα σύνορα της Συρίας και εξαγγέλλει επέκταση των πολεμικών της επιχειρήσεων, με ανάλογη εισβολή στο ΙΡΑΚ. Είναι εντυπωσιακή η σιωπή, η οι χαλαρές αντιδράσεις από την μεριά της διεθνούς κοινότητας σε ανατολή και δύση.
Στην περιοχή μας, δημιουργείται από την Τουρκία κλιμακούμενη ένταση στα ελληνοτουρκικά και στην Κύπρο. Οι προκλητικές NAVTEX της Τουρκίας, οι ασκήσεις με πραγματικά πυρά του τουρκικού στόλου στο Αιγαίο και τα σενάρια με το σκηνικό πολέμου που επιχειρεί να στήσει η Τουρκία, μετά τα Ίμια και στην κυπριακή ΑΟΖ τροφοδοτούν το πολεμικό κλίμα. Τα σενάρια ασκήσεων που διεξάγουν οι Τούρκοι με αποκλεισμό νησιών στο Αιγαίο, αποβατικές ενέργειες και ενεργοποίηση των δυνάμεων πεζοναυτών που σταθμεύουν στα μικρασιατικά παράλια κλπ. μιλούν εύγλωττα για την τουρκική στόχευση.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε πλήρη περικύκλωση, πέραν από το ισχυρό στρατιωτικό προγεφύρωμα της Τουρκίας στην Κύπρο και την ανατροπή υπέρ της Tουρκίας των ισορροπιών στο τριεθνές του Έβρου, η συμπεριφορά της Αλβανίας και της FYROM σε βάρος της Ελλάδας έχει να κάνει σαφώς με την αυξημένη τουρκική επιρροή στις χώρες αυτές. Όλα αυτά κλιμακώνουν την ψυχολογική, την διπλωματική και την στρατιωτική πίεση της Τουρκίας σε βάρος μας.
Οι ΗΠΑ με τον πρέσβη Τζέφρι Πάιατ προειδοποιούν την Ελλάδα για ενδεχόμενο ενός επεισοδίου «αθέλητης» σύγκρουσης με την Τουρκία. Σε αυτές τις συνθήκες το «ατύχημα», το ξέσπασμα ενός θερμού επεισοδίου, η έναρξη περιορισμένων εχθροπραξιών, η ακόμα και πολεμικών επιχειρήσεων μπορεί να είναι ένα μελλοντικό ενδεχόμενο.
Η μέχρι τώρα ελληνικές στρατηγικές αποτροπής απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα, είτε αφορούσαν απειλή «πολεμικής εμπλοκής υψηλής έντασης» (1987), είτε διαχείριση «εμπλοκών χαμηλής έντασης» (1996 και μετά), είτε οι εναλλακτικές «ευέλικτης ανταπόδοσης» και «ισοδύναμου τετελεσμένου» είχαν ως προϋπόθεση την πυροσβεστική παρέμβαση της ΕΕ του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ που σήμερα μας προτρέπουν στην καλύτερη περίπτωση σε «αμοιβαίες» υποχωρήσεις. Δηλαδή προτρέπουν την Ελλάδα να υποκύψει στις μονομερείς απαιτήσεις της Τουρκίας. Αν δεν αλλάξουμε άμεσα πλεύση, κινδυνεύουμε να βρεθούμε συνθλιβόμενοι ανάμεσα στη μεθοδευμένη τουρκική επιθετικότητα και στην ανάγκη των ΗΠΑ για σταθερότητα στην περιοχή.
Η ακατάσχετη φλυαρία και οι μεγαλοστομίες από τους αρμόδιους Έλληνες Υπουργούς αποκαλύπτουν αδυναμία αντιστοίχησης ρητορικής με την αναγκαία προληπτική, αποτρεπτική δράση.
Στο άναρχο παγκόσμιο σύστημα, οι επιμέρους χώρες οφείλουν να προασπίσουν οι ίδιες τα συμφέροντα τους, την εδαφική τους ακεραιότητα, τα κυριαρχικά τους δικαιώματα και πρωτίστως την ειρήνη στην περιοχή τους. Απαιτούνται στρατηγικές και οργάνωση ώστε να καθιστούν οικονομικά ασύμφορη κάθε επιθετική ενέργεια σε βάρος τους, διασφαλίζοντας έτσι την ειρήνη και την ευημερία των πολιτών τους.
Οι Έλληνες θα πρέπει συνειδητοποιήσουμε τις υπαρκτές απειλές, να κινητοποιήσουμε τα εθνικά αποθέματα και τον πατριωτισμό μας. Η παραδοσιακά ουδέτερη Σουηδία, για παράδειγμα, ενισχύει τις ένοπλες δυνάμεις της και προετοιμάζει τους πολίτες της για το ενδεχόμενο πολέμου, μετά από κάποια περιστατικά παραβίασης του εναέριου και θαλάσσιου χώρου της. Με φυλλάδια που θα στείλει τον Μάιο σε 4,7 εκατ. νοικοκυριά, η Σουηδία θα δίνει οδηγίες στους πολίτες της για το πώς να συμμετέχουν σε «συνολική άμυνα» κατά τη διάρκεια ενός πολέμου.
Να σταθούμε στα πόδια μας και να επιστρατεύσουμε τα πολλαπλά ισοδύναμα του Ελληνισμού. Χρειαζόμαστε επίκαιρη αποτρεπτική στρατηγική απέναντι στην επιθετικότητα της Τουρκίας, με την άμεση ενίσχυση των δυνατοτήτων των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Ο αμυνόμενος χρειάζεται συντριπτικά μικρότερη αποτρεπτική στρατιωτική ισχύ από τον επιτιθέμενο. Δεν χρειάζεται να σπεύσουμε σε προμήθειες δαπανηρών οπλικών συστημάτων. Η έξυπνη αξιοποίηση της γνώσης και τον νέων στρατιωτικών τεχνολογιών δίνουν πολύ πιο φθηνές αμυντικές λύσεις.
Θα πρέπει να επανεξετάσουμε τον ρόλο της ποιότητας του ανθρώπινου δυναμικού μας στην άμυνα της χώρας μας. Θα πρέπει τα διάφορα μέσα που διαθέτουμε σήμερα για την άμυνα μας να είναι πλήρως λειτουργικά. Το δόγμα και η δομή των ενόπλων δυνάμεων και η οργάνωση των ειδικών υπηρεσιών (πληροφοριών κλπ) πρέπει να ολοκληρωθούν και να αποκτήσουν την απαιτούμενη κατεύθυνση και δυναμική.
Η πολιτική, πνευματική, κοινωνική και οικονομική ηγεσία μας θα πρέπει να αναλάβει τις ιστορικές ευθύνες της και να εμπνεύσει ελπιδοφόρο όραμα, αυτοπεποίθηση και αποφασιστικότητα στον Ελληνικό λαό. Θα πρέπει να συγκροτήσουμε όλοι από κοινού προϋποθέσεις ευρύτερης συνεννόησης και μακρόπνοης εθνικής στρατηγικής για την αντιμετώπισης της πολύπλευρης κρίσης που περνά σήμερα η πατρίδα μας.
Πιστεύω πως η Τουρκία θα αναζητήσει ειλικρινή προσέγγιση με την Ελλάδα μόνο όταν κατανοήσει ότι η Ελλάδα είναι αποφασισμένη για μακροχρόνιο ανταγωνισμό και ότι το κόστος της διατήρησης της επιθετικότητας της θα είναι πολύ μεγαλύτερο από τα όποια οφέλη μπορεί να προσδοκά.
Χρειάζεται λοιπόν ψύχραιμη εγρήγορση αλλά και πολύ σοβαρή προετοιμασία για μεγάλες δοκιμασίες.
*Ο Σήφης Βαλυράκης είναι πρώην υπουργός και πρώην βουλευτής Χανίων του ΠΑΣΟΚ
Πηγή: https://thecaller.gr