Αδυναμία να καλύψει βασικές ανάγκες, από την έγκαιρη πληρωμή των λογαριασμών έως την κατανάλωση κρέατος σε τακτά χρονικά διαστήματα, είχε το 2017 περίπου ένας στους πέντε πολίτες στην Ελλάδα. Το σχετικό ποσοστό πολιτών με υλική στέρηση, 21,1%, που κατέγραψε η Eurostat, μπορεί να υποχώρησε ελαφρώς σε σύγκριση με το αντίστοιχο του 2016 (22,4%), παραμένει όμως σε υψηλά επίπεδα.
Αυτό το 21,1%, που σημειωτέον είναι το δεύτερο μεγαλύτερο στην Ευρωπαϊκή Ενωση για το 2017, δεν είναι ένα απλό, απρόσωπο ποσοστό, αλλά «μεταφράζεται» σε 2.241.000 άτομα. Πώς ορίζεται η υλική στέρηση; Τα άτομα, τα νοικοκυριά, που υπάγονται σε αυτή την κατηγορία είναι όσα δεν μπορούν να καλύψουν τουλάχιστον τέσσερα από τα ακόλουθα: πληρωμή των λογαριασμών εγκαίρως, επαρκή θέρμανση της κύριας κατοικίας, αντιμετώπιση έκτακτων δαπανών, κατανάλωση κρέατος (ή ψαριού ή του ισοδύναμου λαχανικών) σε τακτά χρονικά διαστήματα, διακοπές για μία εβδομάδα μακριά από το σπίτι, αγορά τηλεόρασης, πλυντηρίου ρούχων, αυτοκινήτου και τηλεφώνου.
Η ηλικιακή ομάδα στην οποία καταγράφεται το μεγαλύτερο ποσοστό ατόμων με υλική στέρηση στην Ελλάδα (32,6% βάσει όμως στοιχείων του 2016) είναι αυτή μεταξύ 20-24 ετών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την περίοδο 2003-2017, για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία από τη Eurostat, το χαμηλότερο ποσοστό πολιτών με υλική στέρηση είχε καταγραφεί στην Ελλάδα το έτος 2009, ένα χρόνο πριν από την είσοδο της χώρας στο μνημόνιο και ενώ πλέον είχαν γίνει φανερά τα τεράστια ελλείμματα της ελληνικής οικονομίας. Το ποσοστό τότε είχε φτάσει στο 11%, κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα σε σύγκριση με το 2017. Περίπου σε αυτά τα επίπεδα βρισκόταν από το 2005, στοιχείο που, με βάση τις μετέπειτα δραματικές εξελίξεις, επιβεβαιώνει την επίπλαστη ευημερία της ελληνικής κοινωνίας την περίοδο εκείνη.
Από την άλλη, στο υψηλότερο σημείο στη διάρκεια της ίδιας περιόδου 2003-2017 έφτασε το ποσοστό των πολιτών με υλική στέρηση το 2016 (στο 22,4%), ενώ το φράγμα του 20% έσπασε για πρώτη φορά το 2013, χωρίς, δυστυχώς, τα επόμενα χρόνια να πέσει κάτω από αυτό. Το ποσοστό δε που καταγράφεται το 2017 εξακολουθεί να απέχει σημαντικά από το αντίστοιχο ποσοστό στο σύνολο της Ε.Ε. (6,7% ή 33 εκατομμύρια άτομα), πολλώ δε μάλλον από το αντίστοιχο ποσοστό στο σύνολο της Ευρωζώνης (5,8%).
Τη θλιβερή πρωτιά στην Ε.Ε. κατέχει η Βουλγαρία, όπου το ποσοστό των πολιτών με υλική στέρηση έφτασε το 2017 στο 30%. Την τρίτη θέση μετά την Ελλάδα κατέχει η Ρουμανία, όπου το αντίστοιχο ποσοστό διαμορφώθηκε το 2017 σε 19,4%. Τόσο η Βουλγαρία όσο και η Ρουμανία ακολουθούν αντίστροφη πορεία από αυτή της Ελλάδας, καθώς τα σχετικά ποσοστά στις χώρες αυτές ήταν για το 2010 45,7% και 30,5% αντιστοίχως.
Οι χώρες στις οποίες καταγράφηκαν τα χαμηλότερα ποσοστά πολιτών με υλική στέρηση είναι η Σουηδία (0,8% βάσει των στοιχείων του 2016), το Λουξεμβούργο (1,6% επίσης βάσει στοιχείων του 2016), η Φινλανδία (2%) και η Ολλανδία (2,6%).
Πηγή: http://www.kathimerini.gr/