ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ  ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ

 

Όλοι όσοι μέχρι τώρα έχουμε βγει στον αγώνα κατά του Οικουμενισμού γευόμαστε την πικρία για την κατάσταση να μην είναι σε θέση οι αδελφοί μας, που μέχρι πρό τινος τάσσονταν εναντίον του Οικουμενισμού, να βγουν και αυτοί σε μία δυναμική εκκλησιαστική αντίσταση, ώστε να τελεσφορίσει η αποτείχισις στην πράξη, και όχι μόνο με λόγια και κείμενα, τα οποία στην μετακολυμβάρια αυτή φάση, αν δεν συνοδεύονται με την διακοπή κοινωνίας, ήτοι την αποτείχιση, αποτελούν όντως χαρτοπόλεμο, όπως προσφυώς ελέχθη υπό του αειμνήστου καθηγητού Ιω. Κορναράκη. Αν ο αγώνας μας μετά το Κολυμβάρι είναι ο ίδιος με αυτόν εναντίον της παναιρέσεως προ της ψευτοσυνόδου δεν είστε εκτεθειμένοι οι κληρικοί αλλά και οι λαϊκοί εφ’ όσον δεν κάνατε κάτι με το οποίο θα ξεχωρίζατε την θέση σας.

Ορισμένοι ισχυρίζονται  ότι δεν προβαίνουν στην αποτείχιση επιρρίπτοντάς μας ευθύνες για προχειρότητα στον αγώνα μη συνειδητοποιώντας όμως ότι έτσι καθίστανται μόνο θεατές. Άλλο είναι να βρίσκεται κανείς μέσα στις αντιξοότητες και τις όποιες αντιθέσεις και άλλο να φιλοσοφεί εκ του “ασφαλούς”. Πέραν αυτού, εμείς θεωρούμε ότι, αν ορισμένοι κληρικοί, ακόμη, μάλιστα εκ των ονομαστών, είχαν βγει στην αποτείχιση θα έπαιρναν άλλη τροπή τα πράγματα και τότε, οπωσδήποτε υπό άλλα δεδομένα, θα αναγκαζόταν η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας να αντιμετωπίσει διαφορετικά τα πράγματα.
Και κάτι ακόμη, εφ’ όσον εμείς λογιζόμαστε μικροί και αδαείς σε ένα διεκκλησιαστικό επίπεδο αγώνος, στο οποίο θα έβγαινε το πλήρωμα των ορθοδόξων εκ των πραγμάτων ούτως ή άλλως, φυσικό ήταν να γίνουν λάθη και να υπάρχουν παροξυσμοί εξ αιτίας απειρίας, ελλείψεων στην κατάρτιση συντονισμένου πανορθόδοξου μετώπου αλλά και εγωϊστικών τάσεων ηγεσίας, τις οποίες μάλιστα τροφοδοτούν και διάφοροι κύκλοι, ιστολόγια και άλλοι, ακόμη, και εκ του παλαιού ημερολογίου, που καλό θα είναι να δουν τα του “οίκου” τους πρώτα, πώς θα ενωθούν μεταξύ τους, έτσι ώστε όταν ενωθούμε  εμείς να μπορέσουμε στην συνέχεια να συνεννοηθούμε και μαζί τους σε μια σωστή βάση για κοινό αντιοικουμενιστικό μέτωπο.
Φαίνεται όμως ότι δεν τους ενδιαφέρει ούτε τους μεν ούτε τους δε η ουσία αλλά προσπαθούν έχοντας και αυτοί σκοπιμότητα να αναδείξουν αυτούς που θεωρούν ηγέτες ή να δημιουργήσουν συνθήκες που αργότερα θα τους ευνοούν έχοντας στο πίσω μέρος του εγκεφάλου τους σχέδιο απορρόφησης των αποτειχισμένων είτε στο παλαιό, είτε για να αρπάξουν οι άλλοι τους πιστούς σαν λάφυρα και να τους εντάξουν σε συγκεκριμένες ομάδες νεοαποτειχισμένων προς δόξα τους!  Προσωπικά δεν είμαι εναντίον του παλαιού. Είμαι κάθετος όμως στην περίπτωση να προσχωρήσουμε σε παρατάξεις του παλαιού και δυστυχώς ενώ τόσες φορές το εξέφρασα δεν θέλησαν ορισμένοι να το καταλάβουν ή κάνουν πως δεν το καταλαβαίνουν γιατί είναι εριστικοί.
Άλλο είναι να επιστρέψουμε στο παλαιό ως Εκκλησία όλοι μαζί και άλλο να φεύγουν οι αποτειχισμένοι ένας ένας στις διάφορες παρατάξεις τους. Δεν θα ασχοληθώ στην συνάφεια αυτή με το παλαιό αλλά στο κάτω κάτω δεν θα δεχτούμε και υποδείξεις για το πώς θα κάνουμε τον αγώνα μας και δεν θα ορίσουν αυτοί, το ποιοί θα είναι οι ηγέτες μας. Το ίδιο φρονώ και για ορισμένους εκ των αποτειχισθέτων στους οποίους διαπιστώνω νοοτροπία ΓΟΧ. Επειδή, όμως όλοι πιέζουν για ενότητα την οποία, ποιός δεν θέλει; Αλλά δεν αρκεί να μιλά κανείς για ενότητα θα πρέπει συνάμα να μην την διασπά, όταν και όπου υπάρχει, με ανόητες αιτιάσεις!

Όλο το πρόβλημα ξεκινά απ’ αυτή την ανοησία περί ηγετών. Αφήσαμε τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό και ψάχνουμε για ηγέτες. Δεν είναι επακόλουθο να βαλτώσει η αποτείχιση και ο όποιος αγώνας με τέτοια ανθρωποκεντρική θεώρηση; Όλοι εσείς που μιλάτε για Ορθοδοξία δεν συνειδητοποιείτε ότι ενεργείτε ανορθόδοξα; Τί είπε ο Κύριος στους μαθητές Του: «οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι αὐτῶν κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν· οὐχ οὕτω δὲ ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ᾿ ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος· καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι, καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν»(Μρ.10,42-45). Αυτά δεν ισχύουν διαχρονικά γιά όλους όσοι θέλουμε να είμαστε μαθητές Εκείνου; Αν λοιπόν θέλει κανείς να είναι ηγέτης ας μάθει να ακούει και τους αδελφούς του και όχι να ενεργεί χωρίς να συζητά, να ρωτά και να ενεργεί “συνοδικώ τω τρόπω”.
Προς τούτο οφείλω να ομολογήσω ότι μολονότι ο π. Θεόδωρος Ζήσης δεν μας εξέφρασε κάνοντας την αποτείχιση με την λεγόμενη διακοπή μνημοσύνου και όχι με διακοπή κοινωνίας, ωστόσο μας άκουγε και συζητούσε μαζί μας στις συνάξεις, κάτι, το οποίο λείπει από άλλους, διότι ενεργούν χωρίς να μας ερωτούν. Βλέπετε ο καθένας έχει τα θετικά του και τα αρνητικά του. Το θέμα είναι το πώς θα έρθουμε σε συνεννόηση και αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο όταν ο ένας απορρίπτει τον άλλον ή δεν θέλει καν να τον ακούσει. Και, βέβαια, ενώ μέχρι τώρα οι μητροπολίτες παρακολουθούν τα τεκταινόμενα εκ του ασφαλούς είναι καιρός πλέον να μπουν στον αγώνα, γιατί αν δεν το κάνουν τώρα, έπειτα θα είναι αργά, και θα κριθούν εφάπαξ ως προδότες της Πίστεως. Προσωπικά, θεωρώ ότι ορισμένους τους ενδιαφέρει το θέμα και ας μην εκδηλώνονται. Περιμένουν να δουν προς τα που θα γύρει η πλάστιγγα. Δεν είναι όμως ίδιον ανδρών συνετών και πιστών να αφήνουν τους μικρούς να αγωνίζονται και αυτοί να παρατηρούν την μάχη. Από κάτι “ευσεβείς” περιμέναμε πολλά αλλά“ὤδινεν ὄρος καὶ ἔτεκεν μῦν”!

Είναι όμως θεολογικά η στάσις τους αυτή σωστή;

Α. Κατ’ αρχήν τον αγώνα αυτό όφειλαν να τον αναλάβουν κυρίως επίσκοποι διότι αυτοί κατ’ εξοχήν έχουν την υποχρέωση να διαφυλάξουν την ορθή πίστη όπως υποσχέθηκαν κατά την χειροτονία τους.

Β. Φανερώνει έλλειψη θεολογικής καταρτήσεως το να μην εισέρχονται στο στάδιο να αθλήσουν. Διότι η θεολογική κατάρτηση δεν είναι να γράφουμε βιβλία αλλά αυτά που μας κληροδότησαν οι άγιοι Πατέρες να μπορούμε να τα συνεχίσουμε  έχοντας τη θεολογική πανοπλία εκείνων. Και στην δεδομένη ιστορική καμπή να χτίσουμε την γέφυρα έχοντας ως υλικά το φρόνημα εκείνων και ως τέχνη τον άνωθεν φωτισμό που έλαβαν αυτοί με την μέθεξη του ακτίστου να αντισταθούν στην αίρεση, ώστε να συνδεθεί η παράδοσις με την ορθόδοξη αυτοσυνειδησία των πιστών που εκφράζουν την εξ αποκαλύψεως πίστη σωστά σήμερα αλλά δεν έχουν τα μέσα, τις δυνατότητες και την θεολογική κατάρτηση να διευθετήσουν  τα πράγματα για να λυθεί το πρόβλημα στην Εκκλησία στους καιρούς μας που δημιουργήθηκε με τον Οικουμενισμό.

 

Γ. Αν δεν υπάρχει έλλειψη θεολογικής καταρτήσεως υπάρχει άλλη έλλειψη. Δεν έχουμε μετοχή των ακτίστων ενεργειών, συνεπώς, δεν είμαστε πραγματικοί θεολόγοι αλλά μας διακατέχει μια ακαδημαϊκή άρρωστη θελογία η οποία γνωρίζει τα πράγματα από τα βιβλία και με την ψυχρά κι άγονη ψυχική διανοητική διεργασία που χάνεται στις αναλύσεις και σε μια δεδομένη κρίσημη ιστορική καμπή δεν μπορεί να δώσει την λύση στο πρόβλημα κατά το ιστορικό γίγνεσθαι που ανέκυψε. Εδώ τώρα είναι το σημείο της πτώσης του μοντέλλου της πνευματικής ζωής που χτίστηκε στον καιρό μας. Είναι πρότυπο εν Χριστώ ζωής να αφήνετε τους πιστούς στην αίρεση; Επομένως, ποιός ο ρόλος σας ως επισκόπων; Μήπως τελικά δεν έπρεπε να εκλεγείτε επίσκοποι;

 

Δ. Θεολογία χωρίς πνευματική ζωή, όπως την εκφράζουν οι ακαδημαϊκοί θεολόγοι όχι  όμως όπως την βίωσαν οι άγοι Πατέρες, ή πνευματική ζωή ακροτηριασμένη θεολογικά, όπως την ζουν πολλοί μοναχοί σήμερα αλλά όχι όπως καρποφόρησαν οι πραγματκοί θεολόγοι είναι το σχιζοφρανικό μοντέλλο της πνευματικής ζωής κυρίως σήμερα; Θεωρώ ότι και τα δύο πρότυπα, κολοβά, όπως τα βλέπουμε στην πράξη, επειδή δεσπόζουν στα μοναστήρια και τις μητροπόλεις -το πρώτο για τους μοναχούς κυρίως ενώ το δεύτερο για τους “κοσμικούς” κληρικούς εκ των οποίων αναδεικνύονται μητροπολίτες- είναι το ίδιο πονηρά, αφού, όταν το ένα στερείται του άλλου δημιουργεί τερατογενέσεις. Γι’ αυτό και δεν βρίσκεται σήμερα κατάλληλο πρόσωπο να ηγηθεί στον αγώνα αυτό.
Έτσι, σήμερα έχουμε μία τάση που εκφράζουν οι ακαδημαϊκοί θεολόγοι που έχουν μεν θεολογική παιδεία αλλά επειδή τους λείπει ο φωτισμός, με την έννοια της μεθέξεως του ακτίστου, δεν δύνανται να διακρίνουν αυτό που πρέπει να γίνει τώρα με την αποτείχιση και από την άλλη έχουμε “ασκητές”, εκ των οποίων κάποιοι σύρονται, εκόντες άκοντες, από τους καθηγητές σε έναν τρόπο αποτείχισης που δεν είναι ορθός όπως εκφράζεται, αφού θα δημιουργήσει τόσα προβλήματα μη στηριζόμενος στη προγενέστερη πατερική παράδοση που έπειτα δεν θα μπορεί να τα λύσει.Ήδη το μεγαλύτερο πρόβλημα που δημιούργησε η ακαδημαϊκή νοοτροπία είναι η διάσπαση. Και ερωτώ: Θα ήμασταν διεσπασμένοι τώρα, άν η αποτείχισις γινόταν στην πατερική της βάση;

 

Ε. Και, βέβαια, έχουμε την μερίδα των μοναχών εκείνων που έχουν λεπτό θεολογικό αισθητήριο, οι οποίοι διαισθάνονται πιο είναι το ορθό· ορισμένοι δε απ’ αυτούς είναι τόσο κατηρτησμένοι που οι ακαδημαϊκοί δεν μπορούν να τους φτάσουν και αν ακόμη θα σπουδάζαν σε θεολογικές σχολές για άλλες επτά ζωές περαιτέρω. Και γνωρίζεται τί εννοώ, οι γέροντες αυτοί όμως αν βγουν στον αγώνα, ποιός θα τους ακούσει;
Δεν υπάρχει ταπείνωσις.
Όλοι ψάχνουν ηγέτες με κοσμικό φρόνημα. Το θέμα είναι ότι επειδή έχουν μάθει να ζουν στην ησυχία και την απομόνωση και γνωρίζουν τί θα συμβεί αναλογίζονται, ό,τι αν βγουν στον αγώνα θα αναλωθούν σε προστριβές κακομαθημένων, γι’ αυτό αφήνουν άλλους που δεν έχουν την “μητρική στοργή”, όπως την εννοούσε ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, και έτσι από αδιακρισίες και εγωϊσμούς των αφώτιστων δημηργούνται τα προβλήματα στην αποτείχιση ειδικά και στην Εκκλησία γενικότερα.
Έτσι προσεύχονται σιωπηλώς υπέρ της Εκκλησίας να μην χάσουμε εμείς τον δρόμο μας. Αν όμως κάποιοι που δεν έφτασαν στο χάρισμα της θεολογίας αν και έλαβαν άλλα χαρίσματα κοινωνούν με την αίρεση σήμερα, όπως τότε ο μεγάλος ασκητής, άγιος Γεράσιμος ο Ιορδανίτης, που δεν γνώριζε την πλάνη του, είναι σαφές ότι και αυτοί είναι στην πλάνη. Συνεπώς κάποιος αδελφός τους πρέπει να τους το επισημένει και όχι άγγελος Κυρίου, διότι, έτσι όρισε ο Θεός, ο άνθρωπος να διορθώνεται από τον συνάνθρωπο! Η θεώρηση, ό,τι πρέπει να ακολουθήσουμε κάποιον Γέροντα που ομολογουμένως δύναται να έχει σπουδαία μοναχική ζωή αλλά δεν έχει συνάμα και το θεολογικό αισθητήριο, ή τον απαραίτητο χρόνο και να ενημερώνεται, καθώς, και το ενδιαφέρον να ακούει όλους τους αποτειχισμένους χωρίς να μεροληπτεί αλλά και να μετέχει ενεργά στα θεολογικά δρώμενα, να διακρίνει ορθά για να δύναται και να διατυπώνει σωστά, σαφή, θεολογικό λόγο για να ξεκαθαρίζουν τα πράγματα δεν με βρίσκει σύμφωνο και δείχνει ότι δεν γνωρίζουμε να διακρίνουμε το χάρισμα ενός εκάστου.

 

Πάντως, η σιωπή σε καιρό αιρέσεως δεν είναι ίδιον ευσεβών ανθρώπων και μάλιστα μοναχών. Θεωρώ ότι, αν κάποιος δεν έχει μάθει να αναγνωρίζει το χάρισμα του άλλου είναι διαχρονικά ανεπίδεκτος μαθήσεως και θα ενεργεί με τον ίδιο τρόπο και στην αποτείχιση. Γι’ αυτό, αν δεν απαλαχθούμε από την νοοτροπία αυτή, δεν θα γίνει τίποτε το ουσιαστικό και θα υπάρξει μεγάλη ταλαιπωρία στους αποτειχισμένους. Βέβαια, ο καθένας θα πάρει τον μισθό του για το πως ενήργησε, αφού ο Θεός είναι Δίκαιος!
Οπωσδήποτε, όμως ενώ θα συνεχισθεί η αποτείχισις, καθώς οι Οικουμενιστές πήραν φόρα και δεν θα σταματήσουν, οι έχοντες συνείδηση θα αποτειχίζονται διαρκώς, ωστόσο το κόστος θα είναι μεγάλο για τον καθένα και συνάμα θα υπάρχει μια μετέωρη κατάσταση γεμάτο σύγχυση, ανασφάλεια με πολύ ψυχικό πόνο. Ίσως αυτός να είναι ο μεγάλος πειρασμός  που θα βρει στα έχατα την Εκκλησία του Χριστού και θα περιέλθει σε μεγάλη δοκιμασία, αν δεν πάρουν στα σοβαρά οι επίσκοποι το θέμα να βγουν στον αγώνα.
Θα ήταν καλύτερο να αναλαμβάναμε όλοι μαζί τον αγώνα αυτό χωρίς να λογαριάζουμε το προσωπικό κόστος, διότι αυτό δείχνει ότι λειτουργούμε χωρίς πίστη, και να βοηθήσουμε του αδελφούς μας σηκώνοντας μαζί τους το φορτίο και ελαφρύνοντας έτσι τον κόπο τους. Εδώ υπάρχει και κάτι, το οποίο πρέπει να επισημανθεί. Θέλουμε όλοι να στον αγώνα να μπουν και οι επίσκοποι αλλά χρειάζεται να δημιουργήσουμε εμείς αυτές τις προϋποθέσεις. Το συνειδητοποιήσαμε αυτό;

Πώς θα δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις

1.   Οι αποτειχίσεις πρέπει να αυξηθούν σε τέτοιο βαθμό που να μην είναι δυνατόν να μην πάρουν θέση οι μητροπολίτες.

2.   Έγινε ότι έγινε, αν και υπήρξε διάσπαση θεωρώ ότι έγινε και κάτι καλό διότιαποκρυσταλώθηκε,τουλάχιστον, θεολογικά η κατάσταση και, αφού ξεχώρισαν τα πράγμα, τώρα μπορούμε να ενωθούμε σε σωστή βάση κρατώντας τα θετικά από κάθε τάση που αναπτύχθηκε στην αποτείχηση.

3.   Όλοι μας γνωρίζουμε ότι τους χρειαζόμαστε όλους, αν όντως θέλουμε να προχωρήσει ο αγώνας εναντίον της αιρέσεως. Θα πρέπει κάθε “ομάδα” να σεβαστεί το βασικό, να αναγνωρίζει αντικειμενικά την αλήθεια, όταν μάλιστα παρουσιάζονται αποδείξεις από την εκκλησιαστική ιστορία και γίνεται σωστή ερμηνεία όχι μόνο θεολογικά αλλά και φιλολογικά, ώστε να μην λέει καθένας ότι θέλει.

4.    Χρειάζεται, επίσης, να σέβεται κανείς, σαφώς, και η “ομάδα” στην οποία ανήκει την χαρακτηριστική διαφορετική θέση στην θεώρηση της που αποτελεί το ιδιαίτερο γνώρισμα και την ειδοποιό διαφορά στον τρόπο του αγώνος θα λέγαμε της άλλης “oμάδος”. Καλό θα ήταν να σταματήσουμε να λειτουργούμε ως ομάδες αποτειχισμένων αφού είμαστε η Εκκλησία του Χριστού. Μέχρις ότου όμως ξεκαθαρίσει το θολό τοποίο για να γίνει αυτό με το οποίο η Εκκλησία αποκαθιστά την τάξη στο πλήρωμά της πρέπει δημιουργηθούν οι απαραίτητες συνθήκες  για να λάβουν χώρα οι διεργασίες που θα αλλάξουν τα πράγματα στην διοίκηση και να συγκροτηθεί σύνοδος που θα καταδικάσει τον Οικουμενισμό.  Τί εννοώ; Το χαρακτηριστικό γνωρίσμα κάθε ομάδας είναι το σημείο ή τα σημεία στα οποία δεν θα κάνει πίσω, γιατί ξεκινά από διαφορετικό σημείο σχετικά με το τί θεωρεί σημαντικό.

Για να γίνω πιο σαφής θα αναφερθώ καλοπροαίρετα  με σειρά στα πρόσωπα που κατ’ εξοχήν προταγωνιστούν στην αποτείχιση. Ξεκινώ από τον πολύ σεβαστό καθηγήτη π. Θεόδωρο Ζήση. Ας ρωτήσει την συνείδησή του για να μας πει, αν τον κατανοούμε σωστά. Και, αν θέλει, ας μας απαντήσει για τα κίνητρα του με τα οποία ενεργεί την αποτείχιση με τον συγκεκριμένο τρόπο της διακοπής μνημοσύνου και όχι αυτόν της διακοπής κοινωνίας. Προσωπικά διαισθάνομαι ότι φοβάται πως θα εκτεθεί στον θεολογικό κόσμο και στο κλίμα των μητροπολιτών, αν θα ισχυρισθεί ότι όντως όλη η Εκκλησία στις μέρες μας -ως διοίκηση συμπληρώνουμε εμείς- εξώκειλε στην αίρεση και επειδή, μάλιστα, υπάρχουν και εκείνοι που ομιλούν για άκυρα μυστήρια δεν μπορεί να χωρέσει στο μυαλό του μια τέτοια περίπτωση που θα γίνει αιτία να ακούγονται κάτι περίεργα πράγματα για τα οποία θα φέρει αργότερα ευθύνη.
Διότι, αν δεχθεί την αποτείχιση με την έννοια της διακοπής κοινωνίας  είναι σαν να θεωρεί ότι εξαφανίσθηκε η Εκκλησία του Χριστού και δεν υπάρχει τίποτε. Επειδή, τώρα, το συνδέει αυτό μέσα του και με  εκείνα περί ακύρων μυστηρίων, που ισχυρίζονται κάποιοι, πανικοβάλλεται και μόνο με την ιδέα  αυτή και δεν δίνει στον εαυτό του ένα περιθώριο να σκεφτεί αυτό που ήδη γνωρίζει, ότι υπήρξαν εποχές που τόσο κυριάρχησε η αίρεσις που πατριαρχεία ολόκληρα εξέπεσαν από την Ορθοδοξία.
Ξεκινώντας όμως από την αφετηρία αυτή κατ’ αρχήν άθελά του δεν διακρίνει την θεσμική διοίκηση της Εκκλησίας από την χαρισματική αγιοπνευματική της λειτουργία η οποία, όταν το σώμα της ιεραρχίας δεν εκφράζει την αυθεντική ερμηνεία της εξ αποκαλύψεως πίστεως, δεν σφραγίζει τις αποφάσεις της εν Πνεύματι με την θεοποιό Χάρη, γι’ αυτό και δεν πληροφορούνται οι πιστοί για την αυθεντικότητα κάθε Συνόδου και την ορθότητα των αποφάσεων τους όταν δεν είναι ενεργούμενες από το Πνεύμα της Αληθείας. Το ερώτημα δεν είναι όμως, αν γνωρίζει ένας τόσο σπουδαίος πατρολόγος, ότι υπήρξαν φάσεις στην εκκλησιαστική ιστορία που η διοίκηση της Εκκλησίας εξέπεσε ολοσχερώς αλλά πώς θα μπορούσε αργότερα να συνεργαστεί με τους αρχιερείς εκείνους που θα θεωρούσε τώρα ακοινώνητους με την διακοπή της κοινωνίας του -και όχι απλώς  με παύση μνημονεύσεως του μητροπολίτου του- λόγω της αιρέσεως ξεχωρίζοντας οριστικά την θέση του. Νομίζω, λοιπόν, ότι εκείνο που κάνει τον π. Θεόδωρο να μην τοποθετείται σωστά στην αποτείχιση είναι κυρίως το ότι έχει σχέδιο. Θέλει, δηλαδή, να προχωρήσει σε έναν αγώνα έχοντας συμμάχους ορισμένους επισκόπους από τους οποίους όμως, μάταια, προσδοκά αποτέλεσμα, διότι, αν είχαν ορθόδοξη συνείδηση, θα είχαν κάνει ήδη την κίνηση. Και πώς τώρα να πει  ότι ήδη βρίσκονται στην αίρεση καθώς δέχτηκαν στην ιεραρχία την κολυμβάρια ψευτοσύνοδο, μνημονεύουν μάλιστα στο δίπτυχα τους οικουμενιστές και έπειτα να οργανώσει μαζί τους  σύνοδο;Όμως, αν και έχει αγνές προθέσεις και είναι κατανοητός ο τρόπος που σκέφταται, ωστόσο, επειδή ξεκινά από εσφαλμένο θεολογικά κριτήριο- η θεώρηση του είναι ανθρωποκεντρική, καθώς, και ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα- διασπά εδώ και τόσο καιρό τόσο τραγικά το κοινό μέτωπο των αποτειχισμένων,  και ο σκανδαλισμός είναι πολύ μεγάλος και ο αγώνας για εμάς τους μικρούς δυσανάλογος με τις αντοχές μας.
Και ενώ αυτός εκ του ασφαλούς σχεδιάζει με τους μητροπολίτες υπάρχουν άνθρωποι που σηκώνουν βαρύ φορτίο με την αγωνία των ψυχών που εναποθέτουν στο πετραχήλι τους με την αποτείχιση και έχουν ακόμη μεγαλύτερη δυσκολία στην διευθέτηση των πρακτικών προβλημάτων τους που προκύπτουν. Τι να κάνουμε για να διευκολύνουμε τους πιστόυς να αρχίζουμε να νοθεύουμε την διδασκαλία των αγίων Πατέρων και να εμπαίζουμε το Πνεύμα του Θεού; Αναλογίζεται, άραγε, ότι στην περίπτωση που το ποίμνιο των αποτειχισμένων υποχωρήσει στην αντίστασή του, θα μπορέσει ο ίδιος με βολεμένους επισκόπους χωρίς όμως το ποίμνιο που νιώθει καταπροδομένο να κάνει αγώνα;
Μήπως δεν θα υπάρξει όμως και άλλη ευκαιρία για αγώνα εναντίον του Οικουμενισμού καθώς οι εκκολαπτόμενοι θεολόγοι και ιερείς δεν θα έχουν όχι απλώς την δύναμη να αγωνισθούν αλλά ούτε καν θα γνωρίζουν ότι με αποτείχιση γίνεται ο αγώνας αυτός; Με επισκόπους που ήδη δέχτηκαν την αίρεση, και όλους ακόμη αν τους μαζέψει εξάπαντος θα αστοχήσει, διότι καθώς κινούνται εκ του ασφαλούς και μη ξεχωρίζοντας την θέση τους από την ασέβεια δεν ευαρεστείται ο Παράκλητος, διότι θυσία αυτή είναι θυσία Κάϊν.
Γιατί να ενεργήσει το Πνεύμα μέσα από την δυσωδία της αίρεσεως την υπεράσπιση της ευωδιαστής αγνής πατρώας πίστεως; Προς το παρόν δεν θα επεκταθώ σε άλλα πρόσωπα εκ των αποτειχισμένων, μολονότι, είμαι απ’ αυτούς που υποστηρίζουν ότι κάποιοι θα συνεχίσουν να δημιουργούν προβλήματα και να διασπούν την αποτείχιση. Δηλώνω ότι είμαι διατεθειμένος να συνεργασθώ, ώστε να μην θεωρηθεί ότι δεν θέλω την ενότητα, όμως υπό προϋποθέσεις. Τα σημεία αυτά που πρέπει να αποδεχθούν όλοι για να υπάρξει εκ των πραγμάτων ενότητα είναι αυτά που μέχρι τώρα θεωρούνται αγκάθια για τις διάφορες παρατάξεις και ποικίλουν.

 

Ποιά είναι αυτά:

α. Η αποτείχισις δεν είναι απλώς η διακοπή μνημοσύνου αλλά η διακοπή κοινωνίας.

β. Δεν δεχόμαστε προ συνοδικής καταδίκης ότι τα μυστήρια των οικουμενιστών είτε όσων τους μνημονεύουν είναι ανυπόστατα ή άκυρα.

γ. Η στάση των διαφόρων ομάδων απέναντι σε αυτούς που κοινωνούν μαζί με τους Οικουμενιστές θα είναι κοινή, αν πράγματι θέλουμε να φέρει αποτέλεσμα.

δ. Θα πρέπει, οπωσδήποτε, τουλάχιστον για τα παραπάνω, να μας γνωστοποιεήσετε τις θέσεις σας για να γνωρίζουμε ποιούς θα έχουμε κοινωνικούς για να τους μνημονεύουμε όταν προσκομίζουμε στην ιερά πρόθεση.

ε. Δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει τα ηγετικά προσόντα τους πατρός Θεοδώρου Ζήση για να μας ενώσει όλους εφ’ όσον και ίδιος θα δεχθεί τις παραπάνω θέσεις προκειμένου να έχουμε κατάλληλο πρόσωπο για να σχηματίσουμε ισχυρό ορθόδοξο μέτωπο.

στ. Εφ’ όσον ομιλούμε για ενότητα ξεχνούμε τις όποιες παρεξηγήσεις και διενέξεις, όχι όμως και τις θεολογικές μας πεποιθήσεις, βάζουμε ειλικρινή μετάνοια και ξεκινούμε απ την αρχή. Γι αυτό παρέχουμε την δυνατότητα συνεργσιας σε όλους. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να αφήσει έξω από την συνεργασία των αποτειχισμένων άλλους ποιμένες που ενδεχομένως έκαναν σφάλματα αλλά προτίθενται να τα διορθώσουν.

ζ. Θα συσταθεί όργανο μέχρι να αποκατασταθεί η τάξις που θα εκφράζει την κοινή βούληση των αποτειχισμένων, το οποίο  όμως δεν θα δεσμεύει την γνώμη κάποιου οπωσδήποτε να αποδεχθεί την ψήφο των πλειόνων όταν θεωρεί ότι δεν είναι σύμφωνη με τις Γραφές και την πατερική Παράδοση.

Στην συνάφεια αυτή δεν θα εξετάσουμε θεολογικά τα σημεία, διότι αυτό έχει γίνει και το θεωρούμε δεδομένο. Αν θέλετε να ξαναδημοσιευθούν οι σχετικές μελέτες που έγιναν δεν θα το κάνουμε γιατί θα ξεκινήσουμε πάλι από την αρχή. Τώρα εδώ αναζητούμε ένα σωστό πλαίσιο συζητήσεως για το πως θα χτίσουμε την ενότητα όχι όπως οι οικουμενιστές  αλλά επισημαίνοντας τα με κάποια συστηματοποίηση      – διαγραμματική θα έλεγα-  αρχικά για να μην χάσουμε το ζητούμενο.Αν κάποιος θεωρεί ότι υπάρχουν και άλλα σημεία αντίθεσης που μας χωρίζουν ας τα εκθέσει, όμως να τα επισημάνει θέτοντάς τα στο πλαίσιο αυτό,   -αποστέλοντάς μας το ίδιο κείμενο με τις προσθήκες στο κείμενο σε άλλο χρώμα-  στο οποίο ακολουθώ μία προς μία τις θέσεις εκείνες για να γνωρίζουμε  με την συστηματοποίηση αυτή σε ποιά βάση συζητούμε. Αν πάλι κάποιος ποιμένας εκ των αποτειχισμένων δεν εκφράζεται στην βάση που συζητούμε την ενότητα ας μας υποδείξει σε ποιά βάση την θέλει ο ίδιος, όμως πάνω στα σημεία εκείνα που οι άλλοι δεν αποδέχονται και συνιστούν τις σοβαρές διαφορές μας για να προσεγγίσουμε μεταξύ μας.

Με όσους θα μας βγάζουν εριστικά εκτός θέματος στην συγκεκριμένη προσπάθεια δεν θα ασχοληθούμε ξανά. Αν κάποιοι δεν έχουν με τί να ασχοληθούν και ανακινούν συνεχώς καταστάσεις σαν καναλάρχες  στα ιστολόγια κοινοποιώ προς όλους ότι θα απέχω και όσοι έχετε νου Χριστού κρίνατε για να μην καταλογίζετε αργότερα εμπάθεια. Για τα σημεία  εκείνα που μας βρίσκουν αντίθετους διαπιστώθηκε μέχρι τώρα σχετικά με το πρώτο: «Ότι η αποτείχισις δεν είναι απλώς η διακοπή μνημοσύνου αλλά η διακοπή κοινωνίας».

 

1.    Ότι είναι το καίριο σημείο στο οποίο οι αγιορείτες πατέρες δεν υπάρχει περίπτωση να υποχωρήσουν, διότι θεολογικά και πατερικά είναι αποδεδειγμένο ό,τι η μόνη σωστή έκφρασις της αποτείχισις είναι αυτή, όπως μαρτυρείται από την μέχρι τώρα εκκλησιαστική ιστορία, αφού δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση που οι άγιοι Πατέρες να κοινωνούν με εκείνους που μνημόνευαν τους αιρετικούς, δηλαδή δεν μπορείς να κοινωνείς με τους επισκόπους ή τους ιερείς που μνημονεύουν τον αιρεσιάρχη Βαρθολομαίο. Έχουν απαντηθεί τα σχετικά με τον Κύριλλο Αλεξανδρείας  και το Μέγα Βασίλειο. Αν θέλετε πάλι να λέμε τα ίδια και τα ίδια θα τα εκθέσουν ξανά όσοι δημοσίευσαν τα σχετικά άρθρα. Πάντως, έτσι διάλογος δεν γίνεται και μην επιρρίπτετε ευθύνες σε εμάς για διάσπαση.

2.      Ότι αυτή η θέση δεν εκφράζει μόνο τους αγιορείτες αλλά εκφράζει και εμένα προσωπικά και το ποίμνιο της Ιεράς μας Μονής οι οποίοι στηρίξαμε μέχρι τώρα τους αγιορείτες -όχι όμως στα τελευταία περί πατρός Παϊσίου και Σερβίας-  γι’ αυτό κάνουν λάθος να με συγκταλέγουν πλέον οι παλαιοημερολογίτες, ως ομάδα στους αγιορείτες όπως έπραξαν τελευταία ατο ιστολόγιο “Κρυφό Σχολείο” στην κατηγοριοποίση που έκαναν.

3.   Η συγκεκριμένη θέση εκφράζει και την ομάδα των αποτειχισμένων υπό τον πατέρα Ευθύμιο Τρικαμηνά, οι οποίοι με το ιστολξόγιό τους «πατερική παράδαση και αποτείχιση» δεν υπάρχει περίπτωση να αλλάξουν περί αυτού γνώμη.

4.   Εκφράζει επίσης τον πατέρα Γεώργιο Αγγελακάκη και το ποίμνιο του.

5.   Εκφράζει επίσης τον πατέρα Σταύρο τον Βάϊο και το ποίμνιό του.

6.   Εκφράζει την ομάδα των αποτειχισένων της Καρδίτσας.

7.   Εκφράζει την ομάδα των αποτειχισμένων της Πελοποννήσου.

8.   Εκφράζει την ομάδα των αποτειχισμένων της Κεφαλληνίας υπό τον Ιερομόναχο Ιγνάτιο Σέρρα.

9.   Εκφράζει τον Ιερομόναχο Μόδεστο και τον υποτακτικό του Σάββα που έφυγαν από την Μητρόπολη Καστορίας και ψάχνουν να δου που τελικά θα εγκατασταθούν.

10. Εκφράζει τον Μακάριο τον Κουτλουμουσιανό μαζί με τον Νεκτάριο.

Απομένει να μας πουν:

·         το ιστολόγιο ομολογία

·         η ιερά Μονή αγίας Παρασκευής Μηλοχωρίου

·         ο πρεσβύτερος Φώτιος Τζούρας

Αν δε, αναλογισθούμε ότι τέτοια θεώρηση έχουν και όσοι είναι στο παλαιό ημερολόγιο δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρξει συναίνεση για δυναμική ενότητα εφ’ όσον δεν αποδεχθεί ο π. Θεόδωρος Ζήσης και οι συν αυτώ π. Νικόλαος Μανώλης και π. Φώτιος Βεζύνιας την θέση αυτή ως πρωταρχική προϋπόθεση  προς ενότητα για να συνεργασθούμε!