Εχθές ήταν η παγκόσμια ημέρα του βιβλίου και πλημμυρίσαμε από κοινοτοπίες: γεμίσαμε πολυδιαφημισμένους «συγγραφείς». Μπαίνουμε στο μυαλό ανθρώπων που δεν έχουν να πουν τίποτε, α λα Χωμενίδης — ή σε καρδιές με φθηνούς συναισθηματικούς κόσμους, α λα Σώτης Τριανταφύλλου. Πασχίζεις σκληρά να βρεις στα γραπτά τους κάτι πέρα από λεκτικές φιοριτούρες. Άνθρωποι που αδυνατούν να αναχθούν πάνω από τις ιδέες του καιρού τους, ούτε γνωρίζουν αυτά που έπρεπε να γνωρίζουν μόνο και μόνο από διαίσθηση. Εμπορικός στόχος τους; Ο βουλιμικός αναγνώστης . . .

Ντοστογιέφσκι

Για να σας βάλω καλύτερα στο κλίμα των ενστάσεών μου, σας παραθέτω κάποιες σκέψεις από το «Υπόγειο» του Ντοστογιέφσκι : «Καταντήσαμε να θεωρούμε την πραγματική ζωή σαν αγγαρεία, σχεδόν σαν ένα επάγγελμα, και όλοι μέσα μας είμαστε της γνώμης ότι είναι προτιμότερο να ζει κανείς τη ζωή των βιβλίων. Και γιατί ταραζόμαστε; Γιατί κάνουμε τόσες ανοησίες; Τι ζητούμε; Ούτε και οι ίδιοι το ξέρουμε! Θα υποφέραμε περισσότερο αν οι τρελοί μας πόθοι πραγματοποιούνταν . . . Όσο για μένα, στη ζωή μου έφτασα στα άκρα εκείνα που εσείς δεν τολμάτε ούτε μέχρι τον μισό δρόμο να φτάσετε, από δειλία· κι ακόμα παίρνετε τη δειλία σας για φρονιμάδα, και παρηγοριόσαστε ξεγελώντας τον εαυτό σας. Γι’ αυτό το λόγο, ίσως να ‘μαι πιο ζωντανός από σας . . . Αφήστε μας μόνους, χωρίς βιβλία, κι αμέσως θα πελαγώσουμε, θα τα μπερδεύουμε· δε θα ξέρουμε που να στηριχθούμε και σε τι ν’ αφοσιωθούμε, δε θα ξέρουμε τι πρέπει να αγαπήσουμε ή να μισήσουμε, τι πρέπει να εκτιμήσουμε ή να περιφρονήσουμε. Πλήττουμε ακόμη και που είμαστε άνθρωποι, άνθρωποι με σάρκα και οστά αληθινά, ντρεπόμαστε γι’ αυτό και το θεωρούμε ατιμία μας . . . Γυρεύουμε να γίνουμε ένας τύπος ανθρώπου που δεν υπήρξε ποτέ».

Βουλιμία ως αρετή

Σήμερα, το χειρότερο «πρότυπο», που ανοήτως πωλείται και αγοράζεται διαρκώς, είναι ο βουλιμικός αναγνώστης. Θεωρεί το διάβασμα ως μέγιστη αρετή, ηθικό προτέρημα και ηθική υποχρέωση· καταβροχθίζει τα πάντα ή σχεδόν τα πάντα με βουλιμία. Οι περισσότεροι διαβάζουν χωρίς να στοχάζονται, σαν να τρώνε χωρίς να χωνεύουν. Ατυχώς, όμως, το ζήτημα δεν εξαντλείται στους ίδιους. Η βλαπτική επίδραση του βουλιμικού αναγνώστη προκαλεί ζήτηση για μέτρια γραπτά. Διευκολύνει έτσι την σταδιοδρομία στρατιών μέτριων συγγραφέων, που είναι φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον.

Πως μαθαίνουμε

Διψάνε —τάχατες!— οι αναγνώστες για γνώση· θέλουν λένε να μαθαίνουν. Αλήθεια, όμως, πως μαθαίνουμε; Σύμφωνα με τον William Glasser, Αμερικανό ψυχίατρο και ερευνητή, στο best seller του «Take charge of your life», 2011, μας αναφέρει τι ποσοστό της πληροφορίας μαθαίνουμε από κάθε δραστηριότητα:

  • 10% αυτών που διαβάζουμε.
  • 20% αυτών που ακούμε.
  • 30% αυτών που βλέπουμε.
  • 50% αυτών που βλέπουμε και ακούμε.
  • 70% αυτών που συζητούμε.
  • 80% αυτών που βιώνουμε.
  • 95% αυτών που διδάσκουμε στους άλλους.

Αν, λοιπόν, σας ενδιαφέρει πραγματικά η γνώση, σταματήστε να διαβάζετε και κάντε κάτι πιο παραγωγικό από τα παραπάνω. Είναι άσκοπο να διαβάζει κανείς βιβλία που αναπτύσσουν σε 300 σελίδες μια ιδέα που μπορεί κάλλιστα να αποδοθεί σε τρία λεπτά κουβέντας.

Τηλεόραση και Κοινωνικά δίκτυα

Ασυζητητί, έχει μεγαλύτερη αξία να διαβάσεις έναν άνθρωπο παρά δέκα βιβλία. Και αν αντιμετώπιζα το δίλημμα, θα έλεγα προτιμότερη η τηλεόραση· είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα από ό,τι τα βιβλία: η τρέλα της τηλεόρασης είναι η τρέλα της ανθρώπινης ζωής! Ακόμη καλύτερα τα κοινωνικά δίκτυα, όχι τόσο επειδή μαθαίνεις, όσο επειδή εξασκείς την καρδιά σου: θέλει απίστευτο θάρρος να γράψεις τις σκέψεις που έρχονται σε σύγκρουση με τα αισθήματά σου. Αυτές όμως είναι που ενδιαφέρουν· οι άλλοι ενστικτωδώς τις ξέρουν και νιώθουν να απελευθερώνονται.

Το όπιο της Δύσης

Οι πραγματικοί λόγοι για τους οποίους οι βουλιμικοί αναγνώστες διαβάζουν ένα βιβλίο είναι δύο: ο ένας είναι για να το απολαύσουν. Ο άλλος, για να παινευτούν γι’ αυτό. Αν ανήκετε σε αυτούς που απολαμβάνουν να διαβάζουν ιστοριούλες, μην προσποιείστε ότι δήθεν κάνετε κάτι ανώτερο. Τα βιβλία κατάντησαν το όπιο της Δύσης· και ο δυτικός παράδεισος κάτι σαν ένα είδος βιβλιοθήκης. Όποιος δεν μπορεί να απαλλαχθεί από τα βιβλία, τουλάχιστον να προσπαθήσει να διαβάζει παλιά, κλασικά — όχι σύγχρονα. Και οπωσδήποτε όχι πολλά, να διαβάζει πολλές φορές τα ίδια.

Οι Έλληνες διάβαζαν τα λιγότερα βιβλία, για αυτό και έχουν γραφτεί τα περισσότερα για αυτούς. Ήταν προφορικός πολιτισμός, αυτό ήταν το μυστικό τους. Έφερναν τον ήλιο στη ζωή των άλλων, φωτίζοντας εξίσου τη δική τους ύπαρξη.

Χαμένες ζωές

Τα βιβλία είναι χρήσιμα, αλλά δεν φτάνουν· δεν μπορούν να σου μάθουν πολλά για τη ζωή. Δεν μπορείς, με μόνο εφόδιο τα βιβλία, να γίνεις επαγγελματίας. Ούτε να μάθεις να κάνεις έρωτα, ποδήλατο, κολύμπι. Χρειάζεσαι αληθινές εμπειρίες, χρειάζεσαι πρακτική εξάσκηση και χρειάζεσαι κάποιον άνθρωπο να σου δείξει τα βασικά. Οι άνθρωποι χάνουν τις ζωές τους στα βιβλιοπωλεία, στα σπουδαστήρια και στις βιβλιοθήκες αν πηγαίνουν συχνά· και θα έπρεπε να υπάρχει ειδική σήμανση να τους προειδοποιεί για αυτό τον κίνδυνο.

Σήμερα, ο συντομότερος δρόμος προς την δειλία απέναντι στην ζωή, περνάει μέσα από τα βιβλία.

 

ΠΗΓΗ